Further tags

Έχοντας αριθμητική υπεροχή προσεγγίζω άτομο μόνο του ή μικρότερη ομάδα ατόμων με σκοπό να τραπουκίσω με τον όγκο της μάζας που με συνοδεύει.

Η λέξη προέρχεται από την συνήθη εικόνα των Γυμνασιακών χρόνων, σε περιπτώσεις που κάποιος Έλληνας μαθητής παρενοχλούσε, εξύβριζε ή με οποιονδήποτε τρόπο πουλούσε τρέλα σε άλλο μαθητή Αλβανό. Το σύνηθες φαινόμενο ήταν ο Αλβανός μαθητής να αποχωρεί άτακτα και στο επόμενο διάλειμμα να επανεμφανίζεται συνοδευόμενος από άλλους 10 Αλβανούς προκειμένου να πάρει το αίμα του πίσω στο πολλαπλάσιο και ταυτόχρονα να τσιμεντωθεί η αντίληψη πως δεν τα βάζουμε με Αλβανούς.

Επί της ουσίας, το ρήμα αλβανιάζω αναφέρεται στη κλασική περίπτωση του «με ενοχλείς, θα το πω στον μπαμπά/αδερφό μου». Ωστόσο εδώ, όπως καταδεικνύεται από τα γεγονότα της καθημερινής ζωής, στις περιπτώσεις αλλοδαπών το τραμπούκισμα εις βάρος τους έχει μεγαλύτερο βάρος καθώς υπεισέρχεται και το επιβαρυντικό στοιχείο της ρατσιστικής συμπεριφοράς (παρ' όλο που δεν υπάρχει η παραμικρή ρατσιστική διάθεση από καμία πλευρά).

Επιπλέον, στη σχολική κοινότητα ήταν σύνηθες να υπάρχει μια αλληλεγγύη ανάμεσα σε παιδιά εθνικοτήτων που αποτελούσαν μειονότητες, οπότε φαντάζει λογικό, όταν ένα ελληνόπουλο τραμπουκίζει Αλβανό παιδί, να προκαλεί συσσωρευμένη αντίδραση απ' όλο το εθνικό group.

Συνεπώς, κάποιος που αλβανιάζει συγκεντρώνει μάζες με το μέρος του και με θράσος επιτίθεται σε κάποιον σε μια άνιση αναμέτρηση.

Το ρήμα χρησιμοποιείται για να περιγράψει περιστατικά επιθέσεων στο δρόμο, αλλά βρίσκει πιο εκτεταμένη χρήση σε ηλεκτρονικά παιχνίδια multiplayer (όπως το League of Legends.)

Συχνά συναντάται και στην παθητική του μορφή ως «με αλβάνιασαν».

- Προχθές στο ντέρμπυ με τη Καλαμάτα τι κάνατε;
- Να στα ξαναλέω; Είχαμε κρυφτεί με τα παιδιά από τον σύνδεσμο και μόλις βγήκαν τα πρώτα γατιά τους αλβανιάσαμε σαν να μην υπάρχει αύριο!
- 500 άτομα στα πρώτα γυναικόπαιδια ε; Καλά ξηγήθηκες ρε τρελέ.

- Και που λες, είχα παει με Khazix να σολάρω Δράκο και λίγο πριν τον ρίξω... ΤΣΟΥΠ, σκάνε και τα 5 μούλικα από παντού, μου δίνουν την μήτρα της μάνας μου στο χέρι... Αλβανικές τακτικές κ έτσι..
- Εμ αφού το ξέρεις, άμα δεν αλβανιάσεις στο game δεν πας πουθενά..

- Είχαμε πάει εχθές στο Village με τον Ρούλη για ταινία... Το βράδυ που γυρνούσαμε μας την έπεσαν ξαφνικά κάτι Αλβανοί και μας πήραν τα κινητά!
- Πωω...Σοβαρά μιλάς ρε Νώντα; Αλβανικές τακτικές στο δρόμο;
- Ναι ρε συ.. Μας αλβάνιασαν κανονικά σου λεω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν λέμε σε κάποιον να καθήσει ή να περιμένει λίγο.

- Άραγκον ρε μάγκα λίγο να πάρουμε μια ανάσα και την κάνουμε σε 5 λεπτά.

Aragorn (από Hank, 13/02/09)Λουί Αραγκόν. (από Hank, 13/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σβαγκουροειδή πιπιναριά το κλίνουν πλέον το γιόλο κανονικά. Ωσεκτουτού λημματογραφούμε την σλανγκιά αυτή εν τη γενέσει της, στα σχολειά, τα ινσταγκράμια και στα ασκ.εφέμια.

Για να το κάνω πιο λιανά σε όσους γεννήθηκαν προ του 2000, γιολάρω σημαίνει προβαίνω σε κάθε λογής μαλακία, γιατί η ζωή είναι και καλά μικρή, και τις απαθανατίζω στο εξυπνόφωνο με ένα τσίου ή με μια σέλφικη ποζεριά, ποιούμενος πάντα την νήσσαν και με παρατεταμένα τον δείκτη και το μέσο δάχτυλο.

Βλ. το τελευταίο γιολάρισμα στην άσφαλτο γνωστού χιπχοπά (1ο μήδι).

1.
- Είδα τη λέξη «Σελφάρω».Έχω πάρει το λεξικό του Μπαμπινιώτη σκίζω μία μία τη σελίδα και τη μασάω.
- που να δείς και το «Γιολαρω». Όλη τη βιβλιοθήκη του Καποδιστριακού θα φας.

2.
- Θέλει αντοχές να ζεις χωρίς καταχρήσεις.. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι χάνεις το ωραίο κομμάτι αυτής της ζωής. Γιολάρουν.. και τέλος; έχουμε μία ζωή για να τα κάνουμε όλα πουτάνα...; ή μήπως για να τη ζήσουμε όσο καλύτερα γίνεται και να την αξιοποιήσουμε στο έπακρον.. Γιόλαρε το και άλλες πίπες. Ζήσε καλά.

3.
- «Δεν μπορώ τώρα, γιολάρω.» ~Barack Obama

4.
- γενικά γιολάρω τα σαββατοβραδα βλεποντας ταινιες

5.
- Τελικά ξεανγχωθηκα, δόξα τω θεω. Πέρα από το γεγονός ότι κατάλαβα ότι δεν έχω ξεχάσει τα πάντα όπως νόμιζα Razz συνειδητοποίησα ότι σήμερα είναι η τελευταία μέρα άγχους και από αύριο θα γιολαρω σα τις πουτάνες Laughing

6.
- ΓΙΟ ΓΙΟ ΚΑΤΣΑΡΙΔΑ ΜΕ ΜΑΓΙΟΟ ΠΟΥ ΓΙΟΛΑΡΕΙ ΣΑΝ ΤΡΕΛΟ ΓΙΟ ΓΙΟ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Δυναμώνω.

  1. -καλή η γράμμωση του σώματος μα καλύτερη η γράμμωση του πνεύματος
    -γι αυτό κ εγώ γραμμώνω το πνεύμα και έχω κ την κοιλίτσα μου (εδώ)

Β. Αντί να πληγώ ή να λουφάξω από επιθετική ενέργεια/στάση/συμπεριφορά, πωρώνομαι, θωρακίζομαι και τελικά ισχυροποιούμαι, μοτιβαρισμένος από την επίθεση.

~ Προέρχεται από την έκφραση των μποντιμπιλντεράδων, "είμαι στη γράμμωση".
~ Καμία σχέση με το ιατρικό γραμμώνω και το αριστερίστικης προέλευσης γραμμώνομαι που, παρεμπιφτού, έχει πλέον ευρύτερη χρήση.

  1. Γράμμωσέ μας Γιάννη! (Πρετεντέρη) (εδώ)

  2. -Τις πιο μεγάλες παπαριές δεν τις ακούσαμε ακόμα.
    -Άντε, ξεκίνα.
    -Το μόγγολο που θεωρεί τη γκέι σλανγκ ομοφοβία και συγχέει την κλιμακα με το κλειδι μιλάει για παπαριές
    -Δικαιολογείται. Όποιος συναγελάζεται περισσότερο από μία μέρα με ακροδεξιά σαμαροτρόλ χάνει 60% του iq του.
    -Όποιος χαριεντίζεται με ακροδεξιούς δεν έχει και δεν είχε ποτέ iq.
    -Να μιλάτε για τον εαυτό σας αγαπητοί εγώ με δαύτους τώρα γραμμώνω τραπεζοειδείς. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία που σημαίνει ακριβώς το αντίθετο από το «διασταυρώνω», «διασταύρωση». Δηλώνει το μαγείρεμα των στοιχείων, ή τη χάλκευση της πληροφορίας γενικότερα.

  1. Πάλι μου ζήτησε ο γενικός να διαστραβώσω τον ισολογισμό. Στο τέλος θα με κλείσουν μέσα.

  2. - Η κατάσταση που μου έφερες δείχνει ότι έχουμε έσοδα, ενώ εγώ βλέπω ότι πάμε για φούντο.
    - Άσε την κατάσταση. Είναι διαστραβωμένη...

  3. Το ρεπορτάζ λέει άλλα κι ο «μεγάλος» θέλει άλλα. Μάλλον θα γίνει διαστράβωση.

Μετά την αποκάλυψη της διαστράβωσης του ισολογισμού. (από panos1962, 12/11/09) Διαστράβωση στοιχείων (από panos1962, 15/11/09)Διαστράβωση στοιχείων (από panos1962, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως έχει ήδη αναφερθεί εις το εκλεκτόν αυτό site, καβάτζα εστί η διαφύλαξη-αποθήκευση εφεδρειών όλων των κατηγοριών δια δύσκολας ώρας. Ποία όμως λέγω, είναι η προστακτική του ρήματος «καβαντώνω» ή κατ' άλλους «καβατζάρω» ή «καβατζάω-ώ»; Η λέξη «καβατζάου»! Χρησιμοποιείται μεταξύ φιλων και αποτελεί την ύψιστη προτροπή προς καβάτζα!

Αγησίλαος: «Ω Θεμιστολή, κοίταξον, ένα παρατημένο κινητό τηλέφωνον! Τι να κάνωμεν επ' αυτού;»
Θεμιστοκλής: «Καβατζάου! Θα το αναζητήσεις αν, ω μη γένοιτο, κλαπεί ή χάσεις το δικό σου!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της φράσης τον πούλο ή μπουλελέ ή πουλελέ (δηλαδή παίρνουμε τον πούλο). Η λέξη αντιστρέφεται εσκεμμένα ώστε να μην γίνει εύκολα αντιληπτή από τους παρευρισκόμενους, ιδίως όταν είναι του αντίθετου φύλου.

  1. - Πώς τα βλέπεις ρε Μήτσο; Να κάτσουμε λίγο ακόμα ή έχεις δουλειά;
    - Βασικά... λελεπού.

  2. - Ωχ, έρχεται ο διοικητής. Έχεις στρώσει το κρεβάτι;
    - Όχι, λελεπού απ' το παράθυρο.

(από HardcoreGR, 21/08/11)(από HardcoreGR, 21/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

λέμε / λέμετε:

(δήλωση), λέμε(!): α' πληθυντικό ενεστώτα του ρήματος «λέω - λέγω». Χρησιμοποιείται, συνήθως στο τέλος μιας δήλωσης αλλά και ενδιάμεσα σε πρόταση, ως εμφατικό.

Υπενθυμίζει στον συνομιλητή ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίσει το θέμα που θίγεται ως αδιαμφισβήτητο. Δηλαδή σαν να λέμε, κάτι το λέμε και το ξαναλέμε για να το εμπεδώσει ο αδαής μέσω της επανάληψης (κυρίως αν δεν υφίσταται επανάληψη καθεαυτή). Παράδειγμα 1

Όταν πραγματικά υφίσταται επανάληψη, έχει χροιά έντασης και εκνευρισμού. Παράδειγμα 2

Αντίστοιχες μορφές του ίδιου ρήματος με την ίδια χρήση είναι τα «είπα!» και «λέω!», όμως, όπως και να το κάνουμε, το α' πληθυντικό δίνει μεγαλύτερη υπόσταση και αντικειμενικότητα στον λόγο μας, δεδομένου ότι, άλλο να λέω κάτι εγώ, άλλο να το λέμε όλοι.


(δήλωση), λέμετε(!): Ανύπαρκτη μορφή ρήματος «λέω - λέγω» στην Ελληνική γλώσσα - λεκτική επινόηση. Χρησιμοποιείται:

  • ως απλό εκφραστικό λάθος επειδή ο άσχετος δεν διάβαζε γραμματική στην τρίτη δημοτικού (δεν είναι σλανγκ σο δεν μας αφορά στο προκείμενο)

  • ως χαριτωμενιά για να δώσει μια ελαφρότητα και μια παιγνιδιάρικη χροιά στον λόγο. Παραδείγματα 3, 4, 5

  • ως εναλλακτικό του ανωτέρω «λέμε!» για να δοθεί μια ελαφρά μεγαλύτερη έμφαση - Παραδείγματα 6, 7 - ακολουθεί επεξήγηση:

Η αποτελεσματικότητα της χρήσης του στηρίζεται σε καθαρά ψυχολογικούς λόγους: Έχει ως αποτέλεσμα, ο συνομιλητής, που εντοπίζει την ασυνέπεια με τους κανόνες της γραμματικής, να σκαλώσει περισσότερο για μερικά κλάσματα δευτερολέπτου. Έχει δηλαδή αντίκτυπο αντίστοιχο με αυτό των italics σε ένα κείμενο: ανεπαίσθητα τραβούν την προσοχή, χωρίς την καταπιεστικότητα των bold, που μπορούν να εκληφθούν και ως «σε αυτό το σημείο είναι ουσία ρε καθυστερημένε» και να έχουμε παρεξηγήσεις, συνεπώς η χρήση τους πρέπει να είναι φειδωλή.

Συνοψίζοντας, το «λέμετε» είναι ένας ψυχολογικός εξαναγκασμός του συνομιλητή να δώσει βάση στο νόημα.

Αατα.

Παράδειγμα 1:
-Καλά, άκουσες την μαλακία που πέταξε ο Στάθης στις γκόμενες; Τι είναι αυτός ρε, τον ακούν οι μουνίτσες και κάνουν μπραφ! Δεν είναι να τον ξαναπάρουμε μαζί τον παπάρα!
-Άσε ρε μαλάκα, το άτομο δεν υπάρχει λέμε!

Παράδειγμα 2:
[το πάρτυ στο σπίτι του Παύλου προς το τέλος του - σκάει μύτη ο Κώστας]
-Ρε συ Παύλο, τέλειωσαν τα μπυρόνια παίζει καμια καβάτζα;
[ο Παύλος έχει στο μπίρι-μπίρι μια κοπελίτσαεδώ και ώρα - χωρίς να γυρίσει το κεφάλι απαντάει]
-Στο ψυγείο στο διάδρομο.
[Ο Κώστας δεν άκουσε]
-Παύλο, έχεις πουθενά καβατζωμένη καμιά μπύρα;
[Ο Παύλος γυρίζει τσαντισμένος]
-ΣΤΟ ΨΥΓΕΙΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΡΟΜΟ ΛΕΜΕ!!!

Παράδειγμα 3
[Forum]: Εσύ ξαναβάλε το άβαταρ με τον Zippo...κορυφή λέμετε

Παράδειγμα 4
[Forum- συζήτηση κοριτσιών για τον Λεωνάιντα]: - Γάμησέ τα, τα παιδιά μου τα θέλω μαζί του. Και όσο για τον κοιλιακό πάρε να δεις που είναι δικός του λέμετε!

Παράδειγμα 5
[Forum]: Έλα κάτω λέμετε..!!!!!!!!!! Έλα και'χω φοντανάκια!!!

Παράδειγμα 6
[Forum] Ξεκαμπούρα. Είσαι πιασμένος. Αν σ' ελευθερώσουν, τα λέμετε.

Παράδειγμα 7
[Forum]: Το ακριβώς αντίθετο θέλει η Γερμανία, να δέσει στο άρμα της Ευρώπης όσο το δυνατόν περισσότερα κράτη για αντίβαρο στις ΗΠΑ, θεωρώντας βέβαια ότι εντός της ΕΕ θα κάνει πολύ περισσότερο κουμάντο από αυτές. Τι λέμετε τώρα ρε παιδιά;

Τα παιδιά μου τα θέλω μαζί του λέμετε. (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός απ' το να *παθαίνεις το όνομα*, όπως λέει ο πρώτος ορισμός, μπορείς να πάθεις και το ... ρήμα!

Όταν με λέτε γκαύλα...Παθαίνω το ρήμα! (εδώ)

Ακριβώς αυτό! Το αξιοσημείωτο λοιπόν γεγονός είναι οτι το "παθαίνω", τα τελευταία χρόνια συντάσσεται και με ουσιαστικά που σημαίνουν ακριβώς το ίδιο με υπάρχοντα -ομόρριζα με τα ουσιαστικά-, ισχυρότατα (και όλα τα λεφτά) ρήματα. Δηλαδή, αντί για ερωτεύτηκα ή μορφώθηκα, κουλτουριάστηκα, εντυπωσιάστηκα, λες: έπαθα έρωτα, έπαθα μόρφωση, έπαθα κουλτούρα, έπαθα ποιότητα, εντύπωση, ευτυχία, θλίψη, ευεξία και άλλα τέτοια πολλά και κουλά.

Σημείωση (γιατί όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας): Συμβαίνει, για λόγους απλοποίησης ή γιατί δεν σού'ρχεται η λέξη να λες π.χ. έπαθα σοκ, έπαθα πανικό, αντί για σοκαρίστηκα ή πανικοβλήθηκα.

Το ρ. παθαίνω χρησιμοποιείται και με δύο ακόμη τρόπους:

  1. Κανονική σύνταξη με νορμάλ (!) ουσιαστικά, π.χ. παθαίνω εγκεφαλικό, αφυδάτωση, ιλαρά, αγκύλωση, ντεζαβού κ.ά., όπου, όταν υπάρχει αργκό αυτή χαρακτηρίζει μόνο το ουσιαστικό, γιατί το παθαίνω παίζει εδώ βοηθητικό, διακριτικό ρόλο (δεν 'παθαίνεις εντύπωση' μαζί του).

  2. Σύνταξη με ευφάνταστα, πειραγμένα ουσιαστικά όπως τα καρασλανγκισθέντα:
    παθαίνω μιλφόπλακα,
    σεντόνι,
    πλάκα,
    κάζο,
    ντουβρουτζά,
    κωλομπέρδεμα,
    λαλά,
    μπακακάο,
    κολούμπρα,
    κοκομπλόκο,
    τραμπάκουλο,
    μουνόπλακα,
    τη μούνα μου.
    Μπορούν να προστεθούν και τα παθαίνω ζημιά και παθαίνω τσιμπουκόφσκι. (Δες παράδειγμα 5).

Σλανγκασίστ: Galadriel, εδώ.

  1. Παθαίνω έρωτα, καύλα, αναστάτωση βλέποντάς σε να μου χαμογελάς. Συνέχισε, μη σταματάς. (εδώ)

  2. Πάθαμε ευτυχία για τρια δευτερόλεπτα στο κεντρο. τοσο χιονισε (εδώ)

  3. Είμαι στη φάση που χαίρομαι που έφυγα από το γραφείο στο 9ωρο αντί για 10- ή 11ωρο, μη μου μιλάτε για τις διακοπές σας, παθαίνω θλίψη. (εδώ)

  4. Έχετε μπερδέψει τον έρωτα με πάρτυ. Σε πάρτυ κάνουμε εντύπωση. Στον έρωτα παθαίνουμε εντύπωση (εδώ)

  5. Έπαθα τσιμπουκόφσκι. (εδώ)

  6. Έπαθα αξιοπρέπεια. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έπαθα μόρφωση, παραμορφώθηκα, οπότε ... "κουλτούρα να φύγουμε".

  1. Κι όλους τους ξέμπαρκους θα τρώει το σαράκι μα όσοι ταξίδεψαν ζηλεύουν την Ιθάκη. έπαθα κουλτούρα. (εδώ)

  2. Ναι ρε πούστη παθαίνω κουλτούρα που και που. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified