Further tags

Τα λιβάδια, τα βοσκοτόπια. Επίπεδες εκτάσεις με χαμηλή βλάστηση από χόρτα και θάμνους.

Από το τούρκικο cayir που σημαίνει το ίδιο - cayir στα Τούρκικα μπορεί να δηλώνει επιπλέον και τη σαβάνα και τα αμερικάνικα prairies.

«Πάω στα τσαΐρια» σημαίνει περιπλανώμαι σε τόπο αφιλόξενο, στην ερημιά. «Για τα τσαΐρια» όταν λέμε σημαίνει ότι κάτι ή κάποιος δεν είναι για κόσμο - τουλάχιστον, για κόσμο πολιτισμένο, για τα σαλόνια.

Παράγωγη είναι και η λέξη τσαϊράδα που σημαίνει εκδρομή στην εξοχή άλλα σε μέρη μάλλον άγρια ή κι έναν άσκοπο περίπατο στα χωράφια. Η λέξη τσαϊράδα έχει εξασφαλίσει την αθανασία χάρη στο ομώνυμο ποίημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου.

Η λέξη τσαΐρια επιβιώνει και σε διάφορα τοπωνύμια - π.χ. ήξερα περιοχές που οι ντόπιοι αποκαλούσαν «τα Τσαΐρια» στην Επανομή και στον Άγιο Μάμα της Χαλκιδικής.

Παράβαλε και το λήμμα μπαΐρια.

  1. - Είχε δηλαδή πολύ κυνήγι εκείνα τα χρόνια;
    «Τι πολύ, για τους λαγούς σας είπα, οι πέρδικες έμπαιναν μέσα στο χωριό, που λέει ο λόγος. Έβγαινες το πρωί έξω από το χωριό στα τσαϊρια, που είχαμε τα αλώνια κι άκουγες τις πέρδικες να κελαηδάνε. (Από το περιοδικό Κυνηγεσία και Κυνοφιλία, αναδημοσίευση στο www.alfa-omega.gr)

  2. Το παράδειγμα είναι στα Ποντιακά από το http://pontosandaristera.wordpress.com:

Τα τσαΐρια όντα ετρανίναν επένανε με τα κερεντίδες και εθέριζανε και εποίνανε τα χορτάρια δέματα για να είχαν το χειμονκόν τροφήν για τα ζα τουνα.

Και η μετάφραση στην Κοινή

Καθώς μεγάλωναν τα λιβάδια, τα θέριζαν με τις κόσες και έκαναν τα χόρτα δέματα για να τα χρησιμοποιήσουν ως τροφή για τα ζωντανά τους, το χειμώνα.

  1. Τσαϊράδα (Ντίνος Χριστιανόπουλος, 1960)

Εδώ δεν είναι τόπος να πλαγιάσουμε.
Τ' αγκάθια τσιμπούν και τα τριβόλια κολνούν και προδίνουν.
Το λασπωμένο ρέμα, όλο κουνούπι και κακό,
δε μοιάζει τα ολοκάθαρα ρυάκια του χωριού σου.

Εδώ δεν είναι τόπος να ξανάρθουμε.
Έχτισαν κι άλλο σπίτι, βλέπω φως στο παράθυρο.
Ο χωματόδρομος περνάει σχεδόν δίπλα μας.
Ζευγάρια επιστρέφουν με το μοτοσακό.

Εδώ δεν είναι τόπος να ησυχάσουμε.
Αυτό το ρεμπέτικο μού χάλασε όλο το κέφι.
Βουρκώνει το μέσα μου καθώς σ' αγκαλιάζω.
Μου κάνει κακό ν' ακούω για ξενιτεμούς.

Εδώ δεν είναι τόπος για μάς.
Ακόμα κι η εξοχή έχει τον τρόπο της να μας πληγώνει.

Να προσεχθεί, παρακαλώ, το μπλουζάκι του δικού μας - είναι από την T.O. Επανομής του slang.gr (από poniroskylo, 06/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα χέρσα χωράφια, γεμάτα πέτρες και αγριόχορτα. Οπωσδήποτε όχι ποτιστικά.

Προέρχεται από το τούρκικο bayir που έχει λίγο διαφορετική σημασία - είναι η πλαγιά, ο λόφος. Αυτή η σημασία ίσως να επιβιώνει σε τοπωνύμια στη Μακεδονία - π.χ. μπαΐρια στο Λιτόχωρο λένε τις διάφορες γειτονιές του χωριού το οποίο είναι χτισμένο σε πλαγιές και κάτι ανάλογο υπάρχει, νομίζω, και στις Σέρρες.

Από τα χουριάτκα η λέξη πέρασε το 2008 στην αστική αργκό χάρη στους Ενδοπαλαμικούς Παλινδρομιστές και το τραγούδι My Secret Combination που μνημονεύει την έξοδο του Νικοπολίδη στα μπαΐρια - όπως παρατήρησε και η mes που έδωσε την παραγγελία για το λήμμα. Προφανώς ο τερματοφύλακας της Εθνικής πήγε περίπατο σε κάποια χωράφια στη συγκεκριμένη φάση - ως μη έδει.

Παράβαλε και το λήμμα τσαΐρια

  1. Εις την Ρούμελη, αφού ο Τούρκος κοιμάταν με την γυναίκα του εις την Λάρσα, τ' άλλο το βράδυ ήταν εις το σπίτι του Ρουμελιώτη. Τον κατασκότωνε, τον κατασκλάβωνε και τον έκαιγε. Πέστε μου ένα σπίτι παλιόν εις την Ρούμελη οπού να μην είναι χτίριον μοναχά. Πέστε μου πολιτείαν να μην κάηκε και οι γες έρημες και μπαϊρια ως την σήμερον. Σας είπα τις θυσίες της Ρούμελης. Κι' αδικημένη είναι κι' αφανισμένη. Νόμους γυρεύει και σύστημα να πάγη η πατρίς ομπρός. (Από τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, απόσπασμα στο wikisource)

  2. Το 1922 στην ανταλλαγή μας έταξαν τη γη που μας πήραν οι κατακτητές και λίγα παραπάνω για τα ζαράλια που μας άφησαν οι πόλεμοι . Ήρθαν οι αούτ’ κι τσάκουσαν τον κάμπο κι απόμναμι μι τα μπα’ί’ρια . Δεν μπορούσαν να τους δώσουν μια πιθαμή παραπέρα ;
    Με το κράτος ζορίζομαι όχι με αυτούς … (Από την Κοζανίτικη ιστοσελίδα www.giapraki.com - ζαράλια=μεγάλα βάσανα, οι αούτ'=οι Πόντιοι)

  3. Αξίζει να θυμηθούμε τον κάμπο της Κωπαϊδας μερικές δεκαετίες πριν, όταν χέρσα κομμάτια - μπαϊρια - εναλλάσσονταν με στάρια και τριφύλλια και κηπευτικά και όλο αυτό το πολύχρωμο χαλί το διασπούσαν φράχτες, συνθέτοντας ένα τοπίο απαράμιλλης ομορφιάς και παράλληλα ένα τόπο που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ένας άριστος τόπος τροφής για πολλά είδη, δεδομένης μάλιστα της περιορισμένης χρήσης των αγροχημικών και των φυτοφαρμάκων. (Από το www.kynigos.net.gr)

Για τα πανηγύρια (από poniroskylo, 06/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που πέρασε στα ελληνικά από τα αραβικά, μέσω τουρκικών [τουρ. tekke, το μουσουλμανικό μοναστήρι].

Στα νέα ελληνικά βέβαια, ο όρος δε χρησιμοποιείται με τη θρησκευτική του διάσταση, αλλά αναφέρεται στο καταγώγιο που συχνάζουν οι χασισοπότες και είναι γεμάτο καπνό από τους ναργιλέδες που «εργάζονται» αδιάκοπα.

Με άλλα λόγια, ο χώρος των «Μοιραίων» του Κ. Βάρναλη.

  1. Άσμα Τζίμη Πανούση, από το δίσκο Μουσικές Ταξιαρχίες:

Ο τεκές

Μόλις μπουκάρω στον τεκέ
τον αργιλέ τσακώνω
και μες στα φυλλοκάρδια μου
τραβώ τον ξελιγώνω.

Του τεκετζή ξηγήθηκα
να τον ξαναγεμίσει,
μα για κακή μου σύμπτωση
σώθηκε το χασίσι.

Και ξεμπουκάρω απ' τον τεκέ
μες την ταβέρνα πάω,
δυο ποτηράκια εφετινό
κάθομαι κοπανάω.

Ζούλα τρελός στη σούρα μου
βγαίνω απ' την ταβέρνα,
για το τσαρδί μου πάγαινα
είχα γενεί στην πένα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά, επί εποχής χάρτινης αλληλογραφίας, σήμαινε (στο κλείσιμο της επιστολής) «φιλάκια». Όσο πιο πολλά ήταν τα Χ, τόσο περισσότερα τα φιλάκια. Συνήθως όμως ήταν τρία. Την σήμερον αυτό σημαίνει (στην ελλάς) αποκλειστικά την περίφημη αλυσίδα σεξοξενοδοχείων ΧΧΧ.

- Τι της έκανες δώρο;
- Άσε ρε φίλε, την πήγα στα ΧΧΧ να την κεράσω ένα στρώμα νερού και περιμέναμε στην ουρά, το φαντάζεσαι; γαμώτασαββατόβραδάμουγαμώ...

Η "κατάσκοπος που αγάπησε" τον James Bond είχε κωδική ονομασία Triple X, μια απ\' τις εξυπνάδες της σειράς... (από Hank, 11/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, προερχόμενη από τον σοφό λαό, που περιγράφει τον δημόσιο δρόμο, έξω από χωριό ή κατοικημένη περιοχή. Πρόκειται περί ουσιαστικοποίησης του επιθέτου «δημοσία» (οδός), με μετάθεση του τόνου.

- Γιαγιά, ψάχνω τον γιό σου, τον Σήφη, ξέρεις που είναι;
- Τον έχω ειδομένο δίπλα από τη δημοσ(ι)ά, πριν από λίγο, παιδί μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαιότατη φράση που έχει χρησιμοποιηθεί από πολλούς φιλοσόφους. Προέρχεται από τον μύθο «Ανήρ Κομπαστής» του Αισώπου, κατά τον οποίο ένας αθλητής που βρισκόταν στην Αθήνα καυχιόταν συνέχεια ότι σε αγώνες στην Ρόδο είχε πραγματοποιήσει ένα τεράστιο άλμα. Καθώς δεν τον πίστευε κανείς, αυτός έλεγε στους Αθηναίους να πάνε στη Ρόδο και να ρωτήσουν τους θεατές των αγώνων. Τότε ένας Αθηναίος πήγε στο σκάμμα και με το χέρι έγραψε πάνω στην άμμο τη λέξη «Ρόδος». Μετά γύρισε προς τον καυχησιάρη αθλητή και του είπε: «Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα», το οποίο έχει μείνει ως «ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα». Το προφανές νόημα είναι ότι ο καθένας έχει οποτεδήποτε την δυνατότητα να αποδείξει τις δυνατότητές του και δεν χρειάζεται η επίκληση μυθικών προγόνων, κατορθωμάτων κτλ.

Το ρητό είχε μεγάλη πέραση στην λατινική γραμματεία, όπου μεταφράστηκε ως «hic Rhodus, hic saltus» και χρησιμοποιήθηκε μεταξύ άλλων απ' τον Κικέρωνα. Το ξαναέκαναν επίκαιρο ο Χέγκελ και ο Καρλ Μαρξ σε συμφραζόμενα για τον Λόγο και την Επανάσταση αντιστοίχως. Πλην ο Χέγκελ, που δεν φαίνεται να είχε καταλάβει την αρχική ιστορία, το μετέφρασε ως «ιδού το ρόδο, πήδα το», κι ο Μαρξ ακολουθώντας τον από μνήμης, το μετέφρασε «ιδού το τριαντάφυλλο, χόρεψε γύρω του». Αμφότεροι έγιναν ρόμπες, καθώς αποδείχτηκε η έλλειψη κλασικής παιδείας τους, αλλά το ρητό των προγόνων μας βοήθησε να γίνουν κάμποσα πηδήματα στην Ρωσία αφενός, στην Γερμανία των ναζιάρηδων οπαδών του Εγέλου αφεδύο, και απανταχού της γης αφετηρία.

«Πού είναι η σλανγκ; Οέο;» θα ρωτήσει ο συνήθης σλανγκαρχίδης, ενοχλημένος για την μακρά ιστορική ανασκολόπηση. Η σλανγκική τροπή έγκειται στο γεγονός ότι από όταν η λέξη πήδημα ταυτίστηκε στη νέα ελληνική με την γαμική συνάφεια, η φράση πλέον χρησιμοποιείται για τους γκραν γαμάω, που περιαυτολογούν για τις επιδόσεις τους στο σεξ. Μας λένε, δηλαδή, τι γαμήσια έχουν κάνει στην Ρόδο με τους σύγχρονους Κωλοσσούς της Ρόδου ή σε άλλα νησιά με θεϊκές τουρίστριες Σουηδανές ή του ξανθού γένους, ενώ στην Αθήνα είναι μπακούρηδες. Οπότε ο σπάστης φίλος λέει το ρητό εννοώντας «μην μας μιλάς για καλοκαίρια, για ακρογιαλιές και αστέρια», εδώ στην Αθήνα, «στο διά ταύτα», τι κάνεις.

Επιπλέον η έκφραση έχει γνωρίσει πλείστες παραλλαγές, είτε σημαίνουσα το πήδημα με την στενή έννοια, είτε την οποιαδήποτε πρόκληση. Σταχυολογώ τις εξής τρεις μεταξύ μύριων όσων:

- Ιδού η Μήλος, ιδού και το πήδημα!: ταινία του Νίκου Περάκη στα 80ς. Το πήδημα εννοείται με την στενή έννοια. Υπόθεση: Η κόρη ενός Γερμανού αρχαιολόγου φτάνει στη Μήλο αναζητώντας ένα πολύτιμο άγαλμα της Αφροδίτης. Τις έρευνές της παρακολουθούν ένας Γάλλος τυχοδιώκτης και οι πράκτορες μιας πολυεθνικής, μέχρι που ο καφετζής του χωριού παίρνει τα πράγματα στα χέρια του! Ιδού το βιντεοκλάμπ της γειτονιάς σας, ιδού και το πήδημα!

- Ιδού η Τήλος, ιδού και το πήδημα, κατά το λήμμα που φιλοτέχνησε το Ντέρτι, ορμώμενο θαρρώ από τον Περάκη. Είναι η γκέι εκδοχή, ύστερα από την ηρωική πρωτοβουλία του δημάρχου Τήλου, δεν υπάρχει πια δικαιολογία για έναν γκέι να μην εκφράζεται, να μην βγαίνει από τη ντουλάπα, να μην παρελαύνει, να μην πανηγυρίζει, ιδού η Τήλος, ιδού και το πήδημα.

- Ιδού η Χάγη, ιδού και το πήδημα: έκφραση που συνηθίζουμε να λέμε στους Τούρκους σχετικά με την επίλυση των διαφορών μας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Προς το παρόν δεν έχουμε φτάσει στην Χάγη, αλλά έχουμε φτάσει στο πήδημα...

- Άσε που λες, ήμουν στο Φαληράκι, ξέρεις στη Ρόδο, και μπανίζω μια Αγγλιδούλα τουρίστρια, και μου λέει πως θέλει να μάθει ελληνικά κι έτσι, και με ρωτάει «πώς το λέτε στα ελληνικά το deep throat» και τέτοια...
- Και της απάντησες;
- Όχι δεν ήξερα... Αφού δεν έχει βγει ακόμη φετφάς από το slang.gr. Σε αναζήτηση είμαστε ύστερα από την υπερώτηση που κατέθεσε η Pirate Jenny στο σλανγκικό κοινοβούλιο.
- Κι εγώ γιατί έχω ξελαρυγγιαστεί να σου λέω για την λαρυγγοσκόπηση; -Τέσπα, δεν ήξερα να της απαντήσω, αλλά της το έδειξα στην πράξη! Και μετά κάναμε κάτι τρελά γούστα, ξέρεις CIM, CIF, OWO, DFK, PSE, GTP, GTPK, TSEA, τι να σου λέω!
- Και τώρα γιατί είσαι μπακούρης μου λες; Μην μου λες ιστορίες για αγρίους για την Ρόδο και την Κάρπαθο! Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα! Είσαι και σλανγκιπενής τρομάρα σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυχρηστικός χαρακτηρισμός που μπορεί να αφορά σε:

  1. Μία κατάσταση χαώδη, σουρεαλιστική ή υπερβολικά κιτς
  2. Έναν χώρο ο οποίος είναι γελοία διακοσμημένος
  3. Ένα άτομο το οποίο είναι κακόγουστα ντυμένο ή παρουσιάζει εκκεντρικότητα στη συμπεριφορά του σε μεγάλο βαθμό

- Τι έλεγε το κλαμπ χτες;
- Άσε, χάλια... είχαν 80΄s night οπότε καταλαβαίνεις... αφίσες του Γαρδέλη στους τοίχους και στις οθόνες να παίζει non-stop το «Ροδα, Τσάντα και Κοπάνα Νο 6»... σωστό τσίρκο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξακουστό ελληνικό έθιμο. Σε αντίθεση με τα διάφορα πανηγύρια που γίνονται μια φορά τον χρόνο και σε κάποιο μέρος της Ελλάδας, αυτό γίνεται κάθε μέρα σε όλη την Ελλάδα.

Ο εορτασμός γίνεται σε μαγαζιά ή μέρη που μαζεύονται (σχεδόν) αποκλειστικά άντρες (βλέπε αρχιδαριό), οι οποίοι μάλιστα ευελπιστούν κιόλας να βρουν τίποτα γκομενάκια, να γίνει κανένα κονέ. Τα γκομενάκια βέβαια είτε δεν πατάνε σε αυτό το μέρος (αν είναι γνωστός αρχιδόκαμπος), είτε έχουν μεταναστεύσει μετά από την μαζική εισβολή σβέρκων, οπότε απομένει μόνο η ψωλαρία.

Οι γυναίκες δυστυχώς τείνουν να γιορτάζουν μακριά από τη σβερκαρία, σε μέρη θυελλώδη, όπου γίνεται το φημισμένο του μουνιού το πανηγύρι.

  1. - Πού μας έφερες ρε μαλάκα Βαγγέλη; Εδώ θα παίξουμε ξιφομαχία να πούμε!
    - Ρε μαλάκα, την άλλη φορά που είχα έρθει με τη δικιά μου γινότανε του μουνιού το πανηγύρι!
    - Σήμερα έχει πουτσοπανήγυρο φαίνεται...

  2. - Είχε γκόμενες στο πάρτι του Γιώργου χθες;
    - Άσε φίλε, πουτσοπανήγυρος!! Κάτι λίγες είχε, αλλά ήταν καμπιονάτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μυθικό χωριό κάπου στην Ψωροκώσταινα. Το ορίτζιναλ κωλοχώρι - εκκλησία, καφενείο, μονοθέσιο σχολείο, δυο γαϊδούρια κι ένα Ντάτσουν. Κάπου ανάμεσα στου διαόλου τη μάνα και στου διαόλου το ξεσταύρι. Μπροστά στην Κωλοπετεινίτσα το Λέτσοβο είναι Ελβετία.

Στην τρέχουσα, η Κωλοπετεινίτσα είναι ο κατ'εξοχήν απαξιωτικός χαρακτηρισμός για έναν τόπο. Μονον η Άνω Κωλοπετεινίτσα νοείται χειρότερο μέρος.

  • Όλοι οι Έλληνες (σχεδόν) έχουμε κάποια σχέση με χωριό και επαρχία. Αλλά, επειδή είμαστε και ψώνια, η δική μας οικογένεια κατάγεται, βέβαια, από κάποια ένδοξη και ειδυλλιακή Θυμαριά, ενώ όλοι οι άλλοι είναι βλαχαδερά που μόλις κατέβηκαν από κάποια Κωλοπετεινίτσα. (Παρ.1)
  • Στην πολιτική αργκό, η Κωλοπετεινίτσα είναι ο κατ'εξοχήν τόπος-θύμα της κρατικής αδιαφορίας και εγκατάλειψης. (Παρ.2)
  • Κατά συνέπεια, η Κωλοπετεινίτσα δηλώνει και τον τόπο της απόλυτα δυσμενούς μετάθεσης του δημόσιου υπαλλήλου - αντίστοιχο με την πινέζα στον στρατό. (παρ.3)
  • Όμως, στα πλαίσια των κατά καιρούς Μαυρογιαλούρικων προσπαθειών να υλοποιηθεί η αποκέντρωση και καλά, η Κωλοπετεινίτσα προσελκύει συχνά δυσανάλογα κονδύλια με κωμικά αποτελέσματα - δες και TΕΙ Κωλοπετεινίτσας. (Παρ.4)
  • Μια ειδικότερη χρήση προέρχεται από την ποδοσφαιρική αργκό όπου Κωλοπετεινίτσα είναι, συνήθως με δόση υπερβολής, η ομάδα ό,τι νά 'ναι, το απόλυτο αουτσάιντερ. (Παρ. 5 & 6)

Εν κατακλείδι, και η ατάκα κλασικού ανεκδότου όπου, αφού έχουν γίνει διάφορα, ο διεθυντής ρωτάει ξύπνιο υπάλληλο του τον οποίον θέλει να προωθήσει:

-Από που είπαμε ότι είσαι; - Από ένα μικρό χωριό, κύριε διευθυντά, δεν θα το ξέρετε έτσι κι αλλιώς. - Πες μου, παιδί μου. - Ένα κωλοχώρι είναι, κύριε διευθυντά. Βγάζει μόνο ποδοσφαιριστές και πουτάνες - Ε, ποιό είναι; Πες μου, μη ντρέπεσαι - Κωλοπετεινίτσα το λένε. - ΑΑΑ, από εκεί είναι η γυναίκα μου. - Σοβαρά; Και σε ποια ομάδα παίζει;

  1. - Άστηνε, μωρέ, τη μερσεντοσουσού ... έβαλε το περιπτερόκλεϋ και νομίζει κάποια είναι ... στην Κωλοπετεινίτσα το σκατό τους παξιμάδι τοκάνανε μέχρι χτες ...

  2. Λες πως ”Είναι φυσικό μια περιοχή πλούσια, με μεγάλο πληθυσμό, που προσφέρει στην οικονομία της χώρας, να ζητεί να την αντιμετωπίσουν διαφορετικά από την άνω κωλοπετεινίτσα με το χωματόδρομο.” Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Να την αφήσουμε λοιπόν την ”κωλοπετεινίτσα”, την κάθε ”κωλοπετεινίτσα”, να ερημώσει; (από το http://www.varometro.net/blog/)

  3. Ένας απλός τρόπος για να αντιληφθεί κάποιος τον χαρακτήρα ενός άλλου ανθρώπου είναι να τον δει πως χειρίζεται την εκάστοτε εξουσία που του παρέχεται. Οποιαδήποτε μορφή εξουσίας! Από μία μικρή θεσούλα στο δήμο στην Κάτω Κωλοπετεινίτσα και από μία «σαρδέλα» που παίρνει ένα μπαζοδέκανο στον στρατό μέχρι το «βόλεμα» στις δημόσιες υπηρεσίες του Κράτους και την εκλογή στον βο(υ)λετικό θώκο στη Βουλή! (από το http://numbinvolos2006.blogspot.com)

  4. - Μορφωμένο παιδί ... έχει βγάλει ΤΕΙ Ζαμπονοκοπτικής στην Κωλοπετεινίτσα ...
    - Ναι, κι ο δικός σου που σπούδασε Εκ.Πα.Πε. στο Πούτσεστερ καλύτερος είναι ...

  5. - Με ποιον κληρωθήκαμε ρε στο τζαμπιον σλινγκ; Περνάμε; - Τσέλσι ... δεν την παλεύουμε ... μια Κωλοπετεινίτσα απ' τη Λιθουανία και η Βαλένθια ... όλη η ιστορία είναι να περάσουμε από το Ριαθόρ ...

  6. Κι η Κωλοπετεινίτσα κέρδισε τον Ολυμπιακό,
    Τον Όλυμπο και την Αθανασία. (από το τραγούδι «Της Κωλοφωτιάς», στίχοι-μουσική: Νικόλας Άσιμος)

♪♫ Got a little rectal she-rooster ♪♫ (από Vrastaman, 08/02/12)

Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο της δεκαετίας '80 για το σινεμά «Έμπασυ» στο Κολωνάκι. Είναι από τα αστειάκια της εποχής Μπαίνεις και Χέζεις (Benson&Hedges)

- Πάμε κανα σινεμά σήμερα;
- Πάμε, παίζει μια καλή ταινία στο έμπα συ να βγω εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified