Further tags

Συγκεντρώνοντας και προσθέτοντας:

  • Όπως έχει καταγράψει κι ο emkrit σε άλλο ορισμό, πρόκειται για εκείνο το καθίκι με το χαρακτηριστικό σχήμα πάπιας, τη «σκωραμίδα» (από το αρχαίο «σκῶρ», «σκατός»: περίττωμα και το «ἀμίς»: ουροδοχείο – για να προσθέσω και κάτι) που χρησιμοποιείται για τους ασθενείς που δεν μπορούν να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι.
  • Όπως έχει καταγράψει κι ο imaginas σε άλλο ορισμό, στα σινάφια κυνηγών κι όχι μόνο, είναι το συνδεμένο ξύλινο ή πλαστικό εξάρτημα του όπλου, που καλύπτει μέρος της κάτω επιφάνειας της κάννης ή των καννών. Να προσθέσω πως στην επιφάνειά του έχει χαρακιές ώστε η παλάμη του χειριστή να ‘χει καλύτερο κράτημα καθώς αυτός στρέφει το όπλο στο στόχο, και πως εκτός από «χειροφυλακτήρας» λέγεται και «ξυστός».
  • Το μέσα μέρος του πήχη του χεριού, αλλά συνεκδοχικά και ολόκληρος ο πήχης πάντα στο πιο μυϊκό τμήμα του. Κυκλοφορεί πολύ στα σινάφια μποντιμπιλντεράδων, χειροπαλαιστών -κοινώς λάτρεων του bras de fer - αλλά και ντράμερ όπου αμφότερα τα γυμνάζουν με ειδικές ασκήσεις και όργανα. Καθώς συμμετέχουν σε πολλές ασκήσεις όπου δουλεύουν τα χέρια, γυμνάζονται μεν από σπόντα, αλλά οι απληροφόρητοι, χωρίς σωστή προθέρμανση και κατάλληλες διατάσεις, κινδυνεύουν από τενοντίτιδες. Σε σινάφια τατουατζήδων απλώς τις διακοσμούν.
  • Μονό ή διπλό μεταλλικό κομμάτι που συνδέει μεταλλικές δοκούς, σχηματίζοντας πλαίσια τα οποία χρησιμοποιούνται στη στήριξη κατασκευών όπως π.χ. τούνελ. (βλ. μήδια 4, 5 & 6)

1.
Ρε τενεκέ ξεγάνωτε A…! οι νοσοκόμες είναι για τις ενέσεις να στρώνουν τα κρεβάτια και για τις πάπιες. Από πότε οι νοσοκόμες κάνουν ιατρικές γνωματεύσεις; (διεκπεραιωτικά)

2.
Το ράγισμα της πάπιας είναι περίπου αναπόφευκτο σε καραμπίνες ελατηρίου. Τα πιθανά αίτια είναι: χαλαρό βίδωμα του πώματος, υπερβολικό σφίξιμο του πώματος, λανθασμένη κατασκευή της πάπιας που επιτρέπει επαφή με τα μεταλλικά μέρη του όπλου.
(επίσης διεκπεραιωτικά)

3.
Για πήχη εννοείς το εξωτερικό μέρος λογικά κι όχι την πάπια ε; Βοηθάνε πολύ και οι κάμψεις με μπάρα με ανάποδη λαβή (παλάμες προς τα κάτω), αυτή που πιάνει δηλαδή την εξωτερική κεφαλή στο δικέφαλο. Οι ανάστροφες θα τις ακούσεις να τις λένε μερικοί. Αν πάλι μιλάς για την πάπια και δε θες να κάνεις άσκηση απομόνωσης είτε με μπάρα είτε με αλτήρα, μπορείς όταν θα κάνεις χαμηλή κωπηλατική για πλάτη στην τροχαλία, στο τελείωμα της κίνησης να στρέφεις λίγο προς τα μέσα τους καρπούς ώστε να σε πιάνει και λίγο παραπάνω στην πάπια.

(όλα από το δίχτυ)

πλαίσια οριζόντιας δοκού στήριξης από μονή πάπια (από sstteffannoss, 20/06/11)πλαίσια οριζόντιας δοκού στήριξης από διπλή πάπια (από sstteffannoss, 20/06/11)Στα τοιχώματα και στο πλάι της φωτογραφίας διακρίνεται η χρήση των πλαισίων (από sstteffannoss, 20/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συνδεμένο ξύλινο ή πλαστικό εξάρτημα του όπλου, που καλύπτει μέρος της κάτω επιφάνειας της κάννης ή των καννών.

Στην επιφάνειά του έχει χαρακιές ώστε η παλάμη να' χει καλύτερο κράτημα, καθώς ο χειριστής στρέφει το όπλο στο στόχο του. Λέγεται εκτός από «χειροφυλακτήρας» και «πάπια» όπως βεβαιώνει κι ο imaginas.

Τα ξύλινα μέρη, δηλαδή το κοντάκι κι ο ξυστός, χαρίζουν ομορφιά σε ένα όπλο, ιδιαίτερα κυνηγετικό. Αν έχουν δε σκαλίσματα και συνδυάζονται και με άλλα μεταλλικά μέρη του όπλου επίσης σκαλισμένα, το ανάγουν σε φετίχ για ουκ ολίγους. Λόγω της αντοχής, της πυκνότητας, της σκληρότητας και του σχετικά μικρού του βάρους προτιμάται το ξύλο καρυδιάς.

- Το καριοφίλι διαθέτει μεγάλο κοντάκιο με κοίλο περίγραμμα στην πάνω και πλαϊνή πλευρά και ελαφρά κυρτό στην κάτω. Η κάννη είναι επιμήκης, σχεδόν κυλινδρική, σιδερένια με στόχαστρο. Κάτω από την κάννη αναπτύσσεται ο ξύλινος ξυστός, που στο εσωτερικό του δέχεται το σιδερένιο οβελό γεμίσματος του όπλου. Σχεδόν όλο το ξύλινο κοντάκιο καθώς και ο ξυστός καλύπτονται με ελάσματα μπρούντζου που φέρουν εγχάρακτη διακόσμηση με φυτικά κυρίως μοτίβα και ενώνονται με μικρά καρφάκια, φανερώνοντας τάση για καλλιτεχνική διακόσμηση του όπλου.

(από το δίχτυ)

Κοντάκι και ξυστός είναι από το νέο ξύλο X–TRA (από sstteffannoss, 19/06/11)Πλάκες με χειροποίητα σκαλίσματα σκηνών κυνηγίου και πλούσια σπειροειδή σχέδια, εκτείνονται μέχρι τον υποφυλακτήρα της σκανδάλης και την απόληξη του ξυστού. (από sstteffannoss, 19/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παλαιάς κοπής πολιτικός. Είναι πιο συνειδητοποιημένος στη φαυλότητά του απ' ό,τι ο απλώς λαοκόλακας, υποσχεσιολόγος Μαυρογιαλούρος, πιο αδίστακτος, πιο υπολογιστικός/μεθοδικός, και το χειρότερο, ενεργεί εν ψυχρώ.

Στη Μεταπολίτευση, τον συναντάμε συχνά υπό τον μανδύα του «τεχνοκράτη» και ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το σημερινό χάλι της χώρας. Για την ιστορία, ο Χαράλαμπος Βοζίκης (1862-1937), ήταν Έλληνας πολιτικός από την Αρκαδία, πολλές φορές βουλευτής, υπουργός και πρόεδρος της Βουλής με το Λαϊκό Κόμμα.

Χαρακτηριστικό της παλαιοκομματικής αντίληψης του Βοζίκη είναι το ακόλουθο συμβάν, που συνήθιζε να διηγείται ο Κωνσταντίνος Τριανταφυλλόπουλος: Με την απελευθέρωση των νήσων Αιγαίου κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, ο Κ. Τριανταφυλλόπουλος (1881 - 1966) ορίστηκε Γενικός Γραμματέας της Διοίκησης των Νήσων του Αιγαίου, τις οποίες διοικούσε ήδη ο Χαράλαμπος Βοζίκης. Κάποτε τον ρώτησε ο Βοζίκης περί της τύχης μιας αίτησης κάποιου πολιτικού του φίλου. Εκείνος, που τον ενδιέφερε η επίδειξη της ταχύτερης δυνατής διεκπεραίωσης των υποθέσεων, απάντησε ότι το ζήτημα είχε ήδη λυθεί. Επακολούθησε δε ο εξής διάλογος:

- Βοζίκης: Μα η αίτησις υπεβλήθη χθες.
- Τριανταφυλλόπουλος: Και τι μ’ αυτό; Το αίτημα υπήρξε νόμιμον.
- Βοζίκης: Και το έλυσες χωρίς να έλθουν να σε παρακαλέσουν;
- Τριανταφυλλόπουλος: Αφού το αίτημα ήτο νόμιμον.
- Βοζίκης: Ώστε έτσι, θα λύωμεν όλας τας υποθέσεις αμέσως, χωρίς να φαίνεται ότι υπάρχει η παραμικρά δυσκολία! Δεν καταλαβαίνεις ότι πρέπει να φαινώμεθα ότι τους λύομεν άλλως άλυτα προβλήματα και ότι θα τους τα παρουσιάζωμεν ως ρουσφέτια;

- Ρε πστ μου, περάσανε νόμο που για να κάνεις έναρξη επαγγελματικής στέγης, πρέπει να φέρεις χαρτί από την πολεοδομία, θεωρημένο από τη Νομαρχία, ότι ο ιδιοκτήτης του ακινήτου που νοικιάζεις, έχει πληρώσει το πρόστιμο για τους ημιυπαίθριους.
- Ε, δεν κατάλαβες καημένε; Επίτηδες τα κάνουν δύσκολα, για να έχεις την ανάγκη τους. Έλεος με τους βοζίκηδες που μπλέξαμε για πολιτικούς, ρε γμτ.

Χ. Βοζίκης (από allivegp, 07/06/11)

Μέρος του ορισμού προέρχεται από το άρθρο της βίκυς στο οποίο παραπέμπει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση προέρχεται κατά βάση από την πόκα, αλλά λέγεται και σε όλα τα παιχνίδια του τζόγου. Σλανγκ τζογαδόρικη, αναφέρεται στο σβήσιμο (ποντάρισμα ολικό) του μεγάλου χαρτονομίσματος ή του κόκαλου. Για παράδειγμα, θέλω να ποντάρω 60 ευρώ, αλλά κρατάω ένα εκατόευρο. Αντί να πάρω τα ρέστα από το εκατόευρο, προτιμάω να αυξήσω το στοίχημα, ποντάροντας και τα 40 ευρώ.

Πιο συγκεκριμένα, το σβήσιμο συμβαίνει για λόγους :

-βαρεμάρας : ποντάρει κάποιος π.χ. 5 ευρώ, και επειδή η μικρότερη μάρκα που έχω είναι δεκάρα, βάζω την δεκάρα, και δηλώνω ότι πάει για 5 ευρώ (όσο είναι το ποντάρισμα). Στην επόμενη γύρα, και ενώ όλοι έχουν πάει ντούκου, δηλώνω «να σβήσει», δλδ ποντάρω άλλα 5 ευρώ και ρίχνω μέσα όλη τη μάρκα (ενώ θα μπορούσα να πάω ντούκου, και να πάρω τα 5 ευρώ ρέστα, που εν τω μεταξύ έχουν μαζευτεί από τα λεφτά των άλλων παικτών).

-ψιπι : ποντάρει κάποιος 5 ευρώ, έχω πάλι μάρκα μεγάλη (π.χ. 25ευρη) και ακολουθώ στα πέντε. Στην επόμενη γύρα ο ίδιος αντίπαλος ποντάρει άλλα πέντε. Αντί να ακολουθήσω, λέω «να σβήσει», κάνοντας ρελάνς, ανεβάζοντας δλδ το ποντάρισμα στα 20 ευρώ. Το σβήσιμο εδώ δείχνει σιγουριά, αλλά μπορεί να κρύβει και την μπλόφα.

-αρρώστιας : ως γνωστόν οι τζογαδόροι δεν υπολογίζουν τα λεφτά, και προτιμάνε πολλές φορές να παίξουν ακόμα και τα ρέστα, για το δικαίωμα στο όνειρο... Αυτό που συμβαίνει είναι ότι άμα βγει το χαρτονόμισμα από την τσέπη, συνήθως σβήνει στο συντομότερο υπάρχον στοιχηματικό γεγονός...

(σε προποτζίδικο)
- Το λοιπόν, γράφε...
- Λέγε...
- Μπραουνσβάϊγκ Χ, τρομσντάλεν 1, Μαγιόρκα 2 και κλείνει το παρολί με το διπλό της Ουντινέζε. 48 ευρώ.
- Έφυγε.
- Άλλο τώρα. 30 ευρώ σε Μπαρτσελόνα, Ρεάλ, Γιουβέντους, Ρόζεμποργκ και Πόρτο. Και καλά είναι για μεσημέρι.
- Σύνολο 78 ευρώ.
- Φτου, κατοστάρικο κρατάω.
- Δίνω ρέστα;
- Γιατί ρε θες να μου χαλάσεις την τύχη μου;
- Με το παρδόν...
- Να σβήσει με τυχαία επιλογή, τρία νούμερα από δύο ευρώ, σε έντεκα κληρώσεις. - Ναι, γιατί τα ρέστα πιάνουν και χώρο στην τσέπη..
- Κοίτα ένα μπούστη ρεεεεε... Ρε θα πηγαίνω στον Καπελάκια ρε να παίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινή ονομασία για μια ομάδα πολυοργάνων γυμναστικής. Κοινά τους χαρακτηριστικά είναι κατά κανόνα τα εξής:
1. Η χρήση τους βασίζεται σε ένα μόνο σετ βαριδίων που μετακινεί ο ασκούμενος μέσω συρματόσχοινων.
2. Έχουν συμπαγή και «βαριά» κατασκευή από ατσάλι.
3. Το ύψος τους είναι σαφώς η μεγαλύτερή τους διάσταση.
4. Έχουν θέση (κάθισμα) για τον ασκούμενο.
5. Έχουν λαβές ώστε ο ασκούμενος να μπορεί να εκτελέσει τις πιο βασικές ασκήσεις σχεδόν σε όλο το σώμα (στάνταρ ώμοι, πλάτη, στήθος και λίγο από πόδια).

Παρά το βάρος και το μέγεθός τους, είναι πολυόργανα που αγοράζονται, εκτός από γυμναστήρια, και από ιδιώτες για το σπίτι, ακριβώς λόγω της πολυχρηστικότητάς τους. Απαιτούν ωστόσο το χώρο τους και δεν μετακινούνται καθόλου εύκολα.

Η προέλευση του όρου μου είναι άγνωστη. Πιθανώς να ήταν εμπορικό όνομα κάποιου συγκεκριμένου προϊόντος.

  1. Από εδώ:

Εχω ηρακλη(πολυοργανο σπιτι,στηθος,ωμους,παγκο κτλ),οπου 2-3 φορες την εβδομαδα κανω ενα light προγραμμα.

  1. Από εδώ:

το σκουοτ ΙΣΩΣ να ειναι απο τις καλυτερες ασκησεις ...σκου[ο]τ με ελευθερα βαρη και οχι σε «ηρακλη» καλυτερα να την προτεινεις σε κανα εχθρο σου...κορμος το ποδιου ειναι η γαμπα ,ουτε οι μηριαοι ουτε οι τετρακεφαλοι...

  1. Από εδώ:

Υπήρχαν ένα θερμοσίφωνας 500 λίτρων, ντουζιέρες, μπαταρίες μπάνιου, πάγκοι, αλουμίνια κουφώματα, γραφείο, ένα πολυόργανο «Ηρακλής», για γυμναστική, καρέκλες, ψυγείο, πλυντήριο-στεγνωτήριο ρούχων, ένας πίνακας ρεύματος, συναγερμός, φώτα, ντουλάπες. Από όλα αυτά δεν υπάρχει τίποτα αυτή τη στιγμή.

Χαρακτηριστική περίπτωση "ηρακλή". (από patsis, 06/06/11)Μεγαλύτερος "ηρακλής" με περισσότερες θέσεις ασκουμένων. (από patsis, 06/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γρήγορο πλύσιμο, που εστιάζεται στα σημεία του σώματος που πιάνουν μπίχλα και πιθανόν να ενοχλούν τους τριγύρω. Λύση ανάγκης, όταν ο ενδιαφερόμενος βιάζεται και δεν προλαβαίνει να προχωρήσει σε ολικό καθαρισμό.

Για τους άνδρες : ψωλή, αρκίδια, κώλος, μασχάλες, άντε και μούρη, ίσως και πίσω από τα αυτιά...

Για τις γυναίκες : μουνί, κώλος, μασχάλες.

Η προέλευση αυτονόητη. Απλά για την ιστορία, οι πουτάνες (πιο παλιά, και οι πιο σχολαστικές και ευσυνείδητες), μετά από κάθε πελάτη, έπλεναν τα γεννητικά τους όργανα, καθώς και τις μασχάλες, και πίσω στο καθήκον. Αυτή η διαδικασία, επαναλαμβανόταν πολλές φορές την ημέρα, αναλόγως βέβαια και με το σουξέ της κάθε πουτάνας. Έτσι, καθιερώθηκε η έκφραση αυτή (πληθ. της πουτάνας τα πλυσίματα) να χαρακτηρίζει το τοπικό και βιαστικό πλύσιμο.

- Μάνα έχει ζεστό νερό;
- Όχι, πρέπει να το ανάψεις.
- Δεν προλαβαίνω ρε μάνα. Θα πλύνω μασχάλες, θα ρίξω και κανα δυο λίτρα κολώνια, και νταξ...
- Εμείς γιόκα μου αυτά τα λέμε της πουτάνας τα πλυσίματα!!! Αλί σ' αυτούς που θα σε πλησιάσουν. Τώρα γύρισες από το μπάσκετ.
- Μην ανησυχείς, για ένα ποτάκι πάω εδώ γύρω.
- Ό,τι ξέρεις κάνε. Βαρέθηκα...

(από electron, 02/06/11)

βλ. και γαλλικό ντους

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λήμμα πασπαρτού με ευέλικτη χρήση. Από το παπάρι και το versatile τουρκοδάνειο –λίκι, δηλαδή διπλά μειωτικός χαρακτηρισμός.

Γενικά, πρόκειται για σλανγκοπουτανιά (όλοι θα το χρησιμοποιήσουν, δίνοντας διαφορετικό ορισμό κάθε φορά, στον ενικό ή στον πληθυντικό –άνευ ουσίας) που θέλει να παγιωθεί κι η χαρά δεν την αφήνει.

  1. Μία από τις χρήσεις είναι η πρώτη που περιγράφεται στο καβλιτζέκι-μα(ν)τζαφλάρι και που χρησιμοποιείται κατά κόρον σε τεχνικές σχολές/ σχολές μηχανικών/ συνεργεία:

Κοντολογίς, όπου δεν υπάρχει σαφής ονομασία για εξάρτημα που ενδέχεται να περιστοιχίζεται από άλλα όμοιά του (οπότε τα πιάσαμε)το περί ου ο λόγος βαφτίζεται παπαριλίκι (ανεξαρτήτως μεγέθους / σχήματος κι εδώ υπερχειλίζει τους περιορισμούς του καβλιτζεκίου-μαντζαφλαριού), προκειμένου να ξεπεραστεί η αχρείαστη στενωπός της ορολογίας, να προαχθεί η επικοινωνία και να προχωρήσει η δουλειά (που συνήθως είναι λεπτή, επείγει και κάνει τον μάστορα edgy και self important-εξ ου και το διπλά μειωτικό).

  1. Μπορεί να περιγράφει ωσαύτως κάποια αποτυχημένη αγορά, ή αμφιβόλου, ή αγνώστου χρησιμότητας αντικείμενο που, αντίστοιχα, είτε δεν σου κάνει ή στο σπρώξανε, ή/και δεν ξέρεις τι να το κάνεις.

  2. Χρησιμοποιείται και ως συνώνυμο–καρπός της παπαριάς, χρωματισμένο απ’ όλο το φάσμα της διάθεσης του χρήστη (περιπαικτική, ειρωνική, αμυντική, επιθετική,αντρίκεια γειωτική κ.ο.κ).

  3. Ανοιχτό για σλαγκοπουτανιές.

1.«για έλα λίγο γρήγορα..το βλέπεις εκείνο το καβλιτζέκι; Σήκωσέ το προσεκτικά-προσεκτικά και τράβα έξω το παπαριλίκι. πρόσεχε λέμε..ΠΡΟΣΕΧΕ..άστο θα το κάνω μόνος μου. Έλα ρε παπαριλίκι βγες μη σουγαμ..»

2.«τι πούστηδες είναι όμως,ε; Για ένα ζευγάρι παπούτσα μπήκα κι έφυγα μ’ ένα σωρό παπαριλίκια. Κορδόνια, δεύτερα κορδόνια, κεριά για το δερμα, σπρέυ για τη βροχή, πανιά, μουνόπανα και χύσ’ τα μέσα. Ούτε που θυμάμαι τι πήρα. Έτσι και ξαναπάω και μου σπρώξει στοκαδούρα η καριόλα ο πωλητής θα του αλλάξω τα φώτα

3.«τι ν’ αυτά τα παπαριλίκια που μου τσαμπου(ρ)νάς»

4……………………………………………………………………………………………………………………………

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατ' αρχή να διευκρινίσω ότι το λήμμα μας είναι «2.0», αλλά το πλαίσιο εισαγωγής των λημμάτων που παρέχει το σάη δεν παίρνει τελείες, οπότε η καταχώριση γίνεται με την προφορική-περιγραφική μορφή «2 τελεία 0».

Ως γνωστό, η επανέκδοση ενός software σε νέα, βελτιωμένη μορφή σε σχέση με την πρωτόλεια έκδοσή του, περιγράφεται με «όνομα του προγράμματος 2.0» ενώ αν ακολουθήσουν και τρίτη και τέταρτη επανεκδόσεις, τότε έχουμε αντίστοιχα τις προεκτάσεις 3.0, 4.0 κ.ο.κ. Φυσικά, μπορεί να υπάρχουν και οι μικροβελτιώσεις μέσα σε κάθε έκδοση, π.χ. 4.1, 4.2 κ.ο.κ.

Ωσεκτουτού, το λήμμα μας μπαίνει σαν προέκταση σε πρόσωπα, αντικείμενα, ιδιότητες, γεγονότα, καταστάσεις, για να δείξει την εξέλιξη ή τροποποίηση επί τα βελτίω της προτέρας αυτών κατάστασης.

  1. - Όλα εντάξει με την Πέννυ; - Ποια Πέννυ ρε συ, έχεις μείνει πολύ πίσω.
    - Το γκομενάκι που ήσασταν μαζί πέρυσι το καλοκαίρι, ρε.
    - Παλιά, φίλος. Τώρα έχουμε προχωρήσει στην Πέννυ 2.0
    - Έεεελα. Συνονόματη;
    - Σχεδόν. Και τί σημασία έχει; Αφού όπως είπε και ο σοφός, «λυχνίας σβησθείσης, πάσα γυνή ομοία».
    - Δεν παίζεσαι, ρε πστ.

  2. Δημοκρατία 2.0 (σύνθημα σε πανώ στο Λευκό Πύργο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καδρόνι είναι η σανίδα, και συνήθως αναφέρεται στη σανίδα που μπαίνει πάνω στις σκαλωσιές. Αυτό το κομμάτι του ξύλου έχει την ιδιότητα να είναι γερό (ώστε να αντέχει το βάρος του πτωχού πλην τίμιου οικοδόμου), αλλά και μακρύ για να πατάει στις δύο άκρες της σκαλωσιάς.

Το ρήμα καδρονιάζω, σλανγκικώς αναφέρεται στο ανδρικό μόριο, και στην ικανότητά του να γίνεται ντούρο και μακρύ -ή όχι.

- Ρε μαλάκα, τον τελευταίο καιρό είμαι χάλια...
- Ψυχολογικά;
- Ναι, μιλάμε με παρακαλάνε τα κοριτσάκια, κι εγώ δεν έχω όρεξη να τα συγυρίσω. Τι να πω...
- Σοβαρή κατάσταση. Δλδ δεν σου σηκώνεται;
- Μου σηκώνεται, αλλά...
- Ρε καδρονιάζει το εργαλείο;
- Καδρονιάζει, αλλά θέλει την ώρα του...
- Τότε μπορεί να είναι και θέμα διατροφής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified