Selected tags

Further tags

Η λέξη προέρχεται εκ της λεκτικής συνουσίας των λέξεων παράθυρα και μουρμούρα. Μιλάμε για μια συνουσία χωρίς δημιουργία που οδηγεί στην πολλαπλή εκμετάλλευση του θεατή. Μιλάμε για τη διοργάνωση συζήτησης πάνω σε φλέγοντα θέματα που απασχολούν τον κόσμο (άρα προσδοκάται τηλεθέαση) από δημοσιοκάφρο, που για λόγους τηλεθέασης, έχει προσκαλέσει άτομα που με το παραμικρό παίρνουν φωτιά. Έτσι προκύπτει μια ατέλειωτη τηλεοπτική μουρμούρα μεταξύ των καλεσμένων των τηλεοπτικών παραθύρων. Κι όσο πιο πολλά είναι τα παράθυρα, τόσο πιο δυνατό γίνεται το κοκτέιλ της αναμπουμπούλας. Αυτό είναι λοιπόν το reality show που λέγεται παραθυρομουρμούρα.

Ο στόχος των προσκεκλημένων δεν είναι η αποκάλυψη της αλήθειας, η ενημέρωση του κόσμου, η καλοπροαίρετη εξέταση των απόψεων και η σύνθεση τους ώστε να δημιουργηθεί μια κοινώς αποδεκτή πρόταση που θα τυγχάνει της κοινής αποδοχής των παρισταμένων, αλλά και της αποδοχής των θεατών, αλλά το καπέλωμα των αντιθέτων μέσω τρικλοποδιών και φθηνών κόλπων εντυπωσιασμού.

Η ατέλειωτη μουρμούρα και χάβρα που επικρατεί μεταξύ των καλεσμένων στα τηλεοπτικά παράθυρα, διαθέτει διακοπές, επί διακοπών, ύβρεις τσαμπουκαλέματα, κινδυνολογίες, ψευδο-οράματα, αποτυχημένους σωτήρες, που θέλουν να ξανάρθουν για να σώσουν τον τόπο από τους νυν αποτυχημένους σωτήρες, που είχαν έρθει για να σώσουν τον τόπο απ’ αυτούς. Σωτήρες (νυν και τέως) που βουλιάζουν τον τόπο κάθε μέρα όλο και πιο βαθιά. Όλοι τους ποντάρουν στη λήθη του θεατή. Τον θεωρούν χαπατο και τον ταΐζουν κόντρα παραμύθι. Του πιπιλίζουν το μυαλό κι αυτός ελπίζει. Ελπίζει κι εμπιστεύεται. Το νοητικό επίπεδο του κόσμου μπορεί να είναι περισσότερο ανεπτυγμένο σε σχέση με το παρελθόν, αλλά φαίνεται πως οι λαοπλάνοι έχουν κάνει περισσότερα βήματα. Είναι απειροελάχιστες οι διαφορές των καλεσμένων, αλλά, σαν σωστοί λαοπλάνοι, τις μεγεθύνουν και ο καθένας ωραιοποιεί τη θέση του για να έχει λόγο υπάρξεως στο μέλλον. Αν βέβαια τεθεί θέμα που τους αγγίζει συλλογικά, όπως π.χ. η αύξηση των αποδοχών τους, ή το πόθεν αίσχος, τότε ισχύει η ρήση: Στη μάσα ενωμένοι στον αγώνα χωριστά.

Ο δε δημοσιοκάφρος, αντί να προσπαθεί να αμβλύνει τις αντιθέσεις ώστε να προκύψει ένα πολιτισμένος διάλογος που θα γεφυρώνει, τουναντίον με τις ενέργειες του προκαλεί και επιδιώκει τη βαβούρα και το μπάχαλο για να ανεβάσει τη θερμοκρασία και την ένταση και να εγκλωβίσει τους τηλεθεατές που έκατσαν να ενημερωθούν. Για το δημοσιοκάφρο, παρ' όλο που το κανάλι του έχει κάποια πολιτική γραμμή, το κύριο μέλημα του δεν είναι να υποστηρίξει τη γνώμη των καλεσμένων που τάσσονται πλησίον προς τη γραμμή του καναλιού, αλλά την αποτροπή του θεατή να κάνει ζάπινγκ και να πάει σε άλλη παραθυρομουρμούρα, γιατί, γι' αυτόν τα ποσοστά τηλεθέασης μετράνε. Κι αν καταφέρει να σκοράρει κόντρα στους απέναντι (απέναντι κανάλια) και το κανάλι του θα πάρει τα εύσημα κερδίζοντας κι απ’ τις διαφημίσεις που πέφτουν ανάμεσα στην «ενημέρωση». Έτσι κι αυτός εδραιώνεται καλύτερα στη θέση του. Γι' αυτό λοιπόν προκαλεί με τις ενέργειες του την παραθυρομουρμούρα, την ένταση και το χαλασμό. Κι όταν η κατάσταση, ξεφύγει, τότε προσπαθεί με στημένες κι άκομψες διαδικασίες να μαζέψει την κατάσταση που ο ίδιος δημιούργησε, τόσο με την επιλογή των ατόμων, όσο και με το δαύλισμα της φωτιάς, που έντεχνα κατά τη διάρκεια της κουβέντας μεθόδευε. Παίζει τη δική του θεατρική παράσταση, το δικό του Καραγκιόζ μπερντέ για να γοητεύσει το εγκλωβισμένο κοινό του, τους θεατές που, αντί να ενημερωθούν, γίνονται μάρτυρες σε μια ποδοσφαιροποίηση του πολιτικού λόγου. Στο τέλος αυτοί, αντί να είναι ανακουφισμένοι, αισθάνονται μπερδεμένοι και απογοητευμένοι. Ωστόσο, την άλλη μέρα θα επαναλάβουν το ίδιο λάθος. Θα κάτσουν ξανά σαν άλογα όντα να φάνε το τηλεοπτικό σανό που θα τους προσφέρουν οι λογής εισαγγελάτοι, που απ ότι φαίνεται είναι μάστορες στη δουλεία τους και δε διαθέτουν κανένα ίχνος τσίπας πάνω τους. Ο «καλύτερος» δε απ' αυτούς, καταλήγει αρχιδη(ι)μοσιοκάφρος. Αντί αυτοί να βρεθούν στο καρφί, συνεχίζουν τις μηχανορραφίες τους.

-Τι κάνεις ρε μαλάκα αποσβολωμένος μπροστά στην τηλεόραση;
-Σώπα… παρακολουθώ. Μιλάνε για το ασφαλιστικό. Σε ενδιαφέρει.
-Με ενδιαφέρει δε λέω… Αλλά αν αυτή την παραθυρομουρμούρα, τη λες ενημέρωση τότε εγώ... είμαι ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στα τηλεπαιχνίδια από τους παρουσιαστές όταν θέλουν να ρωτήσουν αν ο παίχτης είναι σίγουρος για την απάντηση του και αν η τελική του απάντηση είναι η βλακεία που του ξέφυγε πριν.

Το λέμε ως αντίστοιχο του «Είσαι σίγουρος για την απάντηση σου;». Επίσης, το χρησιμοποιούμε όταν κάποιος λέει κάτι και θέλουμε να το αντικρούσουμε χωρίς να του πούμε κατάμουτρα ότι λέει μαλακίες ή όταν δεν είμαστε σίγουροι ποιος λέει τη μεγαλύτερη μαλακία –εμείς ή αυτός.

– Την 17η Οκτωβρίου είπαμε το ΟΧΙ στους Πέρσες.
– Κλειδώνεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεοσύστατος ορισμός για τις πάσης φύσεως τηλεπαρουσιάστριες τις μεσημεριανής ζώνης, που ασχολούνται με κάθε είδους άχρηστες πληροφορίες για ντεμέκ vip πρόσωπα.
Στην λίστα περιλαμβάνονται οι λαμπιρο-καραβατο-μουτσινο-τατιανα κ λοιποί.

- Άλλαξε κανάλι, ρε Mαρίνα. Τις βαρέθηκα τις μεσημεριανούδες. Αμάν πια !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Σλάνγκος Δράκος» είναι ένα προτεινόμενο, διόλου εύηχο, συλλογικό προσωνύμιο για τους λημματοδότες του παρόντος site οι οποίοι τείνουν κατά την παράθεση των παραδειγμάτων να γράφουν μικρά μονόπρακτα και άλλα σεναριοειδή αφηγήματα, βγάζοντας από μέσα τους το μικρό Νίκο Φώσκωλο που όλοι κρύβουμε. Το όνομα αποτελεί φόρο τιμής στον θρυλικό χαρακτήρα της «Λάμψης», του πολυκύμαντου και παντελώς ασήμαντου σαπουνιού που επί 14 χρόνια (τελείωσε το 2005) καθήλωνε τις τηλεθεάτριες - και τους τηλεθεατές, ας μη γελιόμαστε .

Μολονότι χαρακτήρας και όχι σεναριογράφος, ο Γιάγκος Δράκος (που παιζόταν από τον Χρήστο Πολίτη) κρίθηκε από τον γράφοντα κατάλληλος για το συγκεκριμένο λεκτικό παιγνίδι λόγω α) του πρόσφορου του μικρού του ονόματος β) του επωνύμού του αλλά κυρίως λόγω του ότι γ) στα λήμματά τους οι Σλάνγκοι Δράκοι κατά κανόνα τοποθετούν εαυτόν πρωταγωνιστή, είναι τόσο συγγραφείς όσο και ήρωες, καθιστώντας τα περισσότερα από τα σενάρια αυτοβιογραφικά. Φανταστείτε δηλαδή τον Γιάγκο Δράκο να έχει και το ελεύθερο της συγγραφής. Καθώς τα λήμματα του Slang.gr έχουν πλέον φτάσει να είναι υπερδιπλάσια σε αριθμό από τα επεισόδια της Λάμψης, σε Βίρνα Δράκου αναδεικνύεται η θυελλώδης και ομιχλώδης Λίλιαν (αναζήτησε το σχετικό λήμμα).
Το θηλυκό φυσικά του Slangou Δράκου είναι η γλωσσόφιλη (= ασχολούμενη με γλωσσικά ζητήματα) σεναριογκόμενα.

(από φανταστικά προσωπικά μηνύματα μέσω του site)

εξερχόμενο: Να σε ρωτήσω κάτι ρε XrhsthsXYZ, η φράση «άντε γαμήσου ρε παπάρα» ακούγεται ρεαλιστική; Θα μπορούσε να ειπωθεί ως έχει; Είναι από διάλογο σε αίθουσα αναμονής οδοντιατρείου για το λήμμα οδοντόγιατρος... Αν έχεις χρόνο πες μου την άποψη σου...

εισερχόμενο: Δε χρειάζεται να είναι κανείς και Σλάγκος Δράκος για να κρίνει ότι... ναι, είναι γαμάτο... έγραψε!

O Slangos και η τρελλή παρέα του (από Vrastaman, 19/11/08)(από Khan, 10/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ε οκ, φυσιολογική ελληνική λέξη, αλλά το ενδιαφέρον είναι στον τρόπο που χρησιμοποιείται στα μήντια, και ειδικά στα μεσημεράδικα.

Η νέα σύνταξη, θέλει το αντικείμενο του ρήματος «αγαπάμε» χωρίς άρθρο. Έτσι το εφφέ γίνεται πολύ τρέντυ.

Θεωρίες συνωμοσίας αναφέρουν ότι ενδεχομένως δηλώνει συμπάθειες και κλίκες (γλειψ-γλειψ)

Παρουσιάστρια: Και μετά από αυτό το θέμα ας περάσουμε στο επόμενο βίντεο για το πάρτυ που έκανε ο Ρέμος στη Θεσσαλονίκη...
Γλοιώδης πανελίστας/Τσουτσού: ...ναι! Γιατί αγαπάμε Ρέμο και αγαπάμε Θεσσαλονίκη!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από το όνομα του γνωστού τηλεπαρουσιαστή και από το ρήμα ψήνομαι. Δηλώνει αυτόν που είναι σύμφωνος σε κάποια πρόταση.

- Ρε, το βράδυ λέμε για Ρέμο. Είσαι ψηνάκης;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πανελίστες λέγονται οι τηλεροασάνθρωποι που κοσμούν το πάνελ μιας μεσημεράδικης εκπομπής.

Η προέλευσή τους άγνωστη. Οι μισοί είναι (σχετικά) γνωστές προσωπικότητες, οι άλλοι είναι δημοσιογραφίσκοι, οι άλλοι ξεχασμένοι, οι άλλοι εντελώς ξεκάρφωτοι, που αναφέρουν ένα άγνωστο προηγούμενο στην τηλεόραση σε κάποια φάση στη ζωή τους. Τους τελευταίους ποιος τους ανακάλυπτε και από που, ανοίγει πολλά ερωτήματα.

Στην αρχή (βλ. εποχή Στεφανίδου-Λαμπίρη) οι εμφανίσεις τους ήταν σποραδικές. Πότε θα εμφανιστεί η Σακελλαρίου, πότε ο Κακλαμάνης, πότε η Σόκαλη, πότε κάποιος ιδιοκτήτης φροντιστηρίων που δε θυμάμαι πως τον λένε, χωρίς στάνταρ ρυθμό.

Πετάγονται σαν τσουτσούδες όταν μιλάει η παρουσιάστρια για να μη χάσουν την ευκαιρία να θάψουν ή να υμνήσουν κάτι που ανέφερε. Οι απόψεις τους είναι καθαρά υποκειμενικές, ενίοτε γραφικές.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι πληρώνονταν για τις εμφανίσεις τους, πράγμα που χρωματίζει το φαινόμενο.

Από το έτος 2007 μ.Χ., το ανωτέρω σύστημα αλλάζει. Πλέον οι πανελίστες είναι στάνταρ μέρος μιας εκπομπής και συντάσσονται με τους συμπαρουσιαστές, αναφερόμενοι στους τίτλους αρχής (βλ. Μηλιαρέση, Σαουλίδου). Επίσης οι μεσημεράδικες εκπομπές επεκτάθηκαν και στις πρωινές ώρες.

- Στην τηλεόραση είπαν ότι η Ντενίση τα βρήκε με το Λάκη.
- Ποιος το είπε αυτό το κουφό;
- Ξέρω 'γω; Κάποιος.
- Ποιος κάποιος ρε; Δεν ξέρεις τι έβλεπες;
- Ε, ένας πανελίστας το είπε, εκεί στη Λαμπίρη.
- Α, καλά κρασιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος επιτόπιο νταραβέρι λανσαρίστηκε από την Ανίτα Πάνια, στην εκπομπή Χρυσό Κουφέτο, εκπομπή που αποσκοπούσε στη σύναψη σχέσεων μεταξύ δύο ατόμων με απώτερο σκοπό το γάμο. Ο όρος αναφερόταν στο επιτόπιο κονεκτάρισμα τους. (Πάρτε τώρα που γυρίζει)

Ο όρος διευρύνθηκε στην καθημερινότητα και υποδηλώνει εκφραστικότατα τόσο την περίπτωση του επιτόπιου καμακώματος, όσο και μία συναλλαγή, εξακρίβωση, αυτοψία και γενικότερα οποιαδήποτε δραστηριότητα πρέπει να γίνει επιτόπου.

  1. Έχω μία κονσόλα XBOX 360 Arcade, σφραγισμένη στη συσκευασία της και με απόδειξη αγοράς ημερών.Ψάχνω για ανταλλαγή με το παλιό XBOX, συν €130 σε χρηματική διαφορά. Μόνο από Αθήνα για επιτόπιο νταραβέρι
    http://www.myxbox.gr/forum/showthread.php;p=148619

  2. Αν θες πράμα καλό, να μην περνάει κανένας θόρυβος, καλύτερα πάνε βρες μηχανικούς για μελέτες. Εδώ δεν παίζει να σου κάνουν σοβαρή μελέτη αν δεν γίνει επιτόπιο νταραβέρι με το χώρο.
    http://www.noiz.gr/index.php;topic=159144.0

  3. Ελληνόφοβοι αναρχοαυτόνομοι παρέα με λαθρομετανάστες τραμπουκίζουν ανενόχλητοι και στα καπάκια τους δίνεται δικαίωμα για ένα επιτόπιο νταραβέρι! Κωλοχανείο λέμε!
    http://vangelakas.blogspot.com/2007_12_01_archive.html

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδίστικη λέξη για την τηλεόραση. Παρόμοια λέξη: το κουτί.

Χρονολογείται από τη δεκαετία '70. Εκείνα τα χρόνια οι τηλεοράσεις ήταν πράγματι σαν κουτιά, ξύλινα ή τύπου, με μια μικρή οθόνη που εξέπεμπε, κατά τη γνώμη όσων την χαρακτήριζαν έτσι, μόνο πράγματα που αποβλακώναν τον κόσμο και τον καθιστούσαν χαζό. Πού να ήξεραν ότι οι Πανθέοι και το Λούνα Παρκ έχουν γίνει καλτ παρελθόν και πως μια μέρα θα βλέπανε κει το Ερωτοδικείο, την κυρία Λουκά, τη Στέλλα Μπεζεντάκου κλπ (πού τα θυμήθηκες ρε φίλε...).

(ατάκα δεκαετίας 70-80)
- Βασιλάκηηηηη! Κλείσε το χαζοκούτι και πήγαινε στο δωμάτιό σου να διαβάσεις, ΑΚΟΥΣ;;;;;;;

(από ironick, 28/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα τηλεοπτικά στούντιο ειδήσεων, η χειρίστρια γεννήτριας χαρακτήρων. Με άλλα λόγια, η κοπέλα -οι άνδρες είναι σπανιότατοι στο επάγγελμα- που κάθεται σ' ένα κομπιούτερ και ρίχνει τα σούπερ. Όπου σούπερ, είναι οι ταινίες ή κάρτες με τα γράμματα που εξηγούν ποιος μαϊντανός παπαρολόγος είναι σε κάθε παράθυρο, ποιος πανελίστας αφιερώνει αυτή τη στιγμή και πόσοι είναι οι νεκροί από τις επιθέσεις στη Βομβάη. Σε ορισμένα κανάλια, η σουπερατζού χειρίζεται επίσης και το λογισμικό που χωρίζει τα παράθυρα, φτιάχνει κάποια γραφικά κλπ. Οι σουπερατζούδες δουλεύουν υπό μεγάλη πίεση -διότι πολλά πρέπει να γίνουν ζωντανά και σε χρόνο dt και, έτσι κι αλλιώς, λόγω των ατόμων που τις περιστοιχίζουν.

Το σουπερατζού είναι κατ'αρχήν απαξιωτικό αλλά έχει καθιερωθεί. Πιο προσβλητικό είναι στην τρέχουσα το superwoman το οποίο εκφέρεται πάντα με μεγάλη δόση ειρωνείας από τους πολ μουρ συναδέλφους.

Μετά από συμπλήρωση εικοσαετίας σε αυτή τη δουλειά, οι σουπερατζούδες συνταξιοδοτούνται και η Εκκλησία μας τις ανακηρύσσει αγίες. Καμμία δεν έχει αντέξει τόσο πολύ.

- Νταξναούμ, το μάνα ρέιβερ έμεινε ... αλλά, είναι γεγονός ότι οι κοπέλες δουλεύουνε με φοβερή πίεση ...
- Ναι, ρε μαλάκα, αλλά έχουνε πλάκα ... προχτές θέλανε να πούνε «Εύα Καϊλή - τώρα» και στο σούπερ βγάλανε «Εύα Καυλή - τώρα» ...
- Πώς ήτανε εκείνο το έργο, ρε συ ... Τόρα-Τόρα-Τόρα ... τύφλα νάχει ο Μπεν Χουρ ...
- Γιατί, παιδιά, άδικο είχανε με την Καϊλή; ... Εγώ σας το λέω, δε φταίνε, οι σουπερατζούδες ... οι δημοσιοκάφροι τους τα λένε λάθος ... για να μη σου πω κι επίτηδες λάθος, για να γίνει τζόγος ...
- Σωστόστ ... σα την άλλη φορά πούχανε ρίξει «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, φοιτητής στο Βελιγράδι» ...

(σ.σ. Όλα τα παραδείγματα είναι πραγματικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified