Λέξη / επιφώνημα που σημαίνει φύγε, ουστ, όξω. Προέρχεται από τα Καλιαρντά.

Σχετικά λήμματα: την κάνω, την κανά, παίρνω τον πούλο, αδειάζω τη γωνιά.

  1. - Άντε τζους μωρή τώρα, γιατί πρέπει να ετοιμαστώ να πάω στο κομμωτήριο.

  2. - Τζους μωρή ψαμοσκελού νταλκαρέτεκνη που θα μας πεις και υψομετρούδες! Δεν έρχεσαι να μας ροσολιμαντάρεις τα σερμέλια;

(Μετάφραση: Ούστ μωρή καυλιάρη κωλόμπαρε που θα μας πεις και αδερφές! Δεν έρχεσαι να μας γλύψεις τα πέη. [lamproukos.blogspot.com])

(από allivegp, 04/07/10)"Βρε άντε τώρα τζους", καρβελιά. (από Khan, 08/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μέρος που είναι γεμάτο άντρες.

- Λες να πάμε για ποτό σε εκείνο το ροκάδικο; - Όχι ρε, εκεί είναι πάντα αρχιδόκαμπος, πάμε σε κανένα κλαμπάκι να δούμε κανένα γκομενάκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει από το τσιγάρο και χρησιμοποιείται για τα τσιγάρα με χασίς.

Στρίψε κανένα γάρο να πιούμε ρε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση του ανθρώπου που τον χαρακτηρίζει η φράση «ωχ αδερφέ μου...». Χαρακτηρίζει τους απαθείς ανθρώπους που ακόμα και χαμός να γίνεται γύρω τους αυτοί αδιαφορούν και ασχολούνται μόνο με τα δικά τους (και αυτό στην καλύτερη των περιπτώσεων).

-Θα έρθεις μαζί στην πορεία αύριο; -Μπα, δεν νομίζω μωρέ, έχω κανονίσει να πάω για καφέ. Αλλά εντάξει, θα πάτε εσείς οπότε εμένα τι με θέλετε; -Αυτός ο ωχαδερφισμός θα μας φάει ρε Κυριάκο και θα περάσουν και τον νόμο τελικά...

Δες ακόμη: σκεμπεδισμός, σταρχιδισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάλεκτος που χρησιμοποιούν οι έλληνες ομοφυλόφιλοι. Την κατέγραψε ο Ηλίας Πετρόπουλος στο λεξικό του «Καλιαρντά».

– Μπενάβεις τα καλιαρντά; (μετάφραση: Μιλάς τα καλιαρντά;)
– Και τα τζινάβω και τα μπενάβω! (μετάφραση: Και τα καταλαβαίνω και τα μιλάω)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παραδοσιακά παπούτσια All Star της Converse (πλέον Nike) από τη στιγμή που έγιναν μόδα. Παλιά τα φόραγαν οι ροκάδες, οι πάνκηδες, οι σκεϊτάδες, ακόμη και οι μεταλάδες. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μόδα, φοριέται σε όλα τα καλά και αλτέρνατιβ κλαμπ και τα βρίσκεις σε διάφορα χρώματα και σχέδια σε όλα τα μοδάτα μαγαζιά με ρούχα και παπούτσια που ψωνίζουν οι χατζηγιάννηδες. Αποτελεί απαραίτητο πατούμενο, για το γυναικείο φύλο, μαζί με τις μπαρέτες.

- Πήγα και πήρα καινούρια σταράκια σήμερα. Ένα ζευγάρι χαμηλό μοβ και ένα μποτάκι πράσινο. Θα σκάσει από το κακό της η Κατερίνα που το 'παιζε κάποια με αυτά που πήρε από το Λονδίνο με τα λουλούδια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα με πολύ μικρό στήθος.

- Ωραία αυτή η Μαρία που βγήκατε χτες; - Από πρόσωπο πολύ καλή, και σώμα αρκετά καλό αλλά κόντρα πλακέ ρε παιδάκι μου. Εγώ μεγαλύτερο στήθος έχω.

Βλ. και πλάκα, απλώστρα, κόντρα πλακέ, παντόφλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρόβλημα, το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πακέτο. Συνήθως την τρώμε ή την παθαίνουμε.

Έφαγα νίλα το πρωί. Είχα αργήσει για την δουλειά και δεν έπαιρνε μπροστά το αυτοκίνητο και έχουν απεργία και τα λεωφορεία. Ευτυχώς άργησε και το αφεντικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «σε εμάς τα λες αυτά» ή «εμάς πας να κοροϊδέψεις». Το λέμε για να δείξουμε στον άλλον ότι έχουμε καταλάβει την μπλόφα ή το παραμύθι που πάει να μας πουλήσει.

- Έμαθα χτες με την Τζένη καταλήξατε σπίτι σου!
- Άσε φίλε τι να σου λέω τώρα, χαμός έγινε! Τι να σου λέω τώρα, πρέπει να μας άκουσε όλη η γειτονιά!
- Σεταμάς ρε Νικολάκη; Αφού μου είπε η Μαρία που της είπε η Τζένη πως δεν σου σηκωνόταν! Μην τα πουλάς σε μας αυτά λοιπόν!
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πρόβλημα. Συνήθως το «τρώμε», αλλά πολλές φορές απλά εννοείται. Όσο πιο τραβηγμένο είναι το «ε» και το «ο», τόσο πιο μεγάλο είναι το πακέτο.

  1. - Πού χάθηκε ο Δημήτρης;
    - Έχει πέσει πολύ δουλεία στην εταιρεία που δουλεύει και αναγκάζεται να κάθεται στο γραφείο μέχρι αργά το βράδυ. Έχει φάει μεγάλο πακέτο.

  2. - Πω ρε φίλε, 4 πήγε η ώρα!
    - Σοβαρά;; Εγώ δουλεύω στις 9 το πρωί!
    - Πακεεεετοοοοο!!

(από xalikoutis, 22/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified