Από το γαλλικό je t'aime (= σ' αγαπώ), βλ. και ζετεμάκι, είναι επίθετο που δηλώνει άνθρωπο ρομαντικό, ευεπίφορο στην καψούρα, ερωτύλο ή και ναρκισσευόμενο με την ερωτική του εικόνα. Ή απλά σούργελο από αυτά που πρωταγωνιστούσαν στην εκπομπή Ζετέμ της Ανίτας Πάνια. Έχω ακούσει και το επίθετο ζετεμιάρικος από τον Σταμάτη Κραουνάκη, για να σημάνει τραγούδια ναμαγαπάδικα.

1. Για να πεταχτεί ο jeune premier της κλιμακτήριου και πεταλούδα των παρασκηνίων, η αλογόμυγα των συμφερόντων και ο yes-man των ισχυρών, ο ζετεμιάρης δήμαρχος αυτής της πόλης που μέχρι και σημαία της άλλαξε, για να σφίξει με αυτό το ζαχαροδιαβητικό και δυσκοίλιο χαμόγελό του των Ολυμπιονικών τα ατσάλινα χέρια.

2. Ζετεμιάρης αισθηματίας blogger μεταδίδει...
μόλις ήρθα σπίτι από το Sodade. Φρίκη. Αυτή η κοπέλα που παίζει μουσική όταν δεν παίζει μουσική ο Αντώνης είναι εντελώς ντεκαυλέ. Δεν την καταλαβαίνω Χριστό. Παίζει όλα τα κουλά ρεμήξ των κουλών ροκ επιτυχίων (μέχρι και το ρεμήξ του exit music των radiohead έπαιξε απόψε, το οποίο exit music απλά δεν το αγγίζεις, είναι ιερό κομμάτι...) και τις παίζει του ανελέητου: 7 λεπτά διαρκεί το κουλό ρεμήξ; 7 λεπτά θα το παίξει, όλο. Μπόοοοοοοοοοοοριγκ! έλεος, λυπήσου μας, μία καθημερινή έχω να βγω και εγώ....

(από Khan, 13/04/14)Από την Καλυψώ Λάρα. (από Khan, 21/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published

O μυστακιοφόρος αλλά συνάμα βαρύς κι ασήκωτος μόρτης. Λέξη βασισμένη στον φανταστικό χαρακτήρα «Μυστόκλα» από την ταινία «Μήτσος ο ρεζίλης»(1984). Τον ρόλο του ρεμπέτη μάγκα Μυστόκλα υποδύθηκε ο αείμνηστος Σωτήρης Μουστάκας. Χρησιμοποιείται μάλλον χιουμοριστικά ή/και ειρωνικά για κάποιον (ψευτό)βαρύμαγκα με μεγάλα μουστάκια ή με μουστάκια γενικότερα που παραπέμπουν σε αισθητική της τότε εποχής.

Μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν για το αν η λέξη αποτελεί προϊόν λεξιπλασίας ή παρθενογένεσης/προϊόν φαντασίας του σεναριογράφου. Πιθανή εικασία θα μπορούσε να ήταν ότι αποτελείται από τις λέξεις Μυστάκιον και Πιστόλα με την κατάληξη -ς, (αρσενικό). Δεδομένου ότι ο Μυστόκλας ήταν φανταστικό και όχι πραγματικό πρόσωπο γιατί στην ταινία παρουσιάζεται εκτός τόπου και χρόνου μιας και ο ίδιος, οι υπόλοιποι μάγκες και το περιβάλλον παρουσιάζει καταστάσεις προπολεμικές ή πρώιμες μεταπολεμικές(1925-1950) και περιέργως λόγω κακού σεναρίου/σκηνοθεσίας πριν την σκηνή του Μυστόκλα γράφει χαρακτηριστικά «Αθήνα 1984». Κλασσική άκυρη ελληνική σκηνοθεσία που μπάζει από παντού αλλά και που θα μείνει για πάντα στις καρδιές μας λόγω του μεγάλου Σωτήρη Μουστάκα. Ο σεναριογράφος ήθελε να τονιστεί η (ψευτο)μάγκικη και ρεμπέτικη φύση του γι' αυτό και παρουσίασε τον Μυστόκλα με 50 εκατοστά μουστάκια σαν αρχιρεμπέτη και (ψευτο)μάγκα του μαχαλά.

- Ρίξε το ψαρικό στο φούρνο, πλακί. Πριν σε πλακώσω στις γρήγορες.
- Παίδαρέ μου!
- Εμείς οι δυό θα περάσουμε φίνα. Με τις φάπες μας. Και τα ωραία μας.

(Μυστόκλας σαν υποψήφιος γαμπρός και απευθυνόμενος στην Σπεράντζα Βρανά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αντίθετο του μαλακισμένος, όταν αυτό το τελευταίο το εννοούσαν και κυριολεκτικά. Δηλαδή, αυτός που δεν έχει ακόμα βαρέσει μαλακία, ο σεξουαλικά άγουρος, ο ψυχονοητικά ανώριμος, ο ακόμα παιδί.

Δεν το άκουσα, αλλά το διάβασα, και είπα να το σημειώσω, μέρες πού' ναι, γιατί κατά τη γνώμη μου είναι μνημειώδες.

Ο ΑΜΑΛΑΚΙΣΤΟΣ

Ἐσύ δέν κάνεις γιά δῶ
εἶσαι ἀκόμη «ἀμαλάκιστος», τοῦ εἶπαν
καί τόν ἔδιωξαν.

Ἦταν δέν ἦταν ἕντεκα χρονῶ
καί πῶς νά τά ᾿βγαζε πέρα μέ τά θηρία τῆς λαχαναγορᾶς·
μά ποῦ νά ἤξεραν
τήν εὐδόκιμη μετ᾿ οὐ πολύ θητεία του
στό θανάσιμο γιά τά ἤθη ἐκείνου τοῦ καιροῦ ἁμάρτημα
-μιά ἱστορία ἐξίσου ὀδυνηρή
ἀλλά δέν εἶναι τοῦ παρόντος-

Θά ᾿βρισκε ἀλλοῦ δουλειά
θά χτυποῦσε ἄλλες πόρτες
τί ἄλλο τοῦ ἔμενε μέ τόν πατέρα του στίς ἐξορίες
καί τή μανούλα του ὁλημερίς στίς φάμπρικες.

Μοῦ ἀφηγήθηκε τό περιστατικό χρόνια μετά
ψημένος πιά γιά τά καλά μέ τίς δικές του ἐξορίες
τή δικηγορική καί τά κρυφά χαρτιά του,
διόλου τουτέστιν «ἀμαλάκιστος»!

Λευκόθριξ
γάστρων ὀλίγο λόγω τῆς οἰνοφλυγίας
μ᾿ ἕνα μπαλονάκι στήν καρδιά
στ᾿ ἄπατα πνιγμένος
ἀπό τή μαλακία τῆς λεγόμενης μεταπολίτευσης.

(Ποίημα του Χρήστου Ρουμελιωτάκη, απ' εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν ξερνάς τα άντερά σου, και κατ' επέκταση ό,τι είναι εμετικό και αηδιαστικό, λ.χ. εμφάνιση, δηλώσεις, συνήθειες, φυλλάδες κ.ά. Αγαπημένη λέξη στο ιδιόλεκτο του Mikeius.

1. Τι ξερνάντερο είναι πάλι ετούτο; Η επιλογή της φωτογραφίας είναι τυχαία, αλλά έχει γεμίσει ο διαδυκτιακός τόπος με τέτοιες μαλακίες...

2. Αυτό που έχει σημασία στην προκείμενη, είναι το αποτέλεσμα: Αυτό που αποκαλούμε «μόδα» ευθύνεται για ότι ξερνάντερο (clopyright by Mikeius) βλέπουν τα μάτια μας και θέλουν να βγάλουν πηχτή βλέννα από τους δακρυγόνους αδένες.

3. τοσο πολυ σιχαμενος.τι φυλλαδα ειναι αυτη.τι εμετιλα,τι ξερναντερο μονο που δε μας βριζει επειδη θελουμε αυτη την επιθετικουρα -ηγετη στην ομάδα.

Στο 1.17. (από Khan, 12/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Λολαδερή εκδοχή του αντιπροσώπου, εκφέρεται συνήθως με χλευαστική ή σκωπτική δίαθεση. Εκτός φυσικά από την μαρτυριάρικην μεγαλόνησον, όπου αποτελεί δόκιμη εκδοχή τση λέξης.

Εκ των αντί- και μουτσούνα.

Σε καλόν μας, ευτυμήσαμεν πάλιν.

1.
μου `στειλε τον αντιμούτσουνό του για να μου φέρει τα μαντάτα

2.
Γιατί τζιαι που λαλείτε, άμαν τζιαι πάτησεν το πόϊν του στην Αμερικήν, ελάμνισεν ολόϊσια για τον ΟΗΕ. Ητουν τζειμέσα τζι εσυνεδριάζαν οι αντιμούτσουνοι ούλων των χωρών του κόσμου για τον αφοπλισμόν.

3.
@Αππωμένη
χμμμμ 5% α; Τώρα να δούμεν πόσα εννα ζητήσει η Πρασινάδα για να γινεί αντιμούτσουνος εις τες Γιου Ες οφ Έϊ τζαι μιλούμεν :Ρ

4.
Παρεμπιπτόντως, όταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφανος Στεφάνου συνομιλούσε με τον Αντρέα Πογιατζή στην έκτακτη αθλητική εκπομπή του ΡΙΚ μιλούσε συνέχεια για τις ελληνικές ομάδες. Παρά την υπόμνηση του Αντρίκου για ελλαδικές ομάδες, ο αντιμούτσουνος του Χριστόφια επέμενε στην αναφορά του για ελληνικές. Ε, όταν το λες τρεις συνεχείς φορές, μάλλον δεν πρόκειται περί γλωσσικού ολισθήματος, αλλά περί συνειδητής αναφοράς.

Got a better definition? Add it!

Published

Παράφραση του γνωστού Παντείου Πανεπιστημίου που εδρεύει εις την Καλλιθέα Αττικής. Γνωστού για τις υψηλού επιπέδου επιπέδου, κύρους σπουδών στις Κοινωνικοπολιτικές επιστήμες αλλά και ποιότητας των αποφοίτων του(στην τέχνη του barman/barwoman, barista ή σερβιτόρου) που εδώ και χρόνια επανδρώνουν επάξια την Ελληνική αγορά εργασίας.
O όρος «Πιπάντειος» αποδίδεται σαν τίτλος σπουδών σε κατωτέρου, κατωτάτου ή ανυπάρκτου μορφωτικού επιπέδου θήλεων ή/και ομοφυλόφιλων. Στην Πιπάντειο ή στο Πιπάντειο (ουδέτερο, όπως ονομάζεται τα τελευταία χρόνια) συμπεριλαμβάνονται διάφορες ψευτοσπουδές της πούτσας με καθαρά γυναικείο/ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό(για τους άρρενες) όπως:

Κομμωτική, Αισθητική, Ανωτάτη Ονυχοπλαστική, Αρωματοθεραπεία, Ανωτάτη Μπιζουτιακή, Ενδυματολογία, θεατρικές σπουδές της πούτσας, σχολές Μασάζ, Ρεϊκι, σεμινάρια Ψευτό-Healers/Κομπογιαννιτών, Αγιουρβέδα, σεμινάρια Ταρομαντείας/Καφεμαντείας κ.α.

Τα εν λόγω θήλεα που αποφοιτούν από την Πιπάντειο έχουν αυτοσκοπό την κατανάλωση οικογενειακού εισοδήματος, την εφήμερη καλοπέρασή τους με τίποτα Μερσεντοφόρους μπαρμπάδες και τελικώς σαν απώτερο στόχο την εξεύρεση κάποιου μαλάκα κατά προτίμηση εύπορου τύπου νεαρότερης φυσικά ηλικίας(αλλά και μπάρμπα με γκαφρά στη δύσκολη) που θα αναλάβει να τις σπιτώσει μιας και οι σπουδές τους είναι τόσο ευτελείς και ξεφτιλέ που αποκλείεται να σχεδίαζαν ακόμα και πριν φοιτήσουν σε κάποιο παρακλάδι της Πιπαντείου να αποκατασταθούν επαγγελματικά μετά την αποφοίτηση τους.
Η μόνη εργασία που ξέρουν να κάνουν είναι αυτή του να κάθονται και που και που να φτιάχνουν κανά νυχάκι ή να πουλάνε κανά μπιζού του κώλου σε καμιά φίλη τους. Φυσικά είναι τόσο πονηρές που δεν το κάνουν για το χαρτζιλίκι που λέμε(άλλωστε αυτό το έχουν ήδη εξασφαλίσει από τους μαλακομπαμπάδες ή τους Μερσεντοφόρους μπαρμπάδες) αλλά για να κοροϊδεύουν τους γονείς τους μέχρι την εξεύρεση του μαλάκα/θύματος ότι κάτι κάνουν κι αυτές απλά «η πουτάνα η κατάσταση με την κρίση φταίει», «το κορίτσι προσπαθεί αλλά είναι δύσκολα τα πράγματα» κτλ.
Επίσης για τους όχι ιδιαίτερα έξυπνους, ταλαντούχους(που δεν έστρωσαν κώλο για σοβαρές σπουδές) ή τυχερούς ομοφυλόφιλους (προκατόχους πισίνας και πόρσε) οι σπουδές τους στην Πιπάντειο κρίνονται απαραίτητες και μονόδρομος μιας και από την φύση τους σπανίως έχουν πρόθεση για χειρωνακτικές/σοβαρές/αντρικές εργασίες.

- Τί μας έλεγε ρε αυτή τόσες ώρες, ότι έχει πάρει ένα χαρτί από ένα Πανεπιστήμιο στα νύχια και στα εξτένσιονς;
- Ναι έχει πάρει χαρτί απ'την Πιπάντειο! χαχαχα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το ευπώλητο μυθιστόρημα Pollyanna, που έγραψε το 1913 η Eleanor Porter (διαθέσιμο όλο εδώ) και περιγράφει την ζωή της Πολυάννας, ενός ορφανού κοριτσιού που παίζει το «παιχνίδι της χαράς» (που της είχε μάθει ο πατέρας της πριν πεθάνει), δηλαδή σε όσο δύσκολες και τραγικές συνθήκες και αν βρεθεί, προσπαθεί πάντα να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο (ακόμη κι όταν αυτό είναι εντελώς άδειο) και να βρίσκει έναν λόγο να είναι χαρούμενη, είτε διότι ουδέν κακόν αμιγές καλού, και η Θεία Πρόνοια θα βρει έναν τρόπο να χρησιμοποιήσει τις δυστυχίες για κάτι καλύτερο, είτε γιατί δεν συνέβηκε κάτι ακόμα χειρότερο. Κάτι δηλαδή μεταξύ Ιώβ και αντίστροφου Νόμου του Μέρφι ένα πράμα. Η επιτυχία των βιβλίων ήταν τέτοια, ώστε κυκλοφόρησαν συνέχειες, γνωστά ως Glad books, ενώ έχει γίνει και ταινία από τον David Swift το 1960.

Μια γλαφυρή σύνοψη του έργου δίνεται εδώ: «Το στόρι έχει ως εξής: η Πολυάννα είναι ένα δαιμονισμένο επτάχρονο σίχαμα (στον πρώτο τουλάχιστον τόμο, γιατί στους επόμενους προοδευτικά φτάνει σχεδόν μέχρι την κασέλα). Ένα κατατρεγμένο, αδικημένο, θεόφτωχο, πεντάρφανο, γκαντεμιασμένο και κακοποιημένο νιάνιαρο που, ενώ η σκληρή του μοίρα το χτυπά αλύπητα (μα πολύ αλύπητα), εκείνο επιμένει να χαίρεται σα μαλακισμένο –για την ακρίβεια, εφευρίσκει λόγους να είναι ευχαριστημένη σε κάθε δύσκολη περίσταση, εξ ου και η έννοια του περίφημου «παιχνιδιού της χαράς». Για να καταλάβετε για πόσο νοσηρό κόνσεπτ μιλάμε, έχουν πεθάνει ας πούμε όλα του τα αδερφάκια, πεθαίνει κατόπιν και η μαμά του, και το τερατάκι γυρίζει και λέει (κατόπιν νουθεσίας του μπαμπά-πάστορα) «είμαι ευχαριστημένη που ο καλός θεούλης πήρε τη μαμά μου στον ουρανό, για να φροντίζει τα αδερφάκια μου που τη χρειάζονται περισσότερο από μένα». Εν συνεχεία βέβαια ψοφάει και ο στοργικός πατέρας, αλλά η μικρή εκεί, πάλι βρίσκει μια μαλακία να την κάνει χαρούμενη, του τύπου «είμαι ευχαριστημένη που πέθανε μόνο ο μπαμπάς μου και δεν έγινε πυρηνική έκρηξη να καταστραφεί όλος ο πλανήτης». Και πάει λέγοντας, με αλλεπάλληλες δυστυχίες, δεινά, σεισμούς, λοιμούς, καταποντισμούς και τα λοιπά, που αδυνατούν φυσικά να κάμψουν το ηθικό της ηρωίδας, η οποία μεγαλώνει, πηδιέται, παντρεύεται, γεννοβολά, κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο κάνει με αμείωτη πάντα ευτυχία και ικανοποίηση, στη βάση του συλλογισμού «είμαι ευχαριστημένη που με κουτσούλησε ένα περιστέρι, γιατί σκέφτομαι πως θα μπορούσε να με έχει χέσει πατόκορφα ένας βροντόσαυρος».»

Οι πιο καχύποπτοι θεωρούν την Πολυάννα ως επική αμερικλανιά, και ωσεκτουτού πολυάννα με την κακή έννοια λέγεται κάποιος ο οποίος έχει μια ψυχαναγκαστική διάθεση να είναι ευτυχισμένος και (χαζο)χαρούμενος, υπακούοντας έτσι σαν πρόβατο στην κατηγορική προσταγή του σύγχρονου καπιταλιστικού positive thinking, που είναι «να 'σαι αισιόδοξος», όπως ήταν παλιότερα το λακανικό «jouis!» («ηδονjίσου»). Όλα τα παραπάνω θεωρούνται κατ' ουσίαν ως μια καπιταλιστικά μεταπλασμένη ηθική που έχει πέραση σε κάθε λογής Προτεσταντίες (κατά το Μπανανίες).

Ιδιαίτερο, όμως, ενδιαφέρον έχει η πρόσφατη αρκετά μεγάλη διάδοση του όρου στην Ελλάδα της κρίσης. Την χρησιμοποιούν κυρίως αριστεροί ή και άλλοι «αντισυστημικοί» για να καυτηριάσουν κάποιον δεξιό, ΠΑΝΔΟΚ ή απολίτικο κεντρώο, ο οποίος είναι αισιόδοξος με ψυχαναγκαστικό τρόπο ή και κηρύττει την ανάγκη να είμαστε αισιόδοξοι. Το τελευταίο γίνεται στο πλαίσιο μιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας χαρακτηριστικής του μετανεωτερικού καπιταλισμού στον οποίο η αισιοδοξία έχει επιτελεστική ικανότητα, δηλαδή όχι μόνο δημιουργεί μια θετική αύρα, αλλά επηρεάζει τους επενδυτές, δημιουργεί ένα καλό κλίμα για επενδύσεις και ανάπτυξη κ.τ.λ. Αντιθέτως, η μίρλα έχει επίσης την δυνατότητα αυτοεκπληρούμενης προφητείας, αφού ο καπιταλισμός έχει σε μεγάλο βαθμό ψυχολογοποιηθεί, λ.χ. μια κακή είδηση, «είδηση» ή πρόβλεψη μπορεί να διώξει επενδύσεις, να εκτινάξει spreads κ.ο.κ.

Για τους παραπάνω λόγους, οι πιο συστημικοί- μνημονιακοί μπορεί να κάνουν παρακλήσεις τύπου ειρωνικός Μίσσιος «χαμογέλα ρε τι σου ζητάνε;», ενώ οι αντισυστημικοί αριστεροί χρησιμοποιούν τον όρο πολυάννα για να χλευάσουν αυτήν την στάση ζωής που συνίσταται στο να είμαστε προγραμματικά αισιόδοξοι από τρόμο μήπως η απαισιοδοξία φέρει χειρότερη καταστροφή λόγω της ψυχολογικής φύσης του σύγχρονου καπιταλισμού. Ο όρος πολυάννα επεκτείνεται και εναντίον απολίτικων ακτιβιστών και κάθε είδους χιπστερικού που αναζητεί καλή αύρα, καλό κάρμα, επανεύρεση του μότζο κ.ο.κ. Επίσης μπορεί να περιγράψει και κοελογκόμενες που με ένα κράμα γοητευτικής ψευδοαφέλειας και ξετσίπρωτου αριβισμού προσπαθούν να προκαλέσουν το σύμπαν να συνωμοτήσει υπέρ τους ή απολίτικες Μαρίες Αντουανέτες με αισιοδοξία τ. Paris Hilton.

Οι συστημικοί απαντούν με αντώνυμους χλευαστικούς όρους για τους προφήτες της καταστροφής, όπως το κλασικό Κασσάνδρα ή τα πιο πρόσφατα προφήτης Βαρουφακιήλ ή προφήτης Μπαρουφακιήλ με τα οποία σατιρίζεται ως βιβλικός προφήτης συντέλειας ένα είδος οικονομολόγου με έφεση στην καταστροφολογία, καθώς ο Γιάνης Βαρουφάκης. Μπορεί ακόμη και να πανηγυρίσουν τον όρο πολυάννα ως το αντίθετο της μίρλας και της κακομοιριάς που θεωρείται ως ένα ίδιον του καζαντζίδη Ελληνάρα που ζέχνει αριστερίλα και συριζορθοδοξία και από το οποίο πρέπει να απαλλαγούμε στον δρόμο για την ανάπτυξη.

Μπορεί επίσης να έχουμε και ειρωνική πολυάννα, όπως εδώ.

  1. Έχει γεμίσει το news feed μου με Πολυάννες του Σαμαροβενιζελισμού. [...] Φαίνεται ότι η σημερινή Ελλάδα είναι ευνοϊκό έδαφος για να επιβιώσουν θύλακοι Πολυαννισμού. Και είναι φυσικό. Ο Πολυαννισμός στην ουσία λέει «αν δεν μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο, άλλαξε τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο». Αναπτύσσεται λοιπόν ευκολότερα εκεί που τα προβλήματα είναι πιο δυσεπίλυτα. Όταν λοιπόν η ελληνική κυβέρνηση αποτυγχάνει να λύσει τα προβλήματα, δεν της μένει παρά να προσπαθήσει να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο. Να προσπαθήσει να μας κάνει Πολυάννες. Και, προς έκπληξή μου, στον τομέα αυτό σημειώνει αρκετές επιτυχίες. (Από το Φέισμπουκ).

2. Κασσάνδρες και Πολυάννες. Ποιους να πιστέψεις, όταν μιλούν για το μέλον της ελληνικής οικονομίας;

3. «Και γιατί, ρε φίλε, είναι κακό που αυτή τη διέξοδο του την έδωσαν οι atenistas; Σου πήραν πελατεία απ’ τις ντουντούκες και τις πορείες; Σου τη σπάει που είναι ακομπλεξάριστες, φρέσκες φατσούλες που δεν τους εκφράζουν τα μπάχαλα και οι πορείες;» Χαίρομαι που μου κάνατε αυτή την ερώτηση γιατί είναι ωραιότατη γέφυρα για να αναφερθώ στην αγαπημένη μου –μέχρι στιγμής– δράση των atenistas: δύο μέρες πριν την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, με τη μισή αστυνομική δύναμη επί ποδός ενόψει πορείας και πιθανών επεισοδίων, οι Πολυάννες των atenistas καθάριζαν «κομμάτι της Πατησίων απ’ τις αφίσες και τα συνθήματα».

4. Μήπως όλες έχουμε μετατραπεί σε σύγχρονες Πολυάννες; Να χαμογελάς συνέχεια. Να μην «ακούγεσαι». Να μην ενοχλείς. Να είσαι μια μικρή κυρία. Να μιλάς μόνο όταν σου απευθύνουν το λόγο. Να φροντίζεις τους άλλους. Να μη γίνεσαι φορτική». Ακούγεται σαν απόσπασμα από βιβλίο καλής συμπεριφοράς του 19ου αιώνα. Παρ' όλα αυτά είναι οι φράσεις που όλες οι γυναίκες ακούμε από τότε που αρχίσαμε να κοινωνικοποιούμαστε παίζοντας στον παιδικό σταθμό με τα άλλα καλά κοριτσάκια.

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Koelreuteria paniculata & Κοelreuteria apiculata. Μικρού έως μεσαίου μεγέθους δέντρο που απαντάται σε αρκετά μέρη του κόσμου. Λόγω της oμοιότητάς του όταν ανθοφορεί με εκείνη της χρυσής βροχής πήρε την ονομασία «golden rain tree».

  2. Από την αγγλική «golden rain» ή εναλλακτικά «χρυσό ντουζ»(golden shower) από το χρυσαφί χρώμα προφανώς που έχουν τα ούρα. Πρόκειται για παραφιλία. Στην ψυχολογία και σεξολογία, παραφιλία είναι η σεξουαλική διέγερση που προκαλείται από ενέργειες ή καταστάσεις που δεν σχετίζονται άμεσα με τον συνηθισμένο τρόπο σεξουαλικής συνεύρεσης. Κατά την Wikipedia υπάρχουν κλινικά 8 μεγάλες μορφές παραφιλικής συμπεριφοράς: Ι. Επιδειξιομανία ΙΙ. Φετιχισμός ΙΙΙ. Εφαψιμανία ΙV. Παιδοφιλία/Παιδεραστία V. Σαδισμός VI. Μαζοχισμός VII. Παρενδυσία VIII. Ηδονοβλεψία.

Έχουν καταγραφεί επίσης περισσότερες από 100 περιπτώσεις που δεν προσδιορίζονται αλλού, μεταξύ αυτών και η Ουρολαγνεία αγγλιστί «pissing» στην οποία ανήκει η «χρυσή βροχή» (golden rain) η διέγερση δηλαδή με τη θέα, οσμή ή κατάποση ούρων. Ιδιαίτερη μνεία στην ουρολαγνεία γίνεται σε γράμματα και βιβλία του Μαρκησίου ντε Σαντ.

Στις 4 Οκτωβρίου του 1779 γράφει χαρακτηριστικά προς τον υπηρέτη του Martin Quiros(La Jeunesse):

« [...] It is true that I act like a bulldog, and when I see all that pack of curs and bitches yelping around me, I just lift a leg and I piss on their noses... »

Στο βιβλίο του «120 ημέρες στα Σόδομα» γράφει:

« [...] by God yes, you'll piss in my presence and, what's worse, you'll piss upon me [...] off you go my little one piss cried he, flood my prick with that enchanting liquid whose hot outpouring exerts such a sway over my senses. Piss, my heart, care not but to piss [...] »

  1. - Κοίτα κάτι πορνίδια που κάθονται απέναντι μας. Τατουάζ απ' το μπούτι μέχρι την πλάτη και βαμμένες κάργα. Να τις γαμάς και να τις χύνεις ασταμάτητα. - Να τις γαμάς, να τις χύνεις και να τους κάνεις και golden rain στη μάπα! Τέτοια καριολοπούτανα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έναρξη της εμμήνου ρύσεως.

Μετεξέλιξη της φράσεως «ήρθαν οι Ρώσοι».

-Θες να κάνουμε σεξ;
-Δεν μπορώ, προσγειώθηκε η Aeroflot.

ή

-Δεν αντέχω άλλο, έχω πρηστεί, τα νεύρα μου χάλια και η πτήση της Aeroflot έχει καθυστέρηση.

(από Khan, 12/04/14)(από Khan, 12/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάθημα, συνήθως με παιγνιώδη χαρακτήρα, σε αντίθεση με το χουνέρι που είναι σοβαρό, από την άποψη του ομιλητή.

Μου έσκασε / μου έκανε μια κασκαρίκα / ένα χουνέρι.

Πιθανώς από το γαλλικό cache-cache = κρυφτούλι

Σήμερα ο πιτσιρικάς μού έσκασε μια κασκαρίκα άλλο πράμα! Με κλείδωσε απ' έξω στην τουαλέτα και γελούσε

Σήμερα ο πιτσιρικάς μού έκανε μεγάλο χουνέρι. Κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι και τρελάθηκα μέχρι να τον βρω

Got a better definition? Add it!

Published