Selected tags

Further tags

Υψηλή χαητζικαρία "βαρά" κάποιος όταν τον έχει πιάσει κάτι και λέει βλακείες και κάνει χαζά πράγματα. Πολλές φορές για την υψηλή χαητζικαρία ευθύνεται η κατανάλωση αλκοόλ.

-Θέλω να σοβατίσω τα δόντια μου, χαχαχα
-Ααα καλά, αυτός έχει βαρέσει χαητζικαρία 100.

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιά έκφραση που σημαίνει μεθάω ελαφρά. Συνώνυμο του «τα κοπανάω».

- Μαμά γιατί είναι έτσι σήμερα ο μπαμπάς;
- Ε, τα έτσουξε χθες λιγάκι με τους φίλους του, δεν είναι τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σουρωμένος, λιώμα, γκολ, χικ.

Έσκασε μύτη ξημερώματα, ντε Γκολ και είχε όρεξη για καβγά.

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που περιγράφει την αλλοπρόσαλλη και εκτός εαυτού κατάσταση που έχει παρέλθει κάποιος, κυρίως λόγω αλκοόλ και λοιπών ουσιών. Η μαγεία της κρύβεται στην μεταφορική και κυριολεκτική ερμηνεία της.

Μεταφορικά μιλώντας, η έκφραση παρομοιάζει το υποκείμενο με ένα μαινόμενο άλογο που χλιμιντρίζει πλέον, αντί να μιλάει, καλπάζει ελεύθερο δεξιά και αριστερά, δίχως ίχνος κούρασης η αντίληψης του χώρου και του χρόνου,προσπαθώντας να τερματίσει μια απροσδιόριστη διαδρομή που ούτε το ίδιο δεν γνωρίζει. Ένα ατίθασο άτι, απελευθερωμένο από τον ζυγό της βάρβαρης σοβαρότητας.

Σε κυριολεκτικό επίπεδο το νόημα βρίσκεται πίσω από την έλλειψη λογικής που διέπει κάθε πράξη του υποκειμένου, καθώς επίσης και στην ανικανότητα του να αρθρώσει μια απλή πρόταση ή/ και λέξη.

Άλογο έγινε πάλι χθες ο Βασιλάκης...Ξεκίνησε την τσέτσα από το απόγευμα και κατά τις 12 άρχισε να χλιμιντρίζει. Στο τέλος φάσωνε κάτι αγάλματα που παίζαν παραπέρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει λιώμα στα αρβανίτικα, κυρίως από μεθύσι.

Μπε λιάρδα = έγινε λιώμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση, που ενδέχεται να πρωτοεμφανίστηκε και ως παροιμία, η οποία δηλώνει την σπατάλη μέχρι τελευταίας δεκάρας του αποταμιευμένου (συχνά σε πολύ δύσκολες έως απάνθρωπες συνθήκες) προϊόντος του εργατικού μόχθου σε ευτελείς και εφήμερες ασχολίες και δραστηριότητες. Κατά μία άποψη, η φράση ειπώθηκε από μετανάστες που έχοντας φάει χρόνια και χρόνια να δουλεύουν σε χώρες του εξωτερικού, επέστρεψαν στην Ελλάδα και κατασπατάλησαν τις οικονομίες τους εν μία νυκτί.

Η ίδια η φράση έχει ξεφύγει από τους παλιννοστούντες και χρησιμοποιείται σε πιο γενικό περιβάλλον με τη σημασία που διατυπώνεται στην επάνω παράγραφο. Κοινώς, δουλεύουμε σαν τα σκυλιά και καταναλώνουμε σαν να μην υπάρχει αύριο. Με το που πιάνουμε λεφτά, σπεύδουμε αμέσως να τα σκάσουμε σε οτιδήποτε μας γυαλίσει ή μας κάνει να ξεφύγουμε λίγο από τη μίζερη πραγματικότητα. Βγάζουμε και ξοδεύουμε επιτόπου με τελικό στόχο να ρεφάρουμε. Κάποιοι το αποκαλούν ηττοπάθεια, κάποιοι άλλοι μικροαστισμό και έλλειψη προνοητικότητας στους χαλεπούς αυτούς καιρούς, κάποιοι σπεύδουν να διατυπώσουν οικονομικές θεωρίες και να αναλύσουν τάσεις του κύκλου του χρήματος. Και κάποιοι άλλοι απλά δεν δίνουν δεκάρα.

Ασίστ: Γιαγιά Αθανασία

  1. ΑΡΑΙΓΟΛΟΥΗΔΕΣ: Τσιμπήσαμε ένα 100euro και εφαρμόζουμε το ρητό ότι βγάλαμε στα ξένα στο μ….. και στην ταβέρνα. (Εδώ)

2.Δεν νομίζω ότι η Ανακοίνωση του Harijohn προσφέρεται για να αναπτύξουμε θέμα περί δημοκρατικών κλεισίματων δρόμων.
Εδώ μιλάμε για ξεπέτσωμα της τσέπης των πολιτών και αν χρειαστεί θα βοηθήσω και στο κλείσιμο της Αθήνας για όλη την ημέρα, ειρηνικά πάντα
Μακάρι να παραλύσουν τα πάντα για να καταλάβουν ότι ο κόσμος δεν γουστάρει να πληρώνει αδιαμαρτύρητα τις λαμογιές κανενός Αν δεν υπάρξει συμμετοχή του κόσμου του χρόνου θα διπλασιαστούν.
Αρκεστείτε λοιπόν στο να δηλώσετε αν πράγματι συμφωνείτε σε αυτή την πορεία και τα υπόλοιπα είναι θέμα που μπορεί κάποιος να ανεβάσει στην Γενικά Συζήτηση.
Προσωπικά θα συμμετάσχω γιατί δεν αντέχει το πετσί μου το Δούλεμα και ακόμη γιατί σαν Δ.Υπάλληλος σηκώνω το 82% του βάρους των φόρων αυτού του κράτους.
-Εδώ είναι που κολλάει αυτό που λέμε ''ότι βγάλαμε στα ξένα ,στα μο#$^νια και στην ταβέρνα'' (Εκεί)

3.Εδώ πάει το ότι βγάλαμε στα ξένα στο νιμού και στην ταβέρνα...
Σε ρηχά νερά σημερα οι επιλογές μου αφού αυτούσιο δεν πέρασε τίποτα...το ότι κλαίει επίσης όλη η Ευρώπη απο αυτά που έσπασαν επίσης δεν μου λέει τίποτα...η χασούρα μου σήμερα ήταν αρκετή απ' την στιγμή που μπήκα στο τριπάκi του Live βλέπε κάτι Μάντσεστερ κάτι Γιουβέντους κάτι Τότεναμ μην σου πώ...Μεγάλες ομάδες είναι τρώνε γκόλ στην έδρα τους νωρίς..ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΘΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΟΥΝ...ΝΑΙ ΜΩΡΕ ΠΩΣ.... (Παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντάσσεται με τη λέξη μπουκάλι, ή με το είδος ή την επωνυμία του ξιδιού που θα αγοραστεί. Το ξίδι ή το μπουκάλι μπαίνει συνήθως χωρίς άρθρο, αν πρόκειται για ένα, ή το πολύ με λέξεις τύπου «κάνα», βλ. παραδείγματα.

Λέγεται στο έτσι, συνήθως χωρίς χωρικό προσδιορισμό και χωρίς υπονοούμενα, εννοώντας αγορά φιάλης με ξίδι προς ομαδική κατανάλωση. Συνήθως σε μπαρ, κλάμπ, μπητσόμπαρο ή μπαρόκλαμπο, ενδεχομένως δε και σε μπητσόκλαμπο, αλλά όχι περιοριστικά.

Λογικά, η φράση είναι σύντμηση του «βάζω ρεφενέ για μπουκάλι», αλλά ίσως να μην είναι κ πολύ τραβηγμένο να το ετυμολογήσει κανείς απ' το ότι όταν παίρνεις μπουκάλι σε μαγαζί το βάζουν σε τραπέζι με τα σχετικά να το διακοσμούν. Κλίνω υπέρ της πρώτης πάντως.

  1. - Πώς θα την παίξουμε απόψενες;
    - Εμένα θα μ' έψηνε να βάλουμε κάνα μπουκαλάκι μπακάρντι.
    - Ού ρε φλώρε. Ρε Γιάννη, πιάσε ένα μπουκάλι άμπσολουτ με τα παρελκόμενα.

  2. - Ρε θείο, έχουμε ξεμείνει από ξίδια στο γραφείο και μάθς χωρίς αλκοόλ δεν γκένεν.
    - Να βάλουμε κονιακάκι;
    - Μέσα.

  3. - Τι είπε χτες;
    - Χαλαρά μωρέ. Βάλαμε ένα μπουκαλάκι στο Captain's corner, αλλά το λήξαμε νωρίς τελικά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.

  2. Συντόμευση της καβάντζας, βλ. καβάντζα.

  1. Μωρό μου έχω πιει μια κάβα, μόνο εσύ λείπεις.

  2. - Με τη Γιάννα τι έγινε τελικά;
    - Τίποτα, την έχω για κάβα τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της αλκοόλας. Λέγεται και για τα δύο φύλα. Άκρως υποτιμητικό (ενώ το αλκοόλα έχει και μια χαριτωμενιά).

Πάρ' την από δω αυτή τη μπέκρα, μας χαλάει το μαγαζί ναουμ'.

Drunk Effect (από nick, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνδρομο ΔΘΧ (Δεν Θυμάμαι Χριστό) χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα κενά μνήμης που προκύπτουν έπειτα από μακροχρόνια (ή έντονη) κατανάλωση "μαλακών" ναρκωτικών όπως το χόρτο και το αλκοόλ. ΔΕΝ χρησιμοποιείται για να περιγράψει διαλείψεις κατά την διάρκεια μέθης ή/και μαστούρας.

- Καλά ρε δεν θυμάσαι το πάρτι της σχολής πρόπερσι? - Άστα να πάνε φίλε, μάλλον το ΔΘΧ αρχίζει να με χτυπάει άσχημα.

Got a better definition? Add it!

Published