Selected tags

Further tags

Ο πειναλέος κίναιδος στα καλιαρντά.

  1. Και η Αλέκα η αγαθόκλα αβέλει ντρέσες λουλουδάτο ξώβυζο φουστάνι χωρίς βάτες κι έχει κουρανταρισμένο το παγκρό και κουλικωμένη με ωραία χρώματα και με χαμόγελο colgate λέει ναι στον Αλέξη τον ασούξη, ναι στον Αντώνη τη μπιτζανού, ναι στον Βαγγέλη την μπαλογουγούλφω, ναι στον Φώτη τον ροζοροβεσπάκη, ναι σε ὀλα………(Αποκατέ).

  2. Τ ε χ ν ι κ ό ς (μοιρολατρικά αλλά και κάπως εκνευρισμένα): «Φέρτε μου τη γιατρεμένη μπιτζανού». (Μπάροουζ- Γυμνό Γεύμα).

Σκίτσο από το Ola de Palabras (από Khan, 15/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα νοσοκομεία η απλή αδερφή (νοσοκόμα) λογοδοτεί και υπάγεται στην δικαιοδοσία της προϊσταμένης ορόφου, της αρχι-νοσοκόμας που είναι υπέυθυνη για την ομαλή νοσηλεία των ασθενών ενός ορόφου ή τομέα του νοσοκομείου.

Κατ'αντιστοιχία λοιπόν, η απλή αδερφή δεν φτουράει μια μπροστά στην προϊσταμένη ορόφου. Μιλάμε για την αρχιαδερφάρα, τελειωμένη, κραγμένη, gay over, ξεφωνημένη, τρίπουστα, αδελφή του ελέους, καταπιόλα, τελειωμένη μέχρι το στρίφωμα.

Οι απλές αδερφές απλά κάνουν στην μπάντα και παίρνουν μαθήματα όταν η προϊσταμένη ορόφου επιτελεί έργο. Εντός και εκτός νοσοκομείων.

Συναντάται και ως σκέτο προϊσταμένη.

  1. (ενδονοσοκομειακή χρήση) Από το δωμάτιο σας μπορείτε να επικοινωνείτε με την Προισταμένη του Ορόφου πατώντας το κόκκινο κουμπί της τηλεφωνικής συσκευής του δωματίου σας. εδώ.

2.i (εξωνοσοκομειακή χρήση) -Ααααπ δε τα σηκώνει αυτά ο Ψινάκης. Άκου πρωτοπαλίκαρο!
-Ε μα ναι! Από προισταμένη ορόφου να καταλήξει πρωτοπαλίκαρο;;; Ε όχι! Έχει και ένα επίπεδο! εκεί

2.ii (εξωνοσοκομειακή χρήση) αλεξανδρος (πουσταρα, κραγμενη, αγριοπουστα, αδερφαρα, προισταμενη οροφου, τρελη, που να του αρεσουν τα ντραγκ σοου και να βαφει τα νυχια. παραπέρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες κωλομπαρέματος:

Πέον να σημειωθεί ότι ο πρώτος ορισμός είναι και ιστορικά ο πιο διαδεδομένος. Ο δεύτερος ορισμός που είναι ιδιαίτερα δημοφιλής με την Ντόρα Μπακογιάννη (βλ. εδώ) πιθανώς να προέκυψε από σύγχυση των ιδιοτήτων του κολομπαρά και του κωλοτούμπα.

Α' Μεγάλη Κατηγορία

1.
Είναι μεγάλη μαλακία που είμαστε συντηρητικός λαός και δεν μπορείς να θίξεις ιερά και όσια, αλλιώς θα ήταν ωραίο να διασώζονταν ιστορίες με γαμίσια αντιστασιακά, εγώ πάλι φαντάζομαι στις εξορίες μετά τι κωλομπάρεμα θα έπεφτε, σύντροφε, κάνε την αυτοκριτική σου, σκύψε όταν σου μιλά ο γραμματέας, κι έτσι.
Αλλά αυτά δεν μπορείς να τα λες στην Ελλάδα.

2.
Όταν τη κάνω να σκύβει πάνω στη ράχη της καρέκλας της, με κατεβασμένη τη κιλότα, βογκώντας και δαγκώνοντας τα δάχτυλα, δε προσπαθεί να ξεφύγει για να γλιτώσει το κωλομπάρεμα που τόσο φοβάται και τόσο αδιάντροπα λαχταράει.

B' Μεγάλη Κατηγορία

3.
Κάποιοι συριζαίοι που έχουν αρχίσει να ενοχλούνται από την παρουσία τόσων πασόκων παραπονιούνται στους ανώτερους. Βέβαια, οι πασόκοι που είναι μανούλες στο παπατζιλίκι και στο κωλομπάρεμα τους παίρνουν αγκαλιά με τον γνωστό πασοκικό τρόπο και τους μιλάνε φιλικά, σε ρόλο καλού μπάτσου, και τους εξηγούν ότι τώρα είναι μαζί τους και πρέπει να τους εμπιστευτούν γιατί όλοι μαζί θα διώξουν την δεξιά και το μνημόνιο. Το περίεργο είναι ότι τους πείθουν.

4.
Ούτως ή άλλως, η ρητορική της 17Ν υπήρξε ελαφρώς κωλομπάρεμα: κι αριστερά κι αντιτουρκικά! Και εθνικιστικά και διεθνιστικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θηλυκό αντίστοιχο του γκέϊ. Απλή εναλλακτική λέξη για τη λεσβία σε καιρούς πολιτικής ορθότητας.

Ποιός είδε γκέϊ με μουνί
και γκέϊσσα μ' αρχίδια;
Και αν κανείς διαφωνεί,
ποιά εννοεί υβρίδια;

Λεσβίες γκέισες στραπονιάζονται. (από Khan, 08/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης της λούγκρας που κρύβει κάποιος μέσα του. Αυξημένη πουστόζη δείχνει άτομο ασυνειδητοποίητο ως προς τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Δίχως το γνώθι σαυτόν, ως μικροτσούτσουνος, αναζητά φαλλικά υποκατάστατα με σκοπό να καταφέρει τη διείσδυση στο νιμού.
Πρωτακούσθηκε από τον σλάνγκαρχο Τζιπάκο.

- Σήμερα ήρθα στη δουλειά με την τζιπάρα μου. Λόγω αυξημένης πουστόζης ήταν ο μόνος τρόπος να σινιάρω τη γραμματέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεωρητικά: Η ομορφιά προσωποποιημένη, το με απέραντο κάλλος νεαρό μπουμπούκι, κάτι σαν adagio που μόνο ένα εξασκημένο αφτί μπορεί να διακρίνει το πασίγνωστο βασικό θέμα από την Ενάτη του Μπετόβεν, από τον Ύμνο στη Χαρά του Σίλερ:

« [...]ω Κόρη των Ηλυσίων Πεδίων,
ω Κόρη του Θεού, ω Κόρη του Ανθρώπου,
ω Κόρη του Υπέρτατου Όντος[...] »

Όλες οι ομορφιές του κόσμου, όλες οι αρετές που μπορούν να βρίσκονται σε μία κοπέλα μονάχα με μια δωρική, λιτή και απέριττη λέξη με τέσσερα γράμματα... (η) κόρη.

Πρακτικά/σλανγκικά: Η αδερφή προϊσταμένη. Ο στης-πού. Η τελειωμένη. H φτερού. Η κεκραγμένη. Ο παρενδυτικός ανώμαλος που έχει κάνει δεύτερο σπίτι του το Αβέρωφ ή το Σινέ Κοσμοπολίτ κ.α., ντύνεται σαν καρνάβαλος και έχει χόμπι του να τσιμπουκώνει πέντε πέντε τα γερόντια/κωλομπαράδες χωρίς να του καίγεται καρφί αν έχουν καταρρεύσει από το γέλιο οι υπόλοιποι θαμώνες του τσοντοσινεμά. Ο κλασικός λούγκρας που έχει γεμίσει τις τουαλέτες των Goody's, των Mc Donalds, των ΚΤΕΛ και του κάθε μπαρ με αγγελίες τύπου «Λόλα πάντα διαθέσιμη», «Έλενα μόνο για φορτηγατζήδες» κ.α. με σκοπό να εξαπατήσει το θύμα/υποψήφιο γαμιά με το δέλεαρ ότι πρόκειται για γυναίκα. Έχει συμβεί λίγο πολύ σε όλους μας (καθότι λιγούρια) να παίρνει κάποιος αυτήν την Λόλα ή την Έλενα τηλέφωνο και να απαντάει ο Μπάμπης ο Σουγιάς με αποτυχημένη γυναικεία φωνή.

- Ρε συ, άντρας είναι αυτό εκεί απέναντι; Χαβανέζικο πουκάμισο, μαλλί αλά Εθνικός Πουστάρ και βαμμένη μάπα. Τι κόρη είναι αυτή;
-Τι κόρη ρε φίλε. Αυτή δεν είναι κόρη, είναι τρίκορη!

(από Mpiliardakias, 02/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κραγμένη στον υπερθετικό βαθμό. Η τελείως κραγμένη. Η αποτελειωμένη και ξεφτιλισμένη λούγκρα. Ο απόπατος του gay οικοσυστήματος. Η απόλυτη αδέρφω. Η πουστάρα του κερατά. O σερ Λάνσελοτ του Αδερφάτου των Ιπποτών. Ο τιτανοτεραστίου βεληνεκούς στης-πού κ.ά.

Συνήθως η κοινωνική θέση της κεκραγμένης βρίσκεται πιο κάτω από τον μέσο όρο. Οι κεκραγμένες που κατέχουν ανώτερη κοινωνική θέση είναι πολύ σπάνιες γιατί η ανατροφή, η παιδεία, το lifestyle και το κύρος τους σπάνια τους επιτρέπει να εξελιχθούν σε «αρχοντοκεκραγμένες»(κάτι αντίστοιχο με τις αρχοντοπουτάνες αλλά σε στη-πού), την κρεμ ντε λα κρεμ, την αφρόκρεμα της πουτσίλας της gay αριστοκρατίας. Εν ολίγοις δύσκολα θα δει κάποιος ξεφτιλισμένη αρχοντοκεκραγμένη να γαμιέται σαν καρνάβαλος σε κάνα πάρκο με περίεργους τύπους χαμηλής κοινωνικής θέσης όπως η «ξαδέρφη» της η απλή κεκραγμένη.

Επίσης, η κεκραγμένη και συγκεκριμένα η «αρχή της κεκραγμένης» θα μπορούσε σε ένα παράλληλο gay σύμπαν να είναι κάτι σαν την «αρχή της δεδηλωμένης», τον όρο δηλαδή του Συνταγματικού Δικαίου που ορίζει ότι η κυβέρνηση οφείλει να έχει τη «δεδηλωμένη» εμπιστοσύνη της απόλυτης πλειοψηφίας των Βουλευτών κτλ. με την διαφορά ότι θα μπορούσε (με μια εντελώς εικαστική προσέγγιση) να εκφράζει αντίστοιχα τον όρο του Συνταγματικού Δικαίου των στη-πού κτλ.

- Έβλεπα πάλι στο youtube εκείνα τα παλιά μεσημεράδικα μ' εκείνη την κραγμένη τον Σ**********λο την θυμάσαι;
- Πως να μην την θυμάμαι ρε τέτοια κεκραγμένη; Καλά πώς μπορείς και βλέπεις αυτές τις μαλακίες;

(από Mpiliardakias, 04/02/15)(από Mpiliardakias, 04/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά: Ο τύπος που επιδίδεται στην τέχνη του στοματικού έρωτος, κοινώς της πίπας. Ένα ακόμη από τα πολλά συνώνυμα του τσιμπουκιού, του πουτσογλείφτη, του σακομπόλη, του τσιμπουκλή κ.α.

Η κατάληξη -δόρος προσδίδει θα λέγαμε έναν ιταλικό αέρα και νότες από την Αιώνια Πόλη, Fontana di Trevi κτλ. Η κατάληξη -δόρος όπως και οι περισσότερες αν όχι όλες άλλωστε οι λέξεις με την ίδια κατάληξη μας έμειναν μεταπολεμικά (αβανταδόρος, τορναδόρος, πιτσαδόρος κ.α).

Mεταφορικά: Late ενενήνταζ λέξη που πολλοί συνσλαγκιστές γεννημένοι την δεκαετία του '80 ίσως την θυμούνται με νοσταλγία από τα σχολικά τους χρόνια.
Χρησιμοποιούνταν συνήθως μειωτικά για τον γκέι ή τον και καλά γκέι της τάξης.

- Ρε μαλάκα μ'όλους τους γκέι της τάξης κάνεις παρέα;
- Ποιούς ρε μαλάκα; Με τον Στέφανο ήμουν στο γηπεδάκι.
- Ποιόν Στέφανο ρε μαλάκα; Τον μεγαλύτερο πιπαδόρο του ΤΕΕ; Ντροπή σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες άουτινγκ:

  • Το οικειοθελές «βγάλσιμο από την ντουλάπα»:Όταν μια μέχρι πρότινος κρυφή ντουλαπίστρια εκδηλώνεται και εξέρχεται επισήμως εκ του ερμαρίου. Η γκεοσύνη άλλοτε πανηγυρίζεται εν χορδαίς και οργάνοις και άλλοτε αναδύεται πιο απλά χωρίς φτερά και τυμπανοκρουσίες.
  • Το σεξιστικό κράξιμο κάποιου υποτιθέμενου ομοφυλόφιλου από τρίτους: Φαινόμουνο βαθύτατα φασιστερό, όπως όταν η «Αυριανή» αποκαλούσε τον Μάνο Χατζηδάκι «χαμερπή ομοφυλόφιλο» και «κίναιδο ολκής», προτρέποντας τους γονείς να προστατευόσουν τα παιδιά τους «από το ηθικό ΑIDS αυτού του βρωμερού υποκειμένου» (εδώ, βλ. και παράδειγμα 2).
  • Η δημόσια παραδοχή κάποιου «ένοχου μυστικού», όχι ντε και καλά σεξουαλικής φύσεως:Όταν πιχί κάποιος παραδέχεται ότι έχει κάνει πλαστική εγχείριση, είναι άθεος, την έχει μικρή, κ.ά. (βλ. παράδειγμα 3)

    Εκ του αγγλικάνικου outing.

1.
Περιμένω να γίνει ένα άουτινγκ στους ομοφιλόφιλους συντρόφους που είναι στην κυβέρνηση (...) να βγούνε να πούνε ότι είναι ομοφιλόφιλοι όσοι είναι και είναι αρκετοί (...) Αυτός ο άνδρας ο Βαρουφάκης ο Γιάνης (...) εκεί που είχε ανάψει η κουβέντα δεν άντεξε (...) και άρχισαν να του φεύγουν τα χέρια αριστερά και δεξιά σαν κοπελίτσα, ο δε Τσακαλώτος αφέθηκε κι αυτός σαν πεταλουδίτσα (...) ο Σακελλαρίδης - προσέξτε, αυτά είναι σοβαρά σημειολογικά - φεύγει κανονικά σαν κοπέλα τελειωμένη, δηλαδή δεν μπορεί να συγκρατηθεί... (Τζίμης Πανούσης «Στο Μικρόφωνο» του e-roi.gr, 4/2/15)

2.
Αλλά και άλλοι «εθνοπροδότες» υφίστανται τακτικό «άουτινγκ» από τις ναζιστικές φυλλάδες:

  • «Η γνωστή για τις “ανωμαλίες” της Λιάνα Κανέλλη θα ”βραβευόταν” φέτος με το επαίσχυντο “βραβείο Ιπεκτσί”…» («Στόχος», 10.2.1993).%
  • Όταν κάποιοι έγραψαν σε αθηναϊκό τοίχο ότι «Ο Μεγαλέξανδρος ήταν αδελφή» -Μάρτιος 1993- τα πυρά, προφανώς, στράφηκαν εκ νέου κατά των «προδοτών ομοφυλοφίλων». «Υπερασπιζόμενος τα όσα έγραψε για τον κοσμοκράτορα μας Μεγαλέξανδρο η σπείρα των Δημητράδων, ο εραστής του Γιωργάκη Παπανδρέου, Γρηγόρης Βαλλιανάτος, παρουσίασε “πίνακα” όλων των διασήμων Ελλήνων στους οποίους απέδωσε τις δικές του ιδιότητες» (17.3.1993)

3.
Κάνω άουτινγκ για το μικρό μου πουλί, να ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι μικροτσούτσουνοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γουστάρει να την τρώει. Αυτός που αρέσκεται σε υψηλά μακρόστενα και ζουμερά πράγματα.

Το μελώνει το μελομακάρονο.
Το τρίβει το πιπέρι.
Το γυαλίζει το πόμολο.
Και όλα τα συναφή...

Βλ. λουγκρητία, λούγκρα, όπου και παραδείγματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified