Διαδικτυακό αρκτικόλεξο που σημαίνει Not Gonna Lie, δηλαδή δεν θα πω ψέμματα στα αγγλικά. Είναι επίσης μια διαδικτυακή πλατφόρμα, η οποία ενθαρρύνει τους χρήστες να εκφράσουν ανωνύμως τις πραγματικές σκέψεις τους.
NGL ρώτα με ό,τι θέλεις.
Διαδικτυακό αρκτικόλεξο που σημαίνει Not Gonna Lie, δηλαδή δεν θα πω ψέμματα στα αγγλικά. Είναι επίσης μια διαδικτυακή πλατφόρμα, η οποία ενθαρρύνει τους χρήστες να εκφράσουν ανωνύμως τις πραγματικές σκέψεις τους.
NGL ρώτα με ό,τι θέλεις.
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά σημαίνει "συνουσιάζομαι με κίναιδο που νόμιζα πως είναι επιβήτωρ" (κατά τον Ηλία Πετρόπουλο), πλην απεδείχθη ότι δεν ήταν. Περαιτέρω anal-υση στο εξαιρετικά κατατοπιστικό λήμμα φιόγκος του Αἴαντος.
Got a better definition? Add it!
(I don't speak Great Britain)
Η έκφραση έχει προέλθει από τα εις την Μεγάλην Βρετανίαν εκπαιδευόμενα των Ελλήνων τέκνα. Xρησιμοποιήθηκε από τα εν λόγω τέκνα όταν δεν ήθελαν να εμπλακούν σε συζήτηση με ιθαγενή της φιλοξενούσας χώρας η οποία συζήτηση γνώριζαν ότι δεν θα είχε αίσιο τέλος για τον εαυτό τους. Εικάζεται ότι η πρώτη χρήση της φράσης έγινε από φοιτητή ο οποίος δέχθηκε στο σπίτι του επίσκεψη αστυνομικού που ήθελε να εξετάσει αν ο εν λόγω φοιτητής είχε νόμιμη συνδρομή στην καλωδιακή τηλεόραση. Και εξηγώ:
Στην Γηραιά Αλβιώνα το σύνολο των τηλεοπτικών καναλιών παρέχεται μέσω καλωδιακής σύνδεσης (με ορισμένα κανάλια να έχουν ελεύθερο σήμα και άλλα κωδικοποιημένο). Η συνδρομή στο βασικό πακέτο της καλωδιακής γίνεται με την αγορά τηλεοπτικού δέκτη. Σε περίπτωση δε που έχεις ήδη τηλεοπτικό δέκτη πρέπει να δηλώσεις ότι έχεις τηλεόραση για να πληρώσεις την βασική συνδρομή. Οι Ελληνάρες φοιτητές όμως θεώρησαν ότι, εφόσον τα βασικά κανάλια παρέχονται με ελεύθερο σήμα, δεν υπάρχει λόγος να δηλώσουν τις τηλεοράσεις τους και άρα να πληρώσουν συνδρομή. Έλα όμως που κάπου την πιάσανε την ιστορία οι Άγγλοι και βγήκαν στην παγανιά με ραδιογωνιόμετρα (ναι όπως κάνανε οι ναζί στην Κατοχή για να βρουν τα ραδιόφωνα). Μια μέρα λοιπόν, κατά την έρευνά τους σταματήσαν μπροστά από το σπίτι ενός Έλληνα φοιτητή, καθώς είχαν σήμα ότι μέσα υπήρχε τηλεόραση και ήθελαν να ελέγξουν το νόμιμο της υπόθεσης. Όταν βγήκε στην πόρτα ο Ελληνάρας, οι Άγγλοι του είπαν κάτι στο «Good morning sir, we would like to ask you some questions about your TV set». Ο υποψιασμένος Ελληνάρας, αφού τους κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα με αποχαυνωμένο βλέμμα, απάντησε με εξωφρενική προφορά “Aι ντοντ σπικ γκρειτ μπριταν”. Η εξέλιξη της υπόθεσης ανήκει στο μύθο. Κατά μία άποψη οι Άγγλοι αστυνομικοί τον ευχαρίστησαν και φύγανε, κατά μία άλλη τον μπουζουριάσανε.
Από τότε, λέμε τώρα, η έκφραση άρχισε να χρησιμοποιείται από άλλους Έλληνες φοιτητές για παρόμοιες καταστάσεις στην Αγγλία. Έγινε όμως και εισαγωγή της το επόμενο καλοκαίρι στη Ελλάδα και άρχισε να χρησιμοποιείται με σλανγκ χαρακτήρα σε περιπτώσεις που, ενώ γνωρίζουμε ένα θέμα και έχουμε πληροφορίες, δεν θέλουμε να μιλήσουμε για το θέμα αυτό.
Η χρήση της φράσης μπορεί να υποδηλώνει:
α. είτε την πραγματική άρνησή μας να μιλήσουμε για ένα θέμα που γνωρίζουμε, γιατί δεν μας συμφέρει να μιλήσουμε (ή λόγω όρκου εμπιστευτικότητας που έχουμε δώσει σε άλλον), βλέπε Παράδειγμα 1
β. την επιθυμίας μας να λάβουμε αντάλλαγμα για τις πληροφορίες που θα δώσουμε σε περίπτωση που θα σπάσουμε τον όρκο σιωπής (ρουφιανόβγαλμα), βλέπε Παράδειγμα 2.
Η διαφοροποίηση μεταξύ περίπτωσης α και β, δέον να γίνεται, δε, με την χρήση διαφορετικής προφοράς κατά την εκφώνηση της έκφρασης. Στην περίπτωση α προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε πραγματική Οξφορδιανή προφορά, ενώ στην περίπτωση β την πιο βαριά Ελληνική προφορά των Αγγλικών που μπορούμε να έχουμε.
- Τι γίνεται τελικά με την θέση του Προέδρου; Ποίος θα την πάρει τώρα που φεύγει ο δεινόσαυρος;
- I don't speak Great Britain
- Κατάλαβα, ξέρεις αλλά δεν θέλεις να πεις.
- Τι έγινε ρε Γιάννη χθες; Ο Τάκης έπιασε λέει την Μαρία στα πράσα. Τι ξέρεις;
- Αι ντοντ σπικ γκρειτ μπριταν καλή μου Λίλιαν.
- Κατάλαβα, τι θες για να πεις;
- Ένα τσιμπουκάκι ίσως;
- Άει χάσου ρε σεξοπορνοδιεστράμμενε!
Got a better definition? Add it!
Ως γνωστόν και από το λήμμα του Γκατσανδρός στα Λιντλ σε ψωνίσανε;, τα καταστήματα Lidl προσφέρουν προϊόντα σε χαμηλές τιμές, πολύ χαμηλότερες από όλα τα άλλα. Ένας από τους τρόπους που το καταφέρνουν είναι, μεταξύ άλλων, και το ότι διάφορα προϊόντα τα προσφέρουν όχι σε κάποια γνωστή μάρκα που είναι ακριβότερη, αλλά σε κάποιες φτηνότερες μάρκες ή και σε δικές τους συσκευασίες.
Ο πάντα καχύποπτος Έλληνας θεωρεί ότι "το φτηνό είναι και ακριβό", άρα για να είναι τόσο σκανδαλωδώς φτηνά τα προϊόντα πρέπει οπωσδήποτε να είναι πολύ κακής πχοιότητας. Κυκλοφόρησαν μάλιστα και σχετικά ανέκδοτα, συνήθως πολύ κακής ποιότητας, κυριολεκτικά ανέκδοτα από τα Λιντλ (ινσέψιο). Μια ακόμη διάσταση του φαινομένου Λιντλ είναι ότι πρόκειται για εταιρεία γερμανικών συμφερόντων, οπότε έχει εμπλακεί στη γενικότερη διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας στον καιρό του Μνημονίου, που θεωρείται από κάποιους ότι ευνοεί τα γερμανικά συμφέροντα.
Το σλανγκικό ενδιαφέρον της έκφρασης έγκειται κυρίως στο παρακάτω: Όταν λέμε ότι κάποιος/κάτι είναι από τα Λιντλ εννοούμε ότι είναι σαν να μοιάζει με κάποιον/ κάτι άλλο, μόνο που είναι πολύ χειρότερης ποιότητας. Είναι δηλαδή κακέκτυπο, κακή απομίμηση, σαν να είναι μαϊμού του άλλου. Υποτίθεται ότι έχει παρόμοια λειτουργία με κάτι άλλο, είναι όμως πολύ κατώτερης αξίας. Στην εποχή των Μνημονίων η έκφραση μπορεί να συσχετιστεί και με τα περίφημα γενόσημα, δηλαδή φάρμακα που κάνουν περίπου την ίδια δουλειά, όντας λιγότερο ακριβά, ή και τα ισοδύναμα μέτρα (όχι ακριβώς το ίδιο, αλλά τέσπα). Λ.χ. ένας πολιτικός που για να το παίξει αντισυμβατικός έρχεται στη Βουλή με μηχανή, όμως είναι χοντρός, πατσοκοιλιάς με διπλοσάγονο και χωρίς την ιδιαίτερη σαγήνη του Yanis λέμε ότι είναι Βαρουφάκης από τα Λιντλ.
Κατά μία ευρύτερη χρήση η έκφραση μπορεί να δηλώσει ο,τιδήποτε κακής ποιότητας, χωρίς κατ' ανάγκην σύγκριση με κάτι άλλο.
Μπορούν βεβαίως να προκύψουν και δυσκολίες κατανόησης, όταν λ.χ. διαβάζεις τον τίτλο είδησης "ανθελληνική πρόκληση από τα Λιντλ" δεν καταλαβαίνεις αν έχουν κάνει τα Λιντλ κάποια πρόκληση ή αν έχει κάνει ανθελληνιά κάποιος Μέτερνιχ ή Σόιμπλε από τα Λιντλ.
Ανθελληνική πρόταση από τα Λιντλ. (Εδώ. Ceci n'est pas παράδειγμα της σλανγκ χρήσης).
Έχουμε επίσης και μερικά ενδιαφέροντα ινσέψιο. Λ.χ. ο αντιμνημονιακός αγώνας που επικεντρώνει στο μποϊκοτάζ των γερμανικών προϊόντων από τα Λιντλ μπορεί να χαρακτηριστεί ως
Αντιμνημόνιο από τα Λιντλ. (Σλανγκ χρήση και ινσέψιο εδώ).
Ενώ το κτήριο των Λιντλ που καταστρέφεται αμέσως με τον πρώτο σεισμό ή πλημμύρα είναι Λιντλ από τα Λιντλ κ.ο.κ.
Άλλα (μη ινσέψιο) παραδείγματα:
Περισσότερα παραδείγματα στα μήδια.
Βλ. και κινέζικο, κινεζιά (κυρίως το σχόλιο εδώ) και μέιντ ιν τσάινα, αλλά και μάρκα μ' έκαψες, φόλεξ, περιπτερέημπαν.
Got a better definition? Add it!
αρχίδια + Ουσ (ή + Ρήμα):
Επιρρηματική χρήση της λέξης. Δηλώνει απαξίωση, διάψευση, δυσπιστία, κλπ
- Η Μάρα Μεϊμαρίδη έχει πάρει 4 διδακτορικά...
- Αρχίδια διδακτορικά έχει πάρει. Το ξέρω από πρώτο χέρι.
- Μα το είπε και στην τηλεόραση!
- Καλά, αρχίδια τηλεόραση βλέπεις.
Got a better definition? Add it!
Ελληνική απόδοση του urban legend, των επινοημένων θρύλων που διαδίδονται από στόμα σε στόμα και από οθόνη σε οθόνη.
Οι αστικοί μύθοι πάντα στηρίζονται σε ανεπιβεβαίωτες μαρτυρίες ή/και πλαστές βιβλιογραφικές παραπομπές και συνδυάζουν το συνομωσιολογικό με το σκανδαλοθηρικό.
Ενίοτε ριζώνουν τόσο βαθιά στο συλλογικό υποσυνείδητο που αναπαράγονται και από άτομα που θα έπρεπε να είναι πιο σοβαρά. Πχ, σε ομιλία του για την σπουδαιότητα της ελληνικής γλώσσας ο πρ. υπουργός Παιδείας Ευρυπίδης Στυλιανίδης αναφέρθηκε στο ανύπαρκτο πρόγραμμα Hellenic Quest: ότι σύμφωνα με υποτιθέμενο ρεπορτάζ του CNN, η Apple προωθεί την χρήση της Ελληνικής γλώσσας στον «υπερ-υπολογιστή» της Ibycus. Η πικρή αλήθεια είναι ότι τέτοιο πρόγραμμα και ρεπορτάζ δεν υπάρχουν. Οι δε φωτογραφίες του Ibycus που διαδόθηκαν μέσω email απεικονίζουν ένα καβουρδιστήρι HP από τα 80ς (βλ. εδώ).
Ας ζήσουμε λοιπόν τον αστικό σας μύθο στην Ελλάδα με μερικά παραδείγματα.
Για μια εξονυχιστική ανάλυση διεθνών αστικών μύθων, βλ. www.snopes.com.
Got a better definition? Add it!
Γραμμή είναι εν προκειμένω η ιδεολογική γραμμή ως ένα καλούπι μέσα στο οποίο βάζουμε την εμπειρική πραγματικότητα για να την διαστρεβλώσουμε εξυπηρετώντας ένοχους προκρούστειους απριορισμούς μας.
Ο γραμμιτζής είναι αυτός που έχει κάνει την ιδεολογική γραμμή εργόχειρο, που την έχει πάρει εργολαβία. Περαιτέρω, υπάρχουν δύο είδη γραμμιτζή, ο μεν στα πολιτικά κόμματα, ο δεν στα μίντια, που τελικά όμως το ίδιο κάνουν.
Γραμμιτζής στα κόμματα είναι όποιος προβάλλει, επιβάλλει ή ακολουθεί μία κομματική γραμμή, κυρίως ως προς το πώς πρέπει να αντιδράσει ένα κόμμα σε μια δεδομένη ιστορικοπολιτική συγκυρία. Υπάρχουν γραμμιτζήδες εκ του Περισσού, οι οποίοι το μυρίζονται το διαλεκτικό προτσές, και ως κομματικό ιερατείο το διερμηνεύουν και στους καθοδηγούμενους. Πλην γραμμιτζήδες δεν υπάρχουν μόνο στο Κόμμα (την μάνα όλων των γραμμιτζήδων), αλλά και σε κάθε κώμα. Εντέλει, ως γραμμιτζής χαρακτηρίζεται το κάθε κομματόσκυλο, είτε είναι λαϊφσταλινάτο αριστερόσκυλο, είτε λαϊφστιλάτο δαπόσκυλο, που έχει ως τελική καταξίωση το μάντρωμά του στο κυνοβούλιο.
Ο γραμμιτζής μπορεί να είναι και ένας μεγαλόσχημος δημοσιοκάφρος, ο οποίος ορίζει την γενική γραμμή μιας εφημερίδας ή άλλου μηδίου και μετά οι μικρότεροι δημοσιοκάφροι το αναπτύσσουν με δική τους σάλτσα και τζιβιτζιλίκια. Λ.χ. πετάει την γραμμή «αγαπάμε Παπαδήμο» ή «πα μαλ ο Πικραμμένος» ή «φταίει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.» και δώστου από κάτω τα τσιμπούκ-ογλάν παπαγαλάκια να δίνουνε ρέστα. Σε άρθρο στο protagon.gr (βλ. τρίτο παράδειγμα) δίνεται ως ελληνική απόδοση του αγγλικάνικου spin doctor, δηλαδή του καλοθελητή που δίνει μια ελαφρά τροπή στην πραγματικότητα προς μια «δημιουργική» κατανόησή της, έτσι ώστε να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο, ακόμη κι όταν είναι τελείως άδειο, ή μισοάδειο ακόμη κι όταν είναι τελείως γεμάτο. Ωστόσο, δεν έχω διασταυρώσει αυτήν την δεύτερη σημασία και η μόνη αδιαφιλονίκητη παραμένει η πρώτη.
«i neolaia sto synedrio » ;;; den pistevw na les neolaia kati ideologika nekrous ksepesmenous gramitzides pou apoteri elpida tous einai mia thesi sto dimosio i ston kratiko mixanismo genikotera «otan tha rthoume sta pragmata» ; e; (Εδώ).
Ena kratos me sapies tin ygeia tin paideia kai tin dikaiosini opou to rousfeti orgiazei gia na zoun kala oi dia viou politicantides kai kathe logis kareclokentauroi kai komatikoi gramitzides den mporei na epiviosei. (Εδώ).
Οι Άγγλοι τους αποκαλούν spin-doctors και όταν ρώτησα κάποιον καλά μπασμένο στα δημοσιογραφικά μαγειρεία μου είπε ότι στα ελληνικά τους λένε «γραμμιτζήδες». Μπορεί να είναι σε κάποιο κόμμα ή σε έντυπο και κάθε τόσο λένε: Φουλ υπέρ του Αρχιεπισκόπου ή χώστε τα στον τάδε Υπουργό. Οι αποκάτω παίρνουν τη γραμμή και την μετουσιώνουν σε άρθρο με επιχειρήματα, πληροφορίες, έτοιμο γλειφιτζούρι για τον αναγνώστη. Έτσι λοιπόν την περασμένη εβδομάδα μια από τις γραμμές που εμφανίστηκαν ήταν και το «Παπαδήμος και για μετά». Ας μην είναι πρωθυπουργός αλλά έστω ας γίνει Αντιπρόεδρος. [...]
Και δωσ’ του οι γραμμιτζήδες να προωθούνε τη γραμμή. Φυσικά θα μπορούσε να είχε βγει από χθες και να είχε πει καθαρά και τίμια: Έχω κι άλλα να κάνω, ευχαριστώ δεν θα συνεχίσω. Και εγώ θα είχα να του γράψω πολύ λιγότερα. (Από άρθρο στο Protagon.gr εδώ).
Got a better definition? Add it!
Με την στενότερη ερμηνεία του όρου, δημοσιοκάφρος είναι ο άπληστος συντάκτης, κίτρινος εκδότης, ή τηλεδολοφόνος εισαγγελάτος ο οποίος πουλάει φτηνό εντυπωσιασμό στο βωμό του κέρδους, αψηφώντας τις παράπλευρες συνέπειες και τον ανθρώπινο πόνο που τα ρεπορτάζ του προκαλούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η σχολή Μ. Τριανταφυλλόπουλου.
Με την ευρύτερη έννοια, ο όρος περιλαμβάνει σύσσωμο το δημοσιογραφικό «λειτούργημα» στην Ελλάδα, μηδέ των σοβαροφανών δημοσιογράφων τύπου Παπαχελά και Τέλλογλου εξαιρουμένων
Η πατρότητα ανήκει στον Τζιμάκο Πανούση ο οποίος προ δεκαετίας και βάλε έδωσε την ιστορική παράσταση με τίτλο Αλήτες, Ρουφιάνοι, Δημοσιοκάφροι.
Φουκαράδες δημοσιοκάφροι. Πριν καιρό ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος μας έλεγε ότι «αναγκάστηκε» να αγοράσει βίλα στην Εκάλη (μια περιοχή «με φτωχούς κατοίκους και πλούσιους κερατάδες» όπως την χαρακτήρισε) για να είναι κοντά στα «άρρωστα πεθερικά του». (από Blog)
Q. Μέγας δημοσιοκαφρος με σκατονομα κι Αλτσχαιμερ:
A. Ν. Κακαουνακης!
Q. Μεγας δημοσιοκαφρος που θυμιζει γυναικειο εσωρουχο:
A. Γ. Τραγκας!
(από Blog)
Έλα μωρέ το θέμα με τους ΕΜΟ κλπ. είναι μια μπούρδα που τη φούσκωσαν οι δημοσιοκάφροι. (από Blog)
Got a better definition? Add it!
Ο γνωστός τυπάκος που μας κάνει παρέα στον καναπέ, στον ωχαδερφισμό, στην αφασία γενικότερα. Πρόκειται για εξέλιξη του γνωστού σε όλους μας δημοσιογράφου μόνο που σαν εξελιγμένο μοντέλο έχει αναγάγει και προαγάγει την δουλειά του τόσο πολύ που έχει αναλάβει νέα καθήκοντα. Συγκεκριμένα:
Από την απλή παράθεση των γεγονότων που το πεπαλαιωμένο μοντέλο εκτελούσε, πλέον ο δημοσιοκάφρος μπορεί να σχολιάσει και να χρωματίσει τα γεγονότα όπως ο ίδιος θεωρεί σωστό.
Από εκεί που έδινε απλά τροφή στο νου τώρα πλέον έχει φτάσει στο σημείο να σκέφτεται για εμάς! Αυτή η τρομερά επίπονη και με χροιά προσφοράς προς το ευρύ κοινό εργασία έχει αγκαλιαστεί ένθερμα από τους τηλεθεατές.
Πλέον, η δημοσιοκαφρία έχει προχωρήσει τόσο ώστε οποιοσδήποτε μπορεί να μοντάρει μικιμάου ανάμεσα σε βίντεο, όποιος λύνει υπαρξιακά προβλήματα του κώλου και όποιος μπορεί να προκαλεί το χάος από την άνοδο 2 λεπτών της τιμής της φέτας ονομάζεται κατευθείαν δημοσιοκάφρος.
Το σημαντικότερο όμως προσόν του δημοσιοκάφρου είναι η αλλοίωση της πραγματικότητας. Όχι απλώς της αλήθειας, αλλά της πραγματικότητας της ίδιας. Όχι απλά κάνουν το άσπρο μαύρο αλλά και τον αέρα νερό, το ηθελημένο άθελο και το άχρηστο χρήσιμο. Για τη μόνη πληροφορία που πρέπει να είναι κανείς σίγουρος είναι τα σκορ σε ματς.
Το νέο μοντέλο έχει αποβάλλει παλαιότερα πρόσθετα που αν και κάποτε ήταν απαραίτητα πλέον δεν είναι. Λέξεις όπως ηθική, αντικειμενικότητα, σφάλμα της σύνθεσης, τσίπα έχουν αντικατασταθεί από άλλες όπως νούμερα τηλεθέασης, με τη ματιά έγκυρων δημοσιογράφων, εύκολη ταμπελοποίηση και περισσότερα νούμερα τηλεθέασης (γιατί πρέπει και να εξελισσόμαστε).
Γι' αυτό λοιπόν παραγγείλετε και το δικό σας νέο μοντέλο απλά και μόνο με ένα κλικ στο τηλεκοντρόλ. Ειδική προσφορά για όσους έχουν ένα πραγματάκι με τη λέξη Nielsen πάνω στην τηλεόρασή τους η ευνοϊκή μεταχείριση σε περίπτωση που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν σε κάποιο τηλεπαιχνίδι. Είναι φανερό πως ο δημοσιοκάφρος δεν έχει γένος. Είναι μυθικό ον που επιτρέπεται να μην πληρώνει φόρους, να παρκάρει όπου γουστάρει και η δικαιολογία να είναι για διευκόλυνση του έργου του, να εκτελεί αυτοπροβολή διαφημίζοντας την εφημερίδα του, την άλλη του εκπομπή, το ταξί που έχει μισό μισό με τον μπατζανάκη του και τον ευλογημένο τόπο της Άνω Ραχούλας στον οποίο τυχαίνει να έχει οικόπεδα μπας και έρθει ο τουρισμός, και πολλά άλλα.
(Ο Λάκης, ο οποίος είναι απείρως συμφεροντολόγος, μιλάει με την Κούλα και ο Τάκης ακούει)
- Κούλα ακούς τι λέει; Έρχεται κρίση! Σταμάτησαν λέει να πίνουν καφέδες και πίνουν όλοι πορτοκαλάδα που είναι πιο φτηνή! Βουρ!
- Καλά ρε τι της λες, τις μαλακίες του δημοσιοκάφρου ακούς; Πριν καιρό δεν έλεγε ότι το πετρέλαιο θα φτάσει $300 και μου γέμισες το σπίτι αερόθερμα; Πάλι μούφα θα είναι...
- Ναι αλλά τον άκουσα προχτές να λέει ότι η καλύτερη επένδυση είναι μετοχές αναψυκτικών και επένδυσα. Σωστός; Πρώτα θα το εκμεταλλευτώ και μετά θα το πολεμήσω.
Got a better definition? Add it!