Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος δεν πεινά κι έτσι αργεί να τελειώσει το φαγητό του.
- Κοίτα τον πόση ώρα ανακατεύει τα ρεβύθια...
- Ναι, ναι χορτασίλα του μυρίζει!
Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος δεν πεινά κι έτσι αργεί να τελειώσει το φαγητό του.
- Κοίτα τον πόση ώρα ανακατεύει τα ρεβύθια...
- Ναι, ναι χορτασίλα του μυρίζει!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που εκφέρεται σε περίπτωση πολυκοσμίας σε ένα μέρος. Προέρχεται από τον τίτλο του βιβλίου του Τσιφόρου Ο κόσμος και ο κοσμάκης και κατά κάποιον τρόπο σημαίνει ότι είναι μαζεμένος κάπου κόσμος και κοσμάκης.
- Δεν χωράμε εδώ μέσα... του Τσιφόρου γίνεται!!!
Δες και της πουτάνας το σχήμα.
Got a better definition? Add it!
Γκέι, ομοφυλόφιλος.
Got a better definition? Add it!
Οι δημόσιες σχέσεις, ως επάγγελμα.
Τα γραφεία δημοσίων σχέσεων λέγονται και γραφεία πι-αρ. Οι ασκούντες το επάγγελμα λέγονται πι-αρ-τζήδες.
Εκ του αγγλικού PR, συντομογραφία του public relations.
Συγγενές λήμμα: κονέ
Χτες πήρα ένα e-mail από την υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων -πι-αρ κάπως έτσι τους λένε αυτούς- ενός ραδιοφωνικού σταθμού η οποία μετά από τα ομολογουμένως πολύ κολακευτικά της σχόλια για το Blog και το PodCasting μου μου σέρβιρε μια πρόταση για συνεργασία. (Από blog)
Η πουστιά έχει αναχθεί σε επιστήμη και ενίοτε μπερδεύεται με το Πι Αρ. (Από blog)
Η εταιρεία δαπανούσε τεράστια ποσά όχι μόνο για διαφήμιση και χορηγίες (χρηματοδοτώντας αθλητές, καλλιτέχνες αλλά ακόμα και πολιτικούς...) αλλά επίσης τεράστια και άγνωστα ποσά για «δημόσιες σχέσεις». Ένα μικρό παράδειγμα «πι-αρ»: στα γραφεία των εφημερίδων, κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα καταφθάνουν δώρα, δωράκια και δωράρες (στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, φυσικά, τα δώρα των εταιρειών προς δημοσιογράφους θεωρούνται διαφθορά, όχι στην Ελλάδα.) (Από blog)
Απογοήτευση για τους «πι-αρ-τζήδες»: αυτοί θεωρούσαν πως το κουπόνι θα ήταν το έναυσμα για μαζικές αγορές βιβλίων μεγάλης αξίας, αλλά διαψεύστηκαν οικτρά. (Από blog)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατάρα προπερασμένης δεκαετίας, η οποία στην ορίτζιναλ εκδοχή συνοδεύεται από το «να μην μπορείς να δεις τσόντα», το οποίον και εννοείται ως ευκόλως παραλειπόμενο.
Παραπέμπει στην εποχή που η κατοχή βίντεο προσέδιδε πρεστίζ και γκλαμουριά στον κάτοχο και τα μηχανήματα ακόμη επισκευαζόταν και δεν πετιόταν για πλάκα. Δεδομένου του δυσεύρετου του καλού μάστορα (και κατά συνέπεια της επί μακρόν αποχής από το χειρογλύκανο σε περίπτωση βλάβης), αλλά και του κόστους επισκευής, η κατάρα αυτή πρέπει να θεωρείται βαρύτατη.
Η αντικατάσταση του βίντεο από το δωδ στην εν λόγω κατάρα είναι τουλάστιχον κωμική, αφού ένα καινούργιο κοστίζει 30€, και η απώλειά του δεν συγκρίνεται με τον πόνο που προκαλούσε η βλάβη στο βίντεο. Χώρια που αφαιρεί τη βιβλιογραφική αναφορά στα έιτηζ.
-Πάλι μ' έκοψε με 4,5 Μπετό ΙΙ ο σκατόψυχος που να του καεί το βίντεο. Αλλά ξέρω πού μένει ο παλιοκαργιόλης...
Got a better definition? Add it!
Όταν σου κάνουν κουμάντο στο παρκάρισμα και είσαι έτοιμος να στουκάρεις, φυσιολογικά είναι ώρα να σου πουν «παρ' το αλλιώς», δηλαδή εκεί που το είχες γυρισμένο πχ αριστερά, να το γυρίσεις δεξιά. Αφαιρούμε το αυτοκίνητο και το παρκάρισμα και η έκφραση χρησιμοποιείται για να δώσει σε κάποιο να καταλάβει ότι λάθος ξεκίνησε ή κάπου στην πορεία το 'χασε και καλό θα ήταν να πάει λίγο πίσω και να την δει λίγο διαφορετικά.
1
Για πάρ' το αλλιώς ρε Μήτσο για να καταλάβω, που 'μαι και λίγο χαλαράς αντιλήψεως. Εγώ σου 'δωσα τα λεφτά για να πληρώσεις τον ΟΤΕ και συ πήγες και τα 'παιξες Στοίχημα;
2
- Ουόου! Στάκα λίγο και πάρ 'το αλλιώς γιατί μ' έχασες. Εσύ πήγες τελικά και την βρήκες ή εκείνη ήρθε και σε βρήκε; Και τελικά την πήδηξες πριν έρθει και σε χαλάσει τελικά ο πρώην της;
Got a better definition? Add it!
Η θρησκευτική εκδοχή του (δε) μασώ, υποδηλώνει ότι το υποκείμενο είναι τόσο αποφασισμένο να κρατήσει συγκεκριμένη στάση επί ενός θέματος που ακόμη κι ο Χριστός να ερχόταν να του εξηγήσει γιατί πρέπει να αλλάξει γνώμη, αυτός δεν θα καταλάβαινε και δεν θα μετεπέιθετο. Μιλάμε για κάργα αποφασισμένο τύπο, όχι μαλακίες.
- Σιγά μη μασήσω από τον χλιμίτζουρα τον Θρασύβουλο. Εγώ θα την βγάλω γκόμενα την Λίτσα και δεν καταλαβαίνω Χριστό. Την είχε λέει γκόμενα παλιά και οι φίλοι δεν κάνουν τέτοια. Μωρέ δε γαμιόμαστε λέω 'γω...
Got a better definition? Add it!
Περίεργο πράμα το art of masoulima... Παίζει κι έτσι, παίζει και γιουβέτσι αποτελώντας τρόπο μέτρησης της σκληρότητας κάποιου.
Αρχικά σκληρός είναι αυτός που ΔΕΝ μασάει, δηλαδή δε χαμπαριάζει, δεν καταλαβαίνει Χριστό, είναι τελικώς αμάσητος. Αυτά που ο σκληρός τύπος δεν μασάει είναι αντικείμενα λίγο ως μετρίως σκληρά. Όσο ανεβαίνουμε στην σχετική κλίμακα σκληρότητας, σκληρός είναι αυτός που μασάει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο γνωστός λαϊκός ήρωας Παναγής Κουταλιανός (Κούταλη, 1847 - Κωνσταντινούπολη, 1916), ο οποίος κατά το λαϊκό άσμα μασούσε σίδερα.
Σχετικό λήμμα και το μασάει η κατσίκα ταραμά;
1
- Ο Κίτσος είπε ότι άμα σε πετύχει θα σου ρίξει ένα ταβερνόξυλο που θα πεις το δεσπότη Παναγιώτη.
- Τσου ρε Λάκη... Πες του μαλάκα ότι δε μασώ από τέτοια και άμα θέλει να έρθει το βράδυ στην πλατεία να τονε γαμήσω στις μάπες.
2
Ο ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΣ
Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός
τραίνα σταματάει ο Κουταλιανός
πέτρες ροκανίζει ο Κουταλιανός
και βουνά γκρεμίζει ο Κουταλιανός
Κι αν μασάει σίδερα
και κάνει το λιοντάρι
στο τσαρδί του ο Κουταλιανός
τρέμει σαν το ψάρι
στην κυρά του μπρός
αχ πως τη φοβάται
ο φτωχός Κουταλιανός
τρέμει σαν το ψάρι
στην κυρά του μπρός
αλλά μην το πήτε κανενός (σ.σ. ναι, είναι τόσο παλιό που το «πήτε» γραφόταν ακόμα με -η-)
3
Το τυπάκι είναι Die Hard μεγάλε. Μασάει σίδερα σου λέω... Προχθές του την είχε στημένη ο Μπάμπης ο Σουγιάς με το δείρε τημ και τους έκανε ασήκωτους μόνος του.
Got a better definition? Add it!
Ξεφεύγω, ξεγλιστράω με υπεκφυγές από μία κατάσταση που μάλλον δε με βολεύει και πολύ, ξαφνιάζοντας την άλλη πλευρά.
Επίσης, αλλάζω ξαφνικά κατεύθυνση σε μία διαφωνία ή εν πάσει περιπτώσει σε μία λεκτική αντιπαράθεση. Δε μιλάμε για μικρή αλλαγή 15 μοιρών. Εδώ μιλάμε για 180 μοίρες αλλαγή που αφήνει τους απέναντι σύξυλους.
Η χρήση της έκφρασης από την πλευρά που έχει φάει τη γυριστή, συνήθως συνιστά παραδοχή ήττας ή τουλάχιστον αιφνιδιασμού. Σε κάθε περίπτωση, αλλιώς τα περιμέναμε κι αλλιώς μας ήρθαν.
- Πώς πήγε η συνάντηση με τον προϊστάμενο για τις υπερωρίες;
- Πώς να πάει... Εγώ του εξήγησα ότι δεν παίζει να κάνουμε υπερωρίες τζαμπαντάν και ότι η Επιθεώρηση Εργασίας θα επέμβει και τέτοια και μου κάνει μία γυριστή για τα μπόνους λέει φέτος που θα δει αν μπορεί να εισηγηθεί να είναι μεγαλύτερα κι έτσι και τι να του πω μετά;
Καινούργια μέρα όπου νά ’ναι χαράζει κι εδώ, τίποτα μα τίποτα δεν έχει αλλάξει. Όλα ίδια, όλα δανεικά, στάσιμα, άδεια.. Δεν υπάρχει τίποτα πια.. ούτε δρόμος να γυρίσεις ούτε έξοδος κινδύνου να την κάνεις γυριστή.. Θα πρέπει να μείνεις να παλέψεις.. Κουράστηκες; Δεν θα’σαι καλά μου φαίνεται - πάρτο απόφαση μεγάλε: έτσι θα’ναι η ζωή σου από εδώ και πέρα. Αέναη μάχη.. Get used to it or get the hell out of here. Δεν υπάρχει γυρισμός. Δεν θα’σαι ποτέ πια ο ίδιος.. Όσο κι αν προσποιείσαι κανείς δε σε πιστεύει πια.. Είναι μάταιο.. γιατί πολύ απλά έχασες την πίστη σου στον εαυτό σου εσύ ο ίδιος… και τώρα δεν υπάρχει τίποτα για σένα πια εδώ γι’αυτό καλύτερα δίνε του. Φύγε μακριά.. [από ένα μάλλον πεσσιμιστικό πλην λυρικό blog]
- Εντάξει με τον Μικέ, σ' τα 'δωσε τα φράγκα τελικά;
- Πήγε το αρχίδι να μου την κάνει γυριστή αλλά μασάει η κατσίκα ταραμά; Τον έπιασα από το λαιμό και του είπα «καριόλη θα φτύσεις το γάλα της μάνας σου, πέφτε τα φράγκα» και τα πήρα.
Got a better definition? Add it!