Selected tags

Further tags

Βορειοελλαδίτικο. Χρησιμοποιείται για πράξεις οι οποίες είναι είτε παρατραβηγμένες είτε υπερβολικά καταπληκτικές.

Συναφής του κάνω παπάδες συν δυό κιλά έξτρα αδρεναλίνη. Χρησιμοποιείται και με άλλα ρήματα, σχετικά με την πράξη που αναφέρεται (π.χ. παίζω)

  1. Ρε συ, είναι τρομερός ο φίλος! Κάνει τ' άντερα του με το πινέλο!

  2. Πήγαμε χτες στο Παρλαράμα και είδαμε τους Blues Wire. Φοβερός ο Ζάικος, έπαιζε τ' άντερα του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατημέλητα κεκαλυμμένο μπινελίκι.

Στην καλύτερη υπονοεί ότι κάποιος είναι βαθιά νυχτωμένος. Στην ακόμα καλύτερη, αντικαθιστά τα «σάλτα και γαμήσου» ή το «κακό ψόφο να' χεις!»

- Καληνύχτα σας κ. Μητσοτάκη.
(Γραφείο Τύπου ΝΔ, Οκτώβριος 2010)

- Καληνύχτα σας παραγοντίσκοι του αθλητικού, πολιτικού και εμπορικού βίου του τόπου.
(αναφερόμενο στον κ. Κουγια, εδώ)

- Αλλά εδώ ανεχόμαστε τους πολιτικούς και τα πέριξ αυτών λαμόγια να μας πηδάνε τη ζωή τόσα χρόνια. Για μερικούς κάφρους παράγοντες, οπαδούς και δημοσιογράφους που μας χαλάνε τη διασκέδαση θα σκάσουμε; Καληνύχτα σας κύριοι…
(εκεί)

- Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι ή το γνωστότερον, το γήρας ουκ έρχεται μόνον. Καταληκτικά θα σας συνιστούσα: Μέσα σας σκύψτε για να δείτε.Αυτά και… καληνύχτα σας, κ. πρόεδρε. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λήμμα προέρχεται από τις γνωστές αργκό φράσεις σένιος και πένα τροποποιημένες κατά την μάγκικη ορολογία.

Σημαίνει κάποιον ή κάτι πολύ περιποιημένο, προσεγμένο, κυριλέ.

  1. «Και με σενιέ-πενιέ [κουστουμιά]. Πόσο ΑΡΧΟΝΤΑΣ είσαι ρε ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΕ!»

  2. [...]- Πω πω ρε φίλε γαμάτο! Και θα παίρνουμε και κρέατα από την Ελλάδα ε;
    - Ναι ρε από τον γαμπρό μου! Θα μας τα στέλνει έτοιμα σενιέ-πενιέ σου λέω! Κεμπαπάκια πλασμένα όλα τίγκα![...]

  3. «[...]Η κα Χαριτωμένη- Σενιέ πενιέ -ηλικιωμένη-με απορίες άλυτες, ούρλιαζε: »Εξηγήστε μου σας παρακαλώ, το τεράστιο αυτό ποσό!«[...] »

  4. «[...]φευγω για πραγα στην οποια νοικιασαμε διαμερισμα nove mesto, σενιε πενιε με 378/4=95 ατομο».[...]

Όλα τα παραπάνω από το δίχτυ.

σενιάν-πεινιρλί... (από MXΣ, 12/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαβλέπω έναν επερχόμενο κίνδυνο. Όταν οι άλλοι περί άλλα τυρβάζουν, έχω τη διορατικότητα να προβλέψω μια διαγραφόμενη καταστροφή.

Φυσικά, η φράση αυτονομήθηκε από την τραγικά σπαρταριστή παρόλα του τ. Υπ. Βύρωνα Πολύδωρα - Στρατηγού Ανέμου όταν προσπαθούσε να απολογηθεί από του βήματος της Βουλής για την αδυναμία αντιμετωπίσεως της μεγάλης πυρκαγιάς στην Πελοπόννησο το καλοκαίρι του 2007.

Ποιος έβλεπε την κομμένη γράνα ...εεε... νοιαζόταν για την κατασπατάληση των πόρων των ασφαλιστικών ταμείων με αλόγιστες «παροχές» στην εποχή των παχέων αγελάδων;

(από allivegp, 12/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος (συνήθως σουβλακερί) που δεν πληρεί κανέναν μα κανέναν κανόνα υγιεινής. Δε μιλάμε για το σύνηθες βρώμικο (που είναι και νόστιμο), αλλά για το εγκληματικά βρώμικο. Μιλάμε για βρώμα και δυσωδία παντού, ο τυλιχτής- ψήστης άπλυτος, αξύριστος και καταϊδρωμένος, να στάζει ο ιδρώτας από την άκρη της μύτης του μέσα στις πατάτες κτλ. Τόσο βρώμικο που και ο Ιησούς ο ίδιος να έτρωγε από κει θα πέθαινε.

- Πάμε στου Τζίμη του χοντρού για καμιά πίτα:
- Τι λες ρε; Τάσεις αυτοκτονίας έχεις;
- Γιατί ρε; Κάνει ωραία πίτα ο Τζίμης.
- Άσε τώρα, από κει έφαγε ο Χριστός και πέθανε!

(από Khan, 26/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τις πιο μαμαδίστικες γειώσεις. Λέγεται όμως απ' όλους.

Το λέμε τσαντισμένοι όταν δεν έχουμε (πια) απάντηση και θέλουμε να αποστομώσουμε τον άλλον και να τελειώνει η κουβέντα.

Συνώνυμο: γιατί κλάνει το γατί. Παρόμοιο: γιατί έτσι.

  1. - Γιατί μαμά;
    - Για να ρωτάς.

  2. - Μα γιατί δε μου λες τι έγινε;
    - Για να ρωτάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή για την έκφραση πίπες. Το λατινοπρεπές του πράγματος την κάνει πιο ανάλαφρη, λιγότερο ή καθόλου πρόστυχη και την καμουφλάρει αισθητά.

- Τι έγινε, τα βρήκατε;
- Λος πίπος. Τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτο-αναισθητοποιούμαι, γίνομαι εσκεμμένα άνιωθος γιατί δεν αντέχω άλλο την παραμικρή συγκίνηση ή γιατί η περίσταση δεν το επιτρέπει ή γιατί πρέπει να έχω τα λογικά μου σώα εφόσον επείγει η ορθή διαχείριση μιας δύσκολης κατάστασης. Σα να είμαι μηχάνημα το οποίο με το πάτημα ενός κουμπιού απενεργοποιείται.

- Καλά, δεν σε συγκινεί καθόλου η φάση;
- Έχω πατήσει τα κουμπάκια μου, μη νομίζεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Περιφραστικός επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει λόγο ασυνάρτητο, με άσχετες και ασύνδετες μεταβάσεις από το ένα θέμα στο άλλο, που δε βγάζει νόημα.

- Και του λέει η Αννούλα, ξέρεις, εκείνη που τα είχε με τον Τάσο όταν δούλευε στου Βερόπουλου, αυτός δούλευε στην αποθήκη, είχε κι ένα γκολφ, αλλά τα χαλάσανε μετά γιατί ο Τάσος τα'φτιαξε με τη Λίτσα, μεγάλο τσουλί, τη φιλενάδα της Μερόπης, την ξέρεις τη Μερόπη, αυτή ντε, την ξανθούλα, τη μικροκαμωμένη, που έμενε στην Τριανδρία μαζί με την Ντίνα, αλλά μετά έφυγε, γύρισε πίσω στη Βέροια, είχα πάει να τη δω μια φορά, ωραία είχαμε περάσει, είχαμε φάει και ένα στιφάδο είχε κάνει η μαμά της φοβερό, όταν χώρισε με το Νίκο, κρίμα, ωραίο παλικάρι, αλλά παλιοχαραχτήρας, ρεμάλι, τεμπελόσκυλο, μα σάμπως τα είχαν φτιάξει και ποτέ; Ωραίος κύριος ο μπαμπάς της, ομορφάντρας...
- Από τον Αλή στον κατή πας μωρέ Κικίτσα μου, δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγάζω πολλά λεφτά από μια δουλειά / επιχείρηση.

Άνοιξε καφετέρια στην πλατεία με τζουκ-μποξ κι έβγαλε τ' αντερά του από τους νοσταλγικούς εξηντάρηδες.

Αναρτήθηκε μετά από συνεννόηση με την Ironick.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified