Further tags

Ο βλάχος που προσπαθεί να κρύψει την καταγωγή του και το παίζει κάπως... Είναι και συνώνυμο του λήμματος τραχανοπλαγιάς.

Κατέβηκαν όλοι οι τσοπανοτραβόλτες για μπάνιο την Κυριακή και γινόταν χαμός στην παραλία...

(από Khan, 26/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάνα άι'ντ λάικ του φακ + μάνα = πλεονασμός.

Όταν πρόκειται για «μιλφάρα», οι λεκτικές υπερβολές δεν συγχωρούνται, επιβάλλονται.

- Ρε μαν, κοίτα μια ξανθιά μιλφομάνα απέναντι!
- Ποια λες μαν; Την μελαχρινή με τις σακούλες σκλαβενίτη;
- Φεύγω μαν, έχω raid.
- Α τον μλκ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Ο καταφερτζής, ο δολοπλόκος, ο πονηρός, ο ικανός, ο μπαγαπόντης.

Έκφραση που χρησιμοποιείται κατά κόρον όταν γίνεται αναφορά σε άντρες, που ουδεμία σχέση έχουν με «το κούνημα της αχλαδιάς» και τα υπόλοιπα χίλια συνώνυμα, αλλά έχουν καταφέρει κάτι με δόλιο ή μη τρόπο που απαιτεί ιδιαίτερες κλίσεις και ικανότητες. Εκφράζει και ενδόμυχο θαυμασμό αλλά και ζήλια και φθόνο. Χρησιμοποιείται κυρίως στην αιτιατική «α(ή ω-)τομπούστη», τονίζεται στην πρώτη ή την παραλήγουσα και η προέλευσή της χάνεται στο βάθος των αιώνων από τότε που υπήρχαν αθρώποι.

β. Ο Μαγκάιβερ

γ. Ο οδηγός λεωφορείου (autobus-tis) που νομίζει ότι του ανήκει όλος ο δρόμος.

  1. Ωτομπούστη τι κάνει με το έβο το άτομο, του αρέσει να μυρίζει λάστιχο φαίνεται...

  2. - Άτομπουστη, πώς την έριξε αυτή τη γκόμενα;
    - Καλά ρε μλκ, πάντα κυκλοφόραγε τα καυλίτερα νιαμού αυτός...

  3. Τόπε και τόκανε ο αθεόφοβος, ατομπούστη τον ζηλεύω...

(από VAG, 23/02/12)(από Mr. Cadmus, 23/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ξερόλας, από το «I-know-it-all» + κατάληξη -ας.

Φυσικά το μεταχειριζόμαστε με περιπαικτική διάθεση έναντι κάποιου σπασοκλαμπάνια που το παίζει παντογνώστης. Άλλωστε το λήμμα έχει ενσωματωμένη και την έννοια του «ανοήτου» ανθρώπου: ανοϊτό-λας.

- ...και γυρίζοντας στη δραχμή, θα διαγράψουμε μονομερώς το εξωτερικό χρέος, οπότε θα αυξηθεί το ποσοστό του ΑΕΠ που θα διατίθεται για προνοιακή πολιτική.
- Πήξαμε στους ανοϊτόλες εσχάτως, ρπμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για λεξιπλασίες που σχηματίζονται με σύγκραση των ονομάτων δύο πολιτικών, ώστε να σχηματίσουν ένα όνομα. Συνήθως στις παρόμοιες λεξιπλασίες υπονοείται ότι ενώ οι δύο πολιτικοί επαγγέλλονται ή γενικώς θα έπρεπε να είναι διαφορετικοί και εναλλακτικοί, στην ουσία μοιάζουν υπερβολικά, ως μη έδει.

Για τον λόγο αυτό οι λεξιπλασίες αυτές με ισχυρή σύγκραση πρέπει να διακρίνονται από τις λεξιπλασίες τ. τσιπραλαβάνοι, όπου έχουμε ασθενή σύγκραση, σχεδόν παράθεση, (και όπου εκεί το νόημα είναι να θιγεί ότι ο αντίπαλος δεν είναι μόνος του, αλλά έχει και παρέα κάποιον εξίσου κατακριτέο με αυτόν, οπότε εκεί συνήθως δεν συμπαρατίθενται δύο ονόματα από τελείως διαφορετικούς ιδεολογικούς χώρους). Τα όρια βεβαίως μεταξύ των δύο διαφορετικών τύπων λεξιπλασιών δεν είναι στεγανά, αλλά υπάρχουν και γκρίζες ζώνες, όπως οι/ο Πουτβέντεφ (Πούτιν + Μεντβέντεφ). Το χαρακτηριστικό με τους Μερκοζί είναι ότι μπορεί να τεθούν είτε σε ενικό σαν να πρόκειται για μία υπόσταση, είτε και στον πληθυντικό, όπως οι Τσιπραλαβάνοι.

Ιδεολογικές χρήσεις των λεξιπλασιών αυτών:

α) Θίγεται το γεγονός ότι στις δημοκρατίες της εποχής μας (μετανεωτερικότητα ή ύστερη νεωτερικότητα, ή όψιμη μετανεωτερικότητα ανάλογα με τα γούστα), τα κόμματα εξουσίας όποια πρόθεση και να έχουν, ντε φάκτο ακολουθούν πολύ παρόμοια πολιτική λόγω της επιβεβλημένης παγκοσμιοποιημένης μονοτροπίας σε ολόκληρο τον πλανήτη, λόγω της υπερίσχυσης της οικονομίας έναντι της πολιτικής, λόγω της ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς ειδικά αν υπάρχει κοινό νόμισμα και ταλιμπάν. Ο Γάλλος φιλόσοφος Alain Badiou έχει ονομάσει τις σύγχρονες δημοκρατίες θέατρο, όπου το ίδιο έργο παίζεται εναλλάξ από δύο διαφορετικούς θιάσους, τους δεξιούς που το παίζουν ως Théâtre de Boulevard και τους σοσιαλιστές που το παίζουν ως επαρχιακός θίασος, με μοναδική εξαίρεση (πάντα κατά τον Badiou) τον Γιώργο Παπανδρέου, που το έπαιξε ως μπρεχτικό θέατρο αποστασιοποίησης, με απλά λόγια λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα. Η παράσταση έχει δύο πράξεις, την περίοδο χάριτος , όπου δίνουμε στον ηθοποιό την προσωρινή δυνατότητα να μην κάνει πράξη τις προεκλογικές του επαγγελίες χωρίς να δυσανασχετούμε, καθώς η αλλαγή θιάσου έχει φέρει κάποιο ενδιαφέρον στην παράσταση, και την φθορά της εξουσίας, όπου επέρχεται μονοτονία από την επαναλαμβανόμενη μη τήρηση των επαγγελιών, και οι θεατές σφυρίζουν την παράσταση, περιμένοντας πρόσκαιρη ανανέωση ενδιαφέροντος με τον επόμενο θίασο που δεν θα τηρήσει τις επαγγελίες του. Οι συγκλίσεις αυτές έχουν οδηγήσει σε λεξιπλασίες όπως Παπαμανλής, Καρανδρέου κ.τ.ό., για να περιγραφούν οι «δημοκρατίες» («ελευθέριες ολιγαρχίες» κατά την αριστοτελική ορολογία) που έχουμε μάθει όλοι καλά ιδίως τον τελευταίο καιρό.

β) Έχω την εντύπωση ότι συχνά οι λεξιπλασίες αυτές πλήττουν κυρίως αυτόν που επαγγέλλεται την διαφοροποίηση, και συνήθως τον «πατριώτη» ή «εθνικιστή» (ανάλογα με τα γούστα), τον υποσχόμενο την εθνική διαφορά από την παγκοσμιοποιημένη μονοτροπία. Λ.χ. η λεξιπλασία Παπαράς πλήττει κυρίως τον Σαμαρά (που δεν έχει παίξει ακόμα το ρολάκι του), όπως το σερβικό Toris πλήττει κυρίως τον εθνικιστή Τόμα Νίκολιτς, όπως (για άλλους λόγους) και το τι Πλαστήρας τι Παπάγος έπληττε τον Πλαστήρα. Οπότε ορισμένες από αυτές τις λεξιπλασίες δεν είναι απολύτως ουδέτερες μεταξύ των δύο, αλλά μάλλον αποσκοπούν να εξοντώσουν τον «υπερήφανο εθνικά»- «ανθενωτικό» πολιτικό, εντάσσοντάς τον στο ίδιο πακέτο με τον αντίπαλό του, ή απλά τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που δεν έχει ακόμη καταλάβει την εξουσία.

γ) Όταν οι λεξιπλασίες ενώνουν πολιτικούς διαφορετικών εθνικοτήτων, τότε θίγονται συγκεκριμένες διεθνείς τάσεις, λ.χ. οι Μερκοζί εναντίον των Ρομπαρόζο ή των Παπασκόνι. Και πάλι όμως, υπάρχει συχνά το στοιχείο του «ως μη όφειλε», λ.χ. είναι ξεφτίλα για τον Σαρκοζίξ να συναιρείται με την Μέρκελ, αντίθετα προς όποια επίδίωξή του για εθνικά υπερήφανη γαλλική πολιτική.

δ) Συναφώς, ορισμένες φορές θίγεται η υποτέλεια του ενός πολιτικού στον άλλο παρά τις διακηρύξεις του για ανεξαρτησία και αυτονομία. Λ.χ. ο Σαρκοζί που υπακούει στην Μέρκελ είναι Μερκοζί, ενώ ο Μεντβέντεφ που αποτελεί αχυράνθρωπο του Πούτιν είναι Πουτβέντεφ. Οπότε, παρά το γεγονός ότι οι λεξιπλασίες ενίοτε ομοιάζουν με τους τσιπραλαβάνους περιγράφοντας πολιτικούς του ίδιου χώρου, κατά βάθος η έμφαση είναι και πάλι στο «ως μη έδει».

Τέλος, να πούμε ότι οι παρόμοιες λεξιπλασίες κατασκευάζονται και αναπαράγονται ταχύτατα είτε από δημοσιοκάφρους, είτε από χρήστες των διαδιχτυών και στην εμπέδωσή τους παίζουν καταλυτικό ρόλο τα τερτίπια του φωτομάγαζου, που επιτρέπει και εικόνα της κωμικής σύμφυρσης των δυο φατσών.

Μη εξαντλητική λίστα:

- Καρανδρέου (= Κώστας Καραμανλής + Γιώργος Παπανδρέου)
- Καραπαπάρας (= Καρατζαφέρης + Παπανδρέου + Σαμαράς)
- Μερκοζί (= Μέρκελ + Σαρκοζί)
- Παπαμανλής (= Παπανδρέου + Καραμανλής)
-Παπαράς (=Παπανδρέου + Σαμαράς)
- Παπασκόνι (=Παπανδρέου + Μπερλουσκόνι)
- Πουτβέντεφ (=Πούτιν + Μεντβέντεφ)
- Ρομπαρόζο (=Ρομπάι + Μπαρόζο)
- Σαμανδρέου- Σαμαρανδρέου
- Τόρις (=Τόμα Νίκολιτς + Μπόρις Τάντιτς)

  1. Οι ΜΕΡΚΟΖΙ με Νέα “ΙΕΡΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ” ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ και ΔΙΑΤΑΖΟΥΝ… (Εδώ).

  2. Έρριξαν τους Παπασκόνι με πραξικόπημα! (Εδώ)

  3. Πρώτο γαλλογερμανικό «όχι» στους Ρομπαρόζο. (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τρυφερούλης άνθρωπος, ο συμπαθητικούλης, και μέσα στη μόδα, στο ντύσιμο, έκφραση, κτλ.

Πρώτος Χορευταράς σε ντίσκο μέσα σε καράβι για Ιταλία και άλλες χώρες της Ευρώπης.

Έλα καμάν παπιτσούλο... δώστα όλα στη πίστα δικέ μου ... έτσιιιιι!
Καλά ε... είναι απίστευτος ο τύπος.

χορος (από georgegreek, 17/10/11)(από Vrastaman, 17/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος είναι τόσο μαλάκας που κάνει συνεχώς like στα ίδια του τα link στο facebook. Κατά 99% δεν κάνει like κανένας άλλος ενώ όλοι οι φίλοι του προσπαθούν να τον διαγράψουν χωρίς να το καταλάβει.

- Ρε τον παπάρα, πάλι κάνει like στο ίδιο του το λινκ...
- Να δεις που κάποτε θα τον πούνε και μαλάικα...

(από Khan, 23/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ρήματος γαμάω και του αγγλικού ουσιαστικού man, που σημαίνει άντρας, και εν προκειμένω παραπέμπει σε υπερήρωες-μαρβελιές, τύπου Superman, Batman, κ.τ.ο. αλλά κυρίως στον Spiderman, εκ του οποίου μάλλον δανείζεται την κατάληξη της λεξιπλασίας -ντερμαν.

Ο γαμάιντερμαν είναι τύπος συμπεριφοράς άνδρα. Είναι αυτός που προβάλλει μία εικόνα γκραν γαμάω, γαμαωδέρνουλα, γαμιά της γειτονιάς κ.τ.ό. Στη συντριπτική πλειοψηφία της χρήσης του, ο όρος δεν περιγράφει θετικά τον όντως ούμπερ-γαμίκουλα, αλλά αυτόν που την έχει δει έτσι, γι' αυτό και εντάσσεται συνήθως σε φράσεις του τύπου: «Ποιος είσαι ρε φίλε; Ο Γαμάιντερμαν;» ή «Τι έγινε ρε φίλε; Την είδες Γαμάιντερμαν κιέτσ';».

Φαντασιακώς, ο Γαμάιντερμαν αισθητοποιείται ως ένας υπερήρωας με σέξι εσώρουχα τύπου Σούπερμαν, και μια μπέρτα, όπου αναγράφεται το γράμμα κατατεθέν του, το Γάμα. Υπερίπταται της πόλης και τείνει ευήκοον πέοντα σε όποιον/αν ταπεινό και καταφρονεμένο έχει άμεση ανάγκη από πήδουλο. Ασφάλουσλυ, στις αποσοδομητικές μέρες που ζούμε, όπου ο Σούπερμαν πέθανε, ο Σπάιντερμαν είναι γκέι, ο Όπτιμους Πράιμ εγχειρισμένη και ο Μπάτμαν ντράμα κουίν, ο Γαμάιντερμαν είναι είδος προς εξαφάνιση και η τελευταία ευκαιρία των υπερηρώωνε να αποκαταστήσουν τον αμφισβητούμενο ανδρισμό τους.

Το αν, ωστόσο, ο Γαμάιντερμαν αρέσει είναι θέμα υπό αίρεση. Συνήθως γαμάιντερμαν ονομάζεται κάποιος γραφικός, ή κάποιος που προσπαθεί να υπεραναπληρώσει φυσικά του ελλείματα με μια επιτηδευμένη συμπεριφορά γκραν γαμάω. Λ.χ. γαμάιντερμαν μπορεί να ονομαστεί κάποιος που το παίζει πολύ μάτσο (ίσως από ενδόμυχους φόβους για τον ελλιπή ανδρισμό του), ένας κοντός που θεωρεί ότι το ανύπαρκτο ύψος το έχει πάρει σε πούτσα, ένας πουρέιτζερ που το παίζει μπο μεκ για να την πέσει σε μικρούλες. Επίσης, κάποιος που εκμεταλλεύεται την κοινωνική θέση του για να στρωσκανίσει: Λ.χ. αφεντικό που την πέφτει σε υφισταμένη, γιατρός σε νοσοκόμα, καθηγητής σε φοιτήτρια/μαθήτρια κ.τ.ό. Ακόμη, κάποιος με μάτσο και καθόλου θολές απόψεις, λ.χ. ένας Ελληνάρας ή γκρηκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ. Γενικότερα, ως συμπεριφορά δεν χαρακτηρίζει μόνο εραστή, αλλά και φίλο, συνάδελφο, συμπολίτη, που αισθανόμαστε την ανάγκη να τον ρωτήσουμε «μήπως θέλεις να σου κάνω και καμιά πίπα;» (η απάντηση του αυθεντικού Γαμάιντερμαν θα είναι καταφατική, οπότε δεν συνιστάται η ερώτηση) ή να τον παραινέσουμε «μη γαμάς πολύ, κατούρα και λίγο». Ωστόσο, από την άλλη, όπως το να παριστάνει κανείς τον τρελό είναι μια πρώτη ένδειξη ότι είναι όντως τρελός, έτσι και το να υποδύεσαι τον γαμιά, είναι η αρχή (=ήμισυ του παντός) του να γίνεις όντως γαμιάς, καθώς η προσποίηση έχει συχνά επιτελεστικό χαρακτήρα. Οπότε μπορεί και ο Γαμάιντερμαν να προτιμάται ως εραστής, αφού από το πολύ θέατρο, εβέντσουαλjυ κάποια στιγμή θα γαμήσει κιόλας. Σε κάθε περίπτωση περισσότερο από έναν μετροσεξουαλικό.

Για περαιτέρω περιπτωσιολογία στο παράδειγμα 1 παραθέτω ορισμένα μεταξύ πολλών πορτραίτων του Γαμάιντερμαν που βρήκα σε σχετικό νήμα στο Ιντερνέτι.

Fact: Ο Γαμάιντερμαν έχασε την παρθενιά του, όταν ο Chuck Norris τον πήγε στις πουτάνες.

  1. Θέμα: Ο Γαμάιντερμαν.
    Σίγουρα κάποια στυλάκια στον άντρα δεν τα γουστάρουν οι κυρίες.
    Είναι ο λεγόμενος γαμάιντερμαν. Ποιά είναι αυτά; Καρφώστε τους.

- Mου τη δίνει η φωνή «Εχω κάνει μαθήματα ορθοφωνίας με τον Μπαντέρας». Δε πάει ρε παιδί μου, τελείωσε!

- Για τον στυλάτο λέω που για κάποιες είναι ωραίος ως τύπος, σε κάποιες άλλες όμως φέρνει εμμετό, γλίτσα και λοιπά καλοπροαίρετα. Που σου 'ρχεται να τον πιάσεις απο το ζελεδιασμένο τσουλούφι και να τον φέρεις δυο βόλτες μπας και σκάσει να μιλάει για το πόσα φράγκα έριξε στο ηχοσύστημα του αυτοκινήτου του, τον κολλημένο με τη μπάλα, που ό,τι δεν γνωρίζει, το χλευάζει, γενικά τον Οστρογότθο

- Για να δω πως θα ζωγραφίσω εγώ τον γαμάϊντερμαν:
Μου τη δίνει ο τύπος και που όχι μόνο έχει άποψη για όλα αλλά είναι αυτός που έχει τη μόνη σωστή άποψη και φυσικά δεν δέχεται ότι κανείς άλλος μπορεί να εκφέρει γνώμη, που ρωτάει για την γνώμη σου απλά για να του επιβεβαιώσεις την δική του υποτιθέμενη σωστή... που έχει «καταφέρει» να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και το χρωστάει για άλλα 5 χρόνια, αλλά κάνει φιγούρα και περνιέται και για έξυπνος που το πήρε πριν τα 30 και όχι στα 50.... που του αρέσει να επιδεικνύεται για το κάθε τι, από τις γιαλαντζί και ξερόλικες απόψεις, μέχρι να επιστρέψει σε ένα μαγαζί για να αποδείξει στον ψυλομύτη πωλητή πως βρήκε αλλού το γκατζετάκι που δεν ήθελε να του πουλήσει ο πρώτος. Αυτός που κοιτάει μόνο την επιφάνεια και τον εαυτούλη του και περνιέται για σούπερ ντούπερ επιτυχημένος και γαμίκουλας (ρε μήπως είσαι gay και δεν το ξέρεις ακόμα;), που πηδάει συνεχώς και ξεχνάει να κατουρήσει λιγάκι... αυτός που το παίζει σπουδαίος και τρανός, αλλά περιμένει από την κοπέλα του να πληρώσει τα μπινελίκια στον κινηματογράφο, γιατί «μωρό μου να μην τρέχω τώρα να βγάλω 10 από την τράπεζα ή να πληρώσω με κάρτα δεν αξίζει».... αυτός που χρωστάει εισόδημα 2 χρόνων στις πιστωτικές αλλά συνεχίζει απτόητος να επιδεικνύεται, εκτός και αν βρει καμιά χαζή και του ξεπληρώσει το χρέος σε αντάλλαγμα στεφάνι... αυτός που είναι και καλά ανεξάρτητος και αυτάρκης σε όλα, εκτός και αν πρόκειται για την μαμά του και που αφήνει την μαμά του ή τον κολλητό του να αποφασίζει για πάρτη του... αυτός που απαιτεί τον σεβασμό όταν ο ίδιος δεν τον έχει δείξει ποτέ σε κανέναν... αυτός που οποιεσδήποτε ευθύνες ή άσχημες καταστάσεις, τις ρίχνει στον δίπλα γιατί δεν έχει τα κότσια να τις αναλάβει ο ίδιος...
Δεν είναι απλά γαμάϊντερμαν, είναι lost case...

- Ο γαμάω και δέρνω ας πούμε Ελληνάρας που τα ξέρει όλα και νευριάζει εύκολα κλπ, μπορεί να ειναι πολύ ερωτικός γιατί δυστυχώς έχει αυτό το έστω ψεύτικο αντριλίκι που καμιά φορά είναι αφροδισιακό, ενώ αντίθετα, ενας καλός και ευγενικός νέος με κατανόηση για τα πράγματα με διάθεση στοργής και προδέρμ μπορεί στη φάση του άλματος να βγάλει μια τόσο θηλυκή και ευαίσθητη πλευρά που θα προτιμήσεις να δεις σε επανάληψη το «ρετιρέ» με τη Κατερίνα Γιουλακη παρά το ευαίσθητο άλμα.

- Γαμάϊντερμαν (ή θεογκόμενα από το άλλο τόπικ...) είναι συνήθως αυτός/η που μας «την έσπασε»...

- Ο γαμαιντερμαν ειναι γαμαιντερμαν σε ολες τις εκφανσεις της ζωης του. Οχι μονο ως συντροφος, αλλα και ως συναδελφος, ως συνεπιβατης, ως συνοικος, συνδαιτημων, συμφορουμιστας, συμπολιτης.

  1. Θα χει και γκομενακια γι αυτο θα ρθω γυμνος η ντυμενος γαμαιντερμαν!!! Θα χω και μπερτα με ενα τεραστιο Γ. (Εδώ).

  2. 1.39% ψηφισαν ξεπετα μιας βραδιας (Καλως τονα τον γαμαιντερμαν...) (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοπροσδιορισμός του νεοφανούς κινήματος των «Αγανακτισμένων», που τις τελευταίες μέρες έχουν στρατοπεδεύσει σκηνίτες σε Σύνταγμα και έτερες ανά την χώρα πλατείες, διακηρύσσοντας αρχές όπως «αυτοοργάνωση» και «υπέρβαση κομματικών πλαισίων».

Πηγή έμπνευσης για τους Αγανακτίστας στάθηκαν αντίστοιχες κινητοποιήσεις εν τηι Ιβηρικήι, εξού η ισπανοπρεπής / λατινοπρεπής κατάληξη -istas.

Αρχικά, δόθηκε η εντύπωση πως αφορμή για το κίνημα των Αγανακτίστας εστάθη η τρώση του ελληνικού φιλοτίμου εξαιτίας ισπανικού πειρακτικού συνθήματος: «Σσσσσ... Ησυχία μην ξυπνήσουμε τους έλληνες». Τελικώς απεδείχθη πως επρόκειτο για μισκουοτέισον και πως ισπανικό πανό με τέτοιο σύνθημα ουδέποτε είχε αναρτηθεί. Κάπως έτσι όμως στήνονται οι αστικοί (με όλη τη σημασία της λέξης) μύθοι.

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, πολιτικός αντιπαθέστατος πλην οξυδερκέστατος, χαρακτήρισε το κίνημα των Αγανακτίστας ως κίνημα μόδας, τουτέστιν απολιτικό και ανερμάτιστο.

Προσωπική γνώμη του γράφοντος είναι πως οι «αγανακτισμένοι» απλώς αναπαράγουν στάσεις και νοοτροπίες του παρελθόντος, αυτές ακριβώς που μας έφεραν ως το χείλος του γκρεμού, τρέφοντας την ψευδαίσθηση πως κάνουν ακριβώς το αντίθετο.

Επαίρονται πως η νέα γενιά εγκατέλειψε τη βόλεψη του καναπέ προς χάριν των κοινωνικών αγώνων, πως αφυπνίσθηκε. Εγώ λέω απλώς οτι μετέφεραν τον καναπέ τους σε δημόσιο χώρο. Εξακολουθούν να παραμένουν η γενιά της φραπεδιάς και του χαβαλέ, του αραλικίου και της αεργίας, η γενιά του «για όλους έχει ο θεός, ίσως το δικό μου άστρο νάναι κάπου εκεί στο φως». Αντιλαμβάνομαι ασφαλώς πως παρέχω μια κάπως ισοπεδωτική εικόνα και πως υπάρχουν οπωσδήποτε διαφοροποιήσεις και αποχρώσεις στην συνολική εικόνα, ωστόσο η γενίκευση και η σχηματοποίηση είναι συχνά αναγκαία κακά προκειμένου να υπάρξει αυτό που αποκαλούμε ερμηνεία.

Αυτό που κτγμ συμβαίνει, όχι μόνο με τους Αγανακτίστας αλλά με την συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, είναι μια επίμονη, έως παθολογική, άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας. Άρνηση (denial) είναι, ως γνωστόν, ψυχολογικός αμυντικός μηχανισμός κατά τον οποίο αγνοώ και δεν λαμβάνω υπόψη απειλητικές και δυσάρεστες όψεις της εξωτερικής πραγματικότητας, θεωρώντας τις ως προπέτασμα καπνού. Στα RPG υπήρχε κάτι ανάλογο, το disbelieve («ξε-πιστεύω»): αν λ.χ. θεωρούσες πως ένας Μάγος σου έστησε μια illusion ενός γκρεμού, εσύ μπορούσες να ξε-πιστέψεις τον γκρεμό και να προχωρήσεις κανονικά. Καμιά φορά πετύχαινε, καμιά φορά ο γκρεμός ήταν πραγματικός...

Ο τυπικός έλλην αρνείται να δεχθεί πως οι εποχές των Παχιών Αγελάδων έφτασαν στο τέλος τους. Πως η ευημερία την οποία απόλαυσε τα τελευταία 15-20 χρόνια (ας πούμε από το '95), για να μην πούμε 30 (απο το '81) ήταν ψευδεπίγραφη, είχε πήλινα πόδια. Τα δανειοδάνεια, διακοποδάνεια, χριστουγεννο-πασχαλοδάνεια και άλλοι ωραίοι δανειο-νεολογισμοί, ήταν στην πραγματικότητα τα λεφτά του γερμανού και του γάλλου καταθέτη που τα έδωσε για να τα πάρει πίσω με το παραπάνω. Ζήσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας, δίχως να παράγουμε πρωτογενώς τον αντίστοιχο πλούτο. Ήταν ένα όμορφο όνειρο, από το οποίο μας ξύπνησαν απότομα. Και τώρα κάνουμε σαν αγουροξυπνημένα σχολιαρόπαιδα που αρνούνται πεισματικά να εγκαταλείψουν το ζεστό πάπλωμα και να σηκωθούν να πάνε σχολείο, κι ας γκαρίζει η μάνα αποπάνω τους.

Ο καθείς πρέπει να τεθεί αντιμέτωπος με τις ατομικές του ευθύνες. Όχι να τα φορτώνουμε πάντα στους «Άλλους» σαν κακομαθημένα παιδιά. Αιωνίως φταίνε κάποιοι «Άλλοι»: η πολιτική και οι πολιτικοί, το Σύστημα, το Κράτος, οι Αμερικάνοι, το Δουνουτού, ο Δίας που γαμιέται, ο Hermes που είναι ανάδρομος. Ποτέ ο Λαός, αυτή η εξιδανικευμένη, φασματική και μεταφυσική οντότητα.

Όμως οι Λαοί, εφόσον επιμένουν να λέγονται Λαοί και να αντλούν τα σχετικά πλεονεκτήματα, βαρύνονται με συλλογικές ευθύνες. Η μεταπολεμική Γερμανία πλήρωνε για 50 χρόνια βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις σε Εβραίους και λοιπούς ολοκαυθέντες. Τα βάρη αυτά επιμερίστηκαν σε όλους τους γερμανούς πολίτες, είτε ήταν φανατίλες χιτλερικοί, είτε αδιάφοροι απολιτικοί, είτε δημοκράτες αντιστασιακοί. Πλήρωσαν όλοι ανεξαιρέτως, δεν έγινε κάποια έρευνα να διαπιστωθεί ποιοι είχαν αντιναζιστική δράση προκειμένου να εξαιρεθούν απ' τον τζερεμέ.

Aganaktistas στο Λευκό Πύργο, εδώ.

(Χιλιάδες τα χτυπήματα που δίνει, δεν βάζω άλλα)

Απόδοση του ισπανικού Los Indignados. Βλέπε και ζαπατουρίστας, los και σπανιώλης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γαμάτος, ο σούπερ, ο γουάου. Σπάνιος σλανγκισμός από τη δεκαετία του '90 και τα Λύκεια. Υποτίθεται αγγλισμός του γαμάτου.

- Μπήκες στο slang.gr, το site που σου είπα;
- Μπήκα, φίλε μου, κι έπαθα την πλάκα μου! Φακάτο!

Πίπη Φακ... ιδομύτη (από GATZMAN, 04/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified