Ο οπαδός της ΑΕΚ. Χρησιμοποιήθηκε λόγω της καταγωγής του συγκεκριμένου σωματείου από την Πόλη, ειρωνικά από τους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων.
Τίγκα στα χανούμια είναι η Νέα Φιλαδέλφεια.
Ο οπαδός της ΑΕΚ. Χρησιμοποιήθηκε λόγω της καταγωγής του συγκεκριμένου σωματείου από την Πόλη, ειρωνικά από τους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων.
Τίγκα στα χανούμια είναι η Νέα Φιλαδέλφεια.
Got a better definition? Add it!
Το μέρος των εξεδρών του γηπέδου «Νίκος Γκούμας» στη Νέα Φιλαδέλφεια, όπου έπαιρναν θέση τα μέλη της ORIGINAL σε κάθε αγώνα της ΑΕΚ. Ονομάστηκε σκεπαστή εξαιτίας του ότι βρισκόταν κάτω από το πάνω διάζωμα των εξεδρών του γηπέδου. (ΑΝΤΙΟ ΝΑΕ)
Όλα τα πρωταθλήματα που πήρε η ΑΕΚάρα από το '91 έως το '94 από τη σκεπαστή τα είδα.
Got a better definition? Add it!
Ο Δον Λορένσο Σέρα Φερέρ. Ο πιο διάσημος Δον μετά τον Δον Ζουάν, προπονητής της ΑΕΚ από τη σεζόν 2006-2007 μέχρι την ήττα με 1-0 από τη Λάρισα τη σεζόν 2007-2008 και ο καλύτερος ξένος προπονητής που έχει περάσει από την Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια (λέμε τώρα). Το περίφημο rotation του έχει αφήσει εποχή.
- Τι εκανε ρε πάλι ο Δον; Έβαλε Παπασταθόπουλο δεξί μπακ και Μπλάνκο στα χαφ; Ληγμένα παίρνει ρε πούστη;
- Τι λες μωρέ μαλάκα; Εμείς απλά δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι εστί rotation. Ο άνθρωπος είναι επιστήμονας.
Got a better definition? Add it!
Ποιος άλλος, ο Ρεχάγκελ...
Ήρθε επιτέλους η ώρα να βγεί στην σύνταξη ο ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΙΧΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ και όλη η γερολαία της ομάδας μαζί. Όπως έπρεπε να είχε γίνει απο το 2004, μετά την κατάκτηση του Euro.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ
από το troktiko.blogspot.com
Got a better definition? Add it!
Ένα φιλαράκι μας ή ένας γνωστός μας που έχουμε κάνει να το δούμε καιρό. Από τον γνωστό και μη εξαιρετέο πρώην πδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Πίτερ «Πετράκη» Οφορίκουε που όποτε πήγαινε στη μάμα άφρικα ξέχναγε να γυρίσει.
- Ρε, Γιάννη; Πού 'σαι ρε Οφορίκουε, μαύρα μάτια έκανα να σε δω.
Got a better definition? Add it!
το, [ουσ.] Όργανο μέτρησης ποδοσφαιρικών ικανοτήτων. Ο όρος προέρχεται από τον συνδυασμό της παραδοσιακής μονάδας μέτρησης «καντάρι» (ξέρει πολλά καντάρια μπάλα) και του ονόματος του Πάολο Μοντέρο, μυθικού δρεπανηφόρου άρματος από την Ουρουγουάη που έκανε καριέρα στη Γιουβέντους και του οποίου οι ικανότητες ισοδυναμούν με 1 unit στο καντερόμετρο (χωρίς μονάδες).
- Τι λέει ο Σέρβος χαφ του Βηταεθνικού;
- Τι να πει ρε! τον βάλανε στο καντερόμετρο και έγραψε αρνητικά ψηφία.
- Άκου να δεις φίλε, καλός ο Πελέ δε λέω, αλλά μπροστά στον Ντιέγκο δεν πιάνει μια. Ο κοντός όπου κι αν έπαιξε έσπασε τα καντερόμετρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ουσιαστικά πρόκειται για «αδελφό» λήμμα με τα τιγκανά, τιγκανά ολέ ολέ, Τηγκανόπουλος κλπ.
Υποδηλώνει άμεση τάση για φυγή και προέρχεται από τον γνωστό γάλλο ποδοσφαιριστή Jean Tigana, γνωστό για την ταχύτητά του, του οποίου το επίθετο μοιάζει με την φράση «την έκανα» (έχω ήδη φύγει).
Ο Τιμούρ (και) Κετσπάγια προστίθεται για να δώσει ακόμα μεγαλύτερο ειδικό βάρος στην δήλωση.
- Μαλακία φαίνεται το πάρτυ, λες να τη κάνουμε; - Αμέ, Τιγκανά Τιμούρ και Κετσπάγια..
Got a better definition? Add it!
Προερχόμενο από τον γάλλο ποδοσφαιριστή Youri Djorkaeff, διεθνή την δεκαετία του 90, χρησιμοποιείται για να υπογραμμίσει την «ποιότητα» - ομορφιά μιας γυναίκας.
Ανεξήγητος ο λόγος που οδήγησε στην γέννηση του εν λόγω λήμματος, μάλλον πρόκειται για τον συνδυασμό της ποιότητας που χαρακτήριζε τον ποδοσφαιριστή Τζορκαέφ στο παίξιμό του, σε συνδυασμό με το εύηχο (;) και κάπως παράξενο επώνυμο που παραπέμπει σε κάτι «ευγενικό» και πολύτιμο.
- Πω πω φίλε, τζορκαέφ η γκόμενα ...
Got a better definition? Add it!
Ο πασίγνωστος ποδοσφαιριστής Ροναλντίνιο, για όσους:
α) Είναι άνω των 60 ετών ή κάτω των 8
β) Είναι άσχετοι από ποδόσφαιρο
γ) Έχουν προβλήματα ομιλίας
δ) Συνδυάζουν δύο ή και όλες τις παραπάνω ιδιότητες.
(Ενδιαμέσου μίας σοβαρής ποδοσφαιρικής συζήτησης, πετάγεται και ο άσχετος της παρέας να πει τη γνώμη του)
- Εμένα πάντως παιδιά μόνο ένας ποδοσφαιριστής μου αρέσει, ο Ρολαντίνιο.
- Χέσε μας ρε Γιώργη. Άμα δεν ξέρεις μη μιλάς.
Got a better definition? Add it!
Επίσης: μπακότερμα, μπαγκότερμα, παγκότερμα,
Ίσως ο πλέον εύχρηστος όρος του παιδικού ποδοσφαίρου της αλάνας, της σχολικής αυλής, της πλατείας κλπ, από ένα λεξιλόγια που περιλελάμβανε και το ατομιστία ή ατομιστιά, το τσαρούχι ή μύτος ή τζούκος ή..., την προστακτική «ξόρα» για τη γιόμα από την άμυνα, το «κουντουπιέ» (κουτεπιέ), τα «γκελάκια» για τις επιδείξεις με τη μπάλα, το μανταλάκια(ς) για τον τερματοφύλακα που του γλιστράει η μπάλα απ' τα χέρια (ή τροχονόμο), το «λίμπερο» ως παίκτη που κάνει τα πάντα και όχι τον τελευταίο αμυντικό, όπως και τον «κυνηγό» ως θέση-ευφημισμός για τον παίκτη που δεν είναι καλός ούτε για άμυνα ούτε για επίθεση, οπότε κυνηγάει τη μπάλα (χαφ δεν υπήρχαν) κλπ και τελικά και το κάνε τον καμπόι.
Μπακό είναι ο παίκτης που παίζει τόσο τέρμα όσο και μέσα, έχοντας το δικαίωμα να πιάνει τη μπάλα μόνο μέσα στην περιοχή του. Όπως δηλαδή κάθε τερματοφύλακας σύμφωνα και με τους επίσημους κανονισμούς. Ουσιαστικά λοιπόν η φράση «μπακό ο τάδε» χρησίμευε ως διευκρίνιση του ποιος παίζει τέρμα στην τρέχουσα φάση του παιχνιδιού, μιας και διακριτή στολή τερματοφύλακα φυσικά δεν υπήρχε. Η δήλωση αυτή, οι άγραφοι κανόνες πρόσταζαν να γίνεται στην αρχή του παιχνιδιού ή μετά από γκολ που δέχθηκε η ομάδα**.
Το μπακό εφαρμοζόταν στις εξής δύο περιπτώσεις:
- όταν οι δυο ομάδες ήταν πολύ ολιγάριθμες (πχ 3μελείς, 4μελείς κλπ, κακά τα ψέμματα, ακόμα και 2μελείς)
- όταν οι ομάδες είχαν άνισο αριθμό παικτών, οπότε και η ομάδα με τον παίκτη λιγότερο όριζε έναν από τους παίκτες μπακότερμα για να ισορροπήσει θεωρητικά το παιχνίδι.
Αν και κάποιοι παιδικοί όροι της μπάλας διέφεραν και διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, νομίζω το μπακό είχε μεγάλη διάδοση, αν και ενδεχομένως η προφορά άλλαζε ή κυμαίνονταν γύρω από το «παγκότερμα» που πρέπει να ήταν και η προέλευση του όρου, αλλά το γιατί και πως το αγνοώ...
***** Όλες βασικά οι γραμμές ήταν νοητές, με εξαίρεση την κατεξοχήν νοητή γραμμή του επίσημου ποδοσφαίρου, αυτή του off-side, που ως κανονισμός στην παιδική μπάλα δεν υπήρχε ή γεννούσε χιλιάδες διακοπές και αμφισβητήσεις. Όπως ακριβώς και οι γραμμές της περιοχής του μπακό.
Άλλοι ελαστικοί κανονισμοί/ιαχές, με προβληματική και σουρεάλ εφαρμογή ήταν φυσικά το ύψος του νοητού οριζόντιου δοκαριού (ψηλό! ψηλό!), καθοριζόμενο λίγο πάνω από το ύψος των απλωμένων χεριών του εκάστοτε τερματοφύλακα σε άλμα, το έμμεσο, το οποίο γενικά κακοποιούνταν και του οποίου γινόταν κατάχρηση, η αλλαγή μετά από λάθος εκτέλεση πλάγιου άουτ, το ακούσιο χέρι, η απόσταση του τείχους στην εκτέλεση φάουλ, ακόμα και τα πασπάνια βήματα στην εκτέλεση βολέ από τον τερματοφύλακα.
****** Σε επέλαση του αντιπάλου, το να αυτοδηλωθεί μπακό με προσποιητή ψυχραιμία ο τελευταίος παίκτης 9 «μπακό, μπακό!»), αν ο κανονικός μπακότερμας είχε πάει βόλτα μέσα, ακολουθώντας το επιθετικό του ένστικτο, ήταν πολύ συνήθης αιτία να αρχίσουν οι αμφισβητήσεις και τα «...πέναλτι, πέναλτι!».
Ο ορισμός είναι σε παρελθοντικό χρόνο λόγω της σχετικής επισημοποίησης του παιδικού ποδοσφαίρου με την εμφάνιση των 5x5 και την εξαφάνιση των αυτοσχέδιων γηπέδων και δημόσιων χώρων παιχνιδιού γενικά. Ε, και λόγω ηλικίας του φανερά νοσταλγικού γράφοντος.
ΛΑΚΗΣ: Μπακό, μπακό! Μπακό εγώ!
ΓΙΩΡΓΑΚΗΣ: Τι μπακό; Δεν πάει! Παίζε, παίζε.....
ΛΑΚΗΣ: Γιατί δεν πάει;
ΛΙΩΡΓΑΚΗΣ: Τι, όποτε σου καυλώσει είσαι μπακό;
ΔΙΟΝΥΣΑΚΗΣ: Γκοοοολ, γκοοολ, γκοοοοολ....
ΛΑΚΗΣ: Δε μετράει, δε μετράει!
ΔΙΟΝΥΣΑΚΗΣ: Γιατί δε μετράει;
ΛΑΚΗΣ: Μιλούσαμε [!!!!!!...]
Τα αγόρια παίζουν μπάλα: αγγελάκια, αερόμπαλα, αμερικάνικο, ατομιστία, γερμανικό, επαναλαβή, καντήλι, καραβολίδα, ματσόλα, μπακό, μύτικο, μύτος, περίπτερο, σημαδούρα, στα τρία κόρνερ πέναλτι, τσαρούχι, τσιλικάκια, τσόλα, ψαλιδάκι.
Και μπάσκετ: άγγιχτο, αεράτο, πρωταθληματάκια, ρολόι, χλατσώνω
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified