Selected tags

Further tags

«Λέει / κάνει / πετάει βατράχια» σημαίνει λέει / κάνει μαλακίες ή και γενικότερα άσχετα.

- Ο Slash είναι ο καλύτερος κιθαρίστας πάνω στη γη!
- Τι βατράχι πέταξες πάλι το άτομο;;;;

Απαράδεκτοι. Στο 5:35. (από patsis, 07/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξουμε την δυσαρέσκειά μας στον συνομιλητή μας, ο οποίος μάλλον πουλάει μούσια-κοινώς είναι φιδεμπορούλης ή απλώς το συμβάν για το οποίο μας μιλάει δεν ακούγεται και τόσο αληθινό.

Συνώνυμα: «και μετά ξύπνησες», «μη φας, έχουμε γλάρο / γλαρόσουπα», «ναι, ναι ό,τι πεις», «παραμύθια της Χαλιμάς», «μήπως είναι ξάδερφος σου ο Μινχάουζεν;».

- Και γυρνάω το γκομενάκι που λες και τσακ! της τον φερμάρω από μπρος...
- Χέσε μας ρε μαλάκα Τάκη! Καλό το παραμυθάκι, αλλά δεν έχει δράκο! Εσύ δεν έχεις τρακάρεις γκόμενα σε 30 χρόνια...

(από Koridikax, 18/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του φιδιάζω.

Πάνω που είχα κουλουριαστεί στη φωλίτσα μου με φώναξε ο διοικητάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν αφαιρέσετε την συλλαβη -μή- απο το όνομα Αρχιμήδης, θα βγει μια άλλη λέξη που σημαίνει όρχεις.

- Ο δημητράκης κάνει συνέχεια μαλακίες.
- Άσ'τον, είναι Αρχιμήδης διχως Μη.

(από Khan, 27/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή η λέξη έχει την έννοια «για να» και συγχρόνως την αντίθετή της: «για να μην». Η απόλυτη παράνοια!

  1. Προκειμένου να δέσει η μαγιονέζα, προσέξτε το αυγό να είναι σε θερμοκρασία δωματίου (προκειμένου = για να)

  2. Δεν έπιασε ψάρια και προκειμένου να γυρίσει σπίτι με άδεια χέρια πήγε στο ιχθυοπωλείο και αγόρασε 2 κιλά τσιπούρες (προκειμένου = για να μην)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιπλήττω αυστηρά, ξεχέζω.

- Ο Πάγκαλος πρόγκηξε λίγο την Όλγα Τρέμη, λέγοντας της ότι επιθυμεί την κατάλυση του συντάγματος και ανέβηκε η πίεση της παρουσιάστριας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διέδωσε, διέσπειρε φήμες, διήγγειλε.

Λέγεται στο β' ή γ' πρόσωπο, όχι στο α'.

- Ο Θανάσης βγήκε και είπε ότι εγώ χάραξα το αυτοκίνητο του Πέτρου

- Ο Πάγκαλος βγήκε και είπε ότι μαζί τα φάγαμε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί ένα εγχείρημα να σου φαίνεται περίπου γνωστό και βατό, αλλά αυτό το περίπου είναι αρκετή διαφορά για να τα κάνεις σκατά. Κυριολεκτικά.

Κάτι τέτοιο θέλει να πει ο ποιητής. Κάτι, δηλαδή, σαν την διάκριση που πρέπει να επιδείξεις μήπως και η κατάσταση δε σε παίρνει, διότι τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κώλους. Ναι, μπορεί να οδηγάς παπάκι αλλά μη μπερδεύεσαι, άλλο πράμα η χιλιάρα. Το νου σου. Θα φας τα μούτρα σου. Θα πας για μαλλί και θα βγεις και κουρεμένος. Ή μάλλον, για να τα συζητάμε, την ήττα την έχεις φάει ήδη.

Έχει μια γαμάτη ομοιότητα με το λήμμα παράξενο πουλί ο βάτραχος, δεν βρίσκετε; Εκτός από το ρυθμό, ότι ο βάτραχος είναι πουλί, όσο ο κώλος είναι μουνί κι έτσι.

Πάνω-κάτω σας τα εξήγησα ωραία, ε; Τουλάχιστον στο μυαλό μου καλά ακούγονταν όσα έγραψα. Βέβαια, άλλο να ξέρεις κάτι ο ίδιος και άλλο να το καταλαβαίνει και ο αναγνώστης σου, αυτό είναι διαφορετικό και πιο ζόρικο. Οπότε καταλήγουμε πάλι στο λήμμα.

  1. Από εδώ:

- από κώλο ;;; καλημέρα
- Γιατί όπως λέει και ο σοφός: δύσκολο μουνί ο κώλος....

  1. Από την ταινία «Οξυγόνο» των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα (2003) - η σκηνή αφορά την ρητή διατύπωση ενός εκβιασμού προς κρυφοομοφιλόφιλο (εδώ, σελ. 52). Σημειώνω ότι ο μεταφραστής στα αγγλικά (βλ. βίντεο) προτίμησε να το αποδώσει ως «give it in the ass, take it in the ass», δηλαδή σαν «δίκαιη τιμωρία για τις παγαποντιές σου»:

- Και που να τα βρω εξήντα εκατομμύρια ρε κωλόπαιδο;
- Εμ Γιώργο μου είναι δύσκολο μουνί ο κώλος. Εγώ σε ένα μήνα το πολύ τα θέλω. Άντε γεια σου. Φιλάκια.

  1. Από εδώ μια παραλλαγή:

«ΣΦΙΧΤΟ ΜΟΥΝΙ Ο ΚΩΛΟΣ»

Θανάσης Παπαθανασίου και Μιχάλης Ρέππας, "Οξυγόνο" (2003). Στο 1:10:40. (από patsis, 11/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταξύ των αντικειμένων ο πούτσος εκάστου και τ' αρχίδια του, επίσης ενδέχεται να μην μασάς μία ή και να μη μασάς χριστό. Στο πρώτο και στο τρίτο ενικό υποχρεωτικά ασυναίρετο το ρήμα.

Δηλώνει άνθρωπο που μασάει σίδερα, που δεν καταλαβαίνει χριστό, που είναι σκληρός κι αλύγιστος.

Προφανώς επέκταση του πιο έητιζ «δε μασάω», με την πρόσθεση των επιτατικών ως δηλωτικών ακραίας άρνησης.

Βλ. και μασάω και (δε) μασώ.

Κχάνκοντας από δουπού.

  1. (μου αφηγήθηκε ως πραγματικό περιστατικό. Μπάμπης, οδοντίατρος, πάει να κάνει αναισθησία στον Γιάννη, πελάτη.)
    - Που πας να βάλεις αυτήν την αρχιδιά, Μπάμπη;
    - Χωρίς αυτήν την αρχιδιά, Γιάννη, θα φας τ' αρχίδια μου.
    - Δε μασάω τ' αρχίδια μου.
    - Ε, πάρ' τ' αρχίδια μου.
    Και του κάνει την εξαγωγή χωρίς αναισθητικό.

  2. - Καλά μαλάκα, θα κάνεις μπάντζι-ντζάμπινγκ μετά από μισό ταψί μουσακά;! Δε μασάς τ' αρχίδια σου!!!
    - Όταν το 'κοψα άρχισα να τρώω τα νύχια μου, αλλά νταξ, πονάει λιγότερο.

(από Khan, 12/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω μπάφο.

  1. Πλησιάζει ο τυπάς στο περίπτερο (σ.ς. : τότε ήταν μόδα τα αυτοκόλλητα Πόκεμον) και λέει στον περιπτερά:
    - Μάγκα, έχεις χαρτάκια;
    - Πόκεμον;
    - Τι Πόκεμον; Να πιούμε θέλουμε, να πιούμε...(ενώ ταυτοχρόνως χτυπούσε παραστατικότατα την ανάποδη του ενός χεριού στην παλάμη του άλλου)
    (σ.ς. περιστατικό που συνέβη περί το 2001-2002)

  2. - Που έχει χαθεί ο Γιάννης ρε;
    - Άστα! Έχει έρθει ένας ξάδερφος του από Πύργο και έχουν κλειστεί στο σπίτι και όλη μέρα την πίνουνε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified