Further tags

Οι στερεότυπες, δογματικές, κενές περιεχομένου πλην πάντα καμαρωτές κασέτες πολιτικών, δημοσιοκάφρων, συνδικαλιστών και πάσης φύσεως -πατέρων και λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων.

Η παραδοσιακή αριστερά έχει συνεισφέρει τα μάλα στον πλούτο της ξύλινης γλώσσας, χωρίς όμως να κατέχει οποιαδήποτε αποκλειστικότητα.

Αντιδάνειο εκ των γαλλικών xyloglossie και xylolalie.

- Εξαιρετικός οδηγός ξύλινης γλώσσας άνευ διδασκάλου, εδώ.

Τυχαία δειγματοληψία ξύλινων εκφράσεων που φορέθηκαν τα τελευταία χρόνια:

Κομματική ξύλινη γλώσσα

  • Αγαπητέ σύντροφε, εάν διαβάζεις κάθε μέρα τον Ριζοσπάστη, θα ξεπηδούν από μόνα τους τα αναγκαία επιχειρήματα, χωρίς να χρειάζεται να σκέφτεσαι (Οδηγητής)
  • Αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη
  • Αντιλαϊκή συναίνεση
  • Αντιμνημονιακός
  • Απόψε νίκησε η δημοκρατία
  • Αστικορεβιζιονιστές
  • Αυγό του φιδιού
  • Αυτοδιοικητικοί
  • Βαθύ ΠΑΣΟΚ
  • Βάναυση αντιλαϊκή πολιτική
  • Για ένα καλύτερο αύριο
  • Δάνειες συνάμεις
  • Δεν θα διστάσουμε να θίξουμε κεκτημένα συμφέροντα
  • Διαλεκτικό προτσές
  • Διαρθρωτικές αλλαγές
  • Δημοκρατικές χώρες (κυρίες με αναφορά σε χώρες τ. Β. Κορέα)
  • Δούναβης της σκέψης (ο Νικολάε Τσαουσέσκου)
  • Εθνικά περήφανο και κοινωνικά δίκαιο
  • Εθνοσωτήριος επανάστασις
  • Το Κόμμα μας υποβάλλει σε θυσίες για να γινόμαστε καλύτεροι κομμουνιστές. Είμαστε το Κόμμα των Θυσιών!
  • Είναι «ξύλινη γλώσσα» το ότι υπάρχει ταξική εκμετάλλευση;
  • Εκσυγχρονισμός
  • Επαγρύπνηση
  • Επάρατος επταετία
  • Έχοντες και κατέχοντες
  • Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε
  • Ή μαζί μας ή εναντίον μας
  • Η μεγάλη δημοκρατική παράταξη
  • Η παράταξη που ανέδειξε έναν Ελευθέριο Βενιζέλο
  • Η μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη της Ν.Δ.
  • Θα διαφυλάξουμε με κάθε τρόπο το εισόδημα του ελληνικού λαού
  • Θα λάβουμε πρόσθετα μέτρα αν χρειαστεί
  • Θα χυθεί άπλετο φως
  • Ιδεολογική επιτροπή
  • Ιμπεριαλισμός
  • Κάνουμε πράξη το όραμα
  • Καταδικασμένος στην συνείδηση του λαού
  • Κλιμάκωση του αγώνα
  • Κρέας για κανόνια
  • Λακέδες των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων
  • Λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις
  • Μεγάλος Τιμονιέρης (Μάο Τσε Τούνγκ)
  • Με ενότητα κι αγώνα!
  • Μηδενική ανοχή στη διαφθορά
  • Νεροκουβαλητής στον μύλο της αντίδρασης
  • Ο τάδε είναι ένα καταξιωμένο στέλεχος του κινήματος
  • Παραμένω απλός στρατιώτης της παράταξης
  • Περήφανα νιάτα, τιμημένα γηρατειά
  • Πιστός σύντροφος
  • Πλατιές λαϊκές μάζες
  • Πολιτική (αλλά όχι κομματική) αποκατάσταση
  • Πολυκατοικία
  • Πράσινη ανάπτυξη
  • Πρώτοι στα μαθήματα και πρώτοι στον αγώνα
  • Ρήξεις με το κατεστημένο
  • Σκληρό ροκ
  • Στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα
  • Στηρίζω Κουλούρη, να πέσει το αγγούρι
  • Συμμετοχή του κυρίαρχου λαού
  • Το Κόμμα δεν κάνει λάθη
  • Τον πολέμησαν τα γνωστά κέντρα
  • Τον πολέμησαν τα γνωστά συμφέροντα
  • Τροϊκανοί
  • Φόλα στο σκύλο...
  • Χάρτινη τίγρη
  • Χρονοντούλαπο της ιστορίας

Δημοσιοκαφρική ξύλινη γλώσσα

  • Aυξήσεις- φωτιά
  • Βάλτε μια άνω τελεία
  • Βιβλική καταστροφή
  • Εξοστρακίστηκε
  • Επτασφράγιστο μυστικό
  • Εφιαλτικό σενάριο
  • Η αδρεναλίνη είναι στα ύψη
  • Η αστυνομία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό
  • Η συνέχεια επί της οθόνης
  • Κατάθεση ψυχής
  • Πύρινη λαίλαπα
  • Τελευταίο αντίο στον τάδε που μετέβη στην «γειτονιά των αγγέλων»
  • Το θερμόμετρο χτυπά κόκκινο
  • Το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκαλο
  • Τσουνάμι αντιδράσεων
  • Ύστατο χαίρε στον στοχαστή, στον πολιτικό, στον άνθρωπο

Διανοουμενέ ξύλινη γλώσσα

  • Αμφιμονοσήμαντη σχέση
  • Aντιήρωας
  • Αποδόμηση
  • Αποξένωση
  • Μετα-

Γιάπικη ξύλινη γλώσσα

  • Λίστα του ντου
  • Σκεφτείτε έξω από το κουτί
  • Στο πίσω μέρος του μυαλού μας
  • Στο τέλος της ημέρας
  • Υπάρχει (δεν υπάρχει) πλαν μπι

Σύγκρινε: ακυρολεξίες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σ’ εμάς το τσιμέντο ήρθε από το τούρκικο çimento και ετυμολογείται από το λατινικό caedere: τέμνω / κόβω.

Έκφραση που προέρχεται από τα σινάφια κυνικών πολιτικών, ανέμπνευστων αρχιτεκτόνων, μηχανικών, οικοδόμων, ακόρεστων οικοπεδούχων και οικοπεδοφάγων και λοιπών πάρα πολλών συνεμπλεκόμενων παραδόπιστων. Συμπούρμπουλοι, αντιμετώπισαν συνειδητά μονόμπαντα επιτακτικές οικιστικές ανάγκες, μπαζώνοντας και ταρατσώνοντας τα πάντα όλα σε βαθμό κακουργήματος.

Ανάγοντας ουσιαστικά τον όρο σε οικονομική πολιτική δεκαετιών, έγιναν υπεύθυνοι για το καρακιτσάτο βλαχομπαρόκ που κατέστρεψε τα ιστορικά κέντρα των πόλεων και μόλυνε αισθητικά και την ύπαιθρο, δυσχεραίνοντας κι υποβαθμίζοντας την καθημερινότητα όλων.

Σαν όρος αποτελεί διαστρέβλωση του «fiat lux» σε πολλά επίπεδα και μια από τις εκφράσεις που δίνουν καίρια –κατά τη γνώμη μου- το στίγμα του παρτάκια νεοέλληνα που αδυνατεί να πάρει κάβο τη διαφορά μεταξύ κέρδους και πλούτου.

Υπογραμμίζει: το ποιόν της οικολογικής του συνείδησης, το κοντόθωρο του βλέμματός του προς το μέλλον, το εγωκεντρικό της ύπαρξής του σε σημείο αυτισμού, την αποκοπή του από τη Φύση – Κόσμο σε σημείο υποβιβασμού της σε ντεκόρ, και στην τελική, την έλλειψη κουλτούρας κι αισθητικής.

Ως γνωστότατον, σημαίνει: «στ’ αρχίδια μου», «δε γαμείς;», «δεν πα’ να καεί / χαθεί», «σιγά μη κάτσω να σκάσω», ζαμανφού, χέστηκα, «δεν πειράζει», «δε βαριέσαι» και όλα τα σχετικά ωχαδερφικά και σταρχιδικά που δηλώνουν πλήρη αδιαφορία.

Όμως επιπλέον όσων έχουν καταγράψει Τριαντάφυλλος και Μπάμπης, έχει φτάσει να σημαίνει και:

--- «ντέφι να γίνει», «τέλος πάντων», «περασμένα ξεχασμένα» τα οποία εισάγουν μια απόχρωση μεγαλοψυχίας κι ανωτερότητας που, σε διαπροσωπικό επίπεδο, μπορεί μεν να οδηγεί σε πολύ μεγάλα πράγματα, σε πολιτικοκοινωνικό επίπεδο δε, δίνουν κώλο στην ατιμωρησία, καταργώντας κάθε επίφαση ντεμέκ δημοκρατίας, οπότε επιπλέουν μόνο μιζοκινούμενοι φελλοί με κληρονομικό χάρισμα και το σινάφι τους.

Και βέβαια αυτή η γονιδιακή (;) ανικανότητα αντίληψης του ποιος είναι ποιος και του τι είναι σοβαρό και τι όχι, γνωστή αναντάμ παπαντάμ («Ἕλληνες ἀεὶ παῖδές ἐστε, γέρων δὲ Ἕλλην οὐκ ἔστιν» -ο γέρος φέρει και μια άλω σοφίας), μαζί με σακατεμένο σκληρό –στον οποίο επένδυσε κάποτε φανερά διαβόητο πολιτικό βαμπίρ- και με πρωτοπόρα παιδεία, ανοίγουν το δρόμο στην εύκολη χειραγώγηση πάρα πολλών -νταξ, με τη βοήθεια δολίων ΜΜΕ -από πολύ λίγους εντός κι εκτός, αφού τηρηθούν, βεβαίως-βεβαίως, τα απαραίτητα προσχήματα προς εσωτερική κατανάλωση. Όχι πως πολλοί δεν την έκοψαν τη δουλειά, αλλά το status quo φευ, κλωνοποιείται ευκολότερα απ’ όσο κλονίζεται.

---Στο στόμα μαφιόζου με μεταπτυχιακό στην άπω Εσπερία, ηχεί αμετάκλητα θανατηφόρο για το υποψήφιο θύμα.

  1. Όταν η αστυνομία δεν μπορεί να περιφρουρήσει τα σπίτια της, που είναι τα αστυνομικά τμήματα, θα κάτσει ν ασχοληθεί με τη βία στα γήπεδα; Τσιμέντο να γίνει.
    (διεκπεραιωτικά)

  2. Αν οι «δουλειές» πάνε καλά, τότε τσιμέντο να γίνει το Κυπριακό, η κυριαρχία στο Αιγαίο ή η Μακεδονία και οι διεκδικήσεις των Σκοπιανών.

  3. Γι’ αυτό, για τις ανομίες που έκανε η κυβερνώσα παράταξη τα τελευταία 5,5 χρόνια, να μην πούμε κύριοι «τσιμέντο να γίνει», αλλά, να τούς καλέσουμε να πληρώσουν για τα εγκλήματά τους

(όλα από το δίχτυ)

  1. -Νονέ μου, κερατώνει το αθώο το μωρό μου μ’ εκείνο το τσουλί τη Λίλιαν.
    -Καλά! Θα του σπρεχάρω δυο φωνήεντα.

-Φαξάρισε στου Βουβού τη φωτό και στείλε μήνυμα: «τσιμέντο να γίνει».
-Στο Μπάμπη;
-Ποιον άλλον; Και τσακίσου φέρε τη Λίλιαν.
-O.K., Ντον!


Μακάβριο: Τσιμεντωμένο πτώμα κάτω από τζακούζι, σε οικία στο Μαρούσι!

(εμπνευσμένο απ’ την πραγματικότητα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει: «σάλτσα και γαμήσου, σιγά μην κάτσω και ασχοληθώ με το κάθε σούργελο, την κωλοδουλειά αυτή την κάνω μόνο μέχρι να διοριστώ στο δημόσιο».

Πρόκειται για στερεότυπη απάντηση βαριεστημένου πωλητή καταστήματος σε ερώτηση πελάτη.

Σκηνή στην Καλογήρου:

Πελάτισσα (βουπού): - Τα mules αυτά βγαίνουν σιμπιζάκι;
Πωλήτρια (με ύφος ρεητσαρλίνας): - Ό,τι βλέπετε!
Πελάτισσα (κάτω από τα μουστάκια της): - Μule-άρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικη αργκό, για τον ειδικευμένο (;) δικηγόρο στο δίκαιο της ευθύνης από αυτοκινητιστικά ατυχήματα.

Οι δικηγόροι που ασχολούνται με τα τουτού, έχουν στην Αθήνα ολόκληρο κτήριο δικό τους (Νο 3 Ευελπίδων), διαθέτουν ομοιόμορφα απαθή αλλά πονηρά μούτρα και γνωρίζονται όλοι μεταξύ τους, αφού αποτελούν ιδιαίτερο σινάφι.
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι δεν «σκοτώνονται» μεταξύ τους επ’ ακροατηρίω (χάριν του πελάτη) κι ότι δεν παίζουν δικονομικές πουστιές ο ένας στον άλλο (π.χ. καθησυχάζει τον συνάδελφο ότι ματαιώθηκε η δίκη λόγω απεργίας γραμματέων, ενώ η συγκεκριμένη γραμματέας-κομματόσκυλο δεν απήργησε και τον ερημοδικάζει).

Έξω απ’ το κτήριο, η εικόνα θυμίζει την κολυμβήθρα του Σιλωάμ από τους μπανταρισμένους, τους πατεριτσοφόρους, τους χωλούς, τις κλαίουσες χήρες και τα ορφανά κλπ ενάγοντες, που περιμένουν υπομονετικά την σειρά τους να δικαιωθούν!
Ιδιαίτερη προσοχή οφείλουν να έχουν οι δικηγόροι των εναγομένων (συνήθως ασφαλιστικών εταιριών), που καλούνται να παίξουν το ρόλο του «κακού», υποβάλλοντας προσβλητικές ερωτήσεις και αμφισβητώντας πρόσωπα και πράγματα σε έντονο και καχύποπτο ύφος, προκειμένου να μειώσουν τα (φουσκωμένα) αιτούμενα κονδύλια αποζημιώσεως του ενάγοντος θύματος.

Άλλωστε, δεν είναι σπάνιο, κάποια χήρα ή κάνας ψωμωμένος συγγενής θύματος, να τους καταχερίσει, όταν βγουν από την αίθουσα. Αντίθετα, οι δικηγόροι των εναγόντων (του θύματος ή των επιζώντων συγγενών αυτού), είναι μειλίχιοι σαν κωλομπαράδες του Κατηχητικού και παρασταίνουν τους τεθλιμμένους, ιδίως τα κοράκια, που αναλαμβάνουν μόνο θανάτους εργολαβικά (γενναίο ποσοστό επί της επιδικασθησομένης αποζημιώσεως).

Αλλά το αν και το ποιος θα πάρει τί, είναι ζήτημα του εκάστοτε προέδρου, αφού τα περισσότερα φράγκα που έγκεινται στην ηθική βλάβη (τραυματισμός) ή την ψυχική οδύνη (θάνατος), υπόκεινται στην ανέλεγκτη κρίση του κι έτσι:

[i]Η λαμαρίνα - η λαμαρίνα, όλα τα σβήνει
Mας έσφιξε η Ευελπίδων σαν μια ζώνη
Kι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ’ το τιμόνι
Πώς παίζει ο πρόεδρος κονδύλι με κονδύλι...[/i]

- Τί δουλειά κάνεις;
- Δικηγόρος!
- Και με τί ασχολείσαι; Ποινικολόγος;
- Μπάαα! Λαμαρινάς! Έχω τον «Φοίνικα»...

Κι ο Michael Clayton ήταν λαμαρινάς! (από Khan, 22/09/09)Στο 4:02 και 6:06 η άποψη του προέδρου για τις σωφερίνες! (από HODJAS, 03/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαια μάγκικη έκφραση, που επιβιώνει ως απειλή σε καβγάδες συνήθως συνταξιούχων. Συναντάται και ως σεντεγκλέρια. Τί σκατά είναι όμως το σιντεγκλέρι / σεντεγκλέρι; Και γιατί τραβιούνται; Έλαμου, ντε.

Αφού έσπασα το κεφάλι μου, προκρίνοντας τούρκικη προέλευση (sinek-sinekler = μύγα-μύγες) άρα τραβιέμαι/τσακώνομαι «σαν τις μύγες», κατά την τούρκικη παροιμία, βλ. και τούρκικη μετάφραση Sineklerin Tanrisi = Lord of the Flies (William Golding 1954), ο δαιμόνιος Μπετατζής μου επέστησε την προσοχή, στην μορφή σαντικλέρι, διότι κάπου ανακάλυψε στη νεοελληνική λογοτεχνία την λέξη αυτή ως γυναικείο κοκαλάκι για τα μαλλιά.

Επίσης, υπάρχει Μη Κερδοσκοπικό Σωματείο www.santikleri.gr στην πόλη του Βόλου.

Φτου κι απ’ την αρχή.

Πάμε στους φρατέλλους μας λοιπόν.

Υπάρχει και μια σύγχυση με την γαλλική λέξη Santéclair = καλή υγεία / ευζωία και την ρουμανική Santicler = ένα γλυκό με αβγό, ζάχαρη κι αλεύρι.

Υπάρχει όμως κι η φραγκισκανή Αγία Κλαίρη της Ασσίζης (1194-1253) ή Saint Clair[e] ή Σάντα Κλάρα ή Κιάρα (εξού και το επώνυμο Sinclair), ιδρύτρια του Τάγματος της Πενίας των Γυναικών, η οποία inter alia, λατρεύεται ως πατρόνα των διακριτών συντεχνιών (guilds) των χρυσοχόων (goldsmiths) και των διακοσμητών επίχρυσων αντικειμένων (gilders).

Η Αγία Κλαίρη λοιπόν, στην Καθολική αγιογραφία, εικονίζεται να κουβαλάει πάνω της ένα φυλαχτό (monstrance < λατ. monstrare = επιδεικνύω ή pyx < pyxis < ελ. πυξίς = ξύλινο κουτί/δοχείο), το οποίο περιείχε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου.
Τούτο προς ανάμνηση της θρυλούμενης εκδίωξης των στρατιωτών του Φρειδερίκου του ΙΙ Χόχενστάουφεν, με την Επίδειξη-Έκθεση της Θείας Μετάληψης προς αυτούς, ενώ προσεύχονταν γονυκλινής (ποιος ξέρει τί παίχτηκε)...

Μάλιστα, στην Αγγλία ακόμα και σήμερα εφαρμόζεται ένα ιδιότυπο δικαστήριο για το Trial of the Pyx, δηλ. την εξακρίβωση-πιστοποίηση της περιεκτικότητας των νομισμάτων της Βασιλικής Μήτρας σε συγκεκριμένα και αποδεκτά μέταλλα.

Τέτοια φυλαχτά με Σώμα & Αίμα είτε σε μορφή στρογγυλού μεταλλικού μενταγιόν είτε ως μικρά ξύλινα ή μεταλλικά κουτάκια (τα οποία έσερναν μαζί τους σε μια δερμάτινη τσάντα [burse]), είχαν πάντοτε μαζί τους οι Δυτικοί ιερωμένοι, προκειμένου να τελέσουν το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, εις όφελος όσων λόγω π.χ. ασθενείας ή φυλάκισης, αδυνατούσαν να προσέλθουν σε ναό.

Εξ άλλου και σήμερα πολλοί πιστοί έχουν μαζί τους ένα φυλαχτό μ’ ένα μικρό κομμάτι από original Τίμιο Ξύλο, που το γράφει στην ούγια και πωλείται σε ελάχιστες ποσότητες (για να φτάσει για όλους). Οπότε ο Ζωρζ Πιλαλί, μάλλον υπερέβαλε λιγάκι, όταν σε κάποια μωραϊτο-αμερικάνικη πρόζα του, περιέγραψε την φάση όπου καλούσε τη γκόμενα ν’ αράξει στον καναπέ του, που ήτανε ολάκερος από Τίμιο Ξύλο (σμιλεμένος στο χέρι)!

Αν ισχύουν όλ’ αυτά, εδώ στην έκφραση έχουμε το ρήμα «τραβιέμαι», με την κυριολεκτική έννοια (τραβολογάω-ώ-ιέμαι), δεδομένου ότι στους καβγάδες, το πρώτο πράγμα που σηματοδοτεί πάλη, ήταν να βουτήξει ο ένας τον άλλο απ’ τα πέτα (βλ. έκφραση «ήρθαμε πέτο με πέτο») ή απ’ το σταυρό-φυλαχτό κλπ, ενώ κατά τις ιστορικές λεηλασίες ή ακόμα και σήμερα ληστείες, το πρώτο πράγμα που διαρπάζεται-κόβεται με την βία είναι τυχόν πολύτιμο κόσμημα στο στήθος (πολλές φορές πάνω στη φούρια κόβονταν και αυτιά που φορούσαν σκουλαρίκια! – Σ.Σ. το ίδιο κάνουν σήμερα τα σεπτά όργανα της Τάξης, όταν διενεργούν την προβληματικής συνταγματικότητας «εξακρίβωση» ή «προσαγωγή υπόπτου», όταν ο «ύποπτος» δηλ. κανας 20άχρονος φοράει σκουλαρίκια = τον τραβάνε απ’ το σκουλαρίκι με πίκα, έτσι, να πονέσει ο πούστης) και όχι η μεταφορική έννοια τραβιέμαι = ταλαιπωρούμαι, κάνω μακρά οδοιπορικά, έχω μπλεξίματα («τραβηχτικές») κλπ.

Την λέξη σαντικλέρι = φυλαχτό, διακοσμητικό, τιτριμίδι, στολίδι για τα μαλλιά, την απαντά κανείς και σήμερα (κομμάτι περιορισμένα όμως λόγω παλαιότητας) στα παρ’ ημίν εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας.

Άλλωστε, τα επιστήθια -και μη- στολίδια είχαν διάφορα είδη και ονόματα (φυλαχτά, εγκόλπια/γκό[ρ-λ]φια, χαϊμαλιά, κιουστέκια, τρέμολα, σπίλες, σπλίγγες, ξελίτσια, καμπάνες, καράβελα, πρεπενδούλια, κριτσάπια, μποτόνια, αμπράκαμοι, κωνσταντινάτα / κωσταντιά-ντινά, βενετιά, διμισκιά κλπ), αναλόγως προς την εξάρτηση-συνάφεια των τεχνιτών με την Δύση ή την Ανατολή (π.χ. το ισνάφι τους λέγονταν ελ. χρυσικοί ή ιταλ. τζογιελιέρηδες ή τουρκ. κουγιουμτζήδες/κοϊμτσήδες/κοεμτζήδες ή αραβ. τζιοβαερτζήδες). Μύλος...

Έπειτα, ας μην ξενίζει η «έκπτωση» λατρευτικού αντικειμένου σε διακοσμητικούς χαριεντισμούς. Το καθ’ ημάς κομπολόι, ελάχιστα χρησιμοποιείται στα καφενεία ως ροζάριο...

Αν η έκφραση προήλθε κατ’ ευθείαν από την χρήση ως διακοσμητικό της γυναικείας κώμης, τότε για την σημασία της δεν χρειάζεται να πάμε μακριά... (βλ. μαδομούνι, ήρθαμε μαλλί με μαλλί / εξτένσιον με εξτένσιον, γατοκαβγάς κλπ).

Αυτήν την ερμηνεία μπορώ ν’ ανασυνθέσω προς το παρόν, μέχρι να εμφανισθεί κανάς επιστήμων από την Γαλλία, που να τα’ χει πεί πρωτύτερα και να’ ναι πιο προικισμένος...

- Τσιμπάς ζάρι λέμε! Απ’ το σπίτι σου τα 'φερες;
- Εγώ; Να στραβωθώ! Να με πάνε δεμένο στον Άγιο! Μα τη Μπαναΐα όχι!
- Βρε ακούς εκεί που σου λέω; Παίζε καθαρά, για θα τραβηχτούμε σαν τα σιντεγκλέρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογιστική αργκό (!) της διαφθοράς.

Τα ρολά αποδείξεων, που έχουν στην διάθεσή τους οι καταστηματάρχες, όταν κλείνουν ταμείο κάθε βράδυ, έχουν την ένδειξη Ζ (ζήτα) και αντιστοιχούν στις εισπράξεις της ημέρας.

Τούτο αποτελεί μονάδα μέτρησης απαιτητού ποσού είτε από διεφθαρμένους εφοριακούς, που έρχονται τάχαμου για έλεγχο, είτε από υπερ-προστατευτικούς νταβατζήδες με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου...

-Τελικά τί έγινε με τον έλεγχο; Τη σκαπούλαρες;
-Εμένα μου λες; Του’ δωσα τρία ζήτα και καθάρισα...

υπάρχουν και νόμιμες... ζήτα τες... (από BuBis, 08/09/09)(από patsis, 23/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναντάμ παπαντάμ οι καπάτσες γυναίκες έλεγαν ότι το μυστικό για να κατακτήσεις την καρδιά ενός άντρα είναι να κατακτήσεις πρώτα το στομάχι του. Και μετά, αφού ερωτευτεί τα σουτζουκάκια σου, για να τον κρατήσεις, πρέπει να του στέκεσαι σαν μια καλή μαμά, να τον προσέχεις, να του μαγειρεύεις, κ.λπ. (η κατσαρόλα – κατσαρόλα).

Εύκολο να γίνει κατανοητό μέσα από τις εξής υποθετικές εικόνες:

Εικόνα 1 (χάλια): Τον έχεις και τρέχει όλη μέρα να σου φέρει λεφτά για τα γκούτσι σου και τα ντιόρ σου, δεν τρώει, πίνει πέντε καφέδες χωρίς ζάχαρη και σκάει σπίτι με νεύρα τεντωμένα και στην τσίτα και τον ταΐζεις σουβλάκια ντιλίβερι με πατάτες πανιασμένες που 'χουν μείνει στον σουβλατζή από χτες: τι κουνήματα να του κάνεις ρε κοπελιά, χαμπάρι δεν θα πάρει ότι φοράς το κόκκινο σιθρού βρακί αυτοκινήτου. Θα πάρει το τηλεκοντρόλ να δει τον αγώνα και θα τον τσαντίζει ακόμα και το που αναπνέεις.

Εικόνα 2 (αυτή!!! –κρατηθείτε, ακολουθεί η κεντρική ιδέα του ορισμού): Αντιθέτως με την προηγούμενη εικόνα, σκέψου, τι αποτέλεσμα έχει να του μαγειρέψεις ένα καλό γεύμα: τον περιμένεις με τα κεράκια αναμμένα, το τζάκι να καίει νωχελικά, το σπίτι ευωδιάζει νόστιμο φαγάκι, τον ταΐζεις στο στόμα με τον τρυφερό σολομό που η υφή του παραπέμπει σε βελούδινο γυναικείο δέρμα, τον κερνάς ένα μεθυστικό κρασί με φρουτώδες άρωμα, του σερβίρεις τις κατακόκκινες μοσχοβολιστές φραουλίτσες (σχήμα καρδιάς)... όλα παραπέμπουν ενδόμυχα στο σεξ σε όλο το σκηνικό... χαλαρώνει και του 'ρχεται. Σε κοιτάει και γλείφεται κι ας φοράς και το περιοδόβρακο (λέμε τώρα).

Σο, το να μαγειρέψεις ένα καλό γεύμα είναι καλό για σένα κοπέλα του σήμερα.

Για ενισχυμένα αποτελέσματα μπορεί να γίνει επιλογή από γνωστά αφροδισιακά όπως:

  • Χαβιάρι ή / και στρείδια (ο ψευδάργυρος τεντώνει / την γαμοτεστοστερόνη –έκανα ποίμα, έκανα ποίμα),
  • Ραπανάκια (τα 'τρωγε ο Φαραώ που του αρέσαν τα πικάντικα και χαίρονταν οι σκλάβες),
  • Μπανάνες (έχει και το σχήμα έχει και την χάρη –μαγικά ένζυμα που τον κάνουν ζαγοράκη),
  • Σαμπάνια (ε, καλά, αυτό το ξέρει κι η κουτσή Μαρία),
  • Σοκολάτες (επίσης το ξέρει ο κόσμος όλος, παραγωγή ενδορφινών στον εγκέφαλο κάργα),
  • Σύκα (τι λες τώρα!αυτό λοιπόν προσωπικά δεν το ήξερα, το βρήκα όμως στο νετ, το 'χαν λέει οι αρχαίοι Έλληνες για πολύ καυλωτικό αλλά κρατάω επιφυλάξεις γιατί αυτοί γαμιούνταν μεταξύ τους...),

και τέλος πάντων διάφορα τέτοια μαγικά.

Να σημειωθεί πάντως ότι τα όρια είναι πολύ δυσδιάκριτα και πρέπει να είμαστε προσεκτικές. Στο καλό γεύμα που θα μαγειρευτεί, πρέπει να επικρατούν γεύσεις και αρώματα φινετσάτα, αέρινα, πλούσια και όπως και δήποτε να αποφεύγονται τα τσιγαριστά, τα σκόρδα και τα όσπρια.

Επίσης, οι ποσότητες σε ένα καλό γεύμα πρέπει να είναι σχετικά μικρές (όπως σε κάτι γκουρμέ εστιατόρια που σου σερβίρουν μια υπέροχης γεύσης κοτσιλιά σε ένα τεράστιο πιάτο στολισμένο με σάλτσα από σπάνιο σμέουρο), αλλιώς, άμα τον παραταΐσεις, θα ρευτεί σαν μοσχάρι και θα πάει κατευθείαν για ύπνο.

Ασίστ: στο ΔΠ από τον Χαλικού.

Παράδειγμα 1 - Το σχόλιο της υπογράφουσας σε αυτό το λήμμα:

Ε: Ο άντρας μου φτάνει πάντα σε οργασμό, μετά τον παίρνει ο ύπνος και δεν μου προσφέρει εμένα έναν.

Α: Δεν είμαι σίγουρος πως καταλαβαίνω το πρόβλημα. Ίσως ξεχάσατε να του μαγειρέψετε ένα καλό γεύμα.....

Παράδειγμα 2:
(Η Ευφροσύνη το πήρε απόφαση και χωρίζει τον Μπάμπη. Αυτός απελπισμένος τραγουδάει:)

Μπάμπης: Μ' αφήνεις τώρα που έμαθα κοντά σου
και ζω μονάχα για το μουσακά σου
και το στιφάδο και τα γεμιστά σου
όχι όχι άλλος πια λαπάς όχι όχι ούτε τραχανάς

Μείνε μαζί μου και μη μ' αγαπήσεις
μόνο πατάτες να μου τηγανίσεις
και λίγο λίγο να τις ξεροψήσεις
όχι όχι όλες μην τις φας όχι όχι άσε και για μας

Τι θα γίνω μες στη ζωή, αν ξυπνήσω ένα πρωί
και κοιτάξω στην κατσαρόλα, από μέσα να λείπει το φαΐ...

Ευφροσύνη:

Α ρε Μπάμπη, σου μαγείρευα ένα καλό γεύμα κάθε βράδυ γιατί διάβασα το κόλπο στο www.slang.gr, αλλά δεν το εκτίμησες ούτε αυτό, την γλώσσα σου στο αιδοίο μου δεν είδα... Έχε γεια αγαπημένε...

clopyright άσματος από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκνευρίζομαι σε εκρηκτικό βαθμό, νευριάζω πολύ και απότομα, τα παίρνω στο κρανίο, μου ανάβουν τα λαμπάκια, με πιάνουν τα διαόλια μου. Όλο αυτό συνήθως πυροδοτείται από κάτι εξωφρενικό που συνέβη και μ' αγγίζει, ίσως μια θρασεία συμπεριφορά που στρέφεται εναντίον μου, χωρίς να αποκλείονται όμως τυχαία περιστατικά που δεν έχουν να κάνουν με ανθρώπους.

Βασικό στοιχείο της σημασίας της έκφρασης είναι ότι, για τον άνθρωπο που παίρνει ανάποδες πρόκειται για εξαίρεση στον προσωπικό του κανόνα - δεν μιλάμε δηλαδή για γενικά ευέξαπτο άνθρωπο. Ίσως θυμίζει τον χαρακτηρισμό ανάποδος αλλά και την έκφραση «θα με μάθεις κι απ' την καλή κι απ' την ανάποδη», δεν προέρχεται, ωστόσο, από εκεί αλλά από το λεξιλόγιο των μηχανών εσωτερικής καύσης.

Τα κινητά μέρη μέσα στον κινητήρα (έμβολο κλπ) πρέπει να ακολουθούν πάντα μια προδιαγεγραμμένη και απολύτως συγχρονισμένη πορεία για να καεί το καύσιμο και να αποδώσει έργο. Το έμβολο (ή πιστόνι) κινείται γραμμικά, δηλαδή πάνω-κάτω μέσα στον κύλινδρο, ο διωστήρας (ή μπιέλα) μετατρέπει την κίνηση από ευθύγραμμη σε περιστροφική και την μεταδίδει στον στροφαλοφόρο άξονα. Από κει, πολύ-πολύ απλουστευτικά, μεταδίδεται στις ρόδες (αν μιλάμε για αυτοκίνητο) και τις περιστρέφει.

Η περιστροφική κίνηση της μπιέλας σε μια ορισμένη μηχανή γίνεται πάντα με συγκεκριμένη φορά, δεξιόστροφα ή αριστερόστροφα. Έλα όμως που σε κάποιες μηχανές υπάρχει η πιθανότητα, η μπιέλα και συνεπώς και ο στροφαλοφόρος και όλο το σύστημα να περιστραφούν αντίθετα απ' ό,τι πρέπει. Τότε λέμε ότι η μηχανή «παίρνει ανάποδες στροφές».

Από την μηχανολογική σκοπιά του πράγματος δυο περαιτέρω στοιχεία μας ενδιαφέρουν για το λήμμα: Πρώτον, ότι η μηχανή παίρνει ανάποδες στροφές εκεί που δεν το περιμένεις, ιδίως στην εκκίνηση και, δεύτερον, ότι η συμπεριφορά της μηχανής γίνεται ιδιαίτερα βίαιη, αφού λειτουργεί εντελώς αντίθετα στις κατασκευαστικές της προδιαγραφές, ακούγονται από μέσα σπαραχτικοί και εφιαλτικοί ήχοι και, αν δεν την σβήσεις, μάλλον θα σου βαρέσει μπιέλα και θα την πάρεις στο χέρι ή στην μασχάλη, που λέει κι ο επαγγελματίας.

Σημειώνω σαν trivia:
1. Μάλλον μόνο οι δίχρονες μηχανές μπορούν να πάρουν ανάποδες στροφές ή κυρίως αυτές.
2. Το φαινόμενο, γενικά, εννοείται ότι δεν είναι συχνό.
3. Μερικές μεγάλες ντιζελομηχανές πλοίων είναι φτιαγμένες να δουλεύουν και ανάποδα, αντί άλλου συστήματος, για την «όπισθεν».

  1. Από εδώ:
    Δεν με νοιάζει αν είστε κάποιοι κονομημένοι, μαγαζάτορες, άεργοι Ή απλά ηλίθιοι και μαζόχες. Άμα ακούω άνθρωπο να λέει καλά κάνουν και κόβουν τους μισθούς και τα δώρα παίρνω ανάποδες. Στις συναναστροφές μου έχω αρχίσει τα μπινελίκια σε όσους αρχίζουν τέτοιες πα... ιές.

  2. Από εδώ:
    θα μπορούσα να αναρωτηθώ «πόσο μαλάκες είμαστε;» Ήρθαν χθες τα τέλη κυκλοφορίας του αμαξιού μου και πήρα ανάποδες. 202 ευρώ από 168 αύξηση 20%. Και εγώ φέτος πήρα αύξηση 3%. Τι σχόλιο να κάνω για να μην αρχίζω να βρίζω τον ανιψιό του θείου, τον bonnet du cheval και τους λοιπούς μαθητευόμενους μάγους;

  3. Από εδώ (διασκευή):
    Και μια τελευταία ερώτηση... μάλλον από τα xp είναι το πρόβλημα. όταν παίζω και πάω να κερδίσω (πέντε με έξι φορές μου το έχει κάνει) μου βγάζει ένα μήνυμα ότι πρέπει να τερματιστεί το Online.exe και ζητούμε συγνώμη (μας υποχρέωσες) κτλ (ο Υ/Η είναι καθαρός ούτε virus ούτε τίποτα). Πως μπορώ να το διορθώσω αυτό το πρόβλημα;... Παίρνω ανάποδες να μου τερματίζεται. Παίζω με το άγχος μην μου τερματιστεί γιατί αν τερματιστεί την ώρα που παίζω, χάνω και το θέμα είναι να χάνω όταν δεν παίζω καλά και όχι επειδή το θέλει ο υπολογιστής με τα errors του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για συντόμευση του ρητού «Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος» το οποίο είναι γνωστό τοις πάσει, αλλά άγνωστη είναι στους πολλούς η προέλευση του.

Πρωτοεμφανίστηκε ως ρήση από τον Λουκιανό στους Νεκρικούς διαλόγους μεταξύ Χάρωνος και Μενίππου, με τον δεύτερο να απαντάει στην αξίωση του πρώτου να πληρωθεί το ναύλο του για το ταξίδι στον Άδη. Ο Μένιππος, ισχυριζόμενος ότι δεν έχει μία, λέει του Χάρωνος: «Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος».

Η διάσωση του ρητού μέχρι τις ημέρες μας μαρτυρά αφενός ότι τα κεντρικά θεμέλια του πολιτισμού πηγάζουν από την αρχαιότητα, αφετέρου δε ότι εμείς, λόγο της αγραμματοσύνης και της ασχετοσύνης μας, ουδεμία γνώση έχουμε για την πορεία των λέξεων και φράσεων που χρησιμοποιούμε. Τα τελευταία δε 50 τουλάχιστον χρόνια χρησιμοποιείται στην αργκό από υπερχρεωμένους και μπατίρηδες δανειζόμενους οι οποίοι όντες ανίκανοι να αποπληρώσουν τα χρέη τους, ανταπαντούν στους δανειστές τους: «Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος».

Στην πορεία ανακαλύφτηκε ένας ακόμη αρχαίος, προς αποφυγήν της χρήσης του παραπάνω ρητού ο Τειρεσίας, φτου, κακό χρόνο να έχει.

- Τι θα γίνει ρε εσύ μόρτη με τα δέκα τάλαρα που οφείλεις
- Τι να γίνει Βάγγο, δε βλέπεις, δε παίζει σάλιο, δεν υπάρχει μια, πανί με πανί είμαι, δεν...
- Άσε τα σάπια και δικαιολογίες Πανάγο, μη γίνεσαι καζαντζίδης και πέσε το παραδάκι
- Ουκ αν λάβεις Βαγγελάκη μου παρά του μη έχοντος
- &($)&^)&@^$&%^&(%(^+(@@##!&&&

(από Stravon, 03/09/09)νέο logo για την slang police... (από BuBis, 03/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαια έκφραση που ωστόσο χρησιμοποιείται ακόμα και δηλώνει εξάντληση της υπομονής – αγανάκτηση του λέγοντος, συνεπεία εξακολουθητικής δυσμενούς καταστάσεως.

Η έκφραση ανάγεται στην εποχή (μέχρι και πριν καμιά 50αριά χρόνια), κατά την οποίαν οι αφικνούμενοι σε λιμάνια έδιναν τις αποσκευές τους σε κάποιο βαστάζο (ή τουρκομερίτικο χαμάλη ή ιταλομερίτικο φακίνο), που τις ζαλώνονταν και βουρ για το ενδιαίτημα του ταξιδιώτη.

Η τιμή ήταν συμφωνημένη («πριξ-φιξ» που λέμε), αλλά πολλές φορές ο προορισμός ήταν δύσβατος (π.χ. λόφος, σκαλιά κλπ) ή ο ταξιδιώτης δεν θυμόταν ακριβώς την διεύθυνση ή μπερδεύονταν -κι ο φορτωμένος σαν ζώο χαμάλης άρχιζε να βαρυγκομά «τι θα γίνει κύριος; Θα πάει μακριά η βαλίτσα;».

Μάλιστα, η έκφραση έχει απαθανατισθεί με το τραγούδι «η βαλίτσα» του Γ. Μουζάκη, με την φωνή της Σπεράντζας Βρανά και κατόπιν της Βίκυς Μοσχολιού:

[I]Είναι άσχημο πολύ
το δικό σου το βιολί
ζεις μονάχα για χουζούρι κι αγκαλίτσα
Μάσα, ξάπλα, τεμπελιά
κι ούτε σκέψη για δουλειά
πού θα πάει τέλος πάντων
η βαλίτσα

Λες και είσαι δηλαδή
του σουλτάνου το παιδί
θέλεις τρέλες θέλεις κέφια
κάθε μέρα
Δεν μ΄αρέσουν όλα αυτά
και στο λέω ορθά κοφτά
η βαλίτσα δεν πηγαίνει παραπέρα

Σκέψου λίγο την δουλειά
γιατί μόνο με φιλιά
το στομάχι δεν γεμίζει
μια σταλίτσα
Σκέψου κι άλλαξε μυαλά
και κατάλαβε καλά
πως μακρύτερα δεν πάει η βαλίτσα[/I]...

Περί της προελεύσεως του λήμματος, συμφωνεί ο Ηλίας Πετρόπουλος (μ' ένα σωρό παραθέματα), στο άρθρο του «Η χαμαλίκα και η ζαλίκα», που δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία και σταχυολογήθηκε στο βιβλίο «Καπανταήδες και μαχαιροβγάλτες», Νεφέλη, Αθήνα 2001, σελ. 207 et seq.

Βέβαια, υπήρχαν και τα παρατράγουδα. Προ αιώνος και βάλε, τα ταξίδια ήταν δύσκολα, γίνονταν με πλοίο, το ταξίδι διαρκούσε εβδομάδες, ίσως και μήνες και η επίσκεψη αναγκαστικά μήνες ή και χρόνια, οπότε οι αποσκευές ήσαν ιδιαίτερα ογκώδεις.

Ο Άγγλος αρχιτέκτονας Charles Robert Cockerell (1788-1863), που κόπιασε στην Ελλάδα το 1810, ήταν μέλος μιας διεθνούς εταιρίας αρχαιοθηρών και ξήλωσε τον Ναό της Αφαίας, της Ολυμπίας και των αρχαίων Βασσών, που να του κοβότανε απ' το ζβέρκο... Σημειώνει με έκπληξη, ότι μόλις πάτησε το πόδι του στην Αίγινα (ναός Αφαίας), ζήτησε από κάτι φουστανελλοφόρους να τον βοηθήσουν με τα τσουμπλέκια του. Κανείς δεν προσφέρθηκε. Στη συνέχεια, δήλωσε ότι δίδει γενναία αμοιβή σε όποιον κουβαλήσει τα πράγματά του μέχρι το ξενοδοχείο. Αμέσως ξεχύθηκαν καμιά τριανταριά λεχρίτες να εξυπηρετήσουν το μιλόρδο. Παρ’ όλα αυτά, ο περιηγητής σύντομα έχασε την υπομονή του, αφού παρατήρησε ότι κωλοβαρούσαν και οι τριάντα και δουλειά δεν γίνονταν, οπότε έμπηξε τις φωνές, ότι θα πληρώσει μόνον αυτούς που θα εργασθούν φιλότιμα.

Τότε, λέει, οι χαμαλαραίοι παράτησαν τους μπόγους και τα μπαούλα, σχημάτισαν ένα κύκλο κι άρχισαν να χορεύουν...

  1. - Τι θα γίνει με τα νοίκια που μου χρωστάς; Θα μου τα δώσεις καμιά φορά; Πέντε μήνες πάνε κι όλο στο «περίμενε» μ’ έχεις! - Τώρα πιάνω δουλειά, σ’ ένα – δυο μήνες τά’ χεις το δίχως άλλο!
    - Σκουπίσου κι απόφαγες! Η βαλίτσα δεν πάει παραπέρα. Θα πάω σε δικηγόρο...

  2. (Πατέρας):
    - Δε μου λες, για πότε το βλέπεις το πτυχίο; Έξι χρόνια κι ακόμα να την τελειώσεις τη ρημάδα τη νομική. Σε λίγο πας φαντάρος, θα πάει μακριά η βαλίτσα;
    (Γιος):
    - Έλα μωρέ, πώς κάνεις έτσι; Να, κάνα-δυο μαθήματα έχουνε μείνει (από τα εύκολα)... Σιγά, το Σεπτέμβρη ορκίζομαι, ορίστε!
    (Πατέρας):
    - Πάει καλά... Για φέρε μου τότε μιαν αναλυτική βαθμολογία, να δω τι σκατά έχεις περάσει...
    (Γιος – με δέος):
    - Είναι ανάγκη;
    (Πατέρας):
    - Ανάγκη και κόψιμο να σε πιάσει! Φέρε λέω να δω τα χαΐρια σου, γιατί σάμπως και να μου τα μασάς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified