Υψηλή χαητζικαρία "βαρά" κάποιος όταν τον έχει πιάσει κάτι και λέει βλακείες και κάνει χαζά πράγματα. Πολλές φορές για την υψηλή χαητζικαρία ευθύνεται η κατανάλωση αλκοόλ.

-Θέλω να σοβατίσω τα δόντια μου, χαχαχα
-Ααα καλά, αυτός έχει βαρέσει χαητζικαρία 100.

Got a better definition? Add it!

Published

... ή σβώλι. Το χοντρό παιδάκι, ο μικρός μπούλης, που είναι και λιγάκι αργό στη σκέψη, όχι απαραίτητα, όμως, και κινητικά νωθρό.

Μπορεί να είναι, δηλαδή, και ζωηρό παιδάκι, σπανίως, όμως, με την καλή, κυρίως με την κακή έννοια: παρορμητικό, υπερκινητικό, κακότροπο, το οποίο κουτουρντίζει εύκολα. Σαν, με άλλα λόγια, λόγω του σβολο-σφαιρικού του σχήματος, να σου δίνει την εντύπωση ότι κατρακυλάει συνεχώς από δω κι απο κει και προκαλεί αναστάτωση.

Το έχω ακούσει στα Μεσόγεια, αλλά μπορεί να μην έχει να κάνει.

- Ο μικρός του παπά τι λέει;
- Σβόλι από τα λίγα. Έρχεται και κλέβει παγωτά στην ψύχρα και άμα του πεις και τίποτα κλαίει και σε βρίζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η βάλανος του πέους (πουτσοκέφαλο). Ως επιθετικός προσδιορισμός, ή αυτοαναφορικό, σημαίνει αυτόν που σκέφτεται με το κάτω κεφάλι, που έχει το μυαλό του στο μουνί, ή στο γαμήσι γενικότερα.

Συνήθως το πουτσοκέφαλο άτομο λειτουργεί παρορμητικά και, ως προς αυτό, ο όρος πουτσοκέφαλος παρουσιάζει συγγενή συμπεριφορά με το παρεμφερές «θερμοκέφαλος». Εννοείται ότι απαντά πάντα σε αρσενικό γένος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται υποτιμητικά, π.χ. «ασ' τον μωρέ, αυτός είναι πουτσοκέφαλος».

  1. Καλά, ρε πουτσοκέφαλος είσαι; Μόνο το μουνί έχεις στο μυαλό σου!

  2. Πήγαμε προχθές στον «Καλιγούλα» και ο Γιώργος τα 'μπλεξε με μια στριπτιτζού που του πούλησε αγάπες. Πουτσοκέφαλος είναι, ο μαλάκας...

  3. -Ο Νίκος τα 'ριξε στην καινούρια γκόμενα του Αλέκου. -Ρε τον πουτσοκέφαλο! θα μας χαλάσει την παρέα, ο μαλάκας.

Πουτσοκέφαλος (από panos1962, 05/11/09)Καπέλο Πουτσοκέφαλο (από panos1962, 05/11/09)Μπιλ Κλίντον (από panos1962, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την σχετικά κυριολεκτική σημασία, δηλαδή παύω να τελώ εν καύληι, για τους άντρες εν στύσει, είτε μετά την ευτυχή εκπλήρωση της καύλας μου, είτε απλώς λόγω ξενερώματος και υπερβολικής αναμουνής πρβλ. στο ξεκαύλωτο, έχει και μια λίγο πιο ιδιαίτερη σημασία: επιδίδομαι σε μία από τις ποικίλες μετουσιώσεις και μεταρσιώσεις της καύλας, με συμπεριφορά παρορμητική, λιγούρικη, κουτουρατζίδικη, εφηβική.

Όταν λέμε μετουσιώσεις και μεταρσιώσεις της καύλας εννοούμε τα γνωστά, μηχανάκια, αυτοκίνητα, κυνήγι, όπλα, πολεμικές τέχνες, ακροδεξιές οργανώσεις ή αντίθετα ακτιβιστικές διαδηλώσεις με έφεση στο μπάχαλο, λήμματα στο σλανγκρ, το να γράφεις με bold αντί για italics Η ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ, υπογεγραμμένα ή παραγεγραμμένα ιώτα μπαγαποντοδοτικά κουλούρια, γράψιμο ποίησης, ζωγραφική, μουσική, γλύψιμο και ταλιμπάν.

Συνήθως λέγεται με συγκατάβαση προς τον ξεκαυλούμενο, στο στυλ «άστον να ξεκαυλώσει λίγο με το τάδε», και εννοούμε ότι θα μπορούσε να κάνει και κάτι πιο επικίνδυνο, ή να τον βαρέσει η μαλακία στο κεφάλι. Όχι ότι δεν είναι επικίνδυνο και το να ξεκαυλώνεις με τα παραπάνω. Μέχρι και να καταστρέψεις την ελληνική γλώσσα μπορείς...

Επίσης, μπορεί να ειπωθεί ως υποτιμητική γείωση για αυτόν στον οποίο αναφέρεται. Ενώ δηλαδή ο δράστης μιας από τις παραπάνω δραστηριότητες μπορεί να είναι υπερήφανος γι' αυτήν, χρησιμοποιώντας την έκφραση «ξεκαυλώνω» την θεωρούμε ως υποκατάστατο σεξουαλικής στέρησης, εν ολίγοις ως ισοδύναμη με εκτονωτικό αυνανισμό.

  1. Και ακούστε και αυτό: φίλος, 34 ετών, είναι κάτοχος F430, Μ5, Ζ8, Ζ1, Μ3, 996 turbo και όταν θέλει να ξεκαυλώσει πάει Μέγαρα ή Σέρρες (εδώ)

  2. Απο το να ξεκαβλώσε με ένα παπί ή με το αμάξι του μπαμπά καλύτερα να ξεκαβλώσει με ώρες προπόνησης kick boxing που είναι πολύ πιο ασφαλείς (κάπου εδώ)

  3. Εγω παλι θεωρω οτι οποιος λεει οτι ξερει παπου προς παπου το αίμα του και την καθαρότητα του ειναι μαλλον ψευτης ή ρατσιστης εθνικαρος και ελληναρας που να παει να οργανωθει στην Χρυση Αυγη το συντομοτερον δυνατον μπας και ξεκαυλωσει...
    (εδώ)

  4. 1η κιθάρα θέλει να πάρει το παλικάρι να ξεκαυλώσει και του λες να παίξει jazz;
    (εδώ)

  5. Καμιά φορά περιπρισμένος αριθμός αντιεξουσιαστών την πέφτει στα ΜΑΤ για να ξεκαυλώσει. Η υπόλοιπη πορεία διαδηλώνει ειρηνικα (εδώ)

serious delirium (από jesus, 22/11/10)(από Khan, 12/02/15)

βλ. και ξεχαρμανιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κείμενο που γράφεις υπό την επήρεια αλκοόλ ή ελαφρών ναρκωτικών ουσιών, συνήθως μοιράζεσαι στα κοινωνικά δίκτυα και, το πιθανότερο, μετανιώνεις μόλις ξεσουρώσεις.

- Μού 'ρθε μια ειδοποίηση για ένα κομμάτι από Eddie Vedder που ανέβασε ο Παυλάρας αλλά δε μου βγάζει τίποτα, τι φάση;
- Α ναι, ήμουν μέσα όταν το ανέβασε... Τέσσερις η ώρα τα ξημερώματα... Λιαρδογράφημα για την πρώην του ήταν, με σάουντρακ... Μάλλον τό 'σβησε όταν ξύπνησε και τσέκαρε τις ειδοποιήσεις...

Βλ. λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναϊντίλα που σημαίνει μια αυτοκτονική ενέργεια, παρορμητική και καμένη.

Από τον μπασκετμπολίστα του Πανιωνίου Μπόμπαν Γιάνκοβιτς, ο οποίος σε μια στιγμή που θεώρησε ότι αδικήθηκε από τον διαιτητή, χτύπησε το κεφάλι του στην βάση της μπασκέτας και έκτοτε έμεινε παράλυτος.

- Καλά τι κεφαλιά του Γιάνκοβιτς έκανε χτες ο Πέρι! Πήγε κι έκανε ένα καμένο πέσιμο στο Λίλιαν. Όχι μόνο που έφαγε χυλόπιτα, αλλά τό 'μαθε μετά κι ο Βάγγελας και τον γάμησε στο ξύλο, κυριολεκτικά όμως.

(από το έργο Λιλιάδα the Prequel)

Ο άτυχος μπασκετμπολίστας (από Khan, 26/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το κεφάλι. Λέγεται στις Κυκλάδες.

Μερικές φορές μπορεί να σημαίνει πως κάποιος έκανε κάτι βιαστικά, χωρίς να το σκεφτεί πολύ, παρορμητικά.

Ο Μάρκος πάντα βουτάει κεφαλητά και με τη μία. Όχι σαν εσένα που ώσπου να βρέξεις κώλο παπαδιάζουν τα ποδάρια σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βάλανος του πέους. Βλ. όπου θέλεις πάνε ρώτα, το κεφάλι μπαίνει πρώτα (εκτός αν αναφέρεται στον περιπτερά). Συνήθης έκφραση είναι «σκέφτεται με το κάτω κεφάλι», για κάποιον που συμπεριφέρεται παρορμητικά έχοντας ως μοναδικό κριτήριο το τι του καυλώνει.

Έχουν ταιριάξει ο Μένιος κι η Λάουρα: και οι δυο δεν έχουν μυαλό στο κεφάλι τους. Ο Μένιος σκέφτεται μονίμως με το κάτω κεφάλι. Κι η Λάουρα δεν έχει μυαλό, αλλά έχει πόδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος είναι καλός σε κάτι, έκανε κάτι καλά, συνήθως υποτιμητικά.

-Πόσο κάνει 2+3
-6
-Λάθος, 5, καλούς!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μολόχα είναι λέλουδο και αποτελεί το συνηθέστερο είδος Μαλάχης. Εξ ου και ο άντρας μολόχα αναφέρεται σε άρρενα φλώρο, μαμάκια και ολίγον τι μαλάκα. Το Τσι είναι ενεργειακή δύναμη που ρέει από τις οντότητες μας και χρησιμοποιείται διακαώς από κουλτουλούγκρες και έντεχνα τσικάκια με ενασχόληση την Αέριαλ γιόγκα. Σε συνδυασμό αυτά τα δύο χρησιμοποιούνται για να καταδείξουν κάποιον που δυσανασχετεί με απλές και ξεκούραστες δραστηριότητες χωρίς προφανή λόγο και αιτία.

-Μαν μου, ψήνεις κάνα μπυρόνι μετά τη δουλειά?

- Δεν νομίζω να μπορέσω ρε φίλε

- Γιατί? Θα σου χαλάσει το Τσι μωρή μολόχα?

Got a better definition? Add it!

Published