Selected tags

Further tags

Έκφραση της Ιθάκης υπό μορφή κατάρας.

Ώρέ ασίφταε με τρόμαξες, που να'μπουν ούλοι οι διαούλοι μέσα σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Παίζω πάγκο» κάποιον: είναι όρος του μπιλιάρδου που σημαίνει πως όποιος χάσει θα πληρώσει για τον χρόνο χρήσης του τραπεζιού.

- Σε παίζω πάγκο ένα εννιάμπαλο.
- Όχι πάγκο ρε φίλε, θα με ξεφτιλίσεις και δεν έχω φράγκα. Μισά μισά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν τα καταφέρνω.

Πάει κάποιος να προλάβει το τρένο, αλλά η πόρτα κλείνει και μένει απ' έξω. Αυτός έφαγε άκυρο.

Δες ακόμη: άκυρο, ρίχνω άκυρο, και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαζή έκφραση που δηλώνει απόλυτη αδιαφορία, με υπογραφή. Ήταν πολύ της μόδας κατά την δεκαετία του '80. Το «Στ' αρχίδια μας κι εμάς» παρουσιάζεται εδώ σαν να ήταν στίχος με την υπογραφή του ποιητή Κωστή Παλαμά. Παρόλο που δείχνει να κάνει συμπτωματικά ομοιοκαταληξία το όνομά του, μάλλον δεν είναι απολύτως τυχαία η επιλογή «εθνικού» ποιητή για τον... εθνικό αυτόν στίχο.

- Αν το κάνεις αυτό θα σου πούνε ότι είσαι μαλάκας...
- «Στ' αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς»...

βλ. και *X/ΜΟΥ, *x/m, στ' αρχίδια μου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σπέρμα. Εκ του: πέος + τζους (juice= χυμός)

- Λες να τα πίνει η Γεωργία;
- Αυτή; Τρελαίνεται για πεοτζούς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακρωνύμιο της πρότασης "πίπα-κώλο χωρίς ανάσα". Χρησιμοποιείται είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά, εννοώντας έντονη δυσφορία και δυσκολία.

Σχετικά: πίπα-κώλο

-Πω ρε τι έβαλε ο παλαβός; Θέματα ήταν αυτά; Μας πήγε ομαδικώς ΠΙΚΩΧΑ...

Got a better definition? Add it!

Published

Κάνω πρωκτικό sex. Κυρίως ως απειλή. Επίσης το συναντάμε και ως «γεμίζω κρέας το κωλάντερο».

- Εσύ ήπιες όλες τις μπύρες ρε;
- Ναι...
- Ε, θα σου γεμίσω τον κώλο κρέας για να μάθεις να μην το ξανακάνεις!

όμως ήρθε η ώρα να σε γαμήσω κι εγώ, ψωλορουφήχτρα. (από jesus, 30/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Τα κασέρια.

Τα φλόκια.

-Η Μαρία τα τρώει τα κασέρια;
-Ναι ρε, γουστάρει τα αλμυρά!

Got a better definition? Add it!

Published

Συνήθως μετά το κώλιασμα έρχεται το κόλιαντρο.

Κόλιαντρο γίνεσαι όταν μετά απο πολλά τσιγάρα ξεπερνάς πρός το υπερβολικό το αρχικό κώλιασμα του τσιγάρου που σε έπιασε φυσιολογικά και συνεχίζεις πίνοντας και φτάνεις στο υπέρτατο σημείο που δεν καταλαβαίνεις τίποτα.

Επιθεωρητής κόλιαντρο είναι ο παλληκαράς στην παρέα σου που όταν δεν καταλαβαίνει κανείς πού είναι τα χαρτάκια και τα βλέπετε για βαρκούλες, σκάει απο το πουθενά σα να μην ήπιε όσο εσείς και συνεχίζει να στρίβει και να μην την ακούει με τπτ... Τυχερός; Μπα...

Μαλάκα κόλιαντρα γίναμε πάλι, άντε να δούμε ποιος θα κάνει τον επιθεωρητή αυτήν τη φορά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φουσκωτή κούκλα με τα ανατομικά και γεννητικά χαρακτηριστικά της γυναίκας, που εξυπηρετεί παθολογικούς αυνανιστές και περιστασιακούς αυνανιζόμενους.

Προτιμάται και από φανατικούς εργένηδες.

Προφανώς, ο όρος προέκυψε απ' το προτέρημα της φουσκωτής έναντι της αληθινής, ν' αναδιπλώνεται και να περιορίζεται, χωρίς πολλά-πολλά, σε μια βαλίτσα μετά τη χρήση.

- Τι μούτρα είναι αυτά ρε Ευγένιε; Μη μου πεις... Τσακώθηκες πάλι με την Τασούλα;
- Άσε ρε Γιωργάκη... ΓΥΝΑΙΚΕΣ... δεν τις ξέρεις ρε; Μ' άρχισε πάλι τα τρελά της, και την έστειλα σούμπιτη... Έτσι όπως πάει, θα ψωνίσω και γω μια απ' αυτές τις μαντάμ ντε σακ ντε βουαγιάζ να βρω επιτέλους την υγεία μου...

(από xalikoutis, 04/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified