Selected tags

Further tags

Κατεπείγουσα μέθοδος για τη αφαίρεση φράντζας-κουρτίνας, άραχνου μακιγιάζ και κλαψομούνικου ύφους, εν όψει εισόδου στην οικία ή την εργασία του γονέα ή σε οιονδήποτε χώρο είναι απαραίτητη η ευπρεπισμένη εμφάνιση.

Η αποτυχία της μεθόδου μπορεί να επιφέρει από απλούς κακεντρεχείς σχολιασμούς και βλέμματα, έως καρδιακά κι εγκεφαλικά επεισόδια σε εγγύτερα πρόσωπα (μητέρα, πατέρας και λοιποί συγγενείς).

- Θα πάμε σπίτι σου αργότερα;
- Πρέπει να κάνουμε emoκάθαρση πρώτα, διαφορετικά η μάνα μου θα πάθει ταμπλά....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άγιος των απανταχού της γης emo.

Παραδείγματα περιττεύουν.

Άη Λάινερ (από poniroskylo, 20/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σβαγκουροειδή πιπιναριά το κλίνουν πλέον το γιόλο κανονικά. Ωσεκτουτού λημματογραφούμε την σλανγκιά αυτή εν τη γενέσει της, στα σχολειά, τα ινσταγκράμια και στα ασκ.εφέμια.

Για να το κάνω πιο λιανά σε όσους γεννήθηκαν προ του 2000, γιολάρω σημαίνει προβαίνω σε κάθε λογής μαλακία, γιατί η ζωή είναι και καλά μικρή, και τις απαθανατίζω στο εξυπνόφωνο με ένα τσίου ή με μια σέλφικη ποζεριά, ποιούμενος πάντα την νήσσαν και με παρατεταμένα τον δείκτη και το μέσο δάχτυλο.

Βλ. το τελευταίο γιολάρισμα στην άσφαλτο γνωστού χιπχοπά (1ο μήδι).

1.
- Είδα τη λέξη «Σελφάρω».Έχω πάρει το λεξικό του Μπαμπινιώτη σκίζω μία μία τη σελίδα και τη μασάω.
- που να δείς και το «Γιολαρω». Όλη τη βιβλιοθήκη του Καποδιστριακού θα φας.

2.
- Θέλει αντοχές να ζεις χωρίς καταχρήσεις.. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι χάνεις το ωραίο κομμάτι αυτής της ζωής. Γιολάρουν.. και τέλος; έχουμε μία ζωή για να τα κάνουμε όλα πουτάνα...; ή μήπως για να τη ζήσουμε όσο καλύτερα γίνεται και να την αξιοποιήσουμε στο έπακρον.. Γιόλαρε το και άλλες πίπες. Ζήσε καλά.

3.
- «Δεν μπορώ τώρα, γιολάρω.» ~Barack Obama

4.
- γενικά γιολάρω τα σαββατοβραδα βλεποντας ταινιες

5.
- Τελικά ξεανγχωθηκα, δόξα τω θεω. Πέρα από το γεγονός ότι κατάλαβα ότι δεν έχω ξεχάσει τα πάντα όπως νόμιζα Razz συνειδητοποίησα ότι σήμερα είναι η τελευταία μέρα άγχους και από αύριο θα γιολαρω σα τις πουτάνες Laughing

6.
- ΓΙΟ ΓΙΟ ΚΑΤΣΑΡΙΔΑ ΜΕ ΜΑΓΙΟΟ ΠΟΥ ΓΙΟΛΑΡΕΙ ΣΑΝ ΤΡΕΛΟ ΓΙΟ ΓΙΟ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικρός κάγκουρας. Αυτός που από μικρός φαίνεται ότι θα μεγαλώσει. Δαρβινικό θαύμα της εξέλιξης. Το είδος καγκουρίκι εξελίσσεται σε κανονικό κάγκουρα.

Λήμμα το οποίο δεν χρειάζεται να βαθμολογηθεί ντε και καλά, απλώς το έβαλα για ευνόητους λόγους...

Καγκουρίκι (Long-eared Jerboa)
Η αλλιώς, ο Μίκυ Μάους της ερήμου. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να περιγράψει κανείς αυτό το μικροσκοπικό νυκτόβιο τρωκτικό με την μακριά ποντικίσια ουρά, τα μακριά πίσω πόδια που το βοηθούν να πηδά ψηλά και μακριά, όπως ένα καγκουρό, και τα ιδιαίτερα μεγάλα αυτιά. Το jerboa κυκλοφορεί σε κάποιες απομακρυσμένες, ερήμους θα λέγαμε, περιοχές της Κίνας και της Μογγολίας, ενώ μεγάλο ποσοστό από αυτά διασώζεται σε προστατευμένες περιοχές της Μογγολίας. Πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά για αυτό το παράξενο είδος, πέραν ίσως από της ιδιαίτερης προστασίας που απαιτείται γι’αυτό, σύμφωνα με την EDGE, ενώ περισσότερη έρευνα αναμένεται να διεξαχθεί μετά το πρώτο βίντεο που κυκλοφόρησε πριν ένα χρόνο και το δείχνει στην καθημερινότητά του.

από το ιντερνετικό ΙΝ2LIFE

(από ironick, 15/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο emo που και όλοι στην οικογένειά του είναι emo.

-Φίλε, ποια η γνώμη σου για τον Τάκη τον αυνανιστή;
-Δίκε μου, μην του μιλάς. Είναι καθαρόεμος. Κάναμε παρέα μέχρι που έμαθα πως όλο του το σόι ήταν emo...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάλεκτος που ομιλείται αυστηρά και μόνο από cool άτομα. Περιλαμβάνει εξελληνισμένες ξένες λέξεις, ε(κ)ξενισμένες ελληνικές κι άλλα τέτοια γλωσσικά μπασταρδέματα.

Ωσεκτουτού, ο όρος coolέζικα μπορεί εύλογα να θεωρηθεί recursive.

- Με άρχισε σε κάτι «τσιλ» και «σταφ» και «τσεκερά» και κάτι τέτοιες coolέζικες αηδίες και τον έστειλα από 'κει που 'ρθε, τον σάχλα!

Σχετικά: αού, κουλ, κουλαριστά, κούλαρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική απόδοση του «omg», συντομογραφία του «oh my god» που σημαίνει «ω θεέ μου». Χρησιμοποιείται κυρίως από gamers σε περιπτώσεις που συμβαίνει κάτι αξιοθαύμαστο ή όταν κάποιος το πνίγει.

Ο μι τζι ρε μαλάκα, το νούμερο δεν με χίλαρε και πέθανα!!

Ο μι τζι, ρε φίλε τι κώλος είναι αυτός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που παράχθηκε και χρησιμοποιείται (περισσότερο) από χαζά 14χρονα, που γράφουν το «τι κάνεις μωρό μου» κάπως έτσι: «t knc mwlo m;», και θέλουν να δηλώσουν ότι αστειεύονται, ότι κάνουν πλάκα δηλαδή.

- Ρε!
- Τι;
- Ρε έχασα την αγαπημένη σου μπλούζα, αυτή που μου δάνεισες...
- Τιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι;
- Χαχα έλα ρε πλακίζω! Ορίστε εδώ είναι, πάρτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα παιχνίδι που παίζεται από 14-16,συνοδεύεται από μια κίνηση των χεριών δείχνοντας στο ματζαφλάρι του καθενός και ποικίλει σε φαντασία. Μπορεί να περιλαμβάνει απλές ερωτήσεις, ανέκδοτα, και εάν κάποιος είναι αφηρημένος, και μόνον τότε, μπορεί να την πατήσει.

- Ε, ξέρεις σ' αγαπάει... - Ποιος;
- ΑΥΤΟΣ!!!!!!! ΧΑΧΑΧΑ
(καντήλες)

(από Άγης, 04/12/10)(από Άγης, 04/12/10)

Βλέπε και αυτός! 1-0.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified