Ιδιαίτερα περιφρονητικός χαρακτηρισμός ανθρώπων χαμηλού αναστήματος, συνέπεια ημιτελούς εκσπερμάτισης. Υπάρχει και η πιο χυδαία παραλλαγή, μισοχυσιά.
- Ο Τάπερμαν εθεάθη να πίνει εσπρεσούμπα στο Da Capo!
- Ρε την μισοριξιά, τον τάπερμαν!
Ιδιαίτερα περιφρονητικός χαρακτηρισμός ανθρώπων χαμηλού αναστήματος, συνέπεια ημιτελούς εκσπερμάτισης. Υπάρχει και η πιο χυδαία παραλλαγή, μισοχυσιά.
- Ο Τάπερμαν εθεάθη να πίνει εσπρεσούμπα στο Da Capo!
- Ρε την μισοριξιά, τον τάπερμαν!
Συνώνυμα: ένα κι ένα milko, μισή μερίδα
Got a better definition? Add it!
Η γέννεση κόπρου, μετά γονιμοποίησης κουράδας. Το αντίθετο της αμφιγονίας. Αποτέλεσμα αναπαραγωγής δύο ομοίων γαμέτων.
-Πως περάσατε με την κοπέλα; -Τελικά δεν ήταν ακριβώς κοπέλα. Κοπρογονία κάναμε.
Got a better definition? Add it!
Άνθρωπος αξιοπρεπής - τζέντλεμαν, με την πραγματική έννοια.
Ντόμπρος και λίγο βαρύς, χωρίς περιττά λόγια.
Καλοντυμένος, ίσως και ακριβά ντυμένος, αλλά ποτέ επιδεικτικός.
Χωρίς μικρότητες, δεν τσιγκουνεύεται τα λεφτά. Δεν είναι απαραίτητα κονομημένος αλλά ξοδεύει γενναιόδωρα χωρίς όμως να κάνει επίδειξη.
Μια γυναίκα μπορεί να είναι κιμπάρισσα. Ένα πράγμα - ρούχο, έπιπλο, κόσμημα - μπορεί να είναι κιμπάρικο. Η ιδιότητα του κιμπάρη είναι το κιμπαριλίκι - μια αρχοντιά, τέλος πάντων.
Ωραίος άνθρωπος ο πεθερός σου, κιμπάρης... Λίγα λέει, πολλά καταλαβαίνει... Και παλτουδιά κασμίρι... Κι αυτή η αλυσιδίτσα που έφερε για το μωρό 22 καράτια είναι, ξέρω εγώ από τέτοια...
Τι να σου πω, αγόρι μου... Δικό σου είναι το σπίτι είναι και δικιά σου και η τσέπη... Αλλά αυτό είναι άλλο πράμα, κιμπάρικο... Κάνει κάτι παραπάνω αλλά τ' αξίζει.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο φέρων τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας ομάδας συνήθως εναλλακτικής και αντεργκράουντ αλλά ταυτόχρονα ίν.
Ο φασαίος δηλαδή δε μπορεί να ανήκει σε μια αφανή εναλλακτική ομάδα με λίγους υποστηρικτές. Αντιθέτως, ανήκει σε ομάδες που ενώ αυτοχαρακτηρίζονται αντεργκράουντ, τα εξωτερικά τους γνωρίσματα υιοθετήθηκαν από πολλούς καταλήγοντας έτσι μέινστριμ (βλέπε μούσι, τατού).
Η ιδιότητα του φασαίου ωστόσο δεν περιορίζεται στα εξωτερικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα αλλά στο γενικότερο άτιτιουντ. Ο φασαίος απαντάται σε συγκεκριμένα μαγαζιά-στέκια όπου συχνάζουν άλλα άτομα «της φάσης του», έχει συμβατά μουσικά ακούσματα με «τη φάση», πηγαίνει διακοπές σε συγκεκριμένα μέρη κλπ.
Τελευταίο και σημαντικότερο, η ιδιότητα του φασαίου δε συνίσταται στην εξωτερική εμφάνιση και στο άτιτιουντ από μόνα τους αλλά στην έλλειψη κοινωνικής ζωής και προσωπικότητας εκτός «της φάσης του». Ο φασαίος ζει, αναπνέει και τρέφεται μέσα από «τη φάση» και δε μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτή. Έτσι, ακόμα και αν κάποιος φέρει κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα φασαίου, εάν κινείται με την ίδια ευκολία έξω από τον φασαίικο κοινωνικό κύκλο, εάν έχει άλλα πράγματα και ασχολίες που τον γεμίζουν πέρα από αυτόν, δε μπορεί να χαρακτηριστεί εξολοκλήρου φασαίος.
- Πού 'σαι μαν μου? Πάμε Γκάζι το βράδυ?
- Μπα, όχι. Έχω βαρεθεί όλους τους φασαίους εκεί πέρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μία συσκευή που καταναλώνει ρεύμα, ακόμη κι όταν δεν τη χρησιμοποιούμε.
Προσέξτε τις συσκευές βαμπίρ, αν δεν θέλετε να είναι τσιμπημένος ο λογαριασμός του ρεύματος.
Got a better definition? Add it!
Το άτομο εκέινο που προκαλεί συχνά εκνευρισμό σε συνανθρώπους του εξαιτίας της κακής συμπεριφοράς του. Επιπλέων, πολλές φορές εκφέρει με βεβαιότητα άποψη πάνω σε θέματα στα οποία δεν έχει επαρκείς ή καθόλου γνώσεις. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως οι γαμώσπιτοι είναι μία μάστιγα της σύγχρονης κοινωνίας.
Αυτός κάνει ότι ξέρει τα πάντα, είναι μεγάλος γαμώσπιτος! Πήγα σήμερα στην εφορία και ο γαμώσπιτος δεν μου έδωσε το χαρτί που χρειάζομαι.
Got a better definition? Add it!
κάποιος που κάνει τους άλλους να νιώθουν άβολα με τα φετίχ του.
-Πω ρε φίλε, αυτός μαζεύει τα νύχια των ποδιών του σε βαζάκι… -Ασε μας μωρέ με τον κελέμπα
Got a better definition? Add it!
Published
Η φανταστική σλανγκική χώρα στην οποία ισχύουν όλα όσα πρεσβεύει η woke κουλτούρα. Εκ του αμερικανικού Wokeland (< woke & Oakland).
Στη Γουοκολάνδη τα φύλα αυξάνονται κάθε χρόνο. Πέρσι είχαμε 62 φύλα, φέτος έχουμε φτάσει τα 103.
Got a better definition? Add it!
Το να απλώνεται η χριστουγεννιάτικη εορταστική περίοδος όλο και πιο πριν στο έτος για εμπορικούς λόγους. (Δες).
Αμάν πια με το κρίστμας κριπ. Κοντεύουμε να βάλουμε έλατο από τον Δεκαπενταύγουστο!
Got a better definition? Add it!
Δηλωτικό για δημοσιογράφους που κολακεύουν υπερβολικά την εξουσία.
Δεν είναι περίεργο που η χώρα των πορτογλείφτε είναι νούμερο 108 στην ελευθερία τύπου.
Got a better definition? Add it!