Selected tags

Further tags

Σε συμπλήρωση του έτερου ορισμού, λέγεται για τον άνθρωπο προχωρημένης ηλικίας γενικά. Για κάποιον που περιμέναμε ότι θα είχε ήδη πεθάνει, αλλά παραδόξως ζει. Αλλά και ειδικότερα, για κάποιον που έχει παγιώσει στο πρόσωπό του μία ανέκφραστη έκφραση σαν μάσκα. Ο λόγος μπορεί να είναι ότι έχει χρησιμοποιήσει αισθητικές μεθόδους συντήρησης, όπως μπότοξ, που του έχουν αλλοιώσει την εκφραστική του προσώπου. Ή μπορεί να έχει πάθει και μια σειρά από εγκεφαλικά ή Αϊζεν(χ)άουερ ή άνοια, που του έχουν προσδώσει μία απόκοσμη έκφραση αλλούφο. Όταν μαζεύονται πολλές μούμιες μαζί, γίνεται τουταγχαμός.

  1. Θα ψήφιζα τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη για Πρόεδρο. Γιατί; Δεν κάνει η μούμια για Πρόεδρος; Εδώ έχουμε τον Παπούλια! (Μακελειό).
  2. Σε λίγο καιρό, η Μέγκαν Φοξ θα μπορεί να παίξει μόνο στην Μούμια.

Τουταγχαμός!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

μποθρώνα, μποθρόνα

Η χοντρή γυναίκα, γενικώς.
Συνώνυμα: τόφι, κωλαρού, πατόζα, μπουρέκλα, φακλάνα.

-“Ω θεοί ...”
-“Μποθρώνα!”
εδώ

Λέγεται και για αγόρια (παράδειγμα 5).

  • Από άβαταρ Μαντόνα κι από κοντά σκέτη μποθρώνα (εδώ)
  1. Ο μπαμπάς ήτο φίτνες κι η μανούλα μποθρώνα. Αφότου τον άφησε να χρησιμοποιήσει το κορμί της ως τραμπολίνο σκέφτηκαν "θα γεράσουμε μαζί"(εδώ)
  2. Αλλα φταις κι εσυ που σου την πεφτουν! Παραεισαι ομορφη. Γινε μια μπουχεσα, πατόζα, μποθρονα να δουμε αν θα σου γραφουσι ντιεμια (εδώ)
  3. Έφαγε κ βαρυνε η μποθρόνα η κουμπαρομπεμπέκα. (εδώ)
  4. -ΚΑΡΓΙΕΣ ΤΕΛΟΣ Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΜΕ ΕΤΑΜΑΜΕ, ΚΟΤΣΙΠΕΡΙ ΚΑΙ ΚΙΝΟΑ. ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΟΡΝΠΗΦ ΒΕΝΕΖΟΥΕΛΑΣ ΚΑΙ ΚΥΤΤΑΡΙΤΙΔΑ ΩΣ ΤΟ ΓΟΝΑΤΟ. Ψ Ο Φ Ο
    -ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! ΤΟ ΛΑΙΚΟ ΠΑΙΔΙ, ΜΕ ΤΗ ΜΠΟΘΡΟΝΑ ΣΥΖΥΓΟ, ΤΩΡΑ ΔΙΚΑΙΩΝΕΤΑΙ! (εδώ)
  5. Νικοο μου σε αγαπω σε εκτιμω αλλα εχεις γινει μποθρόνα. #destetous (εδώ)
  6. "29 κατασκευαστές brazilian συνιστούν δίαιτα” πες το ψέμματα θα ξεράσουμε τον λουκουμά με την κάθε μποθρόνα! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνολο από λέτσους, ή κάποιος που είναι εντελώς τελείως λέτσος. Ετυμολογείται από το ιταλικό lezzo που σημαίνει δυσοσμία. Λετσαρία είναι όχι μόνο κάποιος που βρωμάει ή είναι λερωμένος, όπως είναι η αρχική ετυμολογική σημασία (βλ. λέτσος), αλλά κυρίως κάποιος που φοράει ό,τι να 'ναι, ρούχα τελείως κακόγουστα και σε μεταξύ τους τελείως αταίριαστους συνδυασμούς, που πείθουν τον θεατή του ότι δεν έχει να φορέσει άλλα, πιθανόν επειδή είναι φτωχός, και φόρεσε τέσπα ό,τι μπόρεσε να βρει ή ότι είναι τσακωμένος με το γούστο ή, ακόμη χειρότερα, ότι είναι λέτσος από άποψη.

Με λίγα λόγια είναι το αντίθετο του κυριλέ, αν και υπάρχει ένα μεταξύ, ο κυριλέτσος. Η έκφραση λέγεται συνήθως όταν περιμένουμε κάποιον λόγω των συνθηκών και της ευρύτερης συνάφειας να εμφανιστεί κυριλέ (λ.χ. σε posh club ή εστιατόριο, ή σε επίσημη περίσταση), κι αυτός εμφανίζεται ως λέτσος. Η φράση χρησιμοποιείται συχνά από μικροαστάκηδες για να χαρακτηρίσει ό,τι ξεφεύγει από τις νόρμες ενός καλοβλαμμένου μικροαστού, όπως λ.χ. συγκεντρώσεις προσφύγων ή μεταναστών, αριστερούτσικη αισθητική κ.ά.

  1. ΠΛΑΚΩΣΕ Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΛΕΤΣΑΡΙΑ! ΦΩΤΟ: Ο ΚΟΛΛΗΤΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΕΣΣΑΣ ΤΟΥΣΕΝ, ΝΟΜΙΖΕΙ ΠΩΣ, Η ΒΟΥΛΗ ΕΙΝΑΙ «ΒΙΛΑ ΑΜΑΛΙΑ» ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΞΥΠΟΛΗΤΟΣ... ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΩΣ ΝΤΥΜΕΝΟΣ! (Στόκος).
  2. Στο μεταξύ ο λαός βλέπει όλους αυτούς τους νταήδες με τα ξεκούμπωτα πουκάμισα για να φαίνονται μαύρες τρίχες της ψευτοπαλικαριάς τους που συνδυάζεται με τη γενική λετσαρία στην εμφάνιση που παραπέμπει σε παιδιά της εργατιάς και του πονεμένου λαού, ενώ μόνο λίγοι απ’ αυτούς έχουν κάποια ένσημα ή εμπειρία σε κανονική δουλειά. Αυτή όμως η εμφάνιση είναι που εκφράζει και ταιριάζει στη λαϊκίστικη και μάγκικη ρητορεία με την οποία χάιδευαν επί χρόνια αυτιά ανθρώπων ενός κατώτερου μυαλού ή μισθού που υπάρχουν μέσα στο εκλογικό σώμα της χώρας μας. Όμως δεν είναι μόνο η γενική λετσαρία στην εμφάνιση που ίσως παραπροβλέπεται από ορισμένους. Είναι πολύ περισσότερο οι διάφορες φυσιογνωμίες ή ακριβέστερα οι διάφορες αστείες έως τρομακτικές φάτσες όλων αυτών που ενδεχομένως θα τους φάμε στη μάπα, κατά το κοινώς λεγόμενο αν καταφέρουν τελικά να επικρατήσουν σ’ αυτές τις εκλογές. (Εδώ).
  3. Πρόσεχε! Η δουλειά ξεκίνησε σοβαρά. Υπεύθυνα. Με στόχευση. Με προοπτική. Σου έλεγε η Γερμανία θέλω 1.142 ξυλουργούς. Όχι μπάτε σκύλοι αλέστε. Χρειάζομαι ηλεκτρολόγους 857, σου έλεγε ο Γερμανός. Στείλτε μας και τόσους οικοδόμους, τόσους υδραυλικούς, τόσους ανάλογα με την κάθε ειδικότητα. Και όλοι σε «γκέτο». Σε ειδικές περιοχές. Να ελέγχεται η κατάσταση. Εδώ στην Ελλάδα πλάκωσε η γυφτιά, η λετσαρία και συμπεριφερόταν σα γυφτιά και λετσαρία. Γιατί; Επειδή και ο Έλληνας είναι ένας σκέτος λέτσος. Ένας γύφτος. (Ινσέψιο εδώ).
  4. Στο αιθριο της αρχιτεκτονικης σχολης του Πολυτεχνειου εχουμε στρωθει με την Ντανυ και τον Τασουλη και ψαχνουμε εναν τεταρτο για να παιξουμε πρεφα. Περνα μια κοπελα ντυμενη λετσαρια με σκισμενο τζην κι ενα ξεθωρο μπλουζακι. Κρατα ενα μεγαλο χαρτοφυλακα απο αυτους που πουλα το “Πλαισιο”. Βλεποντας την απο μακρυα, η Ντανυ μας ρωτα: "Να την φωναξω για τεταρτη;". (Εδώ).

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ύπουλα σταδιακό (ή το μπροστά-στα-μάτια-σου) μπατάλεμα κάποι@ από ευγάμητο υπερτούμπανο σε εύχοντρ@ φακλανιάρ@.

- Μέλος του φακλαναριού, το ακραίο φακλάνι, εκφακλανισμένο θρέμμα της Φακλανδίας. (εδώ)

- Η Σανταζίνια έχει γίνει δυστυχώς Σανταμούτρα του Active Burger, καθώς από πιστότητα στην πρώτη ετυμολογία του bap, για να το θέσω βρασταμανιστί, "διέβη τον Ρουβίκωνα του μη αναστρέψιμου εκφακλανισμού της". (σχόλιο Khan στο λήμμα λοουμπαπάς)

Εκ του βυζαντιοσλανγκικής προέλευσης ονόματος Φακλάνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δοκίμως είναι η χοντρή κάλτσα που φορούσαν οι βλάχοι, και γενικότερα οι άνθρωποι της υπαίθρου, και δη οι φουστανελάδες, η οποία είναι συχνά πλεγμένη από χοντρό μαλλί και φτάνει πολύ ψηλά στο πόδι, το σκουφούνι. Συνεκδοχικώς, σημαίνει τον βλάχο άνθρωπο, τον άξεστο, τον αγροίκο. Υπάρχει ήδη στον 19ο αιώνα, όταν είχε εκδηλωθεί με μένος ο διχασμός ανάμεσα στους αστούς φραγκοφορεμένους ψαλιδόκωλους και στους εντόπιους πουστανελάδες φουστανελάδες. Βλέπω λ.χ. εδώ ότι βλαχόκαλτσες αποκαλούνταν μειωτικά οι δηλιγιαννικοί. Επίσης, στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου εδώ, βρίσκω κείμενο της εφημερίδας Βραδινή από το 1923 που διαπομπεύει με μίσος τους πρόσφυγες από τη Μικρασιατική καταστροφή οι οποίοι είχαν κατακλύσει την Αθήνα, παρομοιαζόμενη με Αφγανιστανούπολη, και όπου εμφανίζεται η λέξη.

Τζιεράκια τηγανίζονται, κωλόπανα κυματίζουν, σανιδώματα προχείρων ικριωμάτων τοποθετούνται εις τα καλύτερά μας πεζοδρόμια, μανδήλια, τσεμπέρια, βλαχόκαλτσες, τηγάνια, παλιοπάπουτσα, αντεριά, κρεμώνται εις καλύβας του αθιγγανικοτέρου είδους, χαλβάδες και ρεβανές εκτίθενται προ ευπρεπών καταστημάτων, κηπάρια δημοτικά, τα οποία είχαν αποκτήσει ολίγους καλούς πρασίνους τόνους ηρημώθησαν. Την στιγμήν οπού η πόλις μας έβαινε προς την ευπροσωποτέραν εμφάνισίν της επήλθον η αρρυθμία, η τσαπατσουλοσύνη, η ασχημία, η βαρβαρότης και έστησαν βάναυσον χορόν εις τα πλέον συχναζόμενα ευπρεπή μέρη της. [...] Νομίζω ότι πρέπει να θεωρώμεν ως αντινομίαν την εμφάνισιν των αρμοδίων χωρίς σαρίκι. Προτείνομεν, λοιπόν, να φορέσουν τούτο όλοι οι δημοτικοί μας άρχοντες, αλλά και μπουρνούζια με το μαρκούτσι του αργιλέ εις το χέρι. Τι διάβολο άρχοντες της αφγανιστανουπόλεως είναι ούτοι φορούντες λαιμοδέτην και καπέλο; (Εδώ).

Παραδείγματα, όπου ο (αρκετά απαρχαιωμένος) όρος χρησιμοποιείται συνεκδοχικά για τον αγροίκο, την μπασκλασαρία:

  1. ρε βλαχοκαλτσες αντε τηγανιστε καμια μελιτζανα στον κοιλουμπα το συζυγο που βγαζετε και γλωσσα. Κλώσσες δευτεράντζες του πεταματού, ολη μερα κι ολη νυχτα εδω μεσα, διαβαζετε και σχολιαζετε και επεμβαινετε σαν να ειναι ο σταυλος σας, παλιολινάτσες, τελευταίες! (Free Gossip).
  2. Σκέτη βλαχόκαλτσα είν` αυτός. (Εδώ).
  3. Τι περιμένεις απ' αυτή τη βλαχόκαλτσα; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντύσιμο μεθοδέ, που περιλαμβάνει κοστούμι με μαύρο σακάκι και μαύρο παντελόνι και άσπρο πουκάμισο. Με αρκετή φαντασία θυμίζει το ομώνυμο πτηνό, όπου το άσπρο περιβάλλεται από το μαύρο κάνοντας έντονο κοντράστ, και όπου τα πτερύγιά και η πλάτη του είναι μαύρα, ενώ άσπρη είναι η κοιλιά και το στήθος. Πρόκειται για ένα ντύσιμο κυριλέησον για επίσημες εμφανίσεις, αλλά μάλλον συντηρητικό, καθώς το έντονο κοντράστ είναι αρκετά άκαμπτο.

  1. Γιατί ντύθηκε πιγκουΐνος πασχαλιάτικο ο Λιάγκας? (Από γκοσιπάδικο).
  2. Καλό είναι να ντυθείς κυριλέ για την περίσταση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει σώνει και καλά να σκάσεις μύτη πιγκουίνος.

Ντεκαφεϊνέ: Ο Βαρουφάκης πιγκουίνος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα. Μπα...όχι. Η πολύ άσχημη γυναίκα. Χμμμ... ούτε. Η υπερβολικά άσχημη γυναίκα. Είναι συνδυασμός πέρκας και σαύρας και είναι τόσο άσχημη, που στην θέα της και μόνο βγάζεις καρκίνο στα μάτια. Συνήθως τη συναντάς σε μέρη με χαμηλή συγκέντρωση γυναικείου πληθυσμού, ώστε η εμφάνιση τους να μην είναι τόσο αισθητή.

Ρε φίλε, άκου τι έπαθα. Το πρωί στο λεωφορείο ήρθε και έκατσε δίπλα μου μια περκόσαυρα...τι να σου λέω! Δεν βλεπόταν με τίποτα. Λίγο την κοίταξα και ένιωσα να καίγονται τα μάτια μου!

Πέρκα+ Σαύρα=Περκόσαυρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ρυτίδες και ζάρες που σχηματίζονται στο πλάι των ματιών. Ο λόγος είναι ότι η επιφάνεια της επιδερμίδας γύρω από τα μάτια κινείται διαρκώς, με την εκφραστική του προσώπου, το γέλιο, την ομιλία. Σχηματίζονται ρυτίδες, επομένως, γύρω από τα μάτια πιο νωρίς από ό,τι στο υπόλοιπο πρόσωπο λόγω της ιδιαίτερης κινητικότητας των μυών σε αυτήν την περιοχή (δες). Το πόδι της χήνας μπορεί να αντιμετωπιστεί με ενυδατικές κρέμες, αλλά και με προϊόντα διατροφής, με μέτρα προστασίας από τον ήλιο, και εντέλει, με μπότοξ. Για περισσότερα βλ. τα παραδείγματα, αλλά και εδώ, εδώ κι εδώ. Προφ λέγεται έτσι επειδή με λίγη φαντασία θυμίζει πόδι χήνας.

Chenopodium ή πόδι της χήνας είναι, τέλος, και το όνομα ενός φυτού (βλ. σύνδεσμο).

Πάσα από το πάλαι ποτέ Δημόσιο Πρόχειρο: Gatzman.

  1. Τούτη η ευφορία προϋποθέτει την υπέρβαση του φόβου του θανάτου, σκέφτηκε μισοκλείνοντας ενστικτωδώς τα μάτια και δαγκώνοντας το κάτω χείλι. Μικρές ζάρες σχηματίστηκαν στην κορυφή της μύτης και στο πλάι των ματιών της, οι λεγόμενες και ποδαράκια χήνας. Αυτή η αγαλλίαση προϋποθέτει τη μετάβαση στο απόλυτο κενό όπου αιωρούνται περιχαρείς οι αστροναύτες μόλις απαλλαγούν από το βάρος του κορμιού τους, ξεπετάχθηκε ευθύς αμέσως η διαγκωνιζόμενη επόμενη σκέψη, ζωγραφίζοντας ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη της. (Σπύρος Γιανναράς, Ο βασιλιάς έρχεται όποτε του καπνίσει, Αθήνα: εκδ. Άγρα, 2015, σ. 28).
  2. Αυτοί είναι οι πέντε καλύτεροι τρόποι να σβήσεις το πόδι της χήνας και τις ρυτίδες γύρω από τα μάτια! (Εδώ).
  3. Τα πρώτα σημάδια γήρανσης παρουσιάζονται αρχικά στις εξωτερικές άκρες των ματιών, την περιοχή που ονομάζεται «πόδι της χήνας». Πιστεύω λοιπόν πως το σημείο αυτό θέλει πολύ προσοχή. Πολλές γυναίκες ανακαλύπτουν τις πρώτες λεπτές γραμμές σε αυτή την περιοχή πριν από τα 30 τους χρόνια και πριν καν ασχοληθούν με προϊόντα κατά της γήρανσης. Η κακός τρόπος ζωής, η κακή διατροφή, τα χρόνια, τα λάθος καλλυντικά, ο ήλιος, το μολυσμένο περιβάλλον και άλλα συμβάλουν στη δημιουργία ρυτίδων και στην πρόωρη γήρανση του δέρματος. Για να αποφύγετε ή για να μειώσετε τις ρυτίδες στο «πόδι της χήνας» σας προτείνω να ακολουθήστε τα παρακάτω βήματα μασάζ: α. Να βάζετε κάθε πρωί κρέμα ματιών και να την απλώνετε έως το «πόδι της χήνας». Τους καλοκαιρινούς μήνες προτιμήστε μια κρέμα με δείκτη προστασίας από τον ήλιο. β. Να φοράτε πάντα αντηλιακό – ακόμα και το χειμώνα. γ. Να φοράτε γυαλιά ηλίου και καπέλο όταν είσαστε έξω και ο ήλιος είναι έντονος, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες. δ. Προσθέστε στην καθημερινή σας διατροφή βατόμουρα, φράουλες και σμέουρα που είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά συστατικά και προστατεύουν το δέρμα από την πρόωρη γήρανση. ε. 2-3 την εβδομάδα, ξεκουράστε το δέρμα κάτω και γύρω από τα μάτια με μάσκες από φέτες αγγουριού ή πατάτας ή με κομπρέσες τσαγιού. Ένας ακόμα τρόπος για να βελτιώσετε το δέρμα στο «πόδι της χήνας» είναι το μασάζ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι η αποτρίχωση, εκ των τζάζω (< džal, džala, džal-tar = φεύγω, αναχωρώ, απομακρύνομαι, πηγαίνω στη ρομανί) και προβιά.

Τὸ ἡρακλομουτζάκι τῆς τζασπροβιαραζοῦς τῆς ἀδερφῆς σου κόζα τchά, μωρή; - Ἄς τα, χρυσή μου, μπουτ ταραγμάν τὸ τεκνιτσάκι μου, ἄβελε πρίμα βόλτα κουμμουνόσκελη στὸ τεκνόστουντο καὶ φτάσαν τὰ μπλάντια στὶς νισεστέ! Τό 'τζασε σόπιτο ἡ τεκνοζαλίστρα!

Τουτέστιν:

- Τὸ κοριτσάκι τῆς ξυρισμένης τῆς ἀδερφῆς σου τί κάνει μωρή; - Ἄς τα, χρυσή μου, μεγάλη ταραχὴ τὸ κοριτσάκι μου, τῆς ἦρθε πρώτη φορὰ περίοδος στὸ σχολεῖο καὶ φτάσαν τὰ αἵματα μέχρι τὶς κάλτσες! Τὸ 'διωξε ἄρον ἄρον ἡ δασκάλα. (Παράδειγμα του τιτανοτεράστιου Αἴαντος αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τάπας. Ο πολύ κοντός. Ο πινέζας.

- Πόσο ύψος έχεις;
- Είμαι ένα και ένα μίλκο, γάμησε τα.

Δες επίσης μίλκο, ένα κι ένα milko

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified