Further tags

Κοροϊδευτικά ο ΣΥΡΙΖΑ, για κάποιον που θεωρεί την ιδεολογία του κουκουρούκου.

Σκατά στους προδότες του ΣφΥΡΙΖΑ! Εθνικισμός ΡΕΕΕΕΕΕ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθώντας το παράδειγμα του Ιησού, θα ήθελα να παραθέσω μία οσοδήποτε μεγάλη ΟΧΙ εξαντλητική λίστα λέξεων για τον πούστη. Προκειμένου να καταγραφούμε στο Record Guiness έχω συμπεριλάβει: 1) Λέξεις με συνθετικό το -πούστης, ακόμη κι αν μπορεί να σημαίνει έναν στρέιτ με «πούστικη» συμπεριφορά. 2) Και μη σλανγκ λέξεις που σημαίνουν τον ομοφυλόφιλο από όλες τις εποχές του ελληνισμού, αρχαία, ρωμαίικη, τουρκοκρατία κτλ.
3) Όλο το φάσμα από τον ύποπτο και μετρό (που δεν είναι εγνωσμένος πούστης) ως και την εγχειρισμένη τρανσέξουαλ.
4) Ο,τιδήποτε έχει υποπέσει στην αντίληψή μου ως λημματογραφημένο στο slang.gr, ακόμη κι αν αποτελεί ακραία τεχνητή λεξιπλασία που δεν είναι ομιλουμένη σλανγκ.
5) Ξένες λέξεις για το πούστη, που έχουν μπει στην σλανγκ μας, και που τις κατανοούμε αμέσως.
Δεν έχω συμπεριλάβει τις γυναίκες λεσβίες.

Το αποτέλεσμα είναι 465 (!) μέχρι στιγμής λέξεις, στις οποίες είμαι σίγουρος ότι θα βρείτε να προσθέσετε πολλές ακόμη.

  1. πούστης
  2. πουστρόνι
  3. πουσταράς
  4. πουστάρα
  5. πουστράκος
  6. γερόπουστας
  7. σκατόπουστας
  8. παλιόπουστας
  9. πουστόγερος
  10. ομοφυλόφιλος
  11. ομορφυλόφιλος
  12. αμφιφυλόφιλος
  13. μπάι
  14. γκέι
  15. τοιούτος
  16. τοιουτιέν
  17. του σωματείου
  18. της συνομοταξίας
  19. αποκλίνων
  20. ανώμαλος
  21. ανωμαλιάρης
  22. ανωμαλάρας
  23. ντιγκιντάγκας, ο
  24. ντιντής
  25. πισωγλέντης
  26. κολομπαράς
  27. γιουσουφάκι
  28. πεοθηλαστής
  29. παρτόλας
  30. τρανσέξουαλ
  31. τράντζα
  32. τραβεστί
  33. μετροσέξουαλ
  34. μετρό
  35. τρανς
  36. εγχειρισμένος
  37. παρενδυσιακός
  38. Συβαρίτης
  39. αρσενοκοίτης
  40. μαλακός
  41. κεκινημένος
  42. κίναιδος
  43. κιναιδουάρδος
  44. σοδομιστής
  45. σοδομίτης
  46. pédé
  47. παιδεραστής
  48. οπισθογαμικός
  49. πλατωνικός/ πλατωνιστής
  50. ευαίσθητος / ευαισθητούλης
  51. με ιδιαιτερότητες
  52. γαμιόλης
  53. φαγκότο
  54. φαγκοτίνος
  55. fag
  56. τρίτο φύλο
  57. τρίτο στεφάνι
  58. τρίτο πρόγραμμα
  59. ανδρόγυνος
  60. ερμαφρόδιτος
  61. θηλυπρεπής
  62. γυναικωτός
  63. φλώρος
  64. χλεχλές
  65. λελές
  66. φλωράτσα
  67. σουσέλ
  68. πιπίλας
  69. Ασλάνης
  70. πουσταριό
  71. πούστρα
  72. πούσταρος
  73. ξεκωλιάρης / ξεκωλιασμένος
  74. ευρύπρωκτος
  75. κωλόφαρδος
  76. ξεφωνημένη/-ος
  77. θηλύγλωττος
  78. τελειωμένος /-η
  79. gay over
  80. πουστανελάς
  81. πουσταρέλι
  82. πούσταρχος
  83. πουστέρι
  84. πούστης κινέζος
  85. πουστιέρα
  86. πουστοκαλαμαράς
  87. πουστρίτσα
  88. πουστωδία
  89. αγριόπουστας
  90. ψωλαρπάχτρας
  91. μπακλαβάς/ back-love-ass
  92. δηλωμένη
  93. κραγμένος/-η
  94. μποτομιέρα
  95. βερς
  96. αδελφή του ελέους
  97. brokeback/ brokeback mountain
  98. bareback
  99. queen
  100. βασίλισσα
  101. raging queen
  102. queer
  103. back-feaster
  104. φτερού
  105. λουλού
  106. αδερφή
  107. αδερφάρα
  108. κακή αδερφή
  109. κακός πούστης
  110. στρίγκλα
  111. αδερφή νοσοκόμα
  112. κουνιστός
  113. κουνίστρα
  114. κουδουνίστρα
  115. κούκλα
  116. λούγκρα
  117. Λουγκρητία
  118. φλωρούμπας
  119. συκιά/συκή
  120. χαϊδοκώλης
  121. μπινές
  122. μπινεδιάρης
  123. φτωχομπινές
  124. αλλαξοκώλης
  125. poutsless
  126. γαμόπουστας
  127. γαμιολόπουστας
  128. λιχνομέσης
  129. πισωγλεντζές
  130. πισωκίνητος
  131. πισωγιομίδης
  132. παππούστης
  133. πουστρίγκος
  134. τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρας
  135. κωλοσφυρίχτρας
  136. πιπεροτρίφτης
  137. φούστης
  138. καταπυγών
  139. φούστα-μπλούζα
  140. νάιλον
  141. Μαρίνος
  142. γκαρσονιέρα, garconniere
  143. τσαχπινογαργαλόπουστα
  144. τσαχπινογαργαλιάρης
  145. Συκαρία
  146. πουστάρδα
  147. αδελφίνι
  148. Πουστώ
  149. τραβέλι
  150. πους τις
  151. Οιδίπους τις
  152. καριολόπουστα(ς)
  153. βρωμόπουστα(ς)
  154. κωλομπαράς
  155. παιδέρας
  156. εναλλασσόμενος
  157. εναλλακτικός
  158. ο πους της καθέτου
  159. φιρουλί φιρουλό
  160. σφυριχτρούλα/ης
  161. Μπομπ Σφουγγαράκης
  162. Αχιλλέας από Κάιρο
  163. τσιμπούκια ο τίγρης
  164. πίπες με δόσεις ο Θεοδόσης
  165. πισωκέντης
  166. γκέιλορντ
  167. απεόφοβος
  168. gay pride
  169. gay parade
  170. κουνάμενος λυγάμενος
  171. κουνάμενος σουρνάμενος
  172. πούδρα/ φούστα μπλούζα κι ελαφριά πούδρα
  173. φιρφιρής
  174. τσιχλιμπίχλης
  175. γκλεγκλές
  176. άλλη ομάδα
  177. καμπανόκωλος
  178. ντούρντουλο
  179. φολκσβάγκεν κλούβα
  180. γκέο βαγκέο
  181. γαμιολία
  182. νεράιδος
  183. Χάρρυ Πρώκτερ
  184. φτωχομπινεδιάρης
  185. πανηγυρικός γκέι
  186. γκέι για τα πανηγύρια
  187. stray/ στρέι
  188. αγορίτσι
  189. σκατίπουστα
  190. ύποπτος
  191. γαβαλάκης, ο
  192. φλωρόπουστας
  193. πίπες, τσιμπούκια, γαμήσια, ο Ανάργυρος
  194. πεολειχούδης
  195. τσιμπουκομικρούλης
  196. ΛΟΑΤ
  197. εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ
  198. Φουστάνος
  199. Tom Pousti
  200. μητροσεξουαλικός
  201. πεολιχούδης
  202. πεοχειλουδάκη
  203. πεοχειλουδάκι
  204. Χειλουδάκη
  205. κοπέλα τελειωμένη
  206. πουστρόνιο
  207. φρόιλάιν
  208. κρυφόπουστας
  209. ο-γκέι
  210. αρσακειάδα
  211. (οπαδός του) vivere periκωλοsamente
  212. πουστέρω
  213. πουστερίας
  214. χαλαρή σούστα
  215. σκυλόπουστας
  216. αρχιδόπουστας
  217. αδελφάτο
  218. ετερόπουστας
  219. ζαρκαδόπουστα
  220. θρασύπουστας
  221. καβατζόπουστας
  222. λουμπίνα
  223. πουστόνεο
  224. αραχνοΰφαντος
  225. στάκι
  226. τσιγκανόπουστας
  227. καραπουσταριό
  228. τομπαίρνουλας
  229. βε
  230. πούσταπς
  231. μπινταράς
  232. κουρτσουμπανάς
  233. Αναΐς από το Παναής
  234. καταπιόλης
  235. κωλόμπα
  236. κωλόμπο(ς)
  237. cowgay/ καουγκέης
  238. ναζιάρης
  239. γκεϊστάπο
  240. σπερμοδιψής
  241. σουσούμης
  242. πεσίχαρος
  243. πασιχαρής
  244. γκεϊμπέκης
  245. πουστόμωρο
  246. τιτίκα
  247. πετούγια
  248. καψοκώλης
  249. γκεϊλλιτέχνης
  250. αδερφρίκη
  251. εισπρώκτωρ
  252. πουστοστρατός
  253. κακσάκας
  254. cocksucker
  255. κακσάκαρας
  256. σύντεκνος
  257. ενεργοπαθητικός
  258. τοπ
  259. μπότομ
  260. ντιγκέι, ο
  261. ντιγκιντάγκαρ
  262. τζέη
  263. e-gay
  264. πρωκτικάντζα
  265. κωλοβρέχτης
  266. πουτσογλέντης
  267. πουστηρέλα
  268. γερομπινές
  269. (Μαρσέλ) προύστης
  270. λούλα
  271. γκέουλας
  272. [αποσιστωμένη]
  273. Ροζαλία
  274. asinus asinum fricat
  275. οπισθογεμής
  276. Γκέιμπελς
  277. κουνιοτράμπαλη
  278. γκότσης
  279. ξεσκισμένη
  280. φούλα
  281. κυρία
  282. αδερφούλα
  283. ρουμπινές
  284. αρφή
  285. σκαραβαίος
  286. πούστης με αρχίδια
  287. οσκαρόπουστας
  288. πουσταλαζών
  289. ψωλοπερήφανος
  290. πουστροζιγκόλι
  291. πασπαρτού
  292. λυσσάρα
  293. αγριογκέι
  294. πεταχτούλης
  295. πισωκούντης
  296. πισωσκούντης
  297. του συλλόγου
  298. τσιριμπίμ τσιριμπόμ
  299. double-energy man
  300. κωλοτούρης
  301. πασαγαμιόλης
  302. αβροβάτης
  303. αβροβόστρυχος
  304. εδρόστροφος
  305. πυγιστής
  306. λαικαστής
  307. λαϊστέρα
  308. πούστης από κούνια
  309. παλιαδερφή
  310. γλυκούλης
  311. αβρός
  312. αβρότροπος
  313. αβρόφρων
  314. λεκανατζής
  315. ντήζελ
  316. Ριρής
  317. κωλόμπος
  318. τριλειρόπουστας
  319. τριλειρογκέι
  320. πουστοπατέρας
  321. πουστοκοτέτσι
  322. αρχιπαλιόπουστας
  323. ποστόπι, ποστόπα, post-op
  324. φλωρόκουπας
  325. πριόπι, pre-op
  326. εγκλωβισμένος
  327. παλαιόπουστας
  328. τρύπιος
  329. τρυπαντωνάκης
  330. τρυπημένος
  331. άθλιον πουστί
  332. πούστρινγκ
  333. γιαουρτομούνα
  334. C.D., cross-dresser
  335. drag queen
  336. she-male
  337. homo
  338. ροζ τρίγωνο
  339. ουράνιο τόξο
  340. sub
  341. κωλόμουνο
  342. φικιρίκης
  343. βιγκολεβίγκος
  344. ίριδα
  345. σκατόφλωρος
  346. πουτσογλείφτης
  347. γλεντζές
  348. γλέντης
  349. σπερμοσταγής
  350. σπερμοβόρος
  351. σερνικοθήλυκος
  352. ντεμί
  353. κεχαριτωμένος
  354. κουκλεντές
  355. πουσταρίκος
  356. γκεόσταλτος
  357. bear / αρκούδος
  358. πατόφλωρος
  359. πατ ντε φλερ
  360. καράπουστα
  361. βαρβατόπουστας
  362. πουστώνιο
  363. εξάτμιση
  364. χαριτοδιπλωμένος
  365. ρήτωρ Φελλάτιος
  366. στράκι
  367. α πουστεριόρι
  368. σκατίφλωρος
  369. αντιπαθητικόπουστας
  370. ευφράπουστ
  371. Τζουζέπε Λουγκρατόρε
  372. Ουρανία
  373. πούσθης
  374. οπισθιοδρομικός
  375. φιρφιρίκουλας
  376. προϊσταμένη, η
  377. νεραϊδιάρης
  378. σαπουνομαζώχτρα
  379. σκύφτης
  380. φίρμα την ημέρα, τη νύχτα καμαριέρα
  381. Φιφή, η
  382. ντίγκης
  383. πεταλούδα/ πεταλουδίτσα/ πεταλούδα της νύχτας
  384. αρσενοκνίτης
  385. σουβλίτσα
  386. Λωξάντρα
  387. Ρούλης
  388. θείος Μπέρνι
  389. καμούφλω
  390. εμμανουέλος
  391. περάστε κόσμε
  392. αστράφικ/ asstraffic
  393. πεοπαίρνουλας
  394. πισωκούμπουρος
  395. κουνενές
  396. λουκία
  397. κωλοφύρης
  398. πισωλούρης
  399. δεντρογαλιά
  400. λεβεντόκωλος
  401. αμαζόνος
  402. ευκώλος
  403. τσαγιέρα
  404. τετραγωνική ρίζα
  405. ερμής
  406. γαμημένος μαλάκας
  407. πουστομαλάκας, μαλακόπουστας
  408. λιγδοκώλης
  409. κρέμα καραμελέ
  410. τέτοιος
  411. μπαμιάκιας
  412. Νάμουνα Μουνάκι
  413. ρετροσέξουαλ/ ρετρό
  414. butty boy
  415. μπάντζι
  416. γκέινγκστερ
  417. κάστρο κλόουν
  418. κοτοπουλάκι
  419. τσαμπ
  420. κυνηγός μυγών
  421. οιηματοιούτος
  422. θελγεσίπυγος
  423. θελγεσίτρυπος
  424. μοδίστρα
  425. καστράτος
  426. Συγγρουφίξ
  427. ομοσκυλόσκυλος
  428. AC/DC
  429. μπάι μπάι ντάρλινγκ
  430. αμφίβιος
  431. παντός καιρού
  432. Freddie Mercury
  433. οδοντόπουστα
  434. αρκούρδος
  435. αρκουδίτσα
  436. αρκουδοπεταλούδα
  437. φουσκωτόπουστας
  438. φλωρεντία
  439. πάστα φλώρα
  440. στηπού
  441. ξεφτιλομπατιρόπουστας
  442. πουστοσέξουαλ
  443. λόμπας
  444. λο
  445. λομπίσκος
  446. μπισκότο
  447. πετσοπάς
  448. τσολιάς στα υποβρύχια
  449. πισωκολλητός
  450. τρωκτικάντζας
  451. μυοπνίχτης /-χτρα
  452. μπισκοτοτεκνό
  453. παιδοτρίβης
  454. κιοτσέκι
  455. γκρέτα
  456. λουγκρέτα
  457. λουγκρέσκω
  458. λουκρητία
  459. καλιαρντός
  460. μελανζέ
  461. φιλέλληνας
  462. γκέισα
  463. ταραντέλα
  464. Ιβ Σεν Φλωράν
  465. μπάιρον
  466. downtown
  467. ντιστεγκές
  468. γκέτσης
  469. πουστόμαγκας
  470. πουστριλέ
  471. πουστρελέ
  472. πουστλέ
  473. λαχταροψώλης
  474. αλητόπουστας
  475. ανέμη
  476. ανεμόμυλος
  477. πισωβρόντης
  478. γλειψαρχίδας
  479. σερβιτόρος
  480. πρωκτοπενταετηρίς
  481. αβροείμας
  482. αβροκόμας
  483. αβρόπους
  484. αΐτας / αΐτης
  485. ανδροβάτης
  486. ανδροθήλυς
  487. ανδροκοίτης
  488. ανδροκόμος
  489. ανδρολάγνος
  490. ανδρομανής
  491. ανδροπόρνος
  492. αρρητοποιός
  493. αρρητουργός
  494. αρρενομίκτης
  495. αρρενοφθόρος
  496. βάτταλος
  497. γλούτης
  498. γονοπότης
  499. γυναικανήρ
  500. γυναικίας
  501. γυναικόμιμος
  502. γυναικόφωνος
  503. γυναικοφυής
  504. γύνανδρος
  505. γύννις
  506. εθελόπορνος
  507. ημίγυνος
  508. ημιθήλυς
  509. θηλάρσην
  510. θηλυδρίας
  511. θηλυμίτρης
  512. θηλύστολος
  513. θρυπτικός
  514. κατάπρωκτος
  515. καταπυγόσυνος
  516. κέλωρ
  517. κίναδος
  518. κινησίας
  519. κοπραγωγός
  520. χαλκιδεύς
  521. λακαταπυγών
  522. λάστρις
  523. λάσταυρος
  524. μαλακίας
  525. μαλακίων
  526. οπισθοβάτης
  527. οπισθοβατικός
  528. παθικός
  529. παιδίσκος
  530. παιδοκόραξ
  531. παιδομανής
  532. παιδοπίπης
  533. παιδοφιλής
  534. παιδοφθόρος
  535. παρατετλιμένος
  536. πρωκτόσοφος
  537. πυγαίος
  538. πυγαλγής
  539. τσαγερό
  540. πυγοστόλος
  541. σαυκρόπους
  542. σαύλος
  543. σίφνιος / σιφνιαστής
  544. σφίγκτης
  545. φίληβος
  546. φιλομείραξ
  547. φοινικιστής
  548. σουρλουλού
  549. γυναίκα σκέτη
  550. τελειωμένη μέχρι το στρίφωμα
  551. πουρολουμπίνα
  552. κορακοβλαστήμω
  553. ξεκωλιάρα πριγκήπισσα
  554. κλασόπουστας
  555. αδελφή ψυχή
  556. βιρτζινόλουμπα
  557. ταραφόλουμπα / γκραν ταραφόλουμπα
  558. λουμπινίστρα
  559. καραλούμπω
  560. ετρούσκα
  561. κροτάλω
  562. τζαζκαραμπαζού
  563. μούσμουλο
  564. φραγκολουμπίνα
  565. πούιστς
  566. ματζιρόπουστας
  567. αμφιλοχίας
  568. αμφιλόχιος
  569. αμφίλοχος
  570. παούστης
  571. χωνί
  572. τσιγκολελέτα
  573. γουρούνα
  574. σαλιγκαρόπουστας
  575. οπισθοχαρής
  576. λούσυ
  577. τρίπουστας
  578. ωμοσέξουαλ
  579. δαντέλα
  580. θυμιατό
  581. κωλοκουνίστρα
  582. τζίρτζιφλος
  583. λιβανιστήρι
  584. βουλγάρικο θυμιατήρι
  585. δίευρος

Περιττεύει.

(από knasos, 04/06/09)(από Jonas, 12/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των αγγλόφωνων μπουρδελιάρηδων το αρκτικόλεξο CIF σημαίνει Cum In Face, δηλαδή «εκσπερμάτιση στο πρόσωπο», κι είναι υπηρεσία που περιέχει η κορασίς στις υπηρεσίες της ή την προσφέρει για κάποια έξτρα γιούρια.

Ενώ, λοιπόν, η συφιλιάρα είναι ο φόβος και ο τρόμος του μπουρδελιάρη, η σιφιλιάρα είναι ο αναπαμός του, το μεράκι και το γούστο του. Καθώς βέβαια οι σιφιλιάρες είναι συχνά οι πλέον τελειωμένες, συμβαίνει η σιφιλιάρα να είναι και συφιλιάρα, οπότε θέλει προσοχή! Ο όρος έχει το δικό του σλανγκικό ενδιαφέρον, καθώς αποτελεί εξορκισμό της σύφιλης, που είχε ταλαιπωρήσει κορασίδες και νεανίες, ιδίως στο παρελθόν.

Συνώνυμο: σιφιλιδικιά.

Διάλογος μπουρδελιάρηδων:

- Πώς πήγε χτες με την Τζέσικα;
- Άσε, πού να στα λέω τι μανούρα έπαθα! Η γκόμενα είναι σιφιλιάρα!
- Έλα ρε συ, σε σιφιλιδικιά έπεσες; Γουστάρω! Θα πάω κι εγώ!
- Πήγαινε όσο μπορείς πιο γρήγορα να προλάβεις, γιατί τέτοιο σιφίλιασμα δύσκολα θα ξαναβρείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως πολύ σωστά είχε πει και κάποιος αστειάτορας παλαιότερα, η Ελλάς είναι το μοναδικό αφρικανικό κράτος της Ευρώπης. Αν ζιπάραμε κάποιον εν έτει 1965 και τον ανζιπάραμε εν έτει 2009, θα μπορούσε κάλλιστα να πάει σε οποιοδήποτε καφενείο και να συμμετάσχει σε πολιτική συζήτηση. Οι λόγοι προφανείς, συν τον Ιζνογκούντ Μητσοτάκη. Δηλαδή έχουμε καταφέρει το ακατόρθωτο. Την κληρονομική Δημοκρατία, μοναδική ελληνική πατέντα.

Και φτάνουμε στον συμπαθέστατο κατά τα άλλα Γ.Α.Π.. Ο οποίος, έχοντας το κληρονομικό δικαίωμα, του έλαχε:

  • να πρέπει να ζήσει στην Ελλάδα. Δηλαδή, σε ξένη χώρα, κάτι σαν ξενιτιά, αφού πρέπει να συνεννοείται και να βγάζει λόγους στα ελληνικά, στα οποία ως γνωστόν δυσκολεύεται. Επίσης τι θα λέει στα reunion με τους συμφοιτητές του που, στο Ελλάντα, τα επεισόδια του «lost», παίζονται με δύο χρόνια καθυστέρηση;
  • να πρέπει να ηγηθεί ενός σοσιαλιστικού (what is this;) κόμματος. Στην αμερικάνικη βιβλιογραφία, δεν υφίσταται αυτός ο όρος. Υπάρχει ο όρος μικτή οικονομία ή σουηδικό μοντέλο. Φανταστείτε τι μελέτη έριξε το παιδί, για να αποκτήσει (χωρίς επιτυχία) το σοσιαλιστικό προφίλ, και λέγειν. Μόνο το μουστάκι του πέτυχε!!!
  • να ηγηθεί ενός αφρικανικού κράτους. Στα αμερικάνικα βιβλία, διδάσκεσαι την διοίκηση καλολαδωμένων συστημάτων και εκ παρασκηνίου πολιτική ανατροπή αντιαμερικανικών καθεστώτων. Δεν διδάσκεσαι πώς να κυβερνάς ένα μπάχαλο, από τη θέση της τσατσάς. Το οποίο για να είμαστε δίκαιοι, δεν διδάσκεται πουθενά.

    Αν αυτό δεν είναι καραμπινάτη περίπτωση του «αμαρτίαι γονέων, παιδεύουσι τέκνα», τι να πω; Σε μία νορμάλ κατάσταση ο G.A.P., θα ήθελε να είναι (και θα ήταν) καθηγητής Πανεπιστημίου στην Βοστόνη και να επισκέπτεται την Ελλάδα τα καλοκαίρια, για να δείχνει στα παιδιά του, τις ομορφιές της Αφρικής (και θυμηθείτε με σε 10 χρόνια).

Οπότε η αναφορά στον Γ.Α.Π. κρίνεται απαραίτητη όταν:

  • κάποιου δεν του πάει το ρολάκι (στην πολιτική σκηνή) που πρέπει να παίξει, δεν πείθει δηλαδή, παρά τις καλές προθέσεις.
  • κάποιος ζει σε λάθος χώρα, όχι για οικονομικούς μετανάστες, μιλάμε για τζάκια. Κάτι σαν τους λόρδους που ζούσαν στις αποικίες χάριν της βασίλισσας, ενώ θα προτιμούσαν να κατουρούν το γράσο της αυλής του παλατιού, και παθαίνουν σύγχυση, σχετικά με το που βρίσκονται.
  • σε όσους πρέπει να βάλουν (αμερικανιά) ή να τους βάλουν το αρχικό του πατέρα τους, σαν σφήνα μεταξύ ονόματος και επιθέτου, για να αυτοπροσδιοριστούν ή να τους προσδιορίζουν.

    Από την άλλη, αναφορά στον G.A.P. χρησιμοποιείται για:

  • στελέχη επιχειρήσεων, κουστουμαρισμένα γκόλντεν γκρικ μπόυζ, που καθημερινά χρησιμοποιούν πιο πολλούς αγγλικούς όρους από ελληνικούς, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται στον σχηματισμό μιας πρότασης αποτελούμενης αμιγώς από ελληνικές λέξεις.

  • αμερικανόπληκτους που από την πολλή αμερικανιά της τηλεόρασης, φλιπάρουν και καταντάνε λίγο γραφικοί,
  • όσους από τους Δυτικούς μιλάνε για πράσινη ανάπτυξη χωρίς να ζητάνε συγνώμη από τον υπόλοιπο πλανήτη που τον γάμησαν τα τελευταία 200 χρόνια για να έχουν SUV!

    πασσαδόρος για Γ.Α.Π. : allivegp

- Θα πάμε για καφέ;
- Ασε το για άλλη φορά. Έχω μίτινγκ, σε μια ώρα, να πάω τα παιδιά για horseriding, να πάρω τη γυναίκα μου μόλις τελειώσει το spinning, και το βράδυ, να πάω σε ένα charity.
- Ποιος είσαι ρε παιδάκι μου; Ο ΓΑΠ;

γαπ, γκαπ, αλλά θέλει προσοχή! (από BuBis, 10/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λάθος Ήταν Μάνα Να Ορκιστώ Στρατιώτης.

Μετατροπή του ονόματος του ακριτικού νησιού σε αρκτικόλεξο υπό το πρίσμα του ταλαίπωρου Έλληνα φαντάρου που τον έστειλαν να κάνει τη θητεία του στο μαύρο νησί της παραμεθορίου που λόγω της στρατηγικής του θέσης βρίσκεται συνεχώς σε επιφυλακή. Η επιφυλακή αυτή μεταφράζεται σε περισσότερο τέντωμα, περισσότερο γυάλισμα, ξύρισμα, κούρεμα, αγγαρείες, εξωτερικές και ταξιαρχικές εφόδους και γενικά όλα αυτά τα σπασαρχίδικα προβλεπέ του στρατού.

Aυτή η παλιοκατάσταση κάνει τους πάντες, φαντάρους και μονιμάδες, να περιμένουν τη λυτρωτική μέρα της απολήμνωσης για να αποχωρήσουν εθνικά υπερήφανοι τραγουδώντας το ντόπιο λελέδικο σύνθημα:

«Να καεί, να καεί, το μπουρδέλο το νησί
να το πάρουνε οι Τούρκοι και να πα' να γαμηθεί!»

(Βλέπε φωτό)

Από φυλάκιο της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 12/08/09)Ποτέ ξανά! (από Cunning Linguist, 26/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συντομογραφία του αγγλικού by the way (btw), όταν γράφουμε μεν ελληνικά, θέλουμε δε να το πούμε αγγλικά, αλλά λόγω βαρεμάρας χρησιμοποιούμε το ελληνικό αλφάβητο στο πληκτρολόγιό μας, αντί του αγγλικού. Τα γράμματα βτς είναι τα αντίστοιχα των btw.

Συνώνυμο: παρεμπίπταμπλυ

Βτς, σου είπα ότι πρέπει να αλλάξεις επιτέλους άβαταρ; Δεν σου πάει αυτό, πάει και τελείωσε.

βλ. και βοχ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαδικτυακή συντομογραφία της έκφρασης «κατά την ταπεινή μου γνώμη» με την οποία τα Greek geeks αποδίδουν το αγγλικό ΙΜΗΟ (in my humble opinion).

  1. - Η Huffington post μαζεύει χρήσιμα widgets για την αποτελεσματικότερη διαδικτυακή παρακολούθηση των εκλογών στις ΗΠΑ. Από αυτά πιο ενδιαφέρον το google map κττμγ.

  2. - ΚΤΤΜΓ, το πρόβλημα είναι ότι αν αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε αδιακρίτως ελληνικούς τεχνικούς όρους (ακόμη και σε αμετάφραστες περιπτώσεις), κάποιος που θα μάθει τους ελληνικούς δεν θα μπορεί να διαβάσει αγγλικά βιβλία γιατί δεν θα ξέρει τους αγγλικούς.

(Παραδείγματα από την γκικόσφαιρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό αρκτικόλεξο milf που σημαίνει «mother I'd like to fuck», δηλαδή «μαμά που θα ήθελα να μπηπ», δηλαδή «μεσόκοπη, ώριμη γυναίκα(ρα) που θα ήθελα να μπηπ».

Επί το σλανγκικότερον: Μιλφέιγ, μιλφού και μιλφατζού. Το μεγάλο δίλημμα του εραστή είναι: Μιλφέιγ ή παστάκι; Ή και νουαζέτα, για τους πιο προχωρημένους. Το αρκτικόλεξο milf έχει οδηγήσει σε μια σειρά από αντίστοιχα αρκτικόλεξα, άπερ παρακάτω:

gilf = granny I'd like to fuck.
dilf = daddy I'd like to fuck.
gilf = grandpa I'd like to fuck.
hilf = hydraulicus I'd like to fuck.
shilf= Sakis hydraulicus I'd like to fuck.
silf = souvlatzis I'd like to fuck.
bilf = betatzis I'd like to fuck.
silf = Slangos I'd like to fuck.
cilf = carcinoslangosaurus I'd like to fuck.
filf = fatty I'd like to fuck.
nilf = nanos I'd like to fuck.
kilf = kipouros I'd like to fuck.
albilf = Albanian I'd like to fuck.
rilf = Romanian I'd like to fuck (no pun intended)
pilf = proistamenos I'd like to fuck
shrilf = shrink I'd like to fuck.

Και πολλά, πολλά άλλα...

Σλανγκοφοριάζουσα: Άσε, αυτός ο καβουροσλανγκόσαυρος είναι σκέτη κόλαση! Σωστό cilf! Πολύ τακτικός, πολύ νοικοκυρεμένος, πολύ εργατικός, καβουροσλανγκοσαυράκι για σπίτι! Δουλεύει σαν albilf σου λέω!
Φίλη της: Ηλικίες έχουμε τεστάρει; Κι αν σου βγει κανάς gilf;
Σ.: Αξίζει τον κόπο η προσπάθεια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΑΕΚ είναι όπως όλοι φυσικά ξέρετε μια ομάδα ποδοσφαίρου που τα αρχικά της
είναι: Αλβανική Εταιρία Κουραμπιέδων.

ΑΕΚ: Αλβανική Εταιρία Κουραμπιέδων.
(Παρακαλούνται τα σκουλίκια να μην παρεξηγηθούν).

Μωρ\' δεν πα να λέτε ό,τι θέλετε... (από Galadriel, 22/03/09)ΑΕΚ για σένα μια ζωή θα τραγουδάωωω (από Galadriel, 22/03/09)

Τα αρχικά σημαίνουν: Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλικό αρκτικόλεξο για το Granny I'd like to fuck. Υπερθετικός του μιλφέιγ και της μιλφούς. Για ακραίες περιπτώσεις γεροντοφιλίας.

Τρομερό τζιλφ η Εντίθ Πιαφ, φαίνεται να σκέφτηκε ο Τεό Σαγκαπώ. Δεν εξηγείται αλλιώς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified