Selected tags

Further tags

Συγκεκριμένη συνομοταξία ευγαμήσιμων γκομενακίων 18-30 ετών, φοιτητριών ή αποφοίτων της πρώην γυμναστικής ακαδημίας, νυν ΤΕΦΑΑ, που όμως το ιδρώνουν το κορμάκι.

Διακρίνονται από τα εξής χαρακτηριστικά:

  1. Υπό συνθήκες καθημερινών μετακινήσεων, φορούν πάντοτε φόρμα ή κολάν.
  2. Είναι, κατά κύριο λόγο, άβυζες ή μικρόβυζες, με κοιλιά και κορμοστασιά αλφάδι.
  3. Είναι, πλην εξαιρέσεων, μάπα στη μάπα, συχνά και με γκαυλόσπυρα, από τις αναβόλες, κάτι που τους προκαλεί βέβαια υπέρμετρες καύλες ιδίως όταν είναι σε κύκλο.
  4. Είναι εντελώς ηλίθιες, μασούν τσίχλα, αλλά δεν έχουν το στυλ και το βάδισμα της κλασσικής bimbo.

Πως επαληθεύουμε ότι μόλις εντοπίσαμε ένα πραγματικό τεφαρίκι;

  1. Το είδαμε να επιβιβάζεται ή να αποβιβάζεται στο σταθμό της Δάφνης ή του Αγ. Ιωάννη.
  2. Ήταν παρέα και με άλλους/άλλες που δεν φορούσαν τζην ή ισόπατο παπούτσι.
  3. Η φαντασίωση που μας έρχεται αυτομάτως στο μυαλό περιλαμβάνει στάσεις όπου έχουμε στο οπτικό μας πεδίο μονο την πίσω της όψη.

- Πω πω τι μπήκε στο τρένο!!!
- Τι ρε;;
- Καλά ρε δεν τα βλέπεις τα δύο κολάν;;
- Πω φίλε έχεις δίκιο, αλλά μη χαίρεσαι, δεν προλαβαίνουμε να πάμε για πέσιμο, τεφατζούδες θα είναι, στην επόμενη στάση θα κατεβαίνουνε.
- Αυτές δεν είναι τεφατζούδες, είναι τεφαρίκια!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται στο βραζιλιάνικο μπικίνι, το λεγόμενο και 2/3, ή 3/4 (Θα σας γελάσω, γιατί με τα κλάσματα δεν τα πάω καλά από το δημοτικό).

Το συγκεκριμένο καβλωτίκ κυλοτάκι αποτελεί έναν από τους τρεις λόγους λατρείας στο λατινοαμερικάνικο αυτό κράτος! Οι υπόλοιποι δύο, είναι η τέχνη της στρογγυλής Θεάς, και το περήφανο (από άποψη στάσης) όπισθεν περιεχόμενο του εν λόγω αξεσουάρ.

- Βάλε eurosport ρε μπουχεσίδη, που έχεις και βλέπουμε τις national geographic!
- Τι έχει;
- Τελικό ευρωπαικού μπιτς-βόλεϋ γυναικών. Βάλε να δούμε τα βραζιλιάνικα...
- Τι δουλειά έχουν οι Βραζιλιάνες σε ευρωπαϊκό τελικό. ρε κατεστραμμένε;
- Αϊντε άϊντε.... Όλες, βρε βλάκα, φοράνε βραζιλιάνικα κυλοτάκια στο μπιτς. - Ε, τότε αξίζει.... Θα ενημερωθώ για τα του πλανήτη κάποια άλλη φορά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ενοχλητικός τύπος που τυχαίνει να είναι και φαλακρός. Αναφέρεται συνήθως στην ηλικιακή ομάδα των ατόμων που έχουν αρχίσει να γερνάνε και να γίνονται παράξενοι και επιπόλαιοι ως προς τον περίγυρό τους και παράλληλα να αποκτούν την χαρακτηριστική φαλάκρα του μεσήλικα. Χρησιμοποιείται και για απλώς ξυρισμένους.

  1. - Θα διαβάσεις αύριο φυσική; - Ε ναι ρε, αφού ο μαλάκρας ο Διαμαντόπουλος φωνάζει.

  2. - Τι φωνές ακούγονται ρε; - Ο πατέρας μου είναι, άσε έχει αρχίσει και γίνεται μαλάκρας από τότε που έκοψε το κάπνισμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κακοχυμένος στην εμφάνιση και άξεστος στους τρόπους μπουνταλάς.

Το άκουσα σε καφενείο στην Δημητσάνα και αμέσως θυμήθηκα τον άρκαλο, τον Κρητικό ασβό που φέρει την ίδια μεταφορική έννοια.

Πρόχειρες συνεντεύξεις τοπικών ηρώων επιβεβαίωσαν ότι χρησιμοποιείται ευρύτατα στην ορεινή Αρκαδία, χωρίς ωστόσο να υφίσταται εννοιολογική ή άλλη σύνδεση με ασβούς ή άλλα μικρά θηλαστικά.

Εικάζω ότι ο αρούκαλος είναι ομοούσιος του αρκάλου και εισήχθη στη περιοχή κατόπιν αλλαξοκωλιών ορεσίβιων με μέτοικους χαλικούτηδες.

Δεδομένης δε της τρωκτικής υποστάσεως του αρκάλου, εικάζω ότι και τα δύο λήμματα ετυμολογούνται εκ του ἄρουρος (γη).

Βλ. επίσης αρούγκανος και αρούκατος.

- Ανθρακονήμα ή υαλονήμα; … το ότι τα carbon σπάνε εύκολα κλπ, εξαρτάται και από το carbon και από τον χρήστη. Άμα είσαι εντελώς αρούκαλος, θα σπάσεις ακόμα και το λαστιχένιο balco από το ψιλικατζίδικο. Με κανονική χρήση μια καλή λεπίδα carbon δεν θα σπάσει ποτέ.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ασουλούπωτος κουασιμόδος, το μπάζο που δεν βλέπεται και για πάρτη του τα τρένα εκτροχιάζονται και τιγκανά στο πρώτο χωματόδρομο.

Εναλλακτικά, αυτός που χύνεται ατσούμπαλα για οποιονδήποτε δικό του λόγο.

Συνδέεται με την έκφραση «σαν κακοχυμένος λουκουμάς», παραπέμπει όμως και σε όποιον συνελήφθη από ελαττωματική / λειψή ριξιά, κατά το Γαλλικό mal foutu.

- Ο απόλυτος πόλος του κακοφορμισμένου κακού, δραπέτης από το αναμορφωτήριο, βάζει μπροστά την αλεστική μηχανή. Φτυστός, ολόιδιος σίριαλ κίλερ. Στραμπουλιγμένος, κακοχυμένος, σκοτεινός. Προφανώς, στη φυλακή έκανε παρέα με τον Εωσφόρο.
(εδώ)

- … ποιον ειπες βουρλο μωρη κακοχυμενη χλαπατσα; (εδώ)

- Πήγα να κάνω ένα μπλούμ στο ντους και με το που πάτησα στο βρεμένο πάτωμα του μπάνιου γλίστρησα. Το αριστερό πόδι πήγε μπροστά και το δεξί πίσω. Για να αποφύγω το σπαγκάτο πιάστηκα από το χερούλι της πόρτας η οποία άνοιξε (προς τα έξω). Κουτρουβάλιασα στο χαλί του δωματίου σαν κακοχυμένος λουκουμάς και αποφάσισα να μείνω εκεί ένα 5-λεπτο για να αναλογιστώ την κατάστασή μου. Αν ήθελα ας έκανα κι αλλιώς...
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που περπατάει σαν να έχει φάει άνθρωπο, φουσκωμένος και τεντωμένος... με τα χέρια να μην κλείνουν και το στήθος φουσκωμενο.

Το έλεγε ο Αλέφαντος (Μιτσικωστας) για τον Τζιόλη: όσοι τον έχουν δει να παίζει μπάλα καταλαβαίνουν πώς κολλάει.

Κοίτα τον τύπο πως περπατάει... σαν κονιόρδος!

(από Jonas, 10/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν διάφορα σημεία στο ανθρώπινο σώμα όπου η ροή του ιδρώτα κυλά με πιο γρήγορους ρυθμούς σε σύγκριση με άλλα μέρη. Αυτό ποικίλει ανάλογα με τον άνθρωπο. Σε άλλους αυτό το σημείο είναι το στήθος, σε άλλους οι μασχάλες και τα λοιπά.

Ο ιδρώτας στο στήθος πολλές φορές σκόπιμα δεν αντιμετωπίζεται, καθώς κάνει μερικές λυσσάρες να κοβουν φλέβα, ο ιδρώτας στις μασχάλες αντιμετωπίζεται με οποιοδήποτε απο τα προϊόντα κατά του ιδρώτα και της κακοσμίας κυκλοφορεί στο εμπόριο, άρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι δύσκολα ο ιδρώτας μπορεί να βλάψει το image μας.

Έλα όμως που υπάρχει και ένα σημείο που αποτελεί βραχνά. Και αυτό είναι η Αυτού Εξοχότης ο Κώλος. Πόλλες φόρες, ειδικά αν είναι καλοκαίρι και ιδρώνουμε, ο κώλος μας γεμίζει ιδρώτα, έχει μια αίσθηση καψίματος και νιώθουμε τα κωλομάγουλα να γλυστράνε μεταξύ τους. Και αυτό είναι το λιγότερο. Αν φοράμε φόρμα και κάνουμε το λάθος να κάτσουμε κάπου αποκτάμε αμέσως μια στάμπα ιδρώτα στον κώλο κάτι που μας καταστρέφει το image σε χρόνο dt. Όσοι σε κοιτάνε έχουν την εντύπωση «ρε συ, αυτός χέστηκε;» -, ή ακόμα και να ξέρουν το πρόβλημά σου μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναφωνήσουν «ρε μαλάκα, χέστηκες;» και να σε κάνουν ρεζίλι στην ομήγυρη. Αυτές οι θλιβερές φιγούρες ονομάζονται υδρόκωλοι και συναντώνται σε μεγάλους αριθμούς ανά την επικράτεια.

Λύση; Η πας αμέσως και αλλάζεις αν έχεις καβάτζα, ή στήνεις κώλο στον πλησιέστερο ανεμιστήρα ή πας τοίχο-τοίχο μη σε πετύχω anyway.

- Ρε μπουχέσα, πάλι ξέχασες το μπέιμπι λίνο;
- Έλα ρε μαλάκα, ξέρεις ότι είμαι υδρόκωλος, μην με κάνεις ρεζίλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι κορόιδευαν οι Ροδίτες τους εσωτερικούς μετανάστες από την Σύμη οι οποίοι φαίνεται ότι, λόγω της έλειψης νερού στο άνυδρο νησί τους, δεν έπλεναν τα μούτρα τους και κυκλοφορούσαν με τις τσίμπλες στα μάτια.

- Αϊ πλύσου, ρε τσιμπλιάρη Συμιακέ... μην κάνεις οικονομία στο νερό... στη Ρόδο είσαι, όχι στο ξερονήσι σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

100% Σαλονικιά έκφραση. Παλαιάς κοπής και μάλλον παρωχημένη.

Ένα μπακγκράουντ, όσο να 'ναι, χρειάζεται.

Το Ασβεστοχώρι είναι ένα χωριό, προάστιο τώρα, 10 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη σε κοιλάδα στους πρόποδες του Χορτιάτη, σε υψόμετρο 400 μέτρων.

Είχε (δεν έχει) και ασβεστοποιΐες –εξ ων και το όνομα– που γνώρισαν μεγάλη άνθηση σχεδόν έναν αιώνα πριν χάρη στην ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του '17.

Είχε επίσης (και έχει) εξαιρετικό μικρόκλιμα –ξηρό και ευάερο. Πράγμα σπάνιο για την ευρύτερη περιοχή της Νύμφης όπου μονίμως ξυπνάς με το κεφάλι καζάνι. Και πράγμα ολίγον μυστήριο αν σκεφτεί κανείς ότι το Πανόραμα, δέκα λεπτά απόσταση και επίσης σε ύψωμα, την έχει την υγρασία του.

Τα ασβεστοκάμινα δεν μας αφορούν, το κλίμα τα μάλα. Διότι λόγω του κλίματος χτίστηκε στο Ασβεστοχώρι Σανατόριο το 1925 και συνέχισε να λειτουργεί μέχρι το 1966 οπότε και μετεξελίχθηκε στο σημερινό νοσοκομείο Παπανικολάου.

Ωσεκτουτού, στο μυαλό των μπαγιάτηδων μιας κάποιας ηλικίας το Ασβεστοχώρι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την φυματίωση. Και στην κυριολεξία της η φράση αυτός είναι για τ' Ασβεστοχώρι αναφερόταν κάποτε σ' έναν χτικιάρη που έπρεπε να μπει στο Σανατόριο για καθαρό αέρα, ξεκούραση και καλό φαΐ.

Όχι πια. Μ' έναν σκληρό σαρκασμό –που, νομίζω, βγαίνει πιο πηγαία στους επάνω παρά στους κάτω– η σημασία έχει ανατραπεί πλήρως και το είναι για τ' Ασβεστοχώρι απευθύνεται πλέον σε άτομο που μόνο φθισικός δεν είναι: σε κάποιον σίγουρα καλοζωισμένο και μάλλον κοιλιόδουλο, οπωσδήποτε υπέρβαρο και πιθανώς υποχόνδριο. Χρησιμοποιείται ευθέως, ως προσβολή στα μούτρα, και πλαγίως, ως και καλά διακριτικό σχόλιο για κάποιον τρίτο. Συνήθως ο στόχος είναι άντρας αλλά, κατά πώς λένε, εξαρτάται από τη γυναίκα.

Τι άλλο για το Ασβεστοχώρι; Εκεί γεννήθηκε το '44 ο Διονύσης Σαββόπουλος. Και, για κάποιον λόγο, είχε πάντα πολλούς Ηρακλειδείς και, μια εποχή, έναν από τους πιο δραστήριους γαλάζιους συνδέσμους. Εννοείται ότι τα μέλη του ΣΦΗ Ασβεστοχωρίου ήταν ευρύτερα γνωστοί ως φυματικές γριές. Χίλια χρόνια.

  1. — Καλά, και τρίτο πιάτο γιουβέτσι θα φας; Και μετά θα πας να την πέσεις κάνα τρίωρο και σιγά και να μην κάνεις καμμιά δουλειά σήμερα. Ήμαρτον, δηλαδή...
    — Έλα, ρε μάνα... νιώθω κομμένος τώρα τελευταία αφού...
    — Εμ, σε βλέπω αγόρι μου, δε σε βλέπω... έχεις ρέψει... για τ' Ασβεστοχώρι είσαι κι εσύ...

  2. — Ε, μη το λες, προσπαθεί η καημένη η Βέτα... και δίαιτα κάνει και γυμναστήριο πάει... πρέπει νάχει πέσει κάτω απ' τα εκατό...
    — Ναι, αλοίμονο, χάλια έχει γίνει... για τ' Ασβεστοχώρι είναι κι αυτή... είχα κατέβει στη Μοδιάνο χτες, στο Σερραϊκόν ήτανε... μια διπλή κιμά είχε χτυπήσει και της έφερνε και μια κρέμα για από πάνω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτό το πελώριο, βαρύ, κάτι σαν μπαλόνι που βάζουν τα πλοία το ένα ανάμεσα στο άλλο ή το ένα ανάμεσα... στην άλλη προβλήτα, για να μην ακουμπάνε τον προφυλακτήρα τους στο δίπλα παρκαρισμένο όχημα… Η μπαλότσα, δηλαδή, είναι κάτι που εξ ορισμού βρωμίζεται ζουλιέται, πετιέται και, θεωρητικά, παρτουζώνεται με δύο παρτενέρ που, κατά βούληση, τη λύνουν και τη δένουν… Γ@μ#σέ τα δηλαδή… Είναι να μη σου τύχει…

Τι λες μωρή μπαλότσα, τη μούρη σου την έχεις δει στον καθρέφτη;;;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified