Κάνω ή γράφω ιμάτζιν: δεν αναφερόμεθα στον ομώνυμο λεννονισμό, αλλά σε βιπεροειδές genre πρώιμης εφηβικής μπλογοτεχνίας των πιπιναριών νέας κοπής.

Η φόρμουλα είναι απλή: η πρωταγωνίστρια (συνήθως η συγγραφέας) συναντά αναπάντεχα το αντικείμενο τση κάβλας της, συνήθως κάποιο teen idol όπως τον Niall Horan των One Direction, τον Τζάστιν Μπίμπερ, ή κάποιο αμούστακο στράκι τ. Elyar Fox. Ο εν λόγω τζουτζούκος θα πάθει μουνόπλακα με δαύτην, θα την περιλούσει με λέλουδα, φιλιά και λάκτες και, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, θα μετακομίσει στο πατρικό της στα Βριλίσσια απαρνούμενος την Selena Gomez, τα ωραία του ναρκωτικά, και την χλιδάτη του καριέρα.

Ανάλογα με τα το πόσο λιμπιντιάρα είναι η συγγραφέας, θα επακολουθήσει δρόμικο και αχαλίνωτο σεχ.

Εκ του αγγλικάνικου imagines.

1.
- Έλααα!Άστους και πάμε να αρχίσω τα ιμάτζιν σου στο τσατ με τον...ξέρεις ποιον;)♥‎ νανίνα.∞✞

2.
- Όπως βλέπεται γράφω ένα ιμάτζιν,ελπίζω να σας αρέση και θα προσπαθώ να ανανεώνω όσο πιο πολλές φορές μπορώ!

3.
- Αν δεν ήσασταν από Ελλάδα από ποια χώρα θα σας άρεσε να ήσασταν ;; (εκτός Αμερική) Ρωτάω για κάτι που θέλω για το καινούργιο ιμάτζιν όποτε πλιζ απαντήστε μου

4.
- Γεια σας γλυκιές μου και πάλι! Ξέρω πως η αρχή του ιμάτζιν μου είναι άσχηqμη, λυπητερή, αλλά γράφω ακριβώς τι αισθάνομαι και ακριβώς τι πέρασα, με κάνει να νιώθω καλύτερα. Ελπίζω να σας αρέσει :)

5.
#Greek Beliebers DIRTY ΙΜΑΤΖΙΝ:(αν δεν σας αρέσουν τα dirty καλύτερα μην το διαβάσετε..)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεόκοπη λολοπαιγνιώδης απόδοση του web browser (άκα πλοηγού, φυλλομετρητή ή περιηγητή ιστού).

Πέον να σημειωθεί ότι όσο οι πλατιές μάζες συγχέουν τον ιστό με το ιστίον, τόσο οι σλανγκαρχίδηδες θα φρίττουν και οι καβουροσλανγκόσαυροι θα ηδονίζονται (βλ. ιστοπλοϊκό, ιστιοσελίδα και ιστιότοπος).

1. Εδώ, π.χ., βλέπω ότι υπάρχει ένα ελεύθερο, λιτό ιστοπλοϊκό που ονομάζεται Slick Browser. Ούτε μουράτο, ούτε τσίλικο, ούτε έξυπνα σχεδιασμένο, ούτε τίποτα...

2.
Δεν είχα το κουράγιο να προχωρήσω πέρα από την αναφορά στο Yahoo toolbar, αλλά σκέφτηκα ότι η καλύτερη λύση είναι... να αλλάξεις ιστοπλοϊκό (browser), να περάσεις από τον IE σε κάτι άλλο...

3.
Firefox; Αυτό δεν είναι ένα πανύβαρο ιστοπλοϊκό εποχής Netscape Navigator;

Ινσέψιο: παλαιάς κοπής ιστοπλοϊκό που παραπέμπει σε ιστιοπλοϊκό (από σφυρίζων, 13/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διευκρινίζεται οτι η έκφραση δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον ηρωικό αγωνιστή του 1821 στον οποίο ενδεχομένως παραπέμπει το άκουσμά της. Απλά αποτελεί μια άλλη εκδοχή για το τηλεκοντρόλ (telecontrol). Δηλαδή το ασύρματο (η μη) τηλεχειριστήριο ηλεκτρικών συσκευών, όπως τηλεοράσεις, δορυφορικοί δέκτες, κλιματιστικές συσκευές κλπ.

Η έκφραση αποδίδεται σε άτομο ελληνικής καταγωγής ηλικίας περίπου 3 ετών, όπου για λόγους προστασίας της ανηλικότητας δεν αναφέρονται τα στοιχεία του. Παρατηρήστε ότι η έκφραση ως ευηχεστέρα (μπαρδόν για το κακέμφατον) της αυθεντικής, δύναται να την αντικαταστήσει στη καθημερινή χρήση.

Μπαμπά, που είναι το κολοκοτόν; θέλω να δω την «Πέπα το γουρουνάκι».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό lag (αργοπορώ, καθυστερώ, μένω πίσω, χασομερώ, χρονοτριβώ και γενικά ακολουθώ με διαφορά φάσης).

Συντάσσεται πολύ συχνά με ποσοτικά επιρρήματα και τα: αισχρά, τρελά, άπειρα, τίγκα.

Χρησιμοποιείται:

  • Κυρίως για Η/Υ (και σχετικά συμπράγκαλα π.χ. ποντίκια, εικόνα στην οθόνη), δίκτυα Η/Υ, ήχο που ανεβαίνει ή κατεβαίνει απ’ το νέτι αλλά και κινητά (συχνότατα στο πρώτο πρόσωπο αντί του τρίτου), σημαίνοντας πως το πρόγραμμα που χρησιμοποιεί ο χρήστης, το παιχνίδι που παίζει ονλάιν ή η σύνδεση του δικτύου (μπορεί και να μην είναι απαραίτητα το νέτι) κολλάει, ανταποκρίνεται αργά ή άσχημα μ’ αποτέλεσμα να συφιλιάζεται ο χρήστης. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε μικρή RAM, φορτωμένο επεξεργαστή, χαμηλή ποιότητα σύνδεσης πρόβλημα στην κάρτα γραφικών, μη ενημερωμένο λογισμικό κλπ. Κυκλοφορεί και το τρώω λαγκ με την ίδια έννοια.
  • Επίσης, σε σχέση με μηχανές κάθε είδους αλλά κυρίως με κινητήρες αγωνιστικών αυτοκινήτων, οπότε σημαίνει πως καθυστερεί ή δεν γίνεται ομαλά η μετάβαση από μια ταχύτητα σε ψηλότερη, πως η απόδοση δεν είναι ικανοποιητική.
  • Λιγότερο, με πρόσωπα, οπότε σημαίνει πως το άτομο (περισσότερο συγκυριακά παρά μονίμως) κολλάει, δε στροφάρει, τα χάνει, κωλώνει, δεν αντιδρά όπως πρέπει λόγω συναισθηματικής φόρτισης, αφηρημάδας, κούρασης, φόβου.
  • Σπάνια, με ιστορίες, διηγήσεις, άρθρα, οπότε σημαίνει πως κάτι μπάζει, δε στέκει, δεν έχει συγκρότηση, δεν κυλά μ’ αποτέλεσμα να μην πείθει.

1α. «…έχω E8400 στα 3.4ghz 6gb ram και 5770 κάρτα γραφικών παίζω σε 1980 (όλα φουλ εκτός antiliasing) και λαγκάρω άσχημα το cpu χτυπά όλο 100αρια...., λαγκάρει κάνεις άλλος; όχι λαγκ ονλαιν και στο campaing που παίζω λαγκάρω. Τώρα που το δοκίμασα και με 1280 λαγκάρω....» (αγορασμένο)

1β. «Τώρα εγώ φαντάζομαι να έχω κινητό με windows mobile και να λαγκάρει μέχρι να δείξει το μήνυμα και να πεθάνω από τις μ******ς της microsoft.» (αγορασμένο)

2α. «…από 1η σε 2α βλέπω λαγκάρει λίγο και αργεί να φουσκώσει αν δεν κάνω λάθος το παρατήρησα και εγώ...Λογικό το άγχος όλοι άνθρωποι είμαστε και όλοι πάντα θέλουμε να είμαστε νικητές…» (αγορασμένο)

2β. «…Επιπλέον στο dyno μετράς με μια σχέση και όχι όλες όπως σε μια κόντρα, που σε κάθε αλλαγή λαγκάρει το αμάξι λόγω ανοιχτού τύπου σκάστρα και χάνεις δύναμη…» (αγορασμένο)

3α. «…ποιο αστείο; …ναι τώρα που το ξαναδιάβασα με άλλο σκεπτικό, τώρα το κατάλαβα...γαμώτο ήταν καλό... εντάξει λαγκάρω λίγο. Πειράζει;;;» (αγορασμένο)

3β. «–Γιατί δεν έρχεσαι εσύ ρε κότα; Κάθε βράδυ στην πλατεία θα με βρεις. Αν έχεις κότσια πέρνα να σου γαμήσω ό,τι έχεις.
– Σταμάτα να δέρνεις γιατί λαγκάρω.» (αγορασμένο και προσαρμοσμένο)

  1. «…Το άρθρο λαγκάρει. Αφ' ενός, περιέχει ένα μάτσο μπούρδες, όσον αφορά την χρήση της γλώσσας, την λεξοπλασία, κτλ. Αφ' ετέρου, η πλειονότητα των χρηστών έχει εγκαταλείψει…» (αγορασμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γούτσικη εκδοχή του σέλφι, της σελφιάς.

Το μικρό σλανγκαρχίδι μέσα μου ίσταται και ξεσκίσταται:

- Ρε μαλάκα το τερμάτισες! Αν είναι να ανεβάζεις το υποκοριστικό κάθε σλανγκιάς στο σάη, πάει, το γαμήσαμε και ψόφησε.

Ο αμετανόητος όμως καβουροσλανγκόσαυρος συγκάτοικός του τον τάπωσε, ποιούμενος τον ναζί τση γραμματικής:

- Η αγγλικάνικη λέξη selfie είναι από μόνη της υποκοριστικό, πράγμα που δεν αντικατοπτρίζεται στην μορφή «σέλφι». Το σελφάκι είναι πιο slangically correct καθώς αποκαθιστά το γλωσσολογικό και μεταφραστικό αυτό ὄνειδος.

1. #sweet το πρωτοχρονιατικο σελφάκι μας ♡♡

2. Χαχαχα σελφάκι στο σχολείο κι έτσι;

4. Καλημερούδια.....με ενα σελφακι......!

5. Θέλω σελφακι μαζι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ράβδος ή κοντάρι με χειρολαβή στην άκρη της οποίας εφαρμόζονται κινητά ή ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές για αποτύπωση σέλφικων φωτογραφιών.

Η σελφιέρα, λειτουργώντας σαν προέκταση του χεριού του χρήστη και απομακρύνοντας περαιτέρω την συσκευή απ' αυτόν, μεγεθύνει το οπτικό πεδίο και επιτρέπει να χωρέσουν στην φωτογραφία περισσότερα πρόσωπα και ευρύτερο βάθος.

Τα μουσεία και οι γκαλερί του κόσμου απαγορεύουν τις σελφιέρες διότι θέτουν κίνδυνο για την ασφάλεια των εκθεμάτων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πτυσσόμενο ματσούκι, ενίοτε και με κυανόδοντα, στο άκρο του οποίου μπορεί να προσαρτηθεί σμαρτόφωνο –ως επί το πλείστον- ή και φωτογραφική μηχανή. Ερεθισμένο εξασφαλίζει την απαραίτητη εκείνη απόσταση από την αφεντομουτσουνάρα του κατόχου του, που θα επιτρέψει την εκτέλεση μιας ακόμη σελφιάς.

Αγνώστου πατρός, με αρχικό στόχο τον εκάστοτε γκατζετάκια και κατοπινό την πλέμπα που δεν διαθέτει ακόμη δικό της ντρον, κατάφερε μέσω της αναντάμ παπαντάμ αλάνθαστης επιχειρηματικής μεθόδου «η φθήνια τρώει τον παρά» και της νεοφιλελέ τοιαύτης «βάλε τριτοκοσμικούς να την φτιάχνουν και μετανάστες να την πουλάνε» να αναδειχθεί από το κυριλέ Time σαν η 18η καλύτερη εφεύρεση του 2014.

Μπαναρισμένο από όλο και περισσότερες πινακοθήκες, μουσεία, αθλητικούς αγώνες και συναυλίες κι όχι ασφαλώς εξαιτίας τού ό,τι η χρήση του σπα τ’ αρχίδια των πέριξ, αλλά από φόβο καταστροφής καλλιτεχνημάτων από ατζαμήδες και ζημιών από παράνομα ανεβάσματα στο νέτι.

Ταμάμ για αντικοινωνικούς και σόλο τουρίστες που τους ξεράθηκε το χέρι να κουβαλούν τρίποδες ή τους είναι αδιανόητο να εμπιστευτούν έστω και μισό την κάμερα στον πασαέναν που επιπλέον μπορεί να στερείται της αίσθησης του κάδρου, σπανίως η χρήση του οδηγεί σε σουπερουάου από καλλιτεχνικής ή ΜΜέδικης άποψης μήδια.

Έχει δημιουργήσει όμως τη δική του αισθητική που αργά ή γρήγορα κάποιος προχώ επιστήμων εκ του Puchester College of Fine Arts θα αποδείξει πως οι μονόχειρες κεφάλες με το χαζοχαρούμενο χαμόγελο σε πρώτο πλάνο υπό γωνία, έπαιξαν καίρια επιδραστικό ρόλο στην Τέχνη οδηγώντας την στο επέκεινα και μέσω της εξαΰλωσης τού Δημιουργήματος, που βεβαίως – βεβαίως συχνότατα ταυτίζεται με τον Δημιουργό σε ιδιωτικές του στιγμές, δια των μέσων παραγωγής που ανήκουν –επιτέλους- σ’ αυτόν, αλλά και των καναλιών δημοσίευσης που ανήκουν στην Κενωνία ολάκερη.

Συνώνυμα τα ήδη καταχωρημένα σελομπάστουνο και σελφιέρα αλλά και το σελφόστικο.

Ακόμα και σεις, που όποτε βγαίνετε έχετε μαζί σας φωτογραφική μηχανή, κινητό με κάμερα 29 mega-pixel και μια GoPro με σελφοκόνταρο, γιατί όπως και να το κάνεις είναι μαλακία να φαίνεται το χέρι και ταυτόχρονα δύσκολο με το χέρι σηκωμένο να συγκεντρωθείς, για να δείχνεις φυσιολογικός, με εκείνο το ανεπαίσθητο χαμόγελο. Γιατί αν πας να προσποιηθείς με κανονικό γέλιο φαίνεσαι σα μαλάκας και βγαίνεις και χάλια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stock» σημαίνει: «αποθηκεύω (ή γενικότερα συγκεντρώνω) σε συγκεκριμένο χώρο κάποια είδη· συνήθως προϊόντα ή εμπορεύματα».

Β) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το βενετσιάνικο «stocar» όπως βεβαιώνει ο Τριαντάφυλλος σημαίνει: «βάζω στόκο σε μια επιφάνεια ξύλου, μαρμάρου κτλ., για να κλείσω τους πόρους, τις ρωγμές ή για να καλύψω άλλες ανωμαλίες».

Σλαγκικότερα εμφανίζεται με την έννοια τού:

  • «μακιγιάρω υπερβολικά για να καλύψω ατέλειες» και χρησιμοποιείται, συνήθως στο τρίτο πρόσωπο, αρκετά συχνά από άντρες εκφράζοντας απέχθεια, και σπανιότερα από κακεντρεχείς κουτσομπόλες,

  • «μαλακίζομαι» / «πασαλείφω με τα χύσια μου», οπότε ενίοτε υπονοούνται μεγάλες καύλες, ανάλογη ποσότητα ψωλοχύματος, ακόμη και μια... βιρτουοζιτέ στην τεχνική.

Γ) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stalk» (που προφέρεται «στοκ» με ελαφρά τραβηγμένο το «ο») είναι σαφώς πιο φρέσκο και σημαίνει: «παρακολουθώ στενά κι εξαιρετικά επίμονα κάποιον (ή γενικότερα τη δραστηριότητα κάποιου), συχνά σε βαθμό παρενόχλησης».

Για την ώρα χρησιμοποιείται συχνότερα για να περιγράψει τέτοια συμπεριφορά (όχι πάντα επικίνδυνη) κυρίως στο νέτι.

  1. Η είδηση κάνει το γύρο του κόσμου γιατί είναι πράγματι εντυπωσιακή: το Βέλγιο σχεδιάζει να κατασκευάσει τεχνητό νησί σε σχήμα δαχτυλιδιού που θα του επιτρέπει να στοκάρει την ενέργεια που θα παράγεται στα αιολικά του πάρκα στη Βόρεια Θάλασσα.

  2. Θέλω σε εξωτερικό τοίχο που έχει εμφανίσει τριχοειδείς ρωγμές να τις ανοίξω λίγο παραπάνω (3-4 χιλιοστά) , να τις στοκάρω και να τις ασταρώσω προκειμένου να ξαναβάψω τον τοίχο.
    (έως εδώ καθαρά διεκπεραιωτικά)

  3. Μμμ Έχετε ιδεί βλογιοκομμένο πρόσωπο το οποίον να έχει λακκουβάκια στην επιφάνεια τα οποία λακκουβάκια δημιουργήθηκαν από τα κενά που άφησε το πύον που αφαιρέθηκε ναι; Μάλιστα. Η «εθνική» «σταρ» Αλίκη που είχε πολλά τέτοια στο πρόσωπό της, τα στοκάριζε, κι έτσι κάλυπτε το σεληνιακόν τοπίον...

  4. Στοκάρισε τώρα την οθόνη σου παίχτη!!
    (μεταφερμένο από γκρίγκλις· σαν λεζάντα κάτω από προκλητικά σέξι φωτογραφία αλόγου παροτρύνει τον παραλήπτη σε μαλακία)

  5. Αφού τον σουτάρισε το Μαράκι, πέρασε έναν χρόνο να το στοκάρει στο Facebook και το Instagram για να δει με ποιον βγαίνει και πού πηγαίνει.

  6. Είδε τη φωτογραφία μου. Του άρεσε. Και το εξέφρασε με ένα απλό like και ένα σχόλιο. Παρόλο που στοκάρω ανελέητα όλους τους fb φίλους μου, έχω βρεθεί άπειρες φορές σε αντίστοιχη θέση και δεν έχω κάνει like ή comment για να μην θεωρήσει ο/η άλλος/η οτιδήποτε. Το ξέρω ότι δεν είναι φυσιολογικό, αλλά το ξέρω ότι δεν είμαι μόνος.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

(από σφυρίζων, 04/10/13)(από Khan, 01/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος δέχεται ιντερνετικά συσσωρευμένο μίσος, φθόνο και χλευασμό μεμονωμένα ή από οργανωμένες ορδές χέιτερζ (ο αντίποδας των γκρούπιζ). Πρόκειται για μορφή e-μπουλισμού.

Οιοσδήποτε μπορεί να φάει χέιτ, αλλά την μερίδα του λέοντος εισπράττουν:

Πέον να σημειωθεί ότι οι χέιτερζ διαφοροποιούνται από τα κοινά τρόλια στο μέτρο που είναι πιο κακεντρεχείς, πιο στοχευμένοι και λιγότερο ο,τινανιστές. Το σλόγκαν των σερβιρισθέντων χέιτ (πραγματικών και γουαναμπή) είναι χέιτερζ γκόνα χέιτ.

Η εν λόγω σλανγκιά εκφέρεται κυρίως από χιλιετηράκια (παιδιά γεννημένα μετά το 2000).

Ασίστ: Βράσταγκερλ.

1.
- τι κανεις;;;;‎ - τρώω χέιτ.

2. ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΝΑ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ! Καποιες ειστε Λαρρυ σιππερς οκ , δεκτο και το σεβομαι..αλλα η Ελ γιατι πρεπει να τρωει τοσο χεϊτ;

3. πραγματικα δεν μπορω να καταλαβω το χειτ που τρωει ο νικητας ειλικρινα εκφραζει την αποψη του με χαζο και καραγκιοζιστικο τροπο , συμφωνω αλλα απο κει και περα αλλο διαφωνω , αλλο κραζω

4. ολοι τρωνε χειτ καποια στιγμη αλλα μερικοι απλατο αγνοουν και φευγει αν ασχολεισαι τοσ θα τρως και μν τα ριχνεισ μενα απλα μολις κτλβεις οτι δν εχει νοημα ολο αυτο θα καταλαβεις και δν γελαω απλα δν κτλβαινω γτστεναχωριεσααι και μν πεις οτι δν το χω ζησει το χω περασει απλα το αγνοησα ΓΙΩΡΓΟΣ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified