Selected tags

Further tags

Αυτός, σε αντίθεση με τοn μεγάλο εξερευνητή Βάσκο ντε Γκάμα, είναι στατικότατος, ενοχλείται με ό,τι απειλεί την ησυχία του και τη βολή του. Τα περιμένει όλα στο χέρι και δεν επιχειρεί εύκολα αλλαγές στη ζωή του. Πρέπει να φάει αρκετό ζόρι για να κουνηθεί. Δεν πιστεύει πως ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο και έτσι δεν ψάχνει εύκολα για τη βελτίωση μιας κατάστασης.

- Καλά, τι αφασία τύπος είναι αυτός; Ποτέ δεν ψάχνει τίποτα; Όλα στο χέρι τα περιμένει;
- Άσ' τα... Μιλάμε για άτομο, Βάσκο ντε γάμα τα. Αυτός ακόμα και την τροφή μασημένη τη θέλει.

Βάσκο ντε Γάμα (από GATZMAN, 28/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία ακόμη τρανή λαϊκή ατάκα πολύ χρήσιμη όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάποιον ο οποίος κολλάει σε λεπτομέρειες.

Πρωταγωνίστρια της φράσης η γνωστή μας άγνωστη Μάρω, η οποία συχνά αναφέρεται μαζί με το μουνί της. Όχι επειδή έχει κάποιο γυναικολογικό πρόβλημα ή επειδή το γεννητικό της όργανο έχει κάποιες παράλογες ιδιότητες, απλά επειδή ο όρος «μουνί» συναντάται πολύ συχνά στις ελληνικές ρήσεις και το όνομα Μάρω βολεύει πολύ στο να σχηματίσουμε ρίμες (η ρίμα δίνει στόμφο, μπρίο και κύρος στην έκφραση - χώρια που αποστηθίζεται ευκολότερα). παραδείγματα :άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως, κάτσε Μάρω να στον βάλω, και πολλά ακόμη που δεν θυμάμαι, αλλά που σίγουρα σας έρχονται στο μυαλό.

Στην ρήση αυτή, η Μάρω αντιμετωπίζει ως πρόβλημα τη μελανότητα του μουνιού της. Εννοείται όχι του οργάνου, αλλά του τριχωτού αυτού. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως η Μάρω γκρινιάζει για κάτι που το έχουν οι περισσότερες γυναίκες. Ενώπιον αυτής της κατάστασης μπορούμε να σκεφτούμε:

***** γιατί τη Μάρω την ενοχλεί κάτι που είναι κάπως αυτονόητο; και που σε τελική ανάλυση δεν της δημιουργεί κανένα πρόβλημα; Οι υπόλοιπες τί να πουνε δηλαδή; ή οι υπόλοιπες γιατί δεν ενοχλούνται; ποιο είναι τελοσπάντων το κόλλημα της Μάρως στον εγκέφαλό της;
***** η Μάρω δεν έχει με τίποτα άλλο να ασχοληθεί και ασχολείται κυριολεκτικά με τρίχες. ***** η Μάρω μπορεί να έχει όλου του κόσμου τα καλά, αλλά την ενοχλεί κάτι ασήμαντο. ***** αφού έτσι κι αλλιώς το μουνί μαύρο είναι, τί έχει να φοβηθεί;

Επομένως από τους παραπάνω συλλογισμούς αντιλαμβανόμαστε πια την έννοια της έκφρασης, δηλαδή ότι κάποιος πνίγεται σε μία κουταλιά νερό, αρπάζεται από κάτι άσχετο και φοβάται / αναστατώνεται / θυμώνει / γκρινιάζει και μας σπάει τα νεύρα.

  1. - Μα σοβαρά τώρα, ο Νώντας δεν θέλει να μου ξαναμιλήσει επειδή δεν του είπα γεια όταν τον είδα;;
    - Ε τι περιμένεις ρε Δημήτρη... Έτσι είναι ο Νώντας, ανάγκη που 'χει η Μάρω, που είν' το μουνί της μαύρο.

  2. - Και εκεί που πηγαίναμε τον πατέρα μου στα επείγοντα, πετιέται και μία χαζή και μου κάνει μία λακκούβα μπροστά στ' αμάξι... γάμησέ τα!
    - Α, ρε Στέλιο... Ανάγκη πού'χει η Μάρω που είν' το μουνί της μαύρο...
    - Τί εννοείς;;;;;

(από ironick, 21/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γιαγιαδίστικη ατάκα που έχει περάσει στην αργκό.
Στην ορίτζιναλ εκδοχή, εξεστομίζετο υπό γραιός τινός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται προς τα εγγόνια αυτής μετά την τέλεσην πράξεως κοινώς χαρακτηριζομένης ως σκανταλιάς, ή και σανδαλιάς.
Εις την σύγχρονον εκδοχήν φτύνεται όταν κάποιος μας έχει πρήξει τα ούμπαλα, αλλά όχι ανεπανόρθωτα, καθώς, όπως φαίνεται και στο μουλτιμήντια που ακολουθεί, η φράσις μάλλον προξενεί τον πρόξενο στο προξενείο.
Και για να μην προξενηθούν παρανοήσεις, όπου πρόξενος, βάλε γέλωτας. Το προξενείο παραμένει ως έχει, για να μην χαλάσουν τα προξενιά.

- Μπλαμπλά γιούρο, μπλαμπλά Νικοπολίδης, σούξου-μούξου Ρεχάγκελ, μπούρου-μπούρου σιλικόνες, μπούρου-μπούρου τελείως στητά...
- (πιέσατε το κομβίον).

(από jesus, 21/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που απευθύνει ένας ταβλαδόρος στον αντίπαλό του όταν τον έχει σκίσει, αλλά, παρά το στραπάτσο, αυτός δεν παρατάει το παιχνίδι, αλλά επιμένει να συνεχίσει μέχρι τέλους μπας και φέρει 3 εξάρες στο μάζεμα και γλιτώσει το διπλό. Με αυτή την έκφραση ένας καλός ταβλαδόρος δηλώνει τη βαρεμάρα του (μια και το παιχνίδι έχει κριθεί και δεν έχει κανένα νόημα να συνεχιστεί μέχρι τέλους) αλλά και την αναξιοπρέπεια του αντιπάλου του ο οποίος δεν παραδέχεται τη συντριβή του, αλλά τραβάει μέχρι τέλος μπας και ξεκωλωθεί και σώσει τα προσχήματα. Η έκφραση αυτή ακούγεται κατά κόρον στα φοιτητικά στέκια της Θεσσαλονίκης. Προέρχεται από κάποιο φυλακισμένο ο οποίος μετά την έξοδό του τη διέδωσε στον έξω κόσμο. Οι φυλακισμένοι, ως γνωστόν, μια που δεν έχουν να κάνουν τίποτα όλη μέρα και έχουν άφθονο ελεύθερο χρόνο, ασχολούνται με διάφορα αθλήματα (τάβλι, πρέφα, παπάς). Ο Ρωχάμης, σαν ισοβίτης που ήταν, είχε όλη τη ζωή μπροστά του. Δεν ξέρω αν ήταν καλός ταβλαδόρος, όμως φαίνεται ότι είχε κάποια αξιοπρέπεια γιατί λέγεται ότι τις παρτίδες που έχανε τις παρατούσε αναγνωρίζοντας την ανωτερότητα του αντιπάλου. Έτσι βγήκε αυτή η έκφραση της οποίας η χρήση κάποιες φορές ίσως αδόκιμα επεκτείνεται σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που κάποιος προσπαθεί να αποτρέψει κάποιον άλλον από το να κάνει κάτι το οποίο είναι καταδικασμένο να αποτύχει, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται αντιληπτό από τον δεύτερο.

Τι θα γίνει ρε Νικολάκη, θα πάμε καμιά φορά σπίτια μας; Σου έχω πιάσει την παραμάνα... Τι περιμένεις για να τα παρατήσεις; Αυτή την παρτίδα δικέ μου δεν την παίζει ούτε ο Ρωχάμης, πάρ' το χαμπάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αντίθεσης όταν ακούμε ένα βαρύ και φορτωμένο πρόγραμμα είτε που πρόκειται να μας αναθέσουν ή που κάποιος άλλος έχει.
Σημαίνει δηλαδή ότι εμείς βαριόμαστε πάρα πολύ, είμαστε τεμπέληδες ενώ ο άλλος μας μοιάζει Βέγγος.

Παρόμοια με την δεν παίζω ούτε τα βλέφαρά μου.

Μπορούμε επίσης να αλλάξουμε υποκείμενο αν μιλάμε για κάποιον άλλο.

- Μανόλη πήγαινε ρε συ αύριο να πληρώσεις τις τράπεζες! Με το δίκαννο θα μας κυνηγάνε.
- Τι λε ρε... εδώ εγώ βαριέμαι να κλάσω! όχι που θα τρέχω να ξεπληρώνω και τους μαλάκες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δαχτυλοδείξουμε λεκτικά την ανικανότητα ή την ασχετοσύνη κάποιου σε ένα τομέα, ενώ αυτός πιστεύει ότι τα πάει τέλεια, καταπληκτικά.

Η σύνταξη αποτελείται απο το ρήμα κλάνω σε χρόνο αόριστο + μία ιδιότητα ανθρώπινη και έπειτα το ρήμα βγαίνω εξίσου στον αόριστο και την δεικτική αντωνυμία-βέλος προς τον δεχόμενο την προσβολή.

Η λογική της φράσης είναι η εξής: Αυτό που κάποιος κλάνει, είναι κάτι λίγο, μηδαμινό, που δεν μπορεί να αποκτήσει καμία δύναμη. Δεν έχουμε ακούσει δηλαδή για αέρια που ηλεκτροδοτούν, κινούν, φωτίζουν (χωρίς βοήθεια αναπτήρα εννοώ), κλπ. Οπότε, παρομοιάζοντας κάποιον με την κλανιά κάποιου θέλουμε να δείξουμε ότι δεν του φτάνει ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι, δεν είναι ίσοι τελοσπάντων.

Τώρα το γεγονός ότι ο άλλος είναι γέννημα της κλανιάς κάποιου, θέλει να δείξει ότι κάπου θέλει να του μοιάζει κι όλο προσπαθεί μα δεν τα καταφέρενει.

Αν λοιπόν για παράδειγμα κάποιος αρχίσει να ασχολείται με μηχανές αλλά δεν ξέρει την τύφλα του κι εκεί που δεν είχε οδηγήσει ούτε ποδήλατο σκάει παραπαίοντας πάνω σε μία ΤDM παίζοντάς το γαμιάς, τότε ταιριάζει η σύνταξη: «κάτσε ρε φίλε, που έκλασαν οι μηχανόβιοι και βγήκες εσύ να πούμε».

"Όταν έκλασε ο Νίτσε, βγήκε ο Γιάλομ", παλιό καλό λολοπαίγνιο ενάντια σε γιαλόμες και γιαλόμους. (από Khan, 24/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε σένα μιλάω κυνηγέ ψωλαρά. Πόσες φορές είδες στον δρόμο μια αφίσα με κλαμπ-μπαρ-κτλ που γράφει με μεγάλα τεράστια γράμματα Ladies Night κάθε Πέμπτη; Πόσες φορές πήγες; Τί αντίκρυσες κάθε φορά; Εσύ ξέρεις...

Για τους υπόλοιπους, ψωladies night είναι το μεγαλύτερο όπλο των κεφαλιών του μάρκετινγκ για να αποπλανούν τον φτωχό πλην τίμιο ψωλαρά και να τον κάνουν να επισκέπτεται συγκεκριμένα μαγαζιά τάζοντάς του λαγούς με πετραχήλια ή έναν χώρο με γυναίκες-υποψήφια θηράματα. Φυσικά κανείς δεν σκέφτεται ότι το δωρεάν ποτό που συνήθως τάζουν οι αχόρταγοι μαγαζάτορες οι περισσότερες γκόμενες το βρίσκουν σε όλα τα υπόλοιπα μαγαζιά από κεράσματα μόνων και μπάκουρων. Το τελικό θέαμα που αντικρύζει κανείς είναι αυτό ενός στρατοπέδου που ετοιμάζεται για άσκηση ή κοινώς αρχιδόκαμπος. Μην πείτε μετά ότι το slang.gr δεν σας προειδοποίησε...

Δημήτρης στην πόρτα του μαγαζιού: - Σήμερα θα γίνεται χαμός, έχει ladies night.
Χρήστος μέσα στο μαγαζί: - Ναι βλέπω... Ψωladies night!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γροθοπιτάκια προέρχονται απο την λέξη γρόθος και είναι πλέον ένας ζωντανός θρύλος στην Κρήτη. Είναι μάστ, πρέπον δηλαδή, όποιος κρητικός επισκεφτεί το νομό Θεσσαλονίκης ή ακόμη γενικότερα την Μακεδονία να κάνει το παρωχημένο πια αυτό καλαμπούρι στον χ βορειοελλαδίτη εστιάτορα ή γκαρσόν.

Τα γροθοπιτάκια απ' όσο γνωρίζω ανακαλύφθηκαν μέσα στην δεκαετία των '80, όπου η πενταήμερη ήταν ένα δρώμενο στο οποίο ο καθένας έδινε ό,τι καλύτερο διέθετε από χιούμορ και το άλεθε με αυτό των υπολοίπων. Θα το είπε κάποιος με αρκετό θράσος και καθώς η απορία του σερβιτόρου ήταν αστεία, επέτρεψε στο αστείο να συνεχιστεί στις επόμενες δεκαετίες.

Και τώρα για να λύσουμε την απορία όσων δεν γνωρίζουν την πλάκα, έχει ώς εξής: εμείς με μία παρέα κρητικών (ακροατήριο) μπουκάρουμε μέσα σε ένα σουβλατζίδικο/ εστιατόριο / φαστφουντάδικο κλπ της όποιας Βορείου Ελλάδος πόλης που βρισκόμαστε. Όταν ο σερβιτόρος έρθει να πάρει παραγγελία, εμείς απαιτούμε τα γροθοπιτάκια. Όταν εκείνος με απορία μας κοιτάξει θα τον κατακρίνουμε που δεν τα πουλά και θα τον γελοιοποιήσουμε μπροστά στο ακροατήριό μας (που μπορεί αναλόγως τα ντεσιμπέλ της φωνής μας να έχει επεκταθεί στα γύρω τραπέζια) που σε ολόκληρο φαγάδικο δεν πουλά γροθοπιτάκια. Πριν αρχίσουν να ανάβουν τα αίματα εκμεταλλευόμαστε τη σωστή στιγμή (τάιμινγκ αγγλιστί) και χασκογελάμε σα βλάκες.

Για όσους Σαλονικιούς παύλα βορειοελλαδίτες έχουν υποστεί αυτή τη (βλαμμένη) πλάκα, μπορώ να σας ενημερώσω ότι γροθοπιτάκια ουδέποτε υπήρξαν σε κανέναν νομό της Ελλάδας, πόσο μάλλον της Κρήτης.

Η όλη πλάκα πιθανόν να ήταν ένα γλωσσικό ξέσπασμα καθότι είναι αρκετά συχνό εμείς οι Κρητικοί να επισκεπτόμαστε την Μακεδονία και να μην καταλαβαινόμαστε καθόλου με τους ντόπιους. πχ. -κρητικός: «κράτα μου δύο μπίρες» = φέρε μου δύο μπίρες. ή -κρητικός: «ψήλωσέ το» = δυνάμωσέ το. κλπ κλπ.

«Ίντα μου λες μωρέ γκαρσόνι τση πλάκας απου δεν έχεις λέει γροθοπιτάκια;;; Άμενε στο διάτανο εσύ κι όλο σου το μαγαζί!!!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπαριές, μαλακίες, βλακίες, χαζομάρες. Αρχικά χρησιμοποιούνταν μόνο ο όρος τρίχες για να δηλώσει κάτι το χαζό (ασχολείται με τρίχες...) και στη συνέχεια προστέθηκε και ο όρος κατσαρές. Κατσαρές είναι οι τρίχες των γεννητικών οργάνων (βλέπε πουτσότριχες-μουνότριχες) και η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται συχνά για να δείξει ότι μια κατάσταση ή ένα γεγονός είναι τόσο γελοίο ώστε έχει την ίδια αξία με τις παραπάνω τρίχες.

Δικαιοσύνη, ισότητα και τρίχες κατσαρές. Αν δεν έχεις bluetooth (μπλε δόντι) σήμερα δεν πας πουθενά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάσημο Ελληνικό θέατρο του 21ου αιώνα, που διαδραματίζεται σε κρεβατοκάμαρες και σαλόνια με πρωταγωνιστές συζύγους και πεθερικά και είναι γνωστό για τις τρομακτικές, γεμάτες εκπλήξεις και «thriller» παραστάσεις του.

Το τυπικό σενάριο ενός έργου Γκράν Γκρινιόλ αποτελείται από τυχαίο συνδυασμό των παρακάτω προτάσεων:

Με γράφεις εντελώς,
Ξέχασες την επέτειό μας, Αμάν πια με την γαμο-μπάλα σου,
Σήκωνε και κανά καπάκι στην τουαλέτα, Μάζεψε και κανά ρούχο αναίσθητε, Δεν με ακούς που σου μιλάω, κουφός είσαι,
Γιατί θεωρείς ότι πάχυνα, σε βλέπω πως με κοιτάς,
Βγάλε τα παπούτσια σου θα χαλάσεις το παρκέ, Μη ξαπλώσεις μόλις έστρωσα το κρεβάτι γαϊδούρι, Είμαι και εγώ άνθρωπος, Πάλι με τα ρεμάλια τους φίλους σου, Πάλι σε meeting,
Α, θυμήθηκες επιτέλους ότι έχεις και γυναίκα/μάνα/πεθερά, Θα πάθεις χοληστερίνη με τις αηδίες που τρως, Μην βγεις έξω λουσμένος θα κρυώσεις, Δεν ασχολείσαι αρκετά με τα παιδιά σου, Φέρεσαι ψυχρά στην μαμά μου, Μόνο την μάνα σου ακούς, Θα με πεθάνεις, Θα ανέβει η πίεση μου,
Θα ανέβει το ζάχαρό μου, Το κρίμα στο λαιμό σου, Θα πάω σκαστή, Φάε λίγο ακόμα έχεις ρέψει, Πάλι πίνεις, Δεν μου τηλεφωνείς, Πάλι καπνίζεις, Πάλι διαβάζεις εφημερίδα, Πάλι κάνεις κάτι που σε ευχαριστεί, Θα πέσει η φωτιά να σε κάψει, Όλα εδώ πληρώνονται,
Θα την βρεις από τον Θεό, Πάλι παίζεις με το πουλί σου, Πάλι κοιτάς την γειτόνισσα, Πολύ τρέχεις, Θα μας σκοτώσεις, Πάτα και λίγο γκάζι, Χαμήλωσε την τηλεόραση, Σβήσε το ρημάδι, Δες πως με κατάντησες, Σε είδα πως την κοίταζες...

If looks could kill θα μετρούσε τα ραδίκια ανάποδα... (από Vrastaman, 31/07/08)Σκηνή Γκράν Γκρινιόλ (από Vrastaman, 01/08/08)

βλ. και παντόφλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified