Μειωτική μεταφορά στα ελληνικά του αμερικανικού όρου woke.
Δε γίνεται να δεσπόζει στη πόλη της Αθήνας ένα κατασκεύασμα αλλόθρησκων και να ποτίζει το ποίμνιο ξυπνητίλα.. ως πότε πια! (Εδώ).
Μειωτική μεταφορά στα ελληνικά του αμερικανικού όρου woke.
Δε γίνεται να δεσπόζει στη πόλη της Αθήνας ένα κατασκεύασμα αλλόθρησκων και να ποτίζει το ποίμνιο ξυπνητίλα.. ως πότε πια! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Μουτσέντζα ή αλλιώς μουτζέντζα (πληθ.: μουτσέντζες). Απότομη μετάπτωση της διάθεσης. Από το αγγλικό mood changes.
- Γιατί τόσο νταουνιασμένη η Σουλτάνα;
- Τίποτα μωρέ, της ήρθε περίοδος και την πιάσαν οι μουτσέντζες της.
Got a better definition? Add it!
Και συχνά στον πληθυντικό: σκυλόσκατα. Ναι, είναι αυτό που νομίζεις: Τα σκατά του σκύλου.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πάντως, έχει η χρήση του όρου για να χαρακτηρίσει μια πολύ άσχημη κατάσταση, μια σκατάσταση.
Σκυλόσκατα η κατάσταση, εν γένει... (Εδώ).
Ή έναν άνθρωπο που είναι μηδαμινής αξίας, ουτιδανός, ξευτίλας, σκατιάρης. Έχω την εντύπωση ότι στις μεταφορικές αυτές χρήσεις λανθάνει επίδραση από το αγγλικάνικο dogshit.
Στο πέρασμα χτες απο το ELYSIUM είχε τρείς Αλβανίδες της κακιάς συμφοράς και μια Ρουμάνα προμίλφ με καστανόξανθα μαλλιά και με μαύρο κολάν που επιδείκνυε τον κώλο της στους περαστικούς. Λίγο πιο πάνω Σωκράτους και Σατωβριάνδου ήταν δύο Βούλγαροι τραβεστί της κακιάς ώρας που κυριολεκτικά κάποιος πρέπει να είναι πολύ σάπιος να πληρώσει αυτά τα σκυλόσκατα να έχει σεξουαλικές περιπτύξεις μαζί τους. (Από μπουρδελοσάιτ).
Got a better definition? Add it!
Μια από τις -ίλες νέας κοπής, που μπορεί να ετυμολογηθεί με δύο τρόπους.
Αφενός από την αγγλική λέξη mood (δες εδώ για ετυμολογία), οπότε μιλάμε για mood-ίλα, για ένα ειδικό mood που χαρακτηρίζεται από κατήφεια, νταούνιασμα, ελαφρά κατάθλιψη και απαισιοδοξία. Η μουντίλα ωστόσο δεν μπορεί να προσδιοριστεί τόσο εύκολα. Είναι ένα απροσδιόριστο ζενεσεκουά στη διάθεσή μας που μπορεί και να σημαίνει ότι κάποιος είναι μελαγχολικό αγόρι ή κορίτσι με ευαισθησίες, που νιώθει τη βροχή, που είναι
και άλλα χιπστεροειδή παρόμοια.
Η κυρίως ετυμολογία, όμως, είναι από το μουντός (<αρχαίο μυνδός = βουβός), οπότε έχει και πάλι μια παραπλήσια σημασία, καταχνιάς, σκοτεινίλας, νταρκίλας και μελαγχολίας. Ασφάλουσλυ αυτή η δεύτερη ετυμολογία είναι η επικρατούσα, αλλά τελευταίως μπορεί να συσχετισθεί παρετυμολογικώς με το mood που λέγεται ολοένα και περισσότερο.
Υπάρχει εξάλλου και η ινσέψιο περίπτωση η μουντίλα/ moodίλα να οφείλεται στο ότι μόλις σε έχει υποβιβάσει η Moody's.
Πάσα: Σούλτω.
Got a better definition? Add it!
Χώρος ή πλαίσιο λοπου δραστηριοποιείται μια συγκεκριμένη φυλή. Για παράδειγμα: ίντυ σκηνή, ρέγκε σκηνή, αντιφά σκηνή, λογοτεχνική σκηνή, ουατέβα σκηνή.
Πρόκειται για αντιδάνειο της αμερικλάνικης σλανγκιάς των αυθεντικών χιπστεράδων (βλ. γενιάς μπητ). Χρονολογείται από το 1951.
1.
- Μια από τις σημαντικές διαστάσεις της ομάδας μας, αν και αναμφίβολα η λιγότερο γνωστή, είναι η σύνδεσή μας με τους χώρους της αντικουλτούρας. Από την αρχή της δημιουργίας της ομάδας, ορισμένα από τα μέλη της συμμετείχαν στην ανάπτυξη της εναλλακτικής μουσικής σκηνής.
2.
- οι προσπάθειές μας για ανανέωση δεν κατέληξαν κάπου και, χειρότερα ακόμα, σκεφτόμαστε ότι η παρουσία μας, η κεντρική μας θέση στην παρισινή αντιφασιστική σκηνή, μπορεί να αποτέλεσε εμπόδιο στην εμφάνιση νέων ομάδων πιο ενεργητικών και ίσως με μεγαλύτερη φαντασία από εμάς
3.
- Το blog δεν είναι τίποτα άλλο από μια προσπάθεια να καταγράψουμε την Ελληνική underground σκηνή.
4.
- Τα παιδιά - και ιδιαίτερα ο b d foxmoor- έχουν γράψει περισσότερους στίχους από τον Όμηρο και μερικούς από τους καλύτερους και μαχητικότερους στίχους στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Οι μάγκες από το Πέραμα κρατούν ζωντανό το εναλλακτικό στην Ελλάδα και έχουν φτιάξει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σκηνή.
5.
- England has the most sordid literary scene I've ever seen. They all meet in the same pub. This guy's writing a foreword for this person. They all have to give radio programs, they have to do all this just to scrape by. They're all scratching each other's backs
(William S. Burroughs).
Got a better definition? Add it!
Το νταλαβέρι, το ντιλεριλίκι, εμπόριο ναρκωτικών ουσιών. Ο πληθυντικός παραπέμπει προπαντός στο μικρεμπόριο που κάνει το βαποράκι, προς εξασφάλιση της δόσης και τέρψη των φίλων του. Μεταγενέστερη είναι η εισαγωγή του ντιλ στον ενικό, που υιοθετήθηκε εδώ και καμιά δεκαετία νομίζω, το οποίον αναφέρεται σε νταλαβέρι εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρώ και άνω, υπάγεται στο χώρο του μεγάλου οργανωμένου οικονομικού εγκλήματος, με πολιτικούς, μίζες κλπ. και όχι της μικροπαραβατικότητας.
Got a better definition? Add it!
Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.
Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)
- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!
Got a better definition? Add it!
Αλλιώς, το συνεχές, νευρικό γέλιο που εχει την τάση να μεταδίδεται αστραπιαία στους γύρω μας, προκαλώντας εν τέλει πανδαιμόνιο.
Από το δημοφιλές ξενικό «LOL» (Laughing Out Loud) και το «ολοκαύτωμα».
- Σοβαρή εκπομπή, τι να σου πω... ριάλιτι σου λέει... αρκεί ένας να πετάξει μια μαλακία και γίνεται lol-οκαύτωμα εκεί μέσα...
Βλ. και λολ / λωλ, lol, λολ, lol-some, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen, λολάρω
Got a better definition? Add it!
Η πόλωση που δημιουργείται από τα polls, δηλαδή τις δημοσκοπήσεις (κατά το κωλονοσκοπήσεις). Ο σλανγκισμός εστιάζει κυρίως στο πνεύμα μισαλλοδοξίας και τεχνητής δέσμευσης που καλλιεργείται μέσα από τέτοιες pollώσεις. Συνηθίζονται στις μέρες μας να γίνονται συνέχεια δημοσκοπήσεις για το καθετί. Πολλές φορές είναι κατά παραγγελία, και στο ερώτημα, και ενδεχομένως και στην απάντηση. Οπότε εμείς οδεύουμε ως πρόβατα σε τεχνητές pollώσεις μας. Γιατί θεωρούμε μαγκιά και αξία μας ότι κάποιος ζητάει την γνώμη μας, κολακεύεται ο εγωισμός μας, και δεν καταλαβαίνουμε ότι έτσι απλώς εξυπηρετούμε τα συμφέροντα κάποιου. Στην χειρότερη περίπτωση πρόκειται για αυτοεκπληρούμενη προφητεία, δηλαδή κάτι που παρουσιάζεται ότι έχει περιγραφική μόνο δύναμη, αποκτά προκλητική δυναμική (λ.χ. άμα βλέπεις ότι όλοι οι άλλοι θεωρούν κάποιον καλό, λες «δεν μπορεί, δίκιο θά 'χουν»). Στην καλύτερη απλώς τεστάρεται το κοινωνικό σύνολο και η δύναμη των μηχανισμών διερεύνησης και διερμηνείας του.
Οι pollώσεις είναι πολλών ειδών. Θα σταχυολογήσω μερικές. 1. Οι pollώσεις με ερωτήματα «ποιος είναι ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός ή για κυβέρνηση», ή «ποιος είναι ο πιο δημοφιλής πολιτικός» που, αναλόγως με το ερώτημα που θέτουν και την στιγμή που το θέτουν, καταλαβαίνεις ποια είναι η σκοπιμότητα του pollωτή. Λ.χ. σε λίγο παλιότερες περιόδους το να θέσεις ερώτημα για «καταλληλότερο πρωθυπουργό» έχω την εντύπωση ότι θα ήταν pollωση δεξιάς εφημερίδας για να βαραθρώσει έτι περαιτέρω τον Παπανδρέου (είπαμε πριν λίγα χρόνια), ενώ το ερώτημα για «καταλληλότερη κυβέρνηση» θα ήταν pollωση κεντροαριστερής για να δείξει την δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση της Ν.Δ. Ομοίως οι pollώσεις αορίστως για πιο δημοφιλή πρόσωπα, γίνονταν στα 00ς σε στιγμές που κάποιος ήθελε να καταδειχτεί η δυναμική του Χριστόδουλου, του Στεφανόπουλου ή του Αβραμόπουλου, ή αντιθέτως να δείξει την πτώση τους. Σ' αυτού του είδους τις pollώσεις, η απάντηση βρίσκεται κατά κάποιον τρόπο μέσα στην ερώτηση, ήτοι στην σκοπιμότητα του εκάστοτε pollωτή.
Οι exit-pollώσεις. Εδώ στήνονται pollωτικές κάλπες ή κάλπικες pollώσεις (όπως προτιμάτε), έξω από τα εκλογικά κέντρα, ώστε τα μύδια να τεκμάρουν μια ώρα αρχύτερα το αποτέλεσμα των εκλογών. Γενικά, είναι αρκετά χρήσιμο, αφού pollωνόμαστε που pollωνόμαστε με τις ίδιες τις εκλογές, τουλάστιχον να ξεpollωθούμε μια ώρα αρχύτερα. Αν και κατά τον ΚΥΡ η βραδιά των εκλογών είναι πάντα η πιο ευτυχισμένη νύχτα του Νεοέλληνα, αφού έχει φύγει ο ένας και δεν έχει προλάβει να έρθει ο άλλος. Τώρα λοιπόν τα μύδια έρχονται να μας κλέψουν κι αυτήν ακόμη την χαρά, σαν άλλος φεουδάρχης που διεκδικεί το jus primae noctis του. Άλλωστε, αυτές οι exit-pollώσεις κρύβουν πολλές εκπλήξεις. Όλοι θυμούνται τι έγινε το 2000, που η exit-pollωση έδειξε Ν.Δ. και η μέσα pollωση έδειξε μετά ΠΑΣΟΚ, ώστε ο Κωστάκης πιάστηκε Κώτσος! Οπότε οι μεν οπαδοί του ΠΑΣΟΚ έσπευσαν να κάνουν καζούρα στους αντιπάλους τους, οι δε οπαδοί της ΝΔ να αναπτύξουν (από τότε!) τις θεωρίες περί ασύμμετρων απειλών που στέρησαν απ' τον Κωστάκη τον θρίαμβό του, εκπορεύτηκε πολλή φημολογία, που δεν μου επιτρέπεται να σχολιάσω, μπορώ απλώς να το αναφέρω ως παράδειγμα του πώς η exit-pollωση λειτούργησε κι εδώ pollωτικά.
Κι ένα διασκεδαστικό είδος pollωσης. Με την ανάπτυξη του Ιντερνετιού κάθε ιστοσελίδα και κάθε βλόγιο(ν) μπορεί να κάνει και την δική του pollωση, επί παντός επιστητού! Έτσι φτάνουμε σε ένα σημείο να ρίχνουμε καμιά εικοσαριά ψήφους την ημέρα, το οποίο δεν οδηγεί πουθενά, αλλά κολακεύει το αίσθημά μας ότι ζούμε σε μια δημοκρατία, κι όλοι προσμένουν με αγωνία την γνώμη μας. Τελικά, οι διαδικτυακές pollώσεις αποτελούν όντως ένα τεκμήριο δημοκρατικότητας του Διαδικτύου, αλλά με την έννοια που έχει η κοινοβουλευτική δημοκρατία και στην υπόλοιπη ζωή: ότι δηλαδή ζητάνε την επιλογή σου σε προκαθορισμένα από αυτούς ερωτήματα, με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αρκούντως καθορισμένα και τα αποτελέσματα.
Σχετικές εκφράσεις:
Δεν ξέρω, δεν απαντώ (έκφραση που εκπορεύτηκε από μία προσφερόμενη επιλογή στις pollώσεις και απέκτησε ευρύτερη σλανγκική σημασία).
γκαλοπάρω: δεν σημαίνει να καλπάζεις με άλογο, από το «gallop», αλλά να καλπάσεις στις pollώσεις, σπεύδοντας να ρίξεις όσες πιο πολλές ψήφους μπορείς σε μια μέρα, από το «gallup», το «γκάλοπ», που βγαίνει από το όνομα του πρώτου pollώσαντος George Gallup, που ίδρυσε το Ινστιτούτο Gallup.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα pollωσης τρίτου είδους είναι η pollωση σ' ένα βλόγιο(ν) που ζητούσε την γνώμη μας αν είναι γκέι ο Μπομπ Σφουγγαράκης. Οι επιλογές ήταν: 1) τελειωμένη, 2) straighter than Clint Eastwood.
Οι σλανγκιστές πιστεύω ότι θα ψήφιζαν το πρώτο, αν έχουν διαβάσει το εν λόγω λήμμα.
Got a better definition? Add it!
Παρενέργειες από ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών οφειλόμενες είτε σε νοθευμένη ποσότητα, είτε σε ελλιπή μέτρα υγιεινής κατά τη χρήση. Περιλαμβάνονται: τρέμουλο, εφίδρωση, έμετοι, σπασμοί κ.α.
- Τί έχει ο χοντρός κι είναι έτσι;
- Άσε. Μάλλον ήτανε βρώμικο το σέο κι έπαθε ντέρτι...
Got a better definition? Add it!