Further tags

Κατά κόσμον «Πατ Μορίτα».

Ο Ιάπωνας «sensei» που μετέτρεψε τον φλωρούμπα Ντάνιελ Λαρούσο στον - killing machine - Ντάνιελσαν.

Αφού προηγουμένως τον έβαλε να πλύνει μια μάντρα με αμάξια, να τα κερώσει, να τα γυαλίσει, να βάψει τον φράχτη του σπιτιού του, να του ξύσει το πάτωμα, να του βάψει το σπίτι, (στο director’s cut θα τον δείτε ακόμα και να μαδάει τις ελιές στα λιοστάσια του Μιγιάγκι), αποφάσισε ότι αυτό δεν ήταν παρά μια ταχύρυθμη μέθοδος εκμάθησης καράτε (αν ήταν έτσι θα βλέπαμε μπογιατζή και θα κλάναμε πουλόβερ), έπεισε και τον τζιτζιφιόγκο του ότι έγινε Τζετ Λι, τον έχωσε να διαγωνιστεί σ’ ένα τουρνουά καράτε ακούγοντας να βεβηλώνουν τ' όνομά του (ο εκφωνητής -που να τον πάρει ο διάολος!- τον αποκαλούσε «Μιγιάτζη»), εκεί είδε στον ημιτελικό να «τσακίζουν» το πόδι του κανακάρη του (πόδι, το οποίο έφτιαξε αφού προηγουμένως έτριψε τα χέρια του από ικανοποίηση γιατί το σακάτεμα του Ντάνιελσαν έδινε 3,75 στο παράνομο στοίχημα και ο ίδιος είχε ποντάρει ένα κάρο μπονζάι), στον δε τελικό τον είδε να δίνει τα ρέστα του και με χτύπημα βγαλμένο απ' το takken να κερδίζει έπαθλο και Ελίζαμπεθ Σου ταυτόχρονα.

Ο ανωτέρω άθλος του σχιστομάτη παππούλη, που όλοι θα θέλαμε να ήταν παππούς μας (αν και - άσχετο - προτιμώ Αλέξη Κωστάλα να είχα για παππού μου), να μεταμορφώσει σε καρατέκα ένα τσογλανάκι που ακόμα θα τις έτρωγε, με το πέρασμα των χρόνων έγινε μύθος και με το πρόσωπό του ταυτίζει κανείς κάποιον τον οποίον θεωρεί ότι τον έχει βοηθήσει ενώ βάδιζε στα χαμένα.

Μέγας Αλέξανδρος, Κομφούκιος, Ισαάκ Νεύτων, Λουκάς Βύντρα, Μίστερ Μιγιάγκι. Τίποτ' άλλο.

Συνων.: μέντορας, γκουρού (η τυρόπιτα είναι «κουρού»), sensei, master (για πιο υποτακτικούς), διδακτορικό (ως πτυχίο ανώτερο του master).

- Ρε συ Φιλώτα, ό,τι και να πω είναι λίγο... Μου έμαθες τη δουλειά όταν δεν ήξερα πού μου παν' τα τέσσερα, με σύστησες σε πελατεία, με έμαθες πώς να φοροδιαφεύγω και πώς να «σβήνω» τις μπριζόλες με κρασί και όχι με λεμόνι όπως έως τότε (για τον Θεό!) έκανα... Είσαι για μένα ο Μίστερ Μιγιάγκι μου!
- Καλά, καλά... Να σου πω, δεν περνάς αύριο από το σπίτι μου να περάσεις το δεύτερο χέρι στους τοίχους;
- Yes sensei...

Μίστερ Μιγιάγκι, κατά κόσμον Pat Morita (από poniroskylo, 27/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Pedro Munitis είναι Ισπανός ποδοσφαιριστής, που έχει μείνει στην Ιστορία κυρίως για το όνομά του, παρά για τις αθλητικές του ικανότητες.

Η έκφραση αποτελεί συνώνυμο όλων των μειωτικών χαρακτηρισμών του μουνιού για άντρες ή καταστάσεις, όπως μουνί καπέλο, Μουνιόθ, Μουνιόθ Καπέλο κ.ο.κ.

Η ειδική σημασία του Munitis έγκειται στο ότι: α) χρησιμοποιείται με ειρωνεία για κάποιον λούζερ, που αποτελεί τραγικό πρόσωπο, καθώς κανείς δεν του δίνει σημασία. Αν θυμάμαι καλά, ο Munitis είχε φύγει απ' την Ρεάλ στα πλαίσια ανακατατάξεων, προκειμένου να έρθει ο Ρονάλντο. β) Έχει δώσει λαβές για τις πλέον αστείες ποδοσφαιρικές/αθλητικές ανταποκρίσεις και συζητήσεις φιλάθλων. Βλέπε στα παραδείγματα.

Αντώνυμο: Πουλίτου

(Από αναμετάδοση αγώνα της Ρεάλ): Ζιντάν, Ζιντάν, πάντα Ζιντάν, Ζιντάν, ο Ζιντάν ψάχνει το Munitis, ψάχνει το Munitis ο Ζιντάν, δεν μπορεί να βρει το Munitis, και ναι, τελικά βρίσκει το Munitis ο Ζιντάν, κυρίες και κύριοι...

(Από φίλαθλη κουβέντα λίγο μετά τις μεταγραφικές ανακατατάξεις): -Τά μαθες; Μέχρι και το Munitis έδωσε η Ρεάλ για να πάρει τον Ρονάλντο! -Και πόσα λεφτά πήρε για το Munitis;
-Η Ρεάλ πήρε το Ρονάλντο κι η Ρασίγκ έμεινε να παίζει με το Munitis!

(Λίγες μέρες μετά:)
-Σήμερα η Ρασίγκ θα παρουσιάσει επίσημα το Munitis στους φιλάθλους!
-Είμαι σίγουρος ότι οι φίλαθλοι θα αγαπήσουν πολύ το Munitis!
-Και σε ποια θέση λες να βάλει το Munitis η Ρασίγκ;
-Μάλλον θα παίζει το Munitis μεταξύ μικρής και μεγάλης περιοχής!..

(Λίγες μέρες μετά, όταν τραυματίστηκε ο Ρονάλντο στην πρώτη προπόνηση):
-Βλέπει το Munitis η Ρασίγκ και δοξάζει την τύχη της! Ο Ρονάλντο τραυματίστηκε απ' την πρώτη προπόνηση ο γκαντέμης! Ενώ, η Ρασίγκ κατάφερε να κρατήσει το Munitis ανέπαφο! (Και σε εξαιρετική φυσική κατάσταση)!
Κ.ο.κ.

Ο Munitis με τη φανέλα της Εθνικής Ισπανίας (από poniroskylo, 22/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκαντέμης, ο κατσικοπόδαρος, ο Μητσοτάκουλας.

Εμπνευσμένο από τον ομώνυμο φίλο του Τιραμόλα, ο οποίος κυκλοφορούσε στο σχετικό κόμικ μονίμως με ένα συννεφάκι βροχής πάνω από το κεφάλι του. Σε ένα πανάρχαιο τεύχος δε, η γκαντεμιά του συνετέλεσε στην κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους (τι θυμάται ο άνθρωπος).

Απηρχαιωμένο πλέον, χρησιμοποιείται μόνο από υπερήλικες αναγνώστες Μικυμάου, καθώς η νέα γενιά αγνοεί τελείως τον ήρωα, υφιστάμενη την απαλλοτρίωση στην οποία την εξωθεί η ντόπια αντίδραση και η εισαγομένη υποκουλτούρα μπλα μπλα μπλα ….

- Γαμώ την Αγία Καραμέλα τη ρουφιάνα, είναι η τρίτη φορά που φέρνω χασσόδυο στο καπάκι!
- Αμάν μωρ' αδερφάκι, τι Ιωνάς είσαι και σύ! Μήπως καλύτερα να το γύριζες στο εργόχειρο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αφορά την προσωπικότητα του εν λόγω παλαίμαχου ποδοσφαιριστή αλλά το χαρακτηριστικό της κόμης του. Ξέφωτο και μοιραία λατινοαμερικάνικη χαίτη. Συνώνυμα: Μπουμπλής, καραφλογιεγιές.

- Πω, πω! Ρε φιλε σε σένα έχει κάνει ο τριχοφάγος χρυσές δουλειές... Πας για ξύρισμα ε;
- Ασ' τον... την έχει δει Ρότσα!

(από Dimosthenis, 05/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά, αυτός που πιστεύει ότι είναι ο θεός της μπάλας, ότι παίζει φοβερό ποδόσφαιρο. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το «Μαραντόνα» ή το «Ζιζού» (ή και οποιοδήποτε όνομα κορυφαίου ποδοσφαιριστή).

- Καλά, χθες που πήγαμε για 5x5, έβαλα ένα γκολ γαμάτο! Πέρασα 3 αμυντικούς και πριν καλά καλά καταλάβει τίποτα ο τερματοφύλακας, το κάρφωσα στη γωνία!
- Σώπα ρε Πελέ, και τι έχει να λέει αυτό... εγώ έχω βάλει καλύτερα γκολ.

Βλ. και σχετικά λήμματα: άμπαλος, ο και Ampalinho (Αμπαλίνιο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο James Bond, όπως πρωτοακούστηκε σε ευτελές ελληνικό τραγούδι των 60's (περιλαμβάνεται στη συλλογή «Φόλα Παρτίδα»)

  2. Αυτός που είναι εξοπλισμένος με τα ακριβότερα και πιο εξελιγμένα γκάτζετ και τα επιδεικνύει πουλώντας μούρη.

  3. Ο ριψοκίνδυνος, αυτός που αντέχει και επιβιώνει και στις πιο αντίξοες συνθήκες, όλως παραδόξως χωρίς καν γρατζουνιά, συχνά συνώνυμο του Ράμπο, ή κομμάντο.

  1. ...Τζέμης Μποντ θα γίνω, για να σε αποκτήσω...
    ...θα γίνω, θα γίνω για σένα Τζέμης Μποντ

  2. (σε καφενείο χωριού):
    - Κρύψε ρε Σάκη το άη φον και μας κοιτάει όλο το χωριό!
    - Κάτσε ρε Μπάμπη, εσεμές στέλνω!
    - Στείλε από το δικό μου ρε μαλάκα, θα σε περάσουν για τον Τζέμη Μποντ! Μου έχεις κοτσάρει και το bluetooth στο αυτί, φιρί φιρί το πας να μας την πέσουν!

  3. - Τα έμαθες για τον Τάσο ρε ψηλέ;
    - Όχι, τι έκανε πάλι το θηρίο;
    - Ανέβηκε προχτές στην ταράτσα να φτιάξει την κεραία...
    - Και τον χτύπησε το ρεύμα;
    - Όχι, χειρότερα! Έπεσε στο κενό!
    - Τι λε ρε φίλε; Αυτός μένει και σε 5όροφη! Πού νοσηλεύεται να πάω να τον δω; Ή μήπως ήρθαν τα χειρότερα;
    - Εδώ είναι το αστείο! Ούτε γρατζουνιά! Έπεσε πανω σε καρότσα με σεντόνια, είχε λαϊκή από κάτω!
    - Τι λες τώρα ρε φίλε, Τζέμης Μποντ ο δικός σου...
    - Αλλά ο γύφτος τον κατσάδιασε γιατί του γκρέμισε την καρότσα...
    - Πω, απίστευτο, κάτσε λίγο να συνέλθω...

Χρήστος Κορωπιώτης «Τζέμης Μποντ» (από vikar, 12/08/11)(από Khan, 04/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ πλούσιος άνθρωπος, πιθανότατα κάτοχος ή μέτοχος εταιρείας. Βγήκε από το γνωστό επιχειρηματία Σωκράτη Κόκκαλη.

- Ρε φίλε πολύ θα ήθελα να είχα μια Porsche όπως έχει ο Νίκος!
- Και με τι λεφτά θα την πλήρωνες ρε φίλε; Μην ξεχνάς ότι αυτός είναι Κόκκαλης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Καρλ Μπαρκς ήταν σεναριογράφος και σχεδιαστής κόμικς, από το 1920 μέχρι το 1966. Θεωρείται ο κορυφαίος δημιουργός ιστοριών ηρώων του Ντίσνεΐ. Δικό του δημιούργημα είναι και ο Κύρος Γρανάζης.

Ο Κύρος Γρανάζης είναι o καλόκαρδος, ιδιοφυής και ταυτόχρονα αφηρημένος εφευρέτης της Λιμνούπολης, που προτιμά την μοναχική ζωή και κατοικεί στο εργαστήριό του με συντροφιά τον πιστό βοηθό του, τον Γλόμπο. Σοφίζεται, μαστορεύει και πουλάει σε τιμή ευκαιρίας οτιδήποτε μπορεί κανείς να φανταστεί (συσκευές αντιβαρύτητας, χρονομηχανές, χαπάκια που υποκαθιστούν γεύμα, κλπ.) Ωστόσο, τις περισσότερες φορές η δουλειά του δεν εκτιμάται από τον κόσμο… Ο Κύρος, αν και έχει πρόθεση να βελτιώσει με τις εφευρέσεις του τον κόσμο, συχνά φέρνει την καταστροφή.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όταν αποκαλούμε κάποιον Κύρο Γρανάζη, υπονοούμε κάποιον που ωσάν άλλος Μαγκαιβερ, ασχολείται επί παντός επιστητού, προσπαθώντας να λύσει κάποιο πρόβλημα που τον απασχολεί. Προσπαθεί να υλοποιήσει καινοτόμες ιδέες, μελετώντας θεωρίες, χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα και πατέντες, προκειμένου να φτιάξει το πολυπόθητο δημιούργημά του. Ωστόσο άλλοτε το καταφέρνει, άλλοτε όχι. Διακρίνεται για την πλούσια φαντασία του και από το σαράκι της δημιουργίας του. Δεν εγκαταλείπει εύκολα τον αγώνα. Είναι στις επάλξεις μέχρι το ενενήντα. Το πρόβλημα καταντά μέσα του έμμονη ιδέα και κόλλημα. Έτσι το παίρνει πατριωτικά, αφοσιώνεται στο σκοπό του, παραμερίζει τις διάφορες δουλειές του και τις λοιπές προσωπικές του ανάγκες, εξόδους κλπ ώστε να φέρει σε πέρας το έργο του και να νιώσει ικανοποιημένος. Αν τα πράγματα δεν πάνε καλά δεν πτοείται. Συνεχίζει ως ντούρασελ.

Ένας τέτοιος τύπος συνήθως είναι εντελώς αδιάφορος για εργασία ρουτίνας οπότε έχει πρόβλημα σε τέτοιου είδους εργασίες. Θα προτιμούσε να εργαζόταν σε ερευνητικό εργαστήριο με ανοικτό deadline. Πολλές φορές συναντά κανείς τέτοιους τύπους σε διάφορες εταιρείες που αναλαμβάνουν ειδικές αποστολές, λύνοντας ειδικά σύνθετα προβλήματα, εκεί που οι άλλοι εμφανίζονται ως αδύναμοι κρίκοι

- Ε τον πούστη τον Κύρο τον Γρανάζη. Του ‘χει καρφωθεί στο μυαλό η ιδέα να φτιάξει μια πρωτοποριακή συσκευή συλλογής και συμπίεσης αερίων κλανιοβομβαρδισμών, με στόχο την απομόνωση του διοξειδίου του άνθρακα και τη χρήση του ως καύσιμο υλικό. Οπότε καταλαβαίνεις. Όλη η οικογένεια τρώει κλάσιμες ύλες, το σπίτι βρωμάει κι ο τρελός επιστήμονας όλο αναφωνεί ως άλλος Αρχιμήδης: Εύρηκα - Εύρηκα... αλλά ακόμα ψάχνει. Έχει κολλήσει στην τρέλα του. Τίποτα δεν τον απασχολεί πια.

- Ε με τη φόρα που 'χει πάρει και με τα έξοδα που κάνει για να το καταφέρει, αν δεν τα κακαρώσει λόγω έλλειψης ψιλικού οξέος, θα σκάσει απ' την μπόχα.

Αρχιμήδης (από GATZMAN, 27/10/08)Ο άνθρωπος Κύρος Γρανάζης και οι γλόμποι του (από GATZMAN, 28/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος τηλεοπτικού δημοσιοκάφρου, ο οποίος μέσα από το απυρόβλητο παράθυρό του βάλλει ανελέητα και αδυσώπητα κατά παντός, συνδυάζοντας αυτόχριστα την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία σε συσκευασία 3-σε-1.

Το λήμμα αποτελεί λογοπαίγνιο του ονόματος του εκλεκτού ανθού της σύγχρονης δημοσιογραφίας Ευαγγελάτου.

Τις προάλλες βγήκε ο Εισαγγελάτος και μας παρουσίασε τον πυροσωλήνα ζωντανά στο δελτίο ειδήσεων. Στη συνέχεια αναρωτήθηκε που μπορεί να τον βρήκαν οι τρομοκράτες. Έλα ντε, που να τον βρήκαν; Εδώ τον βρήκε ο Εισαγγελάτος. (από Blog)

«είχα δυο επιλογές: να σπάσω την τηλεόρασή μου, διότι η πίεση του αίματός μου είχε φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα, σε σημείο που να χρειάζομαι ισχυρή δόση ηρεμιστικών, ή να πατήσω το κουμπάκι και να σταματήσω την παροχή ρεύματος στη συσκευή, απαλλάσοντας τον εαυτό μου από τη θέαση του ενοχλητικού υποκριτικού υποκειμένου που λέγεται Εισαγγελάτος. Μετά ωρίμου σκέψεως προτίμησα το δεύτερο.» (από Blog)

Είναι νομίζω γνωστό τοις πάσι ότι ο Ευαγγελάτος τρέφεται με τον τρόμο και τον πανικό που προκαλεί στους άλλους... Εν πάσει περιπτώσει, τι σκατά προτείνει η Τατιάνα και ο Εισαγγελάτος; Να καταργήσουμε το Augmentin; Και όσοι έχουν σωθεί από αυτό; Και όσοι έχουν μικρόβια που είναι ανθεκτικά σε άλλα αντιβιοτικά και το χρειάζονται; (από Blog)

Εισαγγελάτος εν δράσει (από Vrastaman, 01/10/08)Τρόμος! (από Hank, 15/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός, το παχύδερμο. Ο όρος προέρχεται από το ρόλο του Μπίλια, που ενσάρκωνε σε ταινίες της δεκαετίας του '80 ο τότε υπέρβαρος Στήβ Ντούζος.

- Ρε εσύ το βλέπεις αυτό το μανούλι; Πάω να της την πέσω.
- Ώπα ρε Mπίλια... Με τέτοια εμφάνιση, δε θα πέσει η γκόμενα, άλλο
πράγμα θα πέσει
- Τι θα πέσει;
- Κρύα χυλόπιτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified