Selected tags

Further tags

Από σειρά διαφημίσεων για παγωτά. Άλλες της σειράς ήταν Φανταστικέ Πατέρα και Φανταστικέ θαλασσόλυκε.

Ως δεύτερο συνθετικό χρησιμοποιούμε ένα από τα προαναφερθέντα ή τον τίτλο αυτού που γλείφουμε (προϊστάμενε, λοχαγέ, φίλε κλπ).

Ο ορισμός του γλειψιματία. «μη μην υπογράφετε εκεί (στην κλήση) μπορεί να χαθεί και είναι κρίμα, εδώ υπογράψτε, στο μπλουζάκι μου».

Χρησιμοποιείται αντί για το σλουρπ! και καλά για να καλοπιάσουμε αυτόν που μετά θα πηδήξουμε.

Οι στενότεροι συνεργάτες έξι τηλεαστέρων μιλούν για τους προϊσταμένους τους, τα χούγια και τα ελαττώματά τους. Τι ανακαλύψαμε; Μα, ότι είναι όλοι ειλικρινείς, καλοσυνάτοι, με το χαμόγελο στα χείλη! (Από εδώ) Ε, φανταστικέ προϊστάμενε;

(από salina, 16/09/10)Αν θέλετε να γλείψετε... (από Galadriel, 16/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γκομενάκια - εργαζόμενες μερικής απασχόλησης σε διαφημιστικές εταιρείες προώθησης προϊόντων, κατά κόσμον προμόσιον.

Τα συγκεκριμένα εργαζόμενακορίτσια είναι πάντοτε εκπάγλου καλλονής , στοιχείο απαραίτητο για να τραβούν την προσοχή των συνανθρώπων μας ουτωσώστε να προωθήσουν το προϊόν τους.

— Πάμε ρε Μπουρνάζι;
— Όχι, τις έχω βαρεθεί τις μπουρναζογκόμενες και τις πλατινομαλλούσες.
— Έλα ρε παπάρα, αφού ξέρεις... πάντα σκάνε και τα γαμάτα τα διαφημισόμουνα.

Δες και -μούνα, -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα το πέρναγα βρέξει χιονίσει αλλά το έχωσε και η μαριαηομορφη στο πρόχειρο.

Προέρχεται από διαφήμιση κινητής τηλεφωνίας και το λέει όλος ο κόσμος κι ο ντουνιάς τις τελευταίες μέρες.

Ο τύπος που το λέει στη διαφήμιση είναι φλωράς και βλακόμετρο αλλά στη σλανγκ το λέμε ειρωνικά όταν είμαστε σίγουροι για ένα συμπέρασμα που βγάλαμε και ειρωνευόμαστε το συνομιλητή μας που μας αμφισβητεί.

Ρε συ σου λέω αφού το ξέρω σίγουρα, η Μαρία δεν έχει γκόμενο.
— Λες μαλακίες, έχει και παραέχει. Χτες βράδυ την πήραμε τόσα τηλ. και δεν απάνταγε. Τυχαίο; δε νομίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντ(ι)βέντσουρ είναι ο τύπος...

  • ...που ασχολείται μανιωδώς με το πιο μοδάτο «επικίνδυνο» σπορ. (πχ. το κάϊτ την παρούσα δεκαετία, bunjee jumping την προηγούμενη),
  • ...που επιβιώνει σε οποιεσδήποτε συνθήκες, και το ευχαριστιέται σαν γνήσιος ξάδελφος του Ταρζάν. Κάτι σαν τον Bear Grylls. Ενίοτε, χαστουκίζει κάνα λιοντάρι έτσι για να δείξει ποιος είναι o ρουμάνος στη ζούγκλα,
  • ...ο οποίος όταν βγει το βράδυ, τα κάνει πουτάνα. Ποτέ δεν είναι βαρετή η έξοδος μαζί του. Το καλύτερο φινάλε σε μια τέτοια έξοδο, είναι το αυτόφωρο, το χειρότερο το νοσοκομείο.
  • ...που είναι χύμα, και δεν λέει ποτέ όχι σε οποιαδήποτε πρόταση, άντρας έτοιμος για όλα. Δηλαδή ο τύπος «vivere pericolosamente».

Η έκφραση προφ προέρχεται από την αγγλική λέξη για την περιπέτεια (adventure), και έλκει την καταγωγή της, από τις καμπάνιες του Κάμελ και του Μάλμπορο, την δεκαετία του '80, με τις περίφημες adventure teams, και τους τυπάδες να χέζουν στο δάσος, γύρω από μια φωτιά, στη μέση του πουθενά.

- Τι κ΄ναι το τυπάκι ρε; Θα μας τρελάνει; Πέφτει με αλεξίπτωτο στη μέση του πουθενά;
- Και που να δεις παρακάτω τι πρόκειται να κάνει. Θα σε κουφάνει...
- Πολύ αντβέντσουρ ο τύπος. Και είναι αληθινά ρε, ή μας δουλεύουν, και ο τύπος έχει από πίσω του κάνα συνεργείο υποστήριξης;
- Τι να σου πω....

- Τι θα κάνουμε το βράδυ;
- Τι να σου πω; Αλλά έχε υπόψη σου, καλύτερα να πάμε για φαγητό, ήρεμα. Είπε ο Μάκης ότι θα φέρει τον ξάδελφο του, οπότε καλύτερα ήρεμα.
- Συμφωνώ, αυτός είναι πολύ αντβέντσουρ τύπος. Θα μας μπλέξει άσχημα με τις γνωριμίες του και το τσαμπουκαλίκι του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Δαμίγος ο ανθοπώλης, είναι ένα φανταστικό πρόσωπο, βγαλμένο όχι από την δραματουργία (όπως ο Θείος Βάνιας, για παράδειγμα), αλλά από την διαφήμιση της Εθνικής τράπεζας (που να πέσει φωτιά να τις κάψει όλες, όπως έλεγε και ο Μαρξ στην πτυχιακή του). Είναι εγγονός του Σιορ Τάπα, τον αστυνόμου Μπέκα, και γιος του Αλέκου, της ηλεκτρονικής, και πατέρας του funny bear. Ο Δαμίγος, θα ζήσει και αυτός την προσωρινή δημοσιότητα που χαρίζει η τηλεόραση στα δημιουργήματά της, και θα δώσει τη θέση του σε κάποιον καινούριο ήρωα.

Στα δικά μας τώρα. Επικαλούμαστε τον Δαμίγο τον ανθοπώλη όταν:

  • κάποιος μας τα πρήζει με την πολυλογία του (ή με τις μαλακίες του) και του σπάμε τον ειρμό, μπας και σκάσει
  • όταν κάνουμε λάθος, και παραγνωρίζουμε κάποιον, και το γυρίζουμε στο χούμορ
  • όταν κάποιος φίλος αρχίζει μια κουβέντα που δεν μας κάνει να αισθανόμαστε άνετα
  • όταν θέλουμε να γαμήσουμε τη συζήτηση, γιατί έχει παρασοβαρέψει

    Άγνωστο παραμένει ακόμα αν ο Δαμίγος ο ανθοπώλης αποπληρώνει κανονικά το δάνειο, ή οι τράπεζες του έχουν πάρει ήδη το σπίτι, ένεκα που το λελουδικό δεν επωλείτο, λόγω κρίσης...

  1. - Τι γίνεσαι Τάκη;
    - Καλά, αλλά με λένε Δημήτρη...
    - Σίγουρα;
    - Σίγουρα, σίγουρα..
    - Ε τότε, τον Δαμίγο τον ανθοπώλη, τι τον έχεις;
    - Μπουαχαχάαααα (κρύο αστείο, οπότε ψεύτικα γέλια)

  2. - Και που λες, με την οικονομική κρίση όπως προείπα, θα τον πιούμε όλοι. Και ακόμα δεν είδες τίποτα... Θα μας βγάλουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση, γιατί τα σκατώσαμε, και δεν μπορούμε να ορθοποδήσουμε. Είναι συνομωσία των εβραίων και τον Ελοχίμ. Το είπαν και οι Μάγια! Διανύουμε το δεύτερο πακτούν. Είναι ξεκάθαρο σου λέω. Αλλά εσύ δεν διαβάζεις, δεν ψάχνεσαι...
    - Ρε συ, τον Δαμίγο τον ανθοπώλη, τι τον έχεις;
    - Γιατί ρωτάς;
    - Γιατί και αυτός, το ίδιο ψωλοπαίκτης με σένα είναι....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική επισήμανση τυρώδους μπίχλας που ενδημεί στην κάρα προσφιλούς (κατά τα λοιπά) προσώπου. Προέρχεται από την αλήστου μνήμης διαφήμιση της ογδοηκονταετίας: «Πέτρο έχεις πιτυρίδα το ξέρεις; Άσε, έχω δοκιμάσει τα πάντα, δε γίνεται τίποτα... Δοκίμασες το Ούλτρεξ; Λούσου με Ούλτρεξ και θα δεις»!

Την διαφήμιση αυτή έθαψε μέσα σε χάχανα η σάτιρα «Τηλεκανίβαλοι» (1987), όπου έλαβε χώρα η κατωτέρω στιχομυθία:

- Μπουλάς: Πέτρο έχεις πιτυρίδα το ξέρεις;
- Γιοκαρίνης: Άντε ρε, αλήθεια; (τινάζει τα κατσαρά μακριά μαλλιά του θάβεται μέχρι τον αφαλό μέσα σε χοντρές νιφάδες πιτυρίδας) ...Έχω δοκιμάσει τα πάντα, δε γίνεται τίποτα!
- Μπουλάς: Δοκίμασες να λουστείς; (φτυαρίζοντας το σωρό πιτυρίδας) Λούσου με λούστρεξ και θα δεις!

Παρόμοια: Τυροκώμος / κωμοτύριο / στίβεις τα μαλλιά του και βγάζεις το λάδι της χρονιάς / τυρί για μακαρονάδα / κρέας / ψόφια έντομα, κλπ.

- Πέτρο έχεις πιτυρίδα το ξέρεις;
- Γιάννη με λένε κι έχω ξηροδερμία, τί να κάνω;
- Δοκίμασες να λουστείς;
- Τι λες ρε; Κάθε μέρα λούζομαι!
- Ε, τότε ν’ αλλάζεις το νερό...

(από HODJAS, 30/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τώρα που είναι καλοκαίρι, αλλά και όταν δεν είναι καλοκαίρι, κάποιοι που έχουν τσακωθεί με το σαπούνι, αλλά και κάποιοι που δεν έχουν τσακωθεί με το σαπούνι όμως έχουν ορμονικό ή τιστοδιάλο πρόβλημα, βρωμάνε ιδρωτίλες. Δεν υπάρχει λόγος να σας απαριθμήσω τις ιδρωτίλες, ούτε χώρος, είναι απίστευτη η ποικιλία τους και οι αποχρώσεις τους.

Το πρώτο πράγμα που, με το που θα οσμιστεί την ιδρωτίλα του διπλανού του, σκέφτεται κάποιος που γαλουχήθηκε με τις διαφημίσεις της παλιάς ελληνικής τηλεόρασης, είναι η ατάκα «κάποιος πρέπει να του / της μιλήσει για το Ρεξόνα». Δηλαδή να του / της πει με τρόπο ότι βρωμοκοπάει κι ότι καλό θα ήταν να πα να ψωνίσει κανα αποσμητικό μπας και κάνει έστω κι ένα γαλλικό ντους. Ρεξόνα λοιπόν = αποσμητικό. Εξάλλου υπάρχει ακόμα στα ράφια των κάθε είδους Χόντων.

Εις μνήμην μιας πεθαμένης φιλίας, να αναφέρω ότι ο εν λόγω φίλος χρησιμοποιούσε μια παραλλαγή της έκφρασης και έλεγε: «Κάποιος πρέπει να σου μιλήσει για το Κομπλεξόνα», προσπαθώντας να πει διακριτικά στον συνομιλητή του ότι είναι μια κομπλεξάρα ολκής.

- ΠΩ ρε πούστη γαμημένε!
- Τι 'ναι πάλι;
- Καλά δεν καταλαβαίνεις τίποτα; Μποχάει εδώ μέσα!
- Ε και τι να κάνουμε, κάτσε κοντά στο παράθυρο...
- Θα μας πεθάνει αυτός ο μαλάκας, κάποιος πρέπει να του μιλήσει για το Ρεξόνα!
- Το ποιο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολόχρονη κλασική ατάκα που έλεγε σε εϊτίλα διαφήμιση ο Λαλάκης ο Εισαγόμενος, κατά κόσμον Ν. Παπαναστασίου.

Η διαφήμιση είχε ως εξής: Ο Λαλάκης εμφανίζεται ως ο απόλυτα τρέντι της τότε εποχής, κι αρχίζει να απαριθμεί ένα ένα τα ρούχα του με δομή πρότασης: «-άκι; Εισαγόμενο!». Λ.χ. «Μπλουζάκι; Εισαγόμενο!». (Εννοείται «εισαγόμενο απ' το εξωτερικό»). Καμαρώνοντας. Στο τέλος η διαφήμιση τον δείχνει να πηγαίνει σε Υπηρεσία για Απόρους ή σε Ταμείο Ανεργίας. Το κοινωνικό μήνυμα της διαφήμισης ήταν ότι αν λόγω τρεντοσύνης δεν στηρίξουμε τα εγχώρια προϊόντα θα καταλήξουμε άποροι κι άνεργοι. Αντιθέτως, ο επιμένων ΕλληΝΙΚΑ!

Μέσα σ' όλα αυτά έλεγε με αμίμητο ύφος (βλ. μήδι):

- Τσιγάρο; Εισαγωγής! Παφ και τάληρο! Σκέτο Τέξας!

Και ταυτοχρόνως το τίναζε. Ως τάληρο εννοείτο το πεντοχίλιαρο, που εκείνη την εποχή ήταν μια ολόκληρη περιουσία. Να θυμήσω μόνο την ιστορική ατάκα που είχε πετάξει ένα καθίζημα στην εκπομπή του Λεβέντη: «Για να ρίξεις έναν πούτσο θες τρία χιλιάρικα!». Πεντοχίλιαρο = 15 Ευρώ, τίποτα δηλαδή σήμερα, σνιφ σνιφ.

Συμπερασμάτουσλυ, το λέμε όταν ένα προϊόν ή μια δραστηριότητα (κυρίως περιοδικά επαναλαμβανόμενη δραστηριότητα, όπως το τίναγμα ενός τσιγάρου) είναι πολύ ακριβή, και κάθε φορά που την κάνεις σου φεύγει κι ένα σεβαστό ποσό. Εννοείται ευκώλως, ότι στο παφ μπορεί να λανθάνει σεξουαλικό υπονοούμενο. Και συνήθως η έμφαση πέφτει στο τάληρο, που χάνουμε, αλλά μπορεί να πέσει και στο παφ...

Επίσης το τάληρο μπορεί να αντικατασταθεί από κάτι πιο επίκαιρο.

Στο Δημόσιο Πρόχειρο υπό Bubis.

-Τι θα γίνει με αυτά τα πρόστιμα για το κάπνισμα σε εσωτερικούς χώρους; Παφ και τάληρο το έχουμε καταντήσει!

- Πολύ φορτόγκας αυτός ο Αρίστος! Κάθε τσιμπούκι που κάνει η Καυλάουρα της δίνει και ένα δώρο! Παφ και μονόπετρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τριζάτο προέρχεται από παλιά διαφήμιση απορρυπαντικού πιάτων όπου, η ηθοποιός, κρατώντας ένα πιάτο καθαρισμένο από το Χ απορρυπαντικό, έσερνε τον αντίχειρά της στην επιφάνειά του και από την πολλή καθαριότητα (έλλειψη λίπους και από τις δυο επιφάνειες) ακουγόταν ο τριζάτος ήχος.

Τώρα, αν ακολουθήσουμε την παροιμία που μιλά για τριζάτα στήθια, θα φανταστούμε πόσο άσπρα και καθαρά και τριζάτα είναι που αν τα χαϊδέψεις ακούς «τριιιιιιιιζζζζζζζ» και ανάποδα τον αντίχειρα «τροοοοοοοοζζζζζζζζ».

από ΔΠ βουβις

Πρόσεχε πρόσεχε μωρό μου μη μου τα τρίψεις και ξυπνήσει ο άνδρας μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση προέρχεται από το παροιμιώδες σλόγκαν του Κόμματος Δημοκρατικού Σοσιαλισμού «Μήπως είσαι ΚΟ.ΔΗ.ΣΟ. και δεν το ξέρεις;», με το οποίο το κόμμα αυτό διεκδίκησε την προτίμηση των ψηφοφόρων το 1981. Για την ιστορία, το ΚΟΔΗΣΟ-ΚΑΕ έλαβε σε εκείνες τις εκλογές 40.126 ψήφους, ήτοι 0.70%, κάτι που σήμανε την αρχή της διάλυσης του.

Ωστόσο, το ευρηματικό σλόγκαν του κόμματος, με όλη την αφέλειά του και τη θυμηδία που προκαλούσε, πέρασε για τα καλά στη συνείδηση του Νεοέλληνα και έκτοτε το χρησιμοποιούμε, συχνά παραλλαγμένο, για να προτρέψουμε κάποιον, έστω και την ύστατη ώρα, να μην πάρει βιαστικές αποφάσεις αλλά να κοντοσταθεί, να βάλει το ακατοίκητο να δουλέψει, να εξετάσει και άλλα ενδεχόμενα και να μη απορρίπτει αβασάνιστα και εκ προοιμίου άλλες εναλλακτικές αποφάσεις, επιλογές ή λύσεις. Φυσικά, τις περισσότερες φορές είναι ένας έμμεσος τρόπος για να υποδείξουμε στον άλλον τί θέλουμε ή τί περιμένουμε να κάνει.

  1. Λίλιαν: - Να πεταχτώ στο περίπτερο για τσιγάρα, Πάρη μου;
    Πάρης: - Μήπως θέλεις να πάρεις και καπότες και δεν το ξέρεις;

  2. Λίλιαν: - Πάρη μου, γιατί αργείς να μπεις;
    Πάρης: - Μήπως θέλεις να μου κάνεις στοματικό και ντρέπεσαι να μου το πεις;

Γιάγκος Πεσμαζόγλου (από allivegp, 06/07/09)Γιάγκος Πεσμαζόγλου (από allivegp, 06/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified