Selected tags

Further tags

Λέμε πριζώνω - μπριζώνω, (βάζω στην) μπρίζα - πρίζα (το π- και το μπ- χρησιμοποιούνται όπως γουστάρει ο καθένας. Εγώ σε αυτές τις περιπτώσεις έχω μια αγάπη στα μπ-. Ο Παπινιώτης [sic] ας μου κάνει μήνυση).

Κυριολεκτική χρήση: Βάζω το βύσμα στην μπρίζα, βυσματώνω, v. plug in (Παρ. 1)

Μεταφορική χρήση (σλαγκικά ενδιαφέρουσα):

Μπριζώνω το δάχτυλό μου – βάζω το δάχτυλο στην μπρίζα

Μου 'χουν σηκωθεί τα μαλλιά όρθια (επί της ουσίας και για διάφορους λόγους π.χ. το ζελέ δεν κάθησε καλά, η κομμώτρια είχε έμπνευση) και κάποιος μου κάνει πλάκα γι' αυτό (έμμεση αναφορά στα αποτελέσματα του στατικού ηλεκτρισμού). (Παρ. 2 – μήδι 1)

Μπριζώνω - βάζω κάποιον στην πρίζα (ενεργητική μορφή)

  • τον ξεσηκώνω (για καλό) - (Παρ. 3).

Κίνητρο: καταρχήν εγωιστικό («θέλω παρέα»), αλλά παράλληλα αλτρουιστικό («από το μπρίζωμα θα βγούμε και οι δύο κερδισμένοι»).

  • τον νευριάζω - τον τσιτώνω– τον φρικάρω- του σηκώνω την τρίχα κάγκελο (βλ. και προαναφερθέν «βάζω το δάχτυλο στην μπρίζα») - τον εξαγριώνω, επιβεβαιώνοντας φόβους του ιδίου για κάποιο θέμα, ή δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση σε γνωστά προβλήματα, για τα οποία ως τότε ο προς μπρίζωμα διστάζει να πάρει μια απόφαση.

Τα κίνητρα κατά περίπτωση έχουν ως εξής:

Κίνητρο 1: αλτρουιστικό – συμπόνια, συμπαράσταση («προσπαθώ να σου ανοίξω τα μάτια, πρέπει να την παλέψεις για να κερδίσεις φίλε μου, με τις πορδές δεν βάφονται αυγά»). (Παρ. 4)

Κίνητρο 2: χαβαλές, γουστάρω να σπάσω πλάκα, για την καύλαμου –κάνω τον άλλο να φορτώσει και μετά σε φάση άραγκον κάθομαι και παρακολουθώ τις συνέπειες γελώντας. (Παρ. 5)

Κίνητρο 3: ύπουλο και υποχθόνιο. Ο υποκείμενος μπριζωτής, κατά κύριο λόγο μεγάλος χέστης και μουνόπανο χωρίς ενδοιασμούς, θέλει να πετύχει κάτι που για να γίνει απαιτεί τον σχετικό τσαμπουκά. Επειδή όμως όποιος τσαμπουκαλεύεται και πλακώνεται, όλο και κάποια ψιλή θα φάει (τουλάστιχον), ο μπριζωτής δεν θέλει να έχει τις αντίστοιχες συνέπειες. Συνεπώς, αντί να πάει να πλακωθεί αυτός, μπριζώνει τον διπλανό του, ειδικά άμα είναι και μαλακοκαύλης και δεν καταλαβαίνει ότι τον χρησιμοποιεί ο μπριζωτής. Πάει αυτός κοπανιέται, βγάζει τα κάστανα από την φωτιά, βγάζει τα φίδια από τις τρύπες κι έχει τις αντίστοιχες συνέπειες. Ο μπριζωτής κάθεται και απολαμβάνει την διαδικασία αλλά κυρίως τους καρπούς της μπρίζας του χαλαράάά. Έεεετσι! (Παρ. 6)

Μπριζώνω – είμαι στην μπρίζα ο ίδιος (παθητική μορφή)

Με διακατέχει μια νευρικότητα. Πιθανές αιτίες: κατάθλιψη, υπερβολικός φόρτος εργασίας, η δουλειά είναι σκατένια, κανείς δεν με εκτιμάει, οικογενειακά προβλήματα, οικονομικά προβλήματα, αγαμία, προβλήματα στυτικά, προεμμηνορυσιακό σύνδρομο.

Επικίνδυνη περίπτωση μπριζώματος τόσο για το υποκείμενο (λέει την τελευταία πρώτη και μετά το πληρώνει) όσο και για όσους περάσουν σε ακτίνα έως και 300m από αυτό (ακούνε την τελευταία πρώτη, μπριζώνουν με την σειρά τους και ξεκινάει ένας ατέρμονος κύκλος). (Παρ. 7).

Παράδειγμα 1 (από βλογ)
Έχω ένα παλιό Toshiba ... Έχω μια κάρτα PCMCIA modem, που τη βλέπει χωρίς πρόβλημα. Την πριζώνω, την ξεπριζώνω, και το μηχάνημα λέει ότι βρήκε ttyS2, ότι κατήργησε την ttyS2 κλπ. (σ.ς. ε, ρε πόνος το μπρίζωμα)

Παράδειγμα 2
-Τι έγινε ρε αρχηγέ; Τι μαλλί είναι αυτό; Το δάχτυλο στην μπρίζα έβαλες;
-Άει γαμήσου ρε, από το κράνος είναι...

Παράδειγμα 3 (από βλογ)
Άει πάγαινε ρε. Εγώ φταίω ρε που σε (μ)πριζώνω μπας και κάνουμε το γύρο της Μεσογείου κάποτε...

Παράδειγμα 4 (από βλογ)
Φίλε μου μη σε πριζώνω μέρες που είναι, αλλά εγώ θα τα είχα ρημάξει όλα. Αν μου ακουμπήσει άτομο τον άνθρωπο που αγαπώ, είμαι ασταμάτητος. Θα έκανα κάθε νόμιμη ενέργεια.

Παράδειγμα 5) (από βλογ)
Originally Posted by manosa ...Εγώ φιλε μπορεί να μπριζώνω κόσμο και να τους νευριάζω, αλλά δεν έχω θείξει ποτέ κανέναν.

Παράδειγμα 6
(γραφείο, παρόντες ο Μένιος και ο Γιώργης)

Μένιος: -Ρε Γιώργο, μέρες τώρα σκέφτομαι, δεν είναι συνθήκες εξαερισμού εδώ μέσα αυτές, δηλαδή καθόμαστε και αναπνέουμε όλα τα σκατά, τις τσιγαρίλες και η διοίκηση δεν κάνει τίποτα, κοντεύουμε να αρρωστήσουμε. Να χτες εσένα σε άκουγα να βήχεις και στενοχωριόμουν. Αλλά είναι μαλάκες το μόνο που τους νοιάζει είναι να βγάλουμε την δουλειά και δεν πα να πεθάνουμε... Νομίζω;

Γιώργος: (Παύση. Το σκέφτεται. Βήχει. Το ξανασκέφτεται. Ξαναβήχει. Μπριζώνει σταδιακά. Σηκώνεται και πάει προς το γραφείο του προϊστάμενου. Ανοίγει την πόρτα χωρίς να χτυπήσει)

- ΑΚΟΥ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΕΣΕΝΑ, ΤΙ ΜΑΣ ΕΧΕΙΣ ΠΕΡΑΣΕΙ ΕΔΩ ΜΕΣΑ; ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΛΑΚΕΣ ΣΟΥ; ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΞΑΕΡΙΣΜΟΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΙΠΕΣ; ΘΑ ΠΑΘΩ ΕΓΩ ΑΣΘΜΑ ΓΙΑΤΙ ΕΣΥ ΕΙΣΑΙ ΣΤΑΡΧΙΔΙΑ ΣΟΥ;

(Επόμενος μήνας: Εξαερισμός εγκαταστάθηκε, ο Μένιος χαμογελάει. Προϊστάμενος: «Ευτυχώς που χω και σένα ρε Μένιο που είσαι άνθρωπος να στηριχθεί κανείς... Που μπλεξα με τους ψυχάκηδες...». Ο Γιώργος ψάχνει για δουλειά.)

Παράδειγμα 7
(πρωί, γραφείο, σκάει μύτη από την πόρτα, τσίτααααα - φωνή - έκρηξη στα καλά καθούμενα)

-Να πάτε να γαμηθείτε όλοι ρε, ότι σας καυλώσει του καθενός εδώ μέσα, νομίζατε ότι βρήκατε τον μαλάκα που θα του φορτώσετε ό,τι παπαριά σας αναθέτουν, ΣΤΑΔΓΙΑΛΑ!

(ο πρώην ήρεμος χαλαρός που έπινε ανυποψίαστος τον καφέ του)

-Τί φωνάζεις ρε, τί μας ήρθες μπριζωμένος πρωινιάτικο, έχεις τρελαθεί εντελώς, ΕΧΕΙΣ ΤΡΕΛΑΘΕΙ ΕΝΤΕΛΩΣΣΣΣ;;;;
(αααααα τρέμουλο - φεύγει για την καντίνα βροντώντας την πόρτα)

Αυτό είναι το μήδι 2, το ένα δεν ανέβαινε χε χε (από Galadriel, 18/02/09)

Βλ. και με μπρίζωσαν, πρίζας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος συνώνυμος με την μουνόπλακα, το κοκομπλόκο και τις λοιπές ηχοποίητες δυνάμεις που αποδίδουν την μπλε οθόνη που μπορεί να φάει κάποιος για πολλούς και ποικίλους λόγους.
Σε αντίθεση με την μπλε οθόνη και σε σύμπνοια με το κοκομπλόκο και τη μουνόπλακα, παθαίνεται.

- Έχω πάθει μπακακάο με τις βυζάρες του πάνω ορόφου.

Βλέπε και μπακακάου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αγανάκτησης, κυρίως ως προς τη γκαντεμιά που μας δέρνει κατά τη διάρκεια τυχερών παιγνίων με ζάρι (τάβλι, μπαρμπούτι κλπ). Τα ντόρτια (τεσσάρες) είναι τις περισσότερες φορές η χειρότερη ζαριά που μπορεί να φέρει κανείς, μετά το χασσόδυο. Χρησιμοποιείται πιο σπάνια και στη καθημερινή ζωή, μεταφορικά.

- ...πάλι ντόρτια ήφερα! Δεν το πιστεύω! - Άντε, πλήρωνε να φύγουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική μισογυνική ιαχή κάποιου που έχει απογοητευτεί από τις γυναίκες, είτε επειδή έχει φάει χυλόπιτα, κέρατο, σπασαρχιδισμό, ή ο,τιδήποτε άλλο.

Clopyright: Hank.

Μήτσος: - Και που λες, εκεί που είχα αρχίσει να ανάβω με το Λίλιαν, ανοίγω την πόρτα και τι βλέπω, νομίζεις;
Μένιος: - Τι;
Μήτσος: - Το Λίλιαν στα πράσα με την Λάουρα! Αηδίασα! «Είστε όλες ένα μάτσο καριόλες!», σκέφτηκα!
Μένιος: - Έλα ρε συ, γούστα είναι αυτά, γούστα! Άμα δεν σου αρέσει, join the club του Πέρι και του Βάγγελα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άμα αρέσει σ' έναν άνδρα μια σέξι γειτόνισσά του.

Ήταν γείτονας της Πετρουλάκη. Και της έκανε καντάδα «γειτόνισσα, γειτόνισσα, για σένα τον ακόνισα».

(από Khan, 09/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ελληνιστί: «ότι πεις εσύ αφεντικό», αλλά προτιμάται τελευταίως εις την αγγλική.

Φράση η οποία μπορεί και να έχει τις ρίζες της στην εποχή των ιπποτών ή των σαμουράι ή και των σαολίν, κουνκ φου, ζίου ζίτσου και παρομοίων κινέζικων λέξεων και πολεμικών τεχνών.

Η φράση μπορεί να λεχθεί με ειρωνική, περιπαικτική, αλλά και σκωπτική διάθεση.

Λέγεται με παιδική φωνούλα ή με κινεζική προφορά και ελαφρά κλίση της κεφαλής (περαιτέρω κλίσεις καταντούν αηδία ή το υποκείμενο έχει ήδη λουμπάγκο). Ενίοτε συνοδεύεται από ένα «μαλάκα» χαμηλοφώνως.

Σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε, είτε την ανωτερότητα του αντικειμένου της ζήλειας και του φθόνου μας (όταν όντως είναι ανώτερο μας ή απλά το αφεντικό μας), είτε τον δουλεύουμε άγρια και θέλουμε να το κάνουμε προφανές.

Χρησιμοποιείται ιδίως από την ευγενή τάξη των υπαλλήλων γραφείου, κάποιας ηλικίας, προς τους ΙΤ και κομπιουτεράδες της εταιρίας, όταν έρχονται και μας πουλάνε μούρη για κάθε μαλακία που κάνουμε με τους Η/Υ.

- Ρε Βαγγέλα, δεν σου είπα να αρχειοθετήσεις ξεχωριστά τα εξερχόμενα από τα εισερχόμενα ; Πάλι μνι τα έκανες, gtp είσαι…
- Yes, master - Τι είπες ρε;
- Τίποτε αφεντικό, θα το κάνω αμέσως, - μαλάκα…

- …(μετά από μια ώρα διάλεξης…) μετά θα συνδέσεις το firewire, θα πατήσεις download, στο port21 πάντα, θα βάλεις κωδικό, και μετά όλα εντάξει. Όπως σου είπα και χθες… και τα έκανες πουτάνα. Κατάλαβες;
- Yes master…

- Ρε Λιλιαν, ωραίες πίπες κάνεις! Πάτα μου ακόμα μια.
- Yes master! (και μετά ξύπνησα)

yes, master (από BuBis, 18/02/09)Igor (από Pirate Jenny, 18/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τα υγρά που δεν έχουν καθαριστεί από τα γεννητικά όργανα ενός αρσενικού ή ενός θηλυκού.

- Έλα μωρό μου, γλείψτο μου ...ααααχχχχ ναι ...
- Μπλιαχ ...πήγαινε κάνε κανένα μπάνιο, βρωμάς τυρόγαλο.

(από Vrastaman, 19/02/09)

Σχετικά λήμματα: τυρί, το, τυροβρωμίκουλας, ούρδα, η, ουρδεσάνς, η, πουτσίλα, η, μουνίλα, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου το υποκείμενο (το οποίο μπορεί να είναι τυφλίτης ή απλά ολίγον γκάου), «τσιμπάει» σε κάτι, πάει να κάνει μια αρπαχτή, αλλά στο τέλος τρώει ήττα.

- ..και που λες, την πέφτω στο παστάκι, αλλά δεν είδα τη ντουλάπα που το συνόδευε και..
- μα καλά, το τυρί το είδες, τη φάκα δεν την είδες;

(από Hank, 18/02/09)Του Αρκά. (από patsis, 13/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι μία γαμάτη φράση για να την χρησιμοποιήσετε όταν κάποιος/-α παπάρας/βλάκας/ηλίθιος/μαλάκας κτλ μιλάει και μιλώντας πετάει τις μπούρδες του.

Αν είναι γυναίκα χαμηλών ηθών, τότε η φράση είναι ακόμα πιο γαμάτη.

- Σου είπα να με πάρεις τηλέφωνο και εσύ δεν με πήρες. Γιατί δεν με πήρες τηλέφωνο; Σου είχα πει ότι στις 6 το απόγευμα θα έχω το κινητό μου ανοιχτό και εσύ δεν με πήρες τηλέφωνο; Α, άσε με να υποθέσω. Είχες πάλι δουλειά στον υπολογιστή σου και όχι χρόνο για μένα... Ναι ναι ναι ξέρω, η κλασική ιστορία σου, αλλά εγώ δεν τα χάφτω αυτά. Θα σε καταστρέψω αλήτη, αχαίρευτε, χα...
- Βούλωσ' το στόμα σου, βρωμάει πουτσίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «Kavli» είναι μάρκα κρακεράκια, πολύ διαδομένα στο εξωτερικό. Γι' αυτό λέμε «τσίμπα ένα Kavli», όταν τρατάρουμε έναν φίλο-η μας.

Clopyright: Vrastaman (του λήμματος, όχι του προϊόντος).

Να μην συγχέεται με το Ινστιτούτο Kavli.

Στην πρώτη αμήχανη συνάντηση Μένιου, Λίλιαν, Λάουρας, Βάγγελα και Πέρι ύστερα από την επιστροφή των τελευταίων δύο απ' την Τήλο:

Μένιος: Λάουρα αγάπη μου, δώσε κανά Kavli στον Πέρι, δεν τον βλέπεις πόσο πεινασμένος είναι;
Λίλιαν: Βάγγελα, δεν τον κερνάς εσύ κανένα Kavli, που είναι και δίπλα σου; (Όλοι σκάνε σε αγενή γέλια εις βάρος του Πέρι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified