Ευφημισμός για τον πολύ χοντρό.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι αδιαμφισβήτητα η πλέον βαρύνουσα προσωπικότητα στο ΠΑΣΟΚ, υπερβαίνοντας κι αυτόν ακόμη τον πληθωρικό Θεόδωρο Πάγκαλο.
Ευφημισμός για τον πολύ χοντρό.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι αδιαμφισβήτητα η πλέον βαρύνουσα προσωπικότητα στο ΠΑΣΟΚ, υπερβαίνοντας κι αυτόν ακόμη τον πληθωρικό Θεόδωρο Πάγκαλο.
Βλ. και σχετικό λήμμα πληθωρικός/ πληθωρικό ταλέντο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο μπουλούκος. Ηχοποίητη λέξη που φαίνεται τρυφερή μόνο σ' αυτήν (-ον για λούγκρα) που την λέει, ή μάλλον, διόρθωση, σ' αυτόν που την ακούει, γιατί κι αυτή που την λέει, τον κοροϊδεύει από μέσα της.
Άδωνις Γεωργιάδης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προσδιορισμός άσχημης γκόμενας, σύνθετο από τις λέξεις πούτσα και μούρη, συνώνυμο του πατσαβούρα, προερχόμενο από το γνωστό ψάρι κουτσομούρα.
Δες ακόμη: αστερίας, γκόμενα-γαρίδα, γκόμενα-μέδουσα.
Got a better definition? Add it!
Πάρα πολύ σπάνιο ψάρι που συναντάται πάρα πολυ σπάνια στην παραλία της περιοχής Δουνέικα στο Νομό Ηλείας.
Προσοχή: Εάν τυχόν το συναντήσετε ποτέ, υπάρχει να σας μπει στο κώλο!
Πετράν και Αλέκος είναι καθ' οδόν για Δουνέικα.
Πέτρος:- Ρε μαλάκα τι ακούγετε «μπα μπα μπαπ» κατω απο το αμάξι;
Αλέκος:- Πουτσομούρες θα είναι ρε!
Got a better definition? Add it!
Γυναικείο στήθος. Χρησιμοποιείται συχνά για μεγάλα γυναικεία στήθη.
-Ρε 'συ, κοίτα κάτι μπουρμπούλια που έχει αυτή!
-Ναι ρε 'συ, είναι τεράστια!!!!
Βλ. και σχετικό λήμμα βυζόμπαλο
Got a better definition? Add it!
Από το πανσέτα. Το φωνάζουμε σε γυναίκα με πλούσια χαρίσματα, μεγάλος στήθος κτλ.
Άντρας:
- Έλα πανσετούλα μου εδώ να σε φάω!!!
Γυναίκα:
- Θέλω να είσαι όμως τρυφερός...
Got a better definition? Add it!
Η σέξι μετεωρολόγος νέας κοπής, που λιγότερο δείχνει τα μετέωρα φαινόμενα και περισσότερο μετεωρίζει τον κώλο της. Το σινάφι της Έλενας Πούτση και της Πετρούλας. Παίρνει την δουλειά με βυζογραφικό.
«Μόλις τελείωσε» η μετεωροκώλος, μόλις τελειώσαμε κι εμείς...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά το «χριστιανόφατσα», η φούστα που φτάνει ως τον αστράγαλο, και μπορεί να την φοράει μόνο θεούσα. Συνεκδοχικά, η θεούσα. Οι updated χριστανόφουστες είναι έθνικ στυλ.
Είχαν μαζευτεί πέντε έξι χριστιανόφουστες έξω απ' την Καπνικαρέα.
Got a better definition? Add it!
Η όχι ιδιαίτερα ευειδής γκόμενα.
Συνώνυμα:
ανήκει στον Κώδικα
άσπρα μούρα, μαύρα μούρα, είσαι μια παλιοχαμούρα
αχλαδομουνοπατσαβούρα
Βαμβακούλας, ο
Βώδη, Έφη
βούπα
γαλακτερό βόδι, το
γαλότσα
γαμήσι του ελέους, το
γκόμενα-γαρίδα
δεινόσαυρος
διπλοσάκουλο
ζάμπα
ζάρα
κλανιόλα
κλασοπαντιέρα
κορίτσι της συγγνώμης
λινάτσα, η/μωρή
μαούνα, η
μια χαρά χάλια
μουνόσκυλο
μουστάκι, το
μουτσούνα, η
μουφλόζα, η
μπαζάκα, η
μπαζάκι, το
μπαζάρεβιτς
μπαζοδέκανο
μπαζόλα
μπαζόλι, το
μπαζολιό, το
μπαζόμπαζο
μπαζούκας
μπάζω
μπαλότσα
μπατόζα, η
μπάχλα, η
μπουρούχα
μπόφα (η)
μποχλάδα
μπόχλα
μπράσκα
να μασάς σκατά και να φτύνεις!
να μασάς κουκιά και να φτύνεις!
ντόπερμαν
ντουέλφ
ξελόντζα, η
ξεπλένω, η
ξεψώλι, το
ξόμπλι
ούτε με ξένο πούτσο
παλιοχαμούρα, η
παρτιτούρα, η
πατζουρώ
πατόζα, η
πατόλα, η
πατσαβούρα
Πατσάνγκα
πατσόλα
πατσούρα
περιοδόβρακο
πεσκανδρίτσα, η
πίσω γορίλλα
πουτσομούρα
σαβούρα
σακαφιόρα
σαλούφα
σάμπαλο
σαύρα
σκραπ
σκυλί
σφόλι
ταγάρι, το
το τέρας ολέ
τρύπα
τσαμπατσούλα
τσιμούχα, η
τσιμπουκοζητιάνα, η
τσουράπω
φακλάνα
φέτα
φετόλα
φιλτρομπαζούκα
φλώμπα
φόλα
φρόκαλο
φώκια
χαμούρα
χλαμούτσα
android
gtb
Παρακαλώ συμπληρώστε τα κενά!
Got a better definition? Add it!
Μουρίνιο λέμε κάποιον, όταν ντύνεται κάθε μέρα διαφορετικά, όταν κάνει διάφορα είδη κόμμωσης στα μαλλιά και γενικά, εμφανίζεται όπως ο πρώην προπονητής της Πόρτο και Τσέλσι και νυν της Ίντερ.
-Γεια σας μάγκες.
-Ρε μαλάκα, γιατί έβαλες λακ στα μαλλιά; Ποιος είσαι ρε, ο Μουρίνιο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified