Selected tags

Further tags

Λογοπαίγνιο πάνω στον χαρακτηρισμό ενός οπλίτη ως «Ελεύθερου Υπηρεσίας» (Ε.Υ).από τον Ιατρό του Τάγματος.

Ο Ελεύθερος Ζωής είναι ο κλασικός μίζερος άνθρωπος όπου αρνείται να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε δραστηριότητα, γεγονός που τον διαφοροποιεί από τον πραγματικά Ελεύθερο Υπηρεσίας.

Χάρη στην αργκό συνεπώς προσδιορίζονται «Ελεύθεροι Υπηρεσίας» δύο ταχυτήτων, ώστε να ξεχωρίσει η ήρα από το σιτάρι.

- Βγήκα πάλι Ε.Υ για να μην πάω στη Βολή σήμερα.
- Καψερέ, εσύ είσαι Ελεύθερος Ζωής. Καληνύχτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική απόδοση του εορταστικού «χρονιάρες μέρες».

Η πατρότητα της χαριτωμενιάς αποδίδεται στον Τζιπάκο.

  1. - Βρωμιάρες μέρες. Ιερές μέρες, δώρα, χαρά, λαμπάκια, στολίδα. Αν ο Ιησούς γεννήθηκε και δίδαξε μάλλον θα έσπαγε όλα τα λαμπιόνια και ίσως τις βιτρίνες και μάλλον θα έκαιγε και το δέντρο στο Σύνταγμα…
    (εδώ)

  2. - Έσκασα μύτη στη μονάδα τέτοιες βρωμιάρες μέρες καλή ώρα χριστούγεννα του 98.
    - Πώς πάνε ρε παιδία οι επηρεσίες;
    - Μια χαρα νέο, 19 άτομα για 21 υπηρεσίες.
    «Καλά γ@μίσια» σκέφτηκα και η μητέρα πατρίδα προσωποποιημένη σε Όργανα υπηρεσίας, Επιλοχίες φρόντισε να πραγματοποιήσει κάθε μαζοχιστική μου φαντασίωση...
    (εδώ)

  3. - ΟΧΙ ΑΛΛΟ ΑΙΜΑ ΒΡΩΜΙΑΡΕΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ...
    (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεγαλόπνοο έργο της εκτροπής του ποταμού Αχελώου μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως απάντηση-τάπωμα σε κάποιον που μας απευθύνει τον ξενικό χαιρετισμό hello (χελόου).

Το λήμμα μας γίνεται ακόμη πιο πετυχημένο όταν ο συνομιλητής μας χρησιμοποιεί το χελόου! για να μας αφυπνίσει.

- Σε τοίχο μιλάω; Χελόου;
- Εκτροπή Αχελώου!

Βλ. επίσης: εκτροπή του a-hellow

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην αργκό των ελευθεροκαμπινιστάδων, είναι το απόμερο στέκι της αυτοκάθαρσης.

Μερικά αρμυρίκια ή θάμνοι εν είδει παραβάν, μια λακκουβίτσα, ανισόπεδο έδαφος για λήψη της κατάλληλης στάσης και άμμος για την υγιειονομική ταφή των ανοσιουργημάτων, συνθέτουν το γκανιάν της ευωχίας του σκηνίτη.

Ο συνεπής φυσιολάτρης πρέπει να υπολογίζει σοφά τον άνεμο, αλλά και την απόσταση, τόσον από το προσωπικό ενδιαίτημά του όσο και των ΑΛΛΩΝ, ώστε επιλέξει μια σωστή χεσοκαβάντζα και να μην όζει σκατίλας το περιβάλλον.

Επίσης, θα πρέπει να συνεννοείται με τις άλλες σκηνές (πού χέζουμε, πού τρώμε, πού μαζεύουμε τα απορρίμματα, τι παίζει, τι κάνουμε το βράδυ, αν υπάρχει γιατρός κλπ), να θάπτει επιμελώς ΚΑΙ τα κακάκια ΚΑΙ τα πασαλειμμένα χαρτάκια του, ώστε να αποσυντίθενται φυσικά, αλλά και να μην τα παίρνει ο αέρας και γεμίζει ο τόπος, ούτε να μαζεύονται σκατόμυγες, εκεί που ο διπλανός τρώει καρπούζι.

Φευ, οι σημερινοί ελευθεροκαμπινίστες, λόγω της τρέχουσας αποσπασματοποίησης των εννοιών, αδυνατούν να κατανοήσουν το εύρος του «χόμπι» των, εντός του κινήματος της ελεύθερης κατασκήνωσης, που συνεπάγεται ένα ελευθεριακό πλέγμα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων προς τους άλλους.

Έτσι, ενώ το ελεύθερο κάμπινγκ είναι μια συλλογική δράση, όπως και το ισπανικό botellon (βλ. σχετική παράγραφο σε λήμμα γιουσουρούμ), τα μαλακισμένα νεοελληνάκια εμφορούμενα μάλλον από σταρχιδίστικη τζαμπατζοσύνη κι όχι από διάθεση κουλαρίσματος στη φύση, στήνουν τη σκηνή τους όπου λάχει και χέζουν ομοίως, αποφεύγουν ακόμα και την καλημέρα με τους γύρω τους, παραμένοντας περιχαρακωμένα στις σαββατοπαρέες τους, βάζουν τσίτα ηλεκτρονική μουσική μέσα στη σιγαλιά ή ακόμα χειρότερα πατάνε κάτι αγριοφωνάρες με ξεκούρδιστες κιθάρες στερούμενα παντελώς οιασδήποτε μορφής μουσικής (ή άλλης) παιδείας, ανάβουν χαζο-bonfires μέσα σε πευκοδάση, παίζουνε τουμπελέκια και λατέρνατιβ παιχνίδια (ντιαμπολό-πύρινες αλυσίδες κλπ) μες στον κόσμο, στριφογυρνάνε αγκίστρια κι όποιον πάρει ο Χάρος και εσχάτως μου κουβαλήσανε και μικρά σκάφη, με τα οποία διαγράφουν γκαζώνοντας εσωτερικά ημικύκλια (δηλ. από την πλευρά των λουομένων κι όχι εξωτερικά προς τα βαθιά), θερίζοντας κεφάλια και σώματα.

Έτσι, σ’ έναν ελεύθερο χώρο μπορεί κανείς να βρει τόσες χεσοκαβάντζες όσες και οι λουόμενοι και δη με τσαπατσούλικα μισοθαμμένα κόπρανα-κωλόχαρτα-σκουπίδια, στα οποία ενδεχομένως να στήσει τη σκηνή του ή την πετσέτα του απρόσεκτος τις.

Τα τελευταία χρόνια δε, ιδίως στην Χαλκιδική, παρατηρείται το φαινόμενο της καβαντζοπουστιάς υπό την μορφή κατάληψης των «φιλέτων» της παραλίας (π.χ. καβουρότρυπες σε βράχο, τα λιγοστά δέντρα για σκιά κλπ), από πουσουκουτζήδες που στήνουν την σκηνή τους χωρίς να μένουν εκεί, αφού πιάνουν «πόρτα για το χειμώνα» (δηλαδή όταν τους τη δώσει κάνα σαββατοκύριακο να κατέβουν απ’ τη Σαλονίκη), συνεπείς ως προς τις παραδόσεις των πατέρων τους, που έχτιζαν πάνω στο κύμα, αποκλείοντας την πρόσβαση των άλλων.

Τέτοιες πρακτικές βέβαια είναι ιδιαίτερα επισφαλείς, αφού ο παρμένος κατασκηνωτής, που δεν θα’ χει πού να στήσει, θα χρησιμοποιήσει την ήδη στημένη του καβαντζόπουστα (στην καλύτερη) ή (στην χειρότερη) θα την σκίσει και θα κάνει την πάπια

Πολύς κόσμος δεν έχει, ούτε και γουστάρει να τα χώσει στα χουντοπριμοδοτημένα και πανάκριβα ξενοδοχεία (οι ιδιοκτήτες των οποίων είτε καλούν τους μπάτσους αφού «κόπτονται» για το περιβάλλον που οι ίδιοι γάμησαν προ 30ετίας, είτε «παίρνουν το Νόμο στα χέρια τους» = στέλνουν μπράβους που σπάνε σκηνές), ούτε και στα ιδιωτικά τρισάθλια και επίσης πανάκριβα κάμπινγκ. Μαγκιά του.

Η επιλογή όμως της ελεύθερης κατασκήνωσης υπάγεται αναγκαστικά στην κοινοβιακή κουλτούρα και άρα η έλλειψη συλλογικής αυτο-οργάνωσης και αλληλοσυνεννόησης βάζει και την ταφόπλακά της. Άσε που «όποιος βγαίνει έξω απ’ το μαντρί, τον τρώει ο λύκος», που έλεγε κι ο Αβέρ-off.

Πράγματι, το ελληνικό Κράτος διώκει την ελεύθερη κατασκήνωση, με το άρθρο 10 § 2 Ν. 392/1976, όπως συμπληρώθηκε με άρθρο μόνο Ν. 779/1978, όπως τροποποιήθηκε με άρθρο 4 § 12 Ν. 2160/1993 και 2741/1999 και σε βαρύτερες περιπτώσεις καταστροφής του φυσικού πλούτου (σκουπίδια-μόλυνση κλπ) με Ν. 743/1977, Ν. 998/1979 και Ν. 1650/1986 κλπ, διότι υποτίθεται ότι οι κατασκηνωτές είναι υπεύθυνοι για τις πυρκαγιές στα δάση και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος (αν και από τις εισηγητικές εκθέσεις μαντεύεται η πρόθεση περιορισμού της μετακίνησης των τσιγγάνων).

Δεν μπορώ να διαφωνήσω. Μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά.

- Λοιπόν, θα στήσουμε εδώ κάτω απ’ τον πεύκο, να’ χουμε και σκιά το πρωί.
- Ρε μαλάκες! Τι ζέχνει έτσι;
- Ωχ! Σαν πολλές μύγες βλέπω…
- Φτου, ρε πούστη! Σε χεσοκαβάντζα πέσαμε, γαμώ την τρέλα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιττεύει, υποθέτω, να αναφέρω ότι τοιαύτη αναφορά ουδόλως αναφέρεται στην αρχαιοελληνική φράση!

Λόγω της καταπληκτικής ομοιότητος τοιαύτης φράσης μετά του γνωστού «φαρμάκου» Cialis (εξού και αι φράσεις, προϊόντα εξαιρετικής εμπνεύσεως: 1. «Θα πάρω Cialis συν τοις άλλοις!», 2. «Πάρε Levitra και στο κρεβάτι θα παίζεις πλήκτρα!») πολλοί μαχηταί του οριζοντίου πεδίου μάχης αναφέρονται εις το... μυστικόν τους όπλο το οποίο τους επιτρέπει διεξαγωγήν μάχης μέχρις εσχάτων, μέχρι της τελευταίας ρανίδος του σπέρμ... εεε αίματός τους, εννοώ! Οποίαι επικαί μάχαι έχουν δωθεί δια την κατάκτησιν της πολυπόθητης Λιλιανίας τε και της Λαουρολάνδης!

Επαρασύρθην πάλι... Λοιπόν, η φράση αποτελούσε εσωτερικόν αστειισμόν παρεών τοιαύτων μαχητών ανεξαρτήτου ηλικίας, ήτοι insider joke.

Η αρχαία ελληνική δεν στερείται λήμματων κύριοι αλλά και τούμπαλιν, και ημείς τροφοδοτούμεθα από την αρχαίαν ελληνικήν!

Φιφακλίων: «Άφεσον φίλτατοι (σνιφ, κλαψ), η έκβαση της Λιλιανικής εκστρατείας εχτές ήτο καταστροφικη λέγω! Έπεσα εις το πεδίον της τιμής! Μπουχουχουου!»
Καυλαγόρας: «Μα διατί μάχεσαι άνευ συμμάχου; Αφού δύνασαι να πολεμήσεις... συυυυν τοις άλλοις! (κλείσιμο ματιού)»
Φιφακλίων: «Α μάλιστα! Καιαι... προελαύνεις στο πεδίον της μάχης όταν μάχεσαι... σύν τοις άλλοις;»
Ηφαιστίων: «Και νικάς κατά κράτος λέγω! ΕΝ ΤΟΥΤΟ ΝΙΚΑ! (Βγάζει κουτί Cialis και το παραδίδει στον Φιφακλίων»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάληξη σε επιθετικούς προσδιορισμούς ή «χαϊδευτικές» παραφράσεις ονομάτων που χρησιμοποιούνται ως φιλικές, προς οικείους προσφωνήσεις. Συνήθως, αντικαθιστούν τα εις -άκος ληγόμενα. Μόνον εις τα αρσενικά.

«Τι νέα, φιλαρ-άγκουα»;

(από electron, 08/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακούστηκε δια στόματος αρχηγού ανταρτών του ΕΛ.ΑΣ., εκ Καρδίτσης ορμωμένου, κατά την αναζήτηση της σορού γενναίου συντρόφου, του Μάκη, κάπου στα διάσελα των Αγράφων, στα σύνορα Ευρυτανίας - Καρδίτσης. Σε πλήρη γραφή εις την δημοτικήν: «Π' έπ'ση ι Μαξ;». Στην δε σύγχρονον Αττικήν: «Πού έπεσε ο Μάκης, (να ούμε);»

«Π' έπ'ση ι Μαξ;»

Got a better definition? Add it!

Published

Περί βίτσ(ι)ου και βίτσας:

«Στο καινούριο κατωγάκι θε να πέσει ματσουκάκι» (δημώδες).

Είναι μια νεοεισαχθείσα εν Ελλάδι αμαρτία – κακή συνήθεια (= vizio βλ. σχόλια σε λήμμα αυταρχικό), βαρυτέρα και αυτής της προσφιλούς ανασκαφής ρινός.

Ήτοι, πληρώνει ο φιλήδονος πελάτης την ιερόδουλον, ίνα αύτη υποκριθή την dominatrix (αφέντρα) ειδικών προς τούτο ιμπλεμέντων, χρησαμένη (δερμάτινες φόρμες, μαστίγια, κελεψέδες, σοπάκια, μαχαίρια-μπεγλέρια και δε συμμαζεύεται). Συνήθως τον καθηλώνει και αναλαμβάνει πάσαν πρωτοβουλίαν. Κατόπιν τον βαράει κι αυτός ευφραίνεται.
Αυτό ειν’ όλο.

Να μην συγχέεται με την παντούφλα που τρώγει κανένα έγγαμο κακαντράκι από την τρίφυλλη ντουλάπα-συμβίαν του, διότι αμφισβητείται αν ούτος το απολαμβάνει (συνήθως άνοιξε ο τάλας μαγαζάκι με την προίκα της και τον έχει σήκω-κάτσε)!

Δεδομένου ότι πρόκειται για το κατ’ εξοχήν vice anglais (το άλλο είναι ο παρενδυτικός ανδρογυνισμός), ας αποκοτήσωμεν ερμηνείαν τινά, μετά φόβου Αλλάχ και πίστεως:

Οι Εγγλέζοι και οι αυτούς πιθηκίζοντες παρελκόμενοι Αμερικανοί (ιδίως εν Βοστώνη και πέριξ), συνήθιζαν άχρι πρότινος την σωματικήν τιμωρίαν (corporal punishment – ή επί το βικτωριανώς ηθικώτερον chastising) εις τα αριστοκρατικά σχολεία και κολλέγια, ώστε να επιτύχωσιν την τελείαν υποταγήν – πειθαρχίαν των φοιτούντων προς τους διδασκάλους των (βλ. εποικοδομητικήν κωλοχτύπα εις ταινίαν «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών»).
Άρχεσθαι μαθών, άρχειν επιστήσει σου λέει...

Δεν είναι τυχαίον, ότι μόνον εις τα πολυτελή εκπαιδευτήρια (τουλάχιστον της Αλβιόνος) επετρέπετο το ξυλοφόρτωμα ταις ευλογίαις των γονέων και κηδεμόνων, ενώ εις τα δημόσια σχολεία απηγορεύθη προ αιώνος δίκην προόδου (άσε μη μας πελεκήσει κανας αρκουδόμαγκας φάδερ).

Βεβαίως, αν αναλογισθή τις τους αυτοφραγγελιαζομένους καλογήρους του Μεσαίωνος, αλλά και κάτι ζουρλούς εν Άπω Ανατολή μιμουμένους το μαρτύριον του Κυρίου (πού το είδαν;), η υποτιθεμένη σωματική τιμωρία δεν στερείται ποιας τινός ηδονικότητος.

Τώρα, εις την ζωηράν συζήτησιν μέχρι ποίου αποδεκτού νοητού σημείου αφικνείται η συναίνεσις του θύματος, καινάς απόψεις εκόμισεν ο γνωστός unilateraliste Μαρκήσιος.

Ειδικώτερα, το caning (μπαστούνισμα) δεν χαροποιεί άπαντας τους δέκτας του. Χαρακτηριστικόν είναι το ανέκδοτον με το Ναστραδίν Χότζα:

[I]Ο Χότζας, παρότι ιερωμένος ήτο τζόρας και κρασοπατέρας. Κάποτε συνελήφθη επ’ αυτοφώρω εις καπηλείον και ωδηγήθη εις το μπουντρούμι, όπου τον ανέμενεν η τιμωρία, διά 40 ραβδισμών (μπορεί και να πέθαινες)...
Ο υπερήλιξ Χότζας ανεύρε τον δήμιόν του και του επάσαρεν 40 λίρας ίνα τον κτυπήση ελαφρώς αλλά μετά προσποιητής σφοδρότητος, άλλως δεν θα την έβγαζεν καθαρά. Μετρά λοιπόν τον παρά «μπιρ-ικι...» (ένα-δυο...) κλπ και φθάσας εις την τεσσαρακοστήν λίραν την εκοπάνησεν (ντάν!) εις την χείραν του δημίου. Απορήσαντος δε του τελευταίου, απήντησεν «για να καταλάβεις τί παίρνεις τζάνουμ»!
Τηρών τα συμπεφωνηθέντα, ο δήμιος έβαζεν δήθεν ζόρι εις τα -ελαφρά ώσπερ πούπουλον- κτυπήματα, ο δε Χότζας εψεύδετο βογγολογών. Την τεσσαρακοστή ξυλιά όμως, κατέφερεν ο δήμιος μεθ’ υπερβάλλοντος ζήλου επί της γηραλέας σπάλας του Χότζα, όστις εβέλαξεν από το άλγος.
Κατόπιν, ο Χότζας επετίμησεν δριμύως τον δήμιον, ερωτών περί της σκοπιμότητος της εσχάτης ξυλιάς και αναζητών την επιστροφήν του παρά του, αφού ο δήμιος δεν ετήρησεν την σύμβασιν. Ο δήμιος εξήγησεν «για να καταλάβεις τί γλίτωσες τζάνουμ»![/I]

Ο Charles J.H. Dickens, περιγράφει τα βικτωριανά σχολεία με ζοφερά χρώματα στο Nicholas Nickleby. Ο καψερός ο Smike έτρωγε καθημερινώς «παρά μια τεσσαράκοντα»... Όλως προσφάτως (1970’ς), μήτηρ Αγγλίς προσέφυγεν εις το Ευρωπαϊκόν Δικαστήριον Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ότε επληροφορήθη ότι ο κανακάρης της εμάζεψεν καμπόσες εις το ιδιωτικόν σχολείον όπου αύτη έσκαγε το παραδάκι αβέρτα και ντάγκα της «για να γίνει άνθρωπος» και, κατόπιν των καθοριστικών αποφάσεων Tyrer v. UK (1978) 2 EHRR 1, Costello-Roberts v. UK (1995) 19 EHRR και A v. UK (1999) 27 EHRR 611, η μπάτσα κατηργήθη οριστικώς απανταχού εις την επικρατείαν των Νήσων.
Βλέπω μετά λύπης τας αφέντρας της Αλβιόνος να βγαίνουν στη ζητιανιά...

Η πειθαρχία (εν προκειμένω δια ροπάλου) είναι ίδιον των ανθρώπων και εθνών εξουσίας και μανθάνεται συστηματικώς εξ απαλών ονύχων και διαφέρει από το random καταχέρισμα των παιδιών και καπάκι συγχώρεση – κακομάθημα (δηλ. «να σε κάψω Γιάννη να σ’ αλείψω μέλι»). Ωστόσο, διαφωνώ κάθετα και με τα δυο.

Περί του πλέγματος σωματικός πόνος – καθυπόταξη – μύηση κλπ, ας λάβη τον κόπον ο αναγνώστης να τσεκάρη το λήμμα η παρθενιά της γυναίκας είναι από κώλο.

Εν Τουρκία, ενώ τα παιδόπουλα έχουν τη φάπα για προσφάι, το στυλιάρι δεν συνηθίζεται εις τα χαμαιτυπεία, αφού επεμβαίνει δυναμικά το Μπαϊράμι βάις που δεν επιτρέπει τέτοιες ξετσιπωσές.

Εν Ελλάδι καίτοι υφίσταται προηγούμενον του πατροπαράδοτου κατακεφαλιάσματος (έως και υποβολής εις το μαρτύριον του φάλαγγος παλαιότερα!) της μαθητιώσας νεολαίας (βλ. πατέρα παραδόντα τσόγλανον προς δάσκαλον: «Το κρέας δικό σου – τα κόκκαλα δικά μου» καθώς και της μεταμοντεσσοριανής σφαλιάρας «για να μάθεις!» κλπ), διατηρώ την εντύπωσιν ότι ελαχίστους θιασώτας του fem(-inine) dom(-ination) δύναται να εύρει τις εις την ημεδαπήν.

Η φυσική σειρά των συναισθημάτων επιτάσσει πρώτα να έρχεται ο πόνος και ύστερα η ηδονή. Ας μοι επιτραπεί ωστόσο, να συμπληρώσω ότι ακολουθεί η μελαγχολία. Οι νεοέλληνες, ουδέποτε εδιδάχθησαν την πειθαρχία και αποφεύγουν τον πόνο...

(Αφιερούται τω Οπτώ ανδρί).

- Ρε συ, τί λέει παίρνουμε τηλεφωνάκι να’ ρθει κανά γκομενάκι να γουστάρουμε;
- Μέσα! Για διάβαζε αγγελία!
- Μμμμ... αβάδιστα, αβασάνιστα, αυταρχικό...
- Τί είναι τούτο ρε;
- Καλά ρε πού ζεις; Να, αυτές που κάνουνε την αφέντρα. Βάζουνε στολές και μετά σε δέρνουνε με το μαστίγιο και τέτοια...
- Τί λε ρε φίλο; Να πληρώσω και να με βαράει η γκόμενα; Δηλαδή τί θα γίνει αν δεν πληρώσεις καθόλου;
- Τότε σε βαράει ο τζες της...
- Να μένει το βύσσινο! Πιπούλα κι άγιος ο Θεός! Για ψάξε στο «πι»...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φοβερή εξελληνισμένη σύντηξη-συνήχηση της γνωστής αμερικάνικης λαϊκής ύβρεως «motherfucker», ενώ συγχρόνως συμπεριλαμβάνεται γραφικότατα ο ελληνοπρεπέστατος και διεθνούς εμβέλειας όρος-χαρακτηρισμός «μαλάκας».

Η έκφραση «πατάει» σε διαφορετικό εννοιολογικό επίπεδο, ανάλογα με την μητρική γλώσσα εκείνου στον οποίον απευθύνεται.

- Καλά ρε συ, μ' αυτά που λες και κάνεις, είσαι ή δεν είσαι μαλαφάκας!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση από την σλανγκοηρωική δεκαετία των έιτιζ, μπορεί να σημαίνει πολλά διαφορετικά πράγματα, όπως τα παρακάτω:

  1. Πιο κυριολεκτικά το είδος Techno-country, όπως αναπτύχθηκε από συγκροτήματα, καθώς οι Rednex. (Σ.ς.: Αξιοσημείωτο ότι η βλαχοντίσκο ανθεί στην Βαλτική).

  2. Κομμάτια-ποστίλες που συνδυάζουν ετεροκλήτως ρυθμούς της Εσπερίας, λ.χ. ραπ, με ρυθμούς της καθ' ημάς Εώας, λ.χ. μπουζουκάκι, τσιφτετελάκι κ.ο.κ.

  3. Συναφώς, η συνήθεια κέντρων να εναλλάσσουν ξενόφερτο ντάμπα ντούμπα με ελληνάδικη μουσική, συνήθως από κάποια προκεχωρημένη ώρα και πέρα.

  4. Η πλειοψηφία των τραγουδιών που παίζονται στην γιουροβύζιον συνδυάζοντας και καλούα παγκοσμιοποιημένη μονοτροπία με πολιτισμική ιδιαιτερότητα.

Εν κατακαυλείδι, τόσο ο όρος βλάχος όσο και ο όρος ντίσκο εννοούνται στην ευρύτατη δυνατή έννοια, σημαίνοντας ο μεν βλάχος τον τοπικισμό, η δε ντίσκο, κάποιο ξενόφερτο ή παγκοσμιοποιημένο άκουσμα. Συνεκδοχικά, η έκφραση περιγράφει και αντίστοιχη ετερόκλητη συμπεριφορά. Σύγκρινε με το βαλκανικό Turbofolk.

Ασίστ: Αυτό το βρήκα μόνος μου.

  1. Από το insomnia.gr:

Την εποχή εκείνη άρχισαν την μόδα με techno-country ('βλαχοντίσκο' με άλλα λόγια) οι Rednex κι ακολούθησαν κι άλλοι.

  1. Σπεκάτο παπαραλήρημα από δώθε:

Μπουζούκια, τραπέζια στην πίστα, κουστουμάκια με ρίγες, ζευγάρια βυζιών που φτάνουν σε οργασμό όταν ο σαλιάρης αοιδός στην πίστα αναφέρεται σε τραβεστί αγάπες με οδυνηρούς χωρισμούς και γελοίες υποσχέσεις ενώ το παίζει πληγωμένος, την ίδια στιγμή που σολάρει το μπουζούκι σε ρυθμούς βλαχοντίσκο με επιρροές απο Satriani. Και εκεί που εξελίσσεται αυτός ο πολλαπλός οργασμός του εκάστοτε σκυλιού και το δήθεν ύφος του εκάστοτε αοιδού, αρχίζει ο άσκοπος εκσφενδονισμός ακοτσάνιαστων, νεκροταφειακών ανθών, τύπου γαριφάλου.Και μέσα σε μια ατμόσφαιρα πλυμμηρισμένη από έναν ορυμαγδό γαριφάλων, αναδύεται ένα ζευγάρι βυζιών το οποίο μαγνητίζει την αντιληψή σου και σε ωθεί να το αποδέχεσαι ως υπαρκτή αυτόνομη προσωπικότητα...

  1. Από γουορντπρέσι:
    Και μούτρα! Μούτρα γιατί το ξενοδοχείο δεν ήταν σαν το σπίτι μας. Μούτρα γιατί το μπαρ έπαιζε βλαχοντίσκο, μούτρα γιατί σερβίρουν το ουϊσκυ σε ψηλό ποτήρι.

  2. α) Παπαουρολογία για τη γιουροβύζιον:

Ξεχάσαμε το Χατζηδάκη και το Θεοδωράκη … και πιάσαμε τη πιο κιτς βλαχοντίσκο. Όλοι οι άνθρωποι που άλλαξαν τα δεδομένα της Ελληνικής δισκογραφίας και έπνιξαν τα ποιοτικά ρεύματα έτσι ώστε να προβληθούν ακούσματα πιο δυτικά … και πιο μοντέρνα ..ευθύνονται για την σημερινή κατάντια της δισκογραφίας.

β) Από το mad forumΝα ποιοι κερδίζουν στη γιουροβίζιον!
-σκυλομούρες ξυπόλητες τουρκάλες τουρκάλες που βγάζουν βάρβαρες ιαχές
-βλαχοβάρβαρες ουκρανέζες ντυμένες με δερμάτινα κουρέλια και αρκουδοτόμαρα που βγάζουν άναρθρες κραυγές και κρατάνε κέρατα και ρόπαλα
-τρανσέξουαλ απο το ισραήλ
-υπέρβαροι μεσήλικες εσθονοί με βλαχοντίσκο τραγούδια.

Got a better definition? Add it!

Published