Further tags

Παροιμία νέας κοπής. Αποδεικνύει περίτρανα στον νεοελληνικό πατρογονόπληκτο πληθυσμό πως τα μεγαλύτερα μυαλά στον κόσμο αυτόν δεν αποκλειόταν να είναι πούστηδοι. Όταν λοιπόν κάποιος μας αμφισβητεί επειδή είμαστε αδερφάρα, οφείλουμε να του απαντήσουμε χρησιμοποιώντας τη ρήση αυτή κι έτσι είναι εγγυημένο ότι θα τον αποστομώσουμε.

Επίσης το λέμε για παρηγοριά όταν, με μεγάλη μας πικρία, διαπιστώνουμε ότι κάποιο είδωλό μας είναι τελικά κι αυτός μεγάλη πούστρα.

  1. - Ρε φίλε, νά' σαι καλά... μπορεί να είσαι μεγάλη αδερφάρα, αλλά αυτό που σκέφτηκες μας έλυσε τα χέρια...
    - Εμ να, για να μη λες. Εξάλλου, μην ξεχνάμε πως κι ο Σωκράτης ο σοφός, πούστης ήτανε κι αυτός.

  2. (πιπίνι σε άλλο πιπίνι)
    - Ρε να πάρει, το ήξερες εσύ ότι ο Σεργιανόπουλος ήταν πούστης;
    - Ε ναι ρε φιλενάδα, τα είπαμε, την έκαιγε τη βάτα ο τύπος, ξεκόλλα!
    - Μα δεν του φαινότανε ρε συ...
    - Μη χαλιέσαι μωρέ, δεν πειράζει, κι ο Σωκράτης ο σοφός πούστης ήτανε κι αυτός!
    - Στο μουνί μου ο Σωκράτης, εμένα ο Σεργιανόπουλος μου άρεσε.

Ο Σωκράτης αποθαρρύνει τον Αλκιβιάδη από τον στρέιτ έρωτα (από Khan, 30/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Απάντηση σε χιλιοειπωμένα πράγματα που στην πραγματικότητα δεν έχουν βάση. Επιχειρήματα που δεν δύνανται να σταθούν σε κοινή λογική.

  2. Απάντηση σε ενδεχόμενη απειλή.

- Πώς οδηγάς έτσι ρε μπάρμπα;
- Εγώ πώς οδηγώ ρε... 40 χρόνια στο τιμόνι... Άντε να μην φωνάξω το 100 και σου πάρουν και την άδεια.
- Αυτά μας τα 'πανε πολλοί, μας τα 'πε κι ένας Γάλλος... Αν δεν γαμήθηκες μικρός, θα γαμηθείς μεγάλος

4.15 (από Khan, 06/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ως απάντηση από κάποιον ο οποίος βαριέται να δει το ρολόι του, ή δεν έχει.

- Τι ώρα είναι;
- Η ώρα που γαμούν οι σκύλοι.

Δες και δε θα 'ναι;, ώρα που γαμάν οι γύφτοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει μια σημασιολογική μετατόπιση από το τραβάω τα βυζιά μου. Σημαίνει περισσότερο μια απέλπιδα προσπάθεια, ιδίως αν το λέει άντρας, οπότε θέλει να πει ότι είναι πιο πιθανό να ρεύσει γάλα από τις θηλές του παρά να επιτύχει το εν λόγω εγχείρημα. Επίσης όταν κάτι είναι μάταιο, ανόητο, επίπονο αλλά με αβέβαιες πιθανότητες επιτυχίας.

- Πρέπει, λέει, να κάνουμε όλοι θυσίες για να σωθούν οι τράπεζες. Δεν μου τραβάς καλύτερα τα βυζιά να κατεβάσω γάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γιουβέτσι είναι ένα παραδοσιακό φαγητό με βάση το κριθαράκι.

Έχει όμως και σλάνγκια παραδοσιακή χρήση (χωρίς άρθρο και λοιπά μπαχαρικά), σαν άμεση απάντηση σε προτεινόμενο τρόπο/μέθοδο επίλυσης προβλήματος που δεν μας βρίσκει σύμφωνους και μας γνωστοποιείται, συνήθως προφορικά, με κατακλείδα το τροπικό επίρρημα έτσι: Έτσι να κάνεις, έτσι πρέπει, σκέτο έτσι κ.α.

-Να ρε συ έτσι!
-Γιουβέτσι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύντομη και κοφτή απάντηση στο «Εύγε»... όταν κάποιος πιστευει πως το «Εύγε» δεν το αξίζει ο άλλος.

Δες το παράδειγμα:

- Και το βραβείο απονέμεται στον Θανάση Προκοπίου
- Μπράβο, μπράβο...εύγε.
- Μπαίνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σπέρμα. Διαδεδομένη εξυπνακίστικη απάντηση στην πολύ συνηθισμένη ρητορική ερώτηση «ξέρεις ποια είναι η μαλακία;». Χρησιμοποιείται όταν ο ομιλητής θέλει είτε απλά να εκνευρίσει τον συνομιλητή του, ή να τον γειώσει.

Ως αντίδραση στην ευρεία διάδοση της εξυπνάδας αυτής, ερμηνεύεται η τάση των ομιλητών να αντικαθιστούν τη λέξη μαλακία στην παραπάνω ρητορική ερώτηση από συνώνυμα όπως βλακεία, μπινιά, πουστιά και άλλα. Τις περισσότερες φορές βέβαια, η ατάκα λειτουργεί το ίδιο αν όχι και περισσότερο αποτελεσματικά ως απάντηση.

Δες και εν πάση περιπτώσει....

Μαλάκα, δέ το πιστέψεις, έχω καβατζώσει Ντί Τζέι Μόρον για το πάρτι!
– Ποιός είν' αυτός;
– Καλά ρε ηλίθιε, δέν ξέρεις τον Μόρον; Μα καλά, τί ζάβλακας είσαι ρε παιδάκι μου; Αλλα 'ντάξει, με τις μαλακίες που ακούς πού να 'χεις ιδέα από μουσική. Ακούς εκεί, να 'χεις μείνει ακόμα στους Πινκ Φλόιντ!... Τέλος πάντων. Και που λές, έχω καλέσει πολύ κόσμο μιλάμε, θα γίνει χαμός, θα 'χει και της πουτάνας τα μουνιά. Η μπινιά βέβαια είναι ότι θα σκάσουν κι ένα σωρό πρώην, γαμώτο μου. Να φανταστείς, το 'χουν μάθει και η Φιφή καί η Φούλα. Και δε λέω ρε παιδί μου, ας έρθει κι η Φιφή, ας έρθει κι η Φούλα στο πάρτι. Αλλα ξές ποιά 'ν' η μαλακία;
– Ναι.
– Έ;... Τί «ναι»;
– Ναι ρε, εκείνο το άσπρο που κολλάει δε λες;...
– ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Φούφουτος είναι η εμφατικά προσωποποιημένη μορφή ενός ανύπαρκτου ή άγνωστου χαρακτήρα (= ο κανένας, κάποιος).

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον: «Ο κανένας ή ο τάδε, ο δείνα, ο άγνωστος, ο οποιοσδήποτε», ο «δεν ξέρω 'γω». Συνήθως ειρωνικά ή περιπαιχτικά.

  1. (κύρια χρήση)
    - Τοκ τοκ
    - Ποιος είναι παρακαλώ;
    - Ο Φούφουτος... Τι ποιος είναι (εγώ είμαι!), ρε μαλάκα; Έφερα τα σουβλάκια...

2.- Αλήθεια σου λέω, δεν της το είπα εγώ!
- Ποιος τότε; Ο Φούφουτος; Εννοεί: «Ο κανένας της το είπε; Σίγουρα (κατ’ εμέ) εσύ το είπες!»

  1. - Και ποιος λες να τα έχει τώρα με την Τιτίκα;
    - Ο Φούφουτος... Πού θες να ξέρω; (= τα έχει με κάποιον ή κανέναν, δεν με ενδιαφέρει / δεν ασχολούμαι).

  2. Όταν κάποιος ακούει ήχο ή κουδούνισμα, αλλά και στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει ανθρώπινη επαφή / επιβεβαίωση / επικοινωνία (ανεξαρτήτως αν ήταν ανθρωπογενής ή τυχαία η πηγή του ήχου), τότε:
    - Άκουσα θόρυβο στην πόρτα / χτύπησε το τηλέφωνο, πήγαινε να δεις ποιος είναι!
    Πάει ο άλλος και δεν βρίσκει άνθρωπο, ή στο τηλέφωνο δεν απαντήσανε. Τότε λέει: - Ο Φούφουτος ήταν (=κανένας).

  3. Όταν ένας άνθρωπος δεν επιθυμεί να λάβει μέρος σε κάτι, λέει:
    - Θωμά, θα έρθεις το βράδυ στη συγκέντρωση; - Θα έρθει ο Φούφουτος! (=δεν θα πάει ο Θωμάς, κάτι δεν του αρέσει...).

  4. Η ιστορία με τον Οδυσσέα και τον Πολύφημο, όπου ο Οδυσσέας ονοματίζει τον εαυτό του ως Κανένας, δείχνει πόσο μακριά πίσω στο χρόνο πάει ο Φούφουτος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως χρησιμοποιείται για να εκφράσει την άγνοιά μας ως προς κάποιο θέμα. Επίσης χρησιμοποιείται με ειρωνική διάθεση για να δείξουμε ότι δεν μας ενδιαφέρει η συζήτηση ή ότι τη θεωρούμε ασήμαντη ή ενοχλητική.

  1. - Ρε συ Θρασύβουλε, ο Θρύλος είναι ξανά πρωταθλητής!
    - Α ναι ε; Και στη Γερμανία βρέχει!

  2. - Σήμερα δεν ήρθε ο Πάκης στη δουλειά...
    - Ε σιγά, στη Γερμανία βρέχει...

(από nick, 24/03/09)(από EvoOz, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από τον τιραμισουρεαλισμό, το μπλε δηλώνει επίσης:

  • Την φάση όπου κάποιος έχει πάρει πολλά Βιάγκρα, επειδή υποτίθεται ότι μια από τις παρενέργειες, αν πάρεις πολλά, είναι να τα βλέπεις όλα μπλε. (Σ.ς.: Δεν ξέρω, δεν τα έχω ανάγκη). Γενικά, μπλε είναι η Βιαγκρο-νιρβάνα, Βιαγκρο-μαστούρα. Βλ. και έκφραση «τα βλέπω όλα μπλε».

  • Αγγλιά για την μελαγχολία. Από τα blues, blue mood, κ.τ.λ.

Τα είδε όλα μπλε με την Καυλάουρα ο Επαμεινώνδας. Θεός σχωρέστονε! Και τού 'λεγα: «Δεν είναι κουφέτα τα Βιάγκρα, Νώντα μου!». Δεν μ' άκουγε ο μακαρίτης!

Σχετικό: μπλε περίοδος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified