Selected tags

Further tags

έκφραση τα έφτυσα, τα έπαιξα, αποκοιμηθήκα, παρέδωσα πνεύμα.

-Ρε συ, ο Νίκος τελικά αποκοιμηθηκε; -Ναι, έκλασε πόμολα το δήθεν party animal

Got a better definition? Add it!

Published

Καρύκευμα με βάση τα εντόσθια ψαριών

Το ψητό ψάρι και ο γάρος είναι του ψωμιού ο χάρος. Το έλεγε ο παππούς μου με καταγωγή από το νησί του Μαρμαρά στην Προποντίδα.

https://www.archaiologia.gr/blog/blogs/ο-αρχαιοελληνικός-γάρος-και-η-ταϊλανδ/ https://el.m.wikipedia.org/wiki/Γάρος_(καρύκευμα)

Got a better definition? Add it!

Published

Η σωματική και πνευματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος όταν δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει απολύτως τίποτα αλλά και δε θέλει να κάνει κάτι. Η έκφραση προέρχεται απο την αρχαία Ρώμη όπου λέγεται ότι οι πλουσιότεροι μη έχοντας , αλλά και μη θέλοντας να κάνουν κάτι απλά ξάπλωναν και έπερναν μέρος σε συμπόσια.

Απο τότε που πείρα άδεια είμαι σε ρωμαϊκή αργία. Όλη μέρα στο κρεβάτι , δε κάνω τίποτα. Βγαίνει η κούρση της δουλειάς.

Got a better definition? Add it!

Published

Έρχεται μια στιγμή που η μοίρα εκδικείται, οι παραβάτες και οι αμελείς τιμωρούνται, τα λάθη τέλος πάντων πληρώνονται, ενίοτε ακριβά.

Ειδικά αυτά που κάναμε γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν έπρεπε. Μπορεί από τεμπελιά, μπορεί προς ικανοποίηση μιας στιγμιαίας παρόρμησης ή, απλώς, της παρτάρας μας, νομίζοντας ότι θα αποφύγουμε τις συνέπειές τους.

Ο χρόνος όμως περνάει κι επέρχεται δικαιοσύνη. Ή κάτι τέτοιο.

Οι "μαλακίες" συνήθως δεν αναφέρονται σε σοβαρά εγκλήματα ή τραγωδίες. Θα είναι παραπτώματα που ο ομιλών μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του να δοκιμάζει, έστω και σε πολύ θεωρητικές καταστάσεις, χωρίς βέβαια αυτό να είναι απόλυτο.

Υπάρχει και η μορφή «οι μαλακίες πληρώνονται σ’ αυτήν την ζωή, οι αμαρτίες στην επόμενη». Αυτή η φράση νομίζω είναι λίγο διαφορετική, με αυτόν τον διαχωρισμό που κάνει: Από τη μια μεριά είναι τα λάθη που κάνουμε και μας κλέβουν κάτι από τη ζωή μας, π.χ. μια επένδυση στον εαυτό μας που δεν κάναμε ή μια κακή επένδυση σε άλλους, που πήγε στράφι, μια σχέση που χαλάσαμε, το πρόσωπό μας στην κοινωνία που δεν διαφυλάξαμε. Από την άλλη είναι οι ηθικές μας παραβάσεις, αυτές που θα κριθούν μετά από Τώρα, πέρα από Εδώ, όταν και αν.

  1. Από εδώ: Καλημέρα γμτμμ… Τι ήθελα να το μετακινήσω μόνος μου ολόκληρο ενυδρείο; Οι μαλακίες πληρώνονται.

  2. Από εδώ: Προχθές βράδυ, λοιπόν, το Mini σκάει με το πλευρό πάνω σε παρακείμενο δένδρο (ακριβώς στην κολόνα της πόρτας του οδηγού)... Αποτέλεσμα: α) Ο νεαρός (μπαγλαμάς) και η (κατά τα άλλα "περήφανη") γκόμενά του, τραυματίες, διακομίζονται άρον- άρον με νοσοκομειακό στο νοσοκομείο. β) Το (ολοκαίνουργιο και ακριβό) Mini: Πάμε γι' άλλα... Ηθικόν δίδαγμα: Οι μ.....ες πληρώνονται και δη ακριβά...

  3. Από εδώ: T paidi xa8hke adika k esu ka8ese k les pws oi malakies plhrwnontai? Gia se parakalw sevasou kapoia pragmata. Mporei na mn t hksera t paidi alla panw ap’ ola na eisai k ligo an8rwpos.. An sunevaine se enan diko s an8rwpo auto 8a eleges? Pws etrexe h otidhpote allo?

  4. Από εδώ: oi malakies plhrwnontai akriva. edw kostisan th zwh. opoios thn eixe dei h akousei na leei oti den yparxei ios hiv, 8a eixe vgei apo ta rouxa tou. elpizw na mhn kostisoun th zwh se kapoio allo vlaka pou ephreasthke apo tis malakies ths pou ths kostisan th zwh.

Got a better definition? Add it!

Published

Η έκφραση, (όταν δεν αναφέρεται σε πασχαλιάτικα αυγά, αυτοκίνητα η κεφάλια), σημαίνει ότι χαλάω τη σχέση μου με κάποιο άτομο, ψυχραίνομαι μαζί του, είμαστε σε διαφωνία, είμαστε τσακωμένοι, δεν μιλιόμαστε, είμαστε ψυχραμένοι, δεν θέλουμε να δούμε ο ένας τον άλλον, γινόμαστε εχθροί, αποξενώνομαι με κάποιον και πάει λέγοντας. Λέγεται και "τα τσουγκρίζω".

-Πηγαίνανε πολύ καλά οι δυο τους, αλλά εδώ κι έναν μήνα τα τζούγκρισαν και δεν μιλιούνται μεταξύ τους.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει εντελώς, όλως δι' όλου, τελείως, τελειωτικά, αποτελειωμένα, τερματισμένα. Περιγράφει μια περαιωμένη κατάσταση που δεν επιδέχεται μετατροπή, βελτίωση, εξέλιξη η αλλαγή, κάτι που δεν πάει παρακάτω η πιο πέρα. Προέρχεται από το τούρκικο dip που σημαίνει πάτος, πυθμένας. Το γλυκό "καζάν ντιπί" σημαίνει κατά κυριολεξία: ο πάτος του λέβητα. Χρησιμοποιείται σκέτο αλλά και διπλό, με ενδιάμεσα το "για" η το "κατά", προς έμφαση.

  1. Δεν καταλαβαίνω ντιπ.
  2. Αυτός είναι ντιπ για ντιπ τρελός.
  3. Είναι μαλάκας ντιπ κατά ντιπ.

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει, οτι βρέχει πολύ, βρέχει ραγδαία, νεροποντή, κατακλυσμιαία βροχή.

Γκιούμι, από το τουρκικό güğüm, είναι η μεταλλική, χάλκινη (μπακιρένια), επικασσιτερωμένη (γανωμένη) η και αλουμινένια καρδάρα η κανάτα, με χερούλι και καπάκι (κατά κανόνα με μεντεσέ), που χρησιμοποιείται για οικιακή χρήση, ως μέσο για μεταφορά, βρασμό, αποθήκευση υγρών, κυρίως νερού η γάλακτος.

Παρόμοιες εκφράσεις: ρίχνει με το τουλούμι, ρίχνει καρεκλοπόδαρα, ανοίξανε οι ουρανοί.

-Καλά που πρόλαβα να μπω. Εξω ρίχνει με το γκιούμι.

γκιούμι (güğüm)

Got a better definition? Add it!

Published

Εαν καθίσουμε λίγο και το σκεφτούμε θα συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε σόι ευρύτερο ή και στενό, το δικό μας, αλλά και φίλων και γνωστών, έχει τουλάχιστον ένα άτομο το οποίο είναι απροσάρμοστο, εγωϊστικό, εριστικό και που για να μη το υπεραναλύσουμε εντάσσεται στη γενικότερη κατηγορία του μαλάκα. Ο σοφός λαός γνωρίζοντάς το αυτό, συνήθιζε να χρησιμοποιεί την έκφραση αυτή που έμεινε μέχρι τις μέρες μας, για να χαρακτηρίσει κάποιο τέτοιο άτομο το οποίο γνώριζε σε οικογενειακό πλαίσιο και πιθανώς για να τονίσει τη διαφορά με την υπόλοιπη οικογένεια του, η οποία είναι πιο συμπαθής. Όπως δηλαδή κάθε σπιτικό έχει αναγκαστικά και ένα χώρο στον οποίον οι άνθρωποι χέζουν, έτσι φυσιολογικά και αναπόφευκτα κάθε οικογένεια έχει και τον μαλάκα της. Τώρα, εάν στο δικό σας σόι δεν υπάρχει κανένας μαλάκας δε θέλω να σας βάλω σε σκέψεις αλλά...

-Τ' άκουσες για τον γιό του κύριου Δημήτρη του γείτονα? Τον πιάσανε για κάτι κομπίνες που έκανε στο μαγαζί του και τώρα τρέχει στα δικαστήρια

-Ε, κάθε σπίτι έχει και το αφοδευτήριο του

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται, σύμφωνα με βικιπαίδεια, απο την περσική λέξη sharbat (شربت) που σημαίνει ποτό με νερό και ζάχαρη.

Υπάρχουνε διάφορες παραλλαγές της λέξης στα αραβικά και τουρκικά με παραπλήσιες η συναφείς ερμηνείες.

Σε μας χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει:

  1. Εμφατικά, κατι το υπερβολικά γλυκό στη γεύση.
  2. Στο πληθυντικό αριθμό μπορει να σημαίνει έντονες και διαχυτικές ερωτοτροπίες.
  3. Σε περίπτωση γρονθοκόπησης, μαζί με το ρήμα παίρνω σημαίνει αιμορραγία.
  1. Θεσσαλονικιός:-αμάν βρε παιδάκι μου, πολυ ζάχαρη μ' έβαλες στον καφέ. Σερμπέτι τον έκανες.
  2. -καθίσανε λοιπόν οι δυο τους στο παγκάκι κι αρχίσανε τα σερμπέτια (τις γλύκες).
  3. -του τραβάει ενα μπουνίδι και τον πήρανε αμέσως τα σερμπέτια.

Got a better definition? Add it!

Published

Η προφανής κυριολεκτική σημασία του είναι οτι χαμηλώνω τη θερμοκρασία ενός ποτού προκειμένου να γίνει δροσερό, ρίπτοντας τεμάχια πάγου εντός του ή συντηρώ ενα τρόφιμο τοποθετώντας το σε επαφή με πάγο ή γενικότερα διατηρώ χαμηλή θερμοκρασία με τη χρήση πάγου.

Μεταφορικά χρησιμοποιείται με την έννοια :

Κόβω τη φόρα σε κάποιον, κόβω τον τσαμπουκά, αναχαιτίζω, τον ψαρώνω, τον τρομοκρατώ, επιπλήττω με σκοπό τον εκφοβισμό και την αποτροπή.

1.Ο εργοδηγός προς στον προϊστάμενο: -θα σου στείλω στο γραφείο τον καινούργιο, που μας ήρθε πολυ τσαμπουκαλεμένος. Βάλτου λιγο πάγο, να στανιάρει.
2. Μεταξύ δικηγόρων: -ο εισαγγελέας, για αρχή, δεν τον παρέπεμψε, μόνο πάγο του 'βαλε.

Got a better definition? Add it!

Published