Αυτός που έχει χάρισμα στο φλερτ, τη γοητεία και τη σαγήνη. Αντιδάνειο από το rizz, που προκύπτει από το charisma.
Είναι ρίζλερ, αλλά είναι τελείως επιφανειακό άτομο.
Αυτός που έχει χάρισμα στο φλερτ, τη γοητεία και τη σαγήνη. Αντιδάνειο από το rizz, που προκύπτει από το charisma.
Είναι ρίζλερ, αλλά είναι τελείως επιφανειακό άτομο.
Got a better definition? Add it!
Μειωτική μεταφορά στα ελληνικά του αμερικανικού όρου woke.
Δε γίνεται να δεσπόζει στη πόλη της Αθήνας ένα κατασκεύασμα αλλόθρησκων και να ποτίζει το ποίμνιο ξυπνητίλα.. ως πότε πια! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Αυτός που ανήκει στην generation Z, στους ζούμερς, δηλαδή έχει γεννηθεί μεταξύ 1995 και 2010. Οι ζιλένιαλ είναι οι πρώτοι ψηφιακοί ιθαγενείς, αφού από τη γέννησή τους υπήρχε το διαδίκτυο.
Δεν είναι και κάνας ζιλένιαλ να είναι εθισμένος στο σέξτινγκ.
Got a better definition? Add it!
Ο body-builder, το μπιλντέρι, ο γυμνασμένος, ο χτισμένος.
Να αποφεύγεις τα σκληρά, να μην κολλάς στους μπιλντεράδες να διοργανώνεις ρεσιτάλ για μετανάστες και φυγάδες. (Η θεά, 1999, στίχοι: Ισαάκ Σούσης, τραγούδι: Λαυρέντης Μαχαιρίτσας).
Got a better definition? Add it!
Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι το παιχνίδι που έχει μέχρι δύο γκολ. Εκ του αγγλικού under = κάτω.
Φίλε αντεράκι το ματς, είναι βέβαιο. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Το γκομενάκι εκ του αγγλικού chick (<chicken = κοτόπουλο).
Παίζει κάνα καλό τσικ στο πάρτι;
Got a better definition? Add it!
Εν μέρει αντιδάνειο από το αγγλικό broligarch. Είναι ο ολιγάρχης που στηρίζει πατριαρχικό σεξιστή πολιτικό, επειδή είναι bro (< brother = αδελφός) στο πλαίσιο συντηρητικής πατριαρχίας. Σύγκρινε με μπροσιαλιστής (=σεξιστής σοσιαλιστής παλαιάς κοπής) και τεκ μπρο (σεξιστής που ασχολείται με τεχνολογία.
Δέκα σημαντικοί μπρολιγάρχες στηρίζουν Τραμπ.
Got a better definition? Add it!
Ο συνδυασμός του να μένεις στο αστικό κέντρο, αλλά να κάνεις και διακοπές, ίσως και με λίγες ολιγόχρονες αποδράσεις, λόγω είτε των μέτρων για την πανδημία του κορονοϊού, είτε φτωχοποίησης. Εκ του αγγλικού staycation < stay = μένω + vacation = διακοπές.
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για υπαρκτό διαδεδομένο ελληνικό επώνυμο, το οποίο, όμως, ανανοηματοδοτείται και χρησιμοποιείται για να μεταφέρει στα ελληνικά κάπως πιο φυσικά τον αγγλικό όρο mangina, εκ του man= άνδρας και vagina= μήτρα, ο οποίος σημαίνει σκωπτικά και αποδοκιμαστικά τον άνδρα που θεωρείται ως εκθηλυσμένος, ως έχων φεμινιστικές ανησυχίες λόγω εκθηλυσμού και ως μάταια κολακεύων τις θηλυκότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με το να παρουσιάζεται ως μη τοξική αρρενωπότητα, αλλά ως σύμμαχος (το θηλυκό αντίστοιχο στην τελευταία περίπτωση που παρουσιάζεται ως σύμμαχος των ανδρών ενάντια στις γυναίκες λέγεται pick me). Κάπως πιο κυριολεκτικά είναι ο άντρας που κρύβει το πέος του ανάμεσα στα μπούτια του, ώστε να φαίνεται σαν να έχει αιδοίο.
Διαμαρτυρήθηκε ότι της έκανε κάποιος καμάκι στο νησί με παρενοχλητικό τρόπο και έχουν βγει όλοι οι μαγγίνες να τη γλείφουν.
Got a better definition? Add it!
Όρος, μεταξύ άλλων, του TikTok, είναι η μόδα που εμπνέεται από το μπαλέτο.
Η ταινία του Λάνθιμου έχει balletcore στοιχεία.
Got a better definition? Add it!