Ανήκει στο ιδίωμα της πολυσυντροφικότητας και είναι το μέλος μιας πολυσυντροφικής σχέσης με το οποίο δεν κάνεις σεξ, αλλά κάνει σεξ ο/η σύντροφός σου. Αποδίδεται στα ελληνικά ως μετασύντροφος.

Το μεταμούρ μου είναι μαέστρος κλασικής μουσικής και μου στέλνει συχνά Μπαχ στο ίνμποξ.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ψιλοδοκίμως για να χαρακτηρίσει ένα ινστιτούτο όπου προσφέρεται μασάζ. Είναι, όμως, και ένας από τους σημαντικούς όρους του μπουρδελικού ιδιώματος για να δηλώσει το "μασατζίδικο" (wink wink nudge nudge), δηλαδή το ευαγές ίδρυμα που υπό το πρόσχημα ή την αφορμή του μασάζ προσφέρει εντέλει υπηρεσίες φραπενείου, τσιμπουκάδικου ή και μπριζολάδικου. Πρόκειται για τα λεγόμενα "μασατζίδικα που γαμάς" (ή έστω "μασατζίδικα που φραπάς"), γνωστά και ως λαδάδικα ή λαδομάγαζα.

  1. Happy endings υπάρχουν μόνο στα μασατζίδικα. (Από το Twitter).
  2. ΑΡΧΙΜΠΡΑΒΟΣ- ΠΡΟΑΓΩΓΟΣ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ ΜΑΦΙΑΣ- ΣΚΛΗΡΟΣ ΝΤΙΛΕΡ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΜΕ “ΑΙΣΘΗΜΑ” ΣΕ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΜΑΣΑΤΖΙΔΙΚΟ ΚΑΙ ΤΑΤΟΥ ΤΟΥ ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ Ο ΜΑΝΙΑΚΟΣ 35ΧΡΟΝΟΣ ΠΟΥ ΜΑΚΕΛΕΨΕ 15 ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ. (Μακελειό).
  3. Για ξεκώλιασμα δεν ξέρω... Το κωλοδάχτυλο από μουνάρες σε συνδυασμό με πίπα όμως είναι ωραίο. Μου αρέσει να μου γλύφει τα αρχίδια και τον πούτσο και να έχει ΕΝΑ δαχτυλάκι στον κώλο μου απαλά. Το κάνουν και κάποιες μασατζούδες σε μασατζίδικα που γαμάς και μου αρέσει πολύ. (Από το Greek Foot).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία -ίλα, γαλλικής προέλευσης ετούτη, από το ντεμοντέ = ξεπερασμένο, πασέ, περσινά ξινά σταφύλια ένα πράμα. Προσοχή μόνο στους αναγραμματισμούς, γιατί η ντεμοντίλα, αν και γριέντζω μπορεί ακόμα και ψημένους στην αριστερή ιστορικοπολιτικοκοινωνικο- θεωρητικοακτιβιστοσυνδικλπ ορολογία να τους ψαρώσει τόσο που να ψάχνονται στα όρια της προσωπικής νίλας.

  1. - Ελα μου ντε;; Ποιοι είναι άραγε οι αντιιμπεριαλιστικοί στόχοι πάλης; Μηπως το "Εμπρός λαε εξω από την ΕΕ"; Μπας και είναι το "Εξω οι στρατιωτικές βάσεις και το ΝΑΤΟ"; Α πα πα τετοια ντομεντίλα.
    - έσπασα το κεφάλι μου να καταλάβω τι είναι το "ντομεντίλα"! Είπα και 'γω τόσα χρόνια στο κομμουνιστικό κίνημα μου ξέφυγε όρος; Τελικά μήπως εννοείς "ντεμοντίλα" από το ντεμοντέ;
    - ντομεντίλα έγραψα;; καλά κατάλαβες - ντεμοντίλα! εδώ

  2. Τι ντεμοντιλα θεε μου!!! Τι μας τα δειχνετε βρε παιδια; Ειλικρινα υπαρχει καποιος που να τον νοιαζει;;! αλλού στο νέτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαρδόν στα μάγκικα σημαίνει «παρντόν», δηλαδή συγνώμη.

Συνηθίζεται η έκφραση: «με το μπαρδόν».

Να σε ρωτήσω κάτι, με το μπαρδόν δηλαδή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από την γνωστή τιράντα (ενδυματολογικό), ή από κάτι τ. έλασμα (μηχανολογικό), τιράντα μάλλον σημαίνει και:

- μακροσκελής μονόλογος, κατεβατό, ή όπως θα λέγαμε στην ιντερνετική: οθονιά, σεντόνι.

Κάτι που τραβάει (σε μάκρος δηλαδή), από το γαλλ. tirade, μετοχή του tirer = τραβάω. Η ερμηνεία που μας ενδιαφέρει περισσότερο απ' όλες είναι μάλλον η παρακάτω, βγαλμένη από την θεατρική ζαργκόν: «μακροσκελής ακολουθία προτάσεων ή στίχων, εκφερόμενη από έναν χαρακτήρα που δεν διακόπτεται από κάποιον συνομιλητή του» (Longue suite de phrases ou de vers débitée par un personnage sans qu'il soit interrompu par un de ses interlocuteurs).

Στα ελληνικά λεξικά που διαθέτω δεν βρήκα αυτή τη σημασία, παρόλ' αυτά η λέξη απαντάται αρκετές φορές στον Άρη Αλεξάνδρου (σε μετάφρασή του, απ' όπου και τα παραδείγματα).

Μερσώ τους Σάραντ και Κχαν που μου επεσήμαναν κάποια λαθάκια στον ορισμό κι έτσι έψαξα καλύτερα...

  1. Ο Ιβάν τελείωσε τη μακριά τιράντα του με μια παράξενη και απροσδόκητη συγκίνηση.

  2. Ο Αλιόσα σταμάτησε γιατί του κόπηκε η ανάσα. Ο Ρακίτιν, παρ' όλο τον θυμό του, κοίταξε απορημένος. Ποτέ δεν το περίμενε πως ο ήρεμος Αλιόσα θα 'βγαζε μια τέτοια τιράντα. (Ντοστογιέφσκι, «Αδελφοί Καραμάζοβ», μτφ. Άρη Αλεξάνδρου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μενού (γαλλ. menu) ως γνωστόν αφορά τον κατάλογο των εδεσμάτων που σερβίρονται σε ένα εστιατόριο.

Σήμερα όμως χρησιμοποιείται για τα περιεχόμενα ενός δωδ, ενός σάη κττ.

Επίσης, στον καθημερινό λόγο το λέμε χαριτολογώντας ή ειρωνικά για οτιδήποτε περιλαμβάνει μια οποιαδήποτε εκδήλωση / κατάσταση.

Βλ. και πούτσα το μενού.

  1. Γειά σας. Θέλω να δημιουργήσω ενα μενού στο site με την εξής μορφή: Ενότητα,Κατηγορία,Υποκατηγορία1,Υποκατηγορία2 κλπ,Αντικείμενα. (π.χ. Φορείς του Τόπου μας,Αθλητικοί Σύλλογοι,Σύλλογος1,Σύλλογος2 ...,Αντικείμενα δραστηριότητας των συλλόγων.... Προσπαθώ να βρώ στην διαχείρηση αλλά δεν βρίσκω τον τρόπο.Αν μπορεί να βοηθήσει κάποιος! Ευχαριστώ.

  2. Θέλω να βάλω στο grub των clients, την επιλογή Netboot πρώτη, αλλά δεν έχω καταλάβει που βρίσκεται το μενού του grub. (από το νέτι αμφότερα)

  3. - Πάμε στο μπαράκι όπου δουλεύει η Στέλλα; έχουν ζωντανή μουσική.
    - Και τι έχει το μενού;
    - Διάφορους πιτσιρικάδες από το schoolwave.

  4. - Άκουσες τις ειδήσεις;
    - Όχι, τι είχε το μενού;
    - Σεισμούς, λιμούς και καταποντισμούς, κανα φόνο, οικονομία κλασικά, αλλά το σπουδαιότερο: τον γάμο της χρονιάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντιγράφω κατά λέξη από τη Λεξιλογία, επειδή α. εμείς δεν το έχουμε, β. η Λεξιλογία δεν δίνει παραδείγματα βγαλμένα από το νέτι:

το παλμαρέ, το παλμαρές = record of achievements, list of achievements, palmarès

παλμαρέ (το) {άκλ.} κατάλογος νικητών ή επιτυχιών σε αγώνα, διαγωνισμό κ.λπ.: «στο μπάσκετ, το παλμαρέ τού Άρη είναι μοναδικό» (εφημ.). [ΕΤΥΜ. < γαλλ. palmarès < λατ. palmaris «αυτός που αξίζει να λάβει τον κλάδο τού φοίνικος (ως σύμβολο νίκης)» < palma «παλάμη - φοίνικας (μτφ. βραβείο, έπαθλο)»]. (ΛΝΕΓ)

Στα γαλλικά είναι και ο κατάλογος των βραβευμένων, ο κατάλογος των νικητών — και η λέξη που συστήνεται να χρησιμοποιούν για το hit parade. Στα ελληνικά είναι συνήθως αυτό που λέμε «ενεργητικό», π.χ. πρόσθεσε άλλη μια νίκη / άλλον έναν τίτλο στο παλμαρέ του > to his record, to his credit, under his belt.

Ελάχιστοι (260:32.000, Altavista) λένε «το παλμαρές» επειδή η γαλλική λέξη προφέρεται με τελικό σίγμα. Αλλά επειδή είναι μετρημένα στα δάχτυλα τα ουδέτερα σε –ές (το εξπρές, το ντεπιές, το προτσές και κάποια ουσιαστικοποιημένα επίθετα: το λυκαυγές, το πρανές, το βεληνεκές), οι περισσότεροι χρησιμοποιούν τη λέξη σαν όλες τις καλές γαλλικές λέξεις σε –έ, από το βεσέ και το γκισέ ως το τουπέ και το φουαγέ.

  1. Ο Θοδωρής Χατζηθεοδώρου ετοιμάζεται να προσθέσει σήμερα στο παλμαρέ του τον 28ο τίτλο της καριέρας του.

  2. Νέες κορυφές θα κατακτήσει τα επόμενα χρόνια ο Νίκος Μαγκίτσης, ο Βολιώτης ορειβάτης, που έχει στο παλμαρέ του αναβάσεις στα πιο ψηλά βουνά του πλανήτη.

  3. Εμπνευστές και δημιουργοί της ελλαδικής εταιρείας νανοτεχνολογίας, NanoPhos AE, οι Ιωάννης Αραμπατζής και Βασίλης Θεοχαράκης, βραβεύτηκαν τον Ιανουάριο του 2008 από τον ίδιο τον πρόεδρο της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς, για την καινοτομία των προϊόντων τους, αποσπώντας το 1ο βραβείο καινοτομίας στην έκθεση 100% Detail, του Λονδίνου. Στο παλμαρέ των διακρίσεών τους συναντάμε τις βραβεύσεις στη World Expo 2010 της Σανγκάης και στη Διεθνή Έκθεση Οικοδομικών Υλικών BIG5, του Ντουμπάι…

-όλα από το δίχτυ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ουσιώδεις πληροφορίες, το παρασκήνιο ή τα κουτσομπολιά που εντοπίζονται κάτω από την επιφάνεια μιας γενικότερης πληροφορίας, κάτω δηλαδή από αυτό που εμφανίζεται επισήμως.

Κάποιοι το χρησιμοποιούν με την έννοια του μειονεκτήματος. Τραβηγμένο (ή από λάθος), αλλά θα κόλλαγε, εφόσον κάτι μη εμφανές και παρασκηνιακό είναι και βρώμικο ή προβληματικό (έλα, σας έκανα και ρίμα).

Από το γαλλικό dessous (από κάτω) και όχι από το dessus (της επιφανείας), αλλά επειδή και τα 2 προφέρονται στα ελληνικά «ντεσού», γίνεται γαμώ τα ρδεμπέματα, βλ. τελευταίο παράδειγμα, αρ. 6.

  1. - Τα έμαθες; Η Μιμίκος και η Μαίρη παντρεύονται.
    - Πώς; Αφού μισιούνταν!
    - Εμ, έπεσε έρωτας.
    - Δε μπορεί, πρέπει να μάθουμε τα ντεσού της ιστορίας. Κάτι παίζει εκεί.

  2. Τα «ντεσού» μιας αύξησης μετοχικού κεφαλαίου
    Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΠΑΕ Παναθηναϊκός για να κλείσει η ταμειακή τρύπα είναι κάτι που αναμενόταν και είναι εντελώς ανεξάρτητο της διάθεσης συμμετοχής του καθενός εκ των μετόχων. Γεννά, όμως, μια σειρά ερωτημάτων στα οποία απαντά ο Δημήτρης Κριτής. Ο Γιώργος Τριανταφυλλίδης έχει το ρεπορτάζ από το ΔΣ.

  3. Τα ντεσού ενός προξενιού
    Από τη στιγμή που ο Γ. Παπανδρέου ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του Φ. Κουβέλη για συνεργασία στο Δήμο της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης στα πρόσωπα του Γ. Καμίνη και του Γ. Μπουτάρη, ξεκίνησαν τα σενάρια για το μέλλον των σχέσεων ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στη Δημοκρατική Αριστερά.

  4. Το ντεσού από το δείπνο με τον Μαρινάκη
    Το βράδυ της Δευτέρας (17/1), ο Βαγγέλης Μαρινάκης παρέθεσε δείπνο στους δημοσιογράφους -ρεπόρτερ- του Ολυμπιακού και κατέθεσε τις σκέψεις του για την ομάδα του Ολυμπιακού, τις μεταγραφές, τον Μιραλάς, τον Βαλβέρδε, αλλά και για τον Πατέρα.

  5. Τα <<ντεσού>> από το show της Βίσση στον Alpha

  6. διάλογος στο νέτι:
    Έχω έναν φίλο.Κέρδισε 100.000 ευρώ σε ένα παιχνίδι.Δεν το ξέρει κανένας παρά δυο-τρεις.Ένας κολλητός του εγώ κι άλλος ένας(;).Μου είπε ότι άλλαξε η ζωή του.Τον έκοψα όχι απλά χαρούμενο αλλά αποφασισμένο.Τρέχει και δεν φτάνει.Είχε και χρέη και τώρα φαντάζει ανακουφισμένος.Το μόνο ντεσού είναι ότι αρχίζει να αναθεωρεί την σχέση του.
    ...
    γνωρίζονται μεταξύ τους; να τους γνωρίσετε. το μόνο ντεσού είναι ότι θα αρχίσουν να αναθεωρούν την σχέση με τα λεφτά.
    τι είναι το ντεσού;
    ...
    Ντεσού:στα γαλλικά de choux=κατάγεται απ΄τα λάχανα=ελληνική ερμηνεία:σιγά τα λάχανα. (Σς: εδώ ελπίζουμε ότι κάνει Βρασταμάνειο πλάκα. Γιατί αφού ξέρει πώς λέγεται το λάχανο στα γαλλικά, ε, θα ξέρει και το σωστό)
    ...
    Εγώ ήξερα ότι το ντεσού είναι μειονέκτημα.
    ....
    Με αναγκάζετε να γίνω πάλι σπαστικός!
    Τα ντεσού(γαλλικά dessus)είναι τα από κάτω,τα κρυφά.Δεν είναι οπωσδήποτε μειονεκτήματα.Τα ντεσού μιας υπόθεσης πχ δεν είναι τα μειονεκτήματά της αλλά τα κρυφά της στοιχεία.Μάλιστα όπως το προφέρουμε στα ελληνικά σημαίνει ακριβώς το αντίθετο(dessous=τα από πάνω,τα φανερά).
    (Σς: άλαν ντάλον).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη της ναυτικής σλανγκ.

Η ξαφνική καταιγίδα που ξεσπάει βίαια, συνήθως μικρής διάρκειας.

Μου θυμίζει το αγγλικό rage (=οργή). Στα γαλλικά πάντως, ouragan είναι η θύελλα.

Εκφράσεις: είναι ραγάνι, κατεβάζει ραγάνι, πετάει ραγάνι.

  1. Ο καιρός έδινε 8αρι τραμουντάνα, αλλά εδώ την νύχτα είχε φτάσει 9άρι γραίγο με το κύμα να μπαίνει ζωντανό στον Εύδηλο και να λούζει το λιμάνι ενώ ο αέρας ήταν ραγάνι. Από εδώ (καταχώριση Νο 6).

  2. Άσχετα το ότι είναι Ιταλός ο πλοίαρχος, αξίζει να αναφέρουμε ότι ένας τέτοιος όγκος σε πρυμοδέτηση είναι πολύ δύσκολο να ασφαλίσει ιδιαίτερα στην Ηγουμενίτσα σε ένα λιμάνι που από το πουθενά μπορεί να πετάξει ραγάνι, ή να γίνεται χαμός άμα έχει κακοκαιρία. Από εδώ (καταχώριση Νο 16)

  3. «Θα το βγάλω ραγάνι, που θέλει να πει, καταιγίδα σφοδρά μα μικρής διάρκειας. Κι άμποτε Θε μου, το τελευταίο να΄ναι στη ζωή μου. Καλοπέρασα με την πρώτη, τον τυφώνα, στα νιάτα μου, μ΄ακόμα πιο πολύ, χίλιες φορές πιο πολύ, με τούτη, το ραγάνι,** τώρα που μπαίνω στα γεράματά μου. Φτάνει πια.»
    Από το μυθιστόρημα του Βασίλη Λούλη, «Τη λέγανε Μαρία» (1948).

(από Mr. Cadmus, 16/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκοριστικό: φοντανάκι, φουντανάκι

Μικρό γλύκισμα (σοκολατάκι, ζελεδάκι κλπ.) που χρησιμοποιείται για κέρασμα. Η λέξη προέρχεται από το Γαλλικό fondant που αναφέρεται σε μία βάση ζαχαροπλαστικής (ζάχαρη, νερό κλπ.) που χρησιμοποιείται συνήθως για την κάλυψη ή διακόσμηση κέικ (σε αυστηρά ζαχαροπλαστικούς όρους τα fondant για κάλυψη και διακόσμηση είναι διαφορετικά).

Τα φοντάν αποτέλεσαν μία από τις πιο γλυκιές αμαρτίες των παιδιών μεσοαστικών οικογενειών των δεκαετιών του 60 και 70. Η νοικοκυρά που σεβόταν τον εαυτό της έπρεπε να είχε υποχρεωτικά στο σπίτι ανά πάσα στιγμή μια φοντανιέρα με φοντάν. Ήταν ζήτημα τιμής να υπάρχει ένα μικρό γλύκισμα για να κεραστεί ο απρόσμενος επισκέπτης. Ήταν θέμα τιμής για την μεσοαστική νοικοκυρά να έχει φοντάν (Ευρωπαϊκού τύπου γλύκισμα), καθώς τα άλλα εναλλακτικά κεράσματα της στιγμής ήταν τα γλυκά του κουταλιού και το υποβρύχιο, τα οποία ήταν δηλωτικά φτώχειας (μιλάμε για το 60 και το 70, μην κοιτάτε που σήμερα το γλυκό του κουταλιού και το υποβρύχιο είναι λάιφ στάιλ). Συνήθως η φοντανιέρα με τα φοντάν ήταν κρυμμένη σε μυστική τοποθεσία για να αποφευχθεί η κατανάλωση των φοντάν (και άρα το ντρόπιασμα της νοικοκυράς) από τα παιδιά του σπιτιού. Έλα όμως που κάθε παιδί που σεβόταν τον εαυτό του έπρεπε να ανακαλύψει την μυστική τοποθεσία και να καταναλώσει ΟΛΑ τα φοντάν!

Ένα άλλο τραγελαφικό που μπορούσε να συμβεί όμως, γινόταν όταν αφενός τα παιδιά του σπιτιού δεν κατάφερναν να ανακαλύψουν την φοντανιέρα και αφετέρου τύχαινε να μην υπάρχει επισκέπτης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν υπήρχε λοιπόν μια ξαφνική επίσκεψη, γινόταν αντιληπτό ότι τα ξεχασμένα φοντάν έχουν αλλοιωθεί και είτε είναι πέραν κάθε σκέψης το κέρασμά τους στον επισκέπτη, είτε το κέρασμα ακολουθούσε (μετά από λίγη ώρα) μακροχρόνια επίσκεψη στην τουαλέτα προς αποβολή του στομαχικού ή εντερικού περιεχομένου (σοκολατάκια ξεχασμένα για τρεις μήνες σε συνθήκες ελληνικού καλοκαιριού αποτελούν το καλύτερο υπόστρωμα ανάπτυξης σαλμονέλας και άλλων βακτηριδίων).

Το φουντάν είναι ουσιαστικά η «βλάχικη» προφορά του φοντάν και έχει γίνει θρυλικό από την αναφορά του από τον Ζήκο (Χατζηχρήστο) στην ταινία «Της κακομοίρας».

- Τι θα σας κεράσουμε;
- Ένα φοντάν θα το έπαιρνα ευχαρίστως!

Ζήκος: Της Κακομοίρας. "Φουντάν" (από lifeingr, 23/07/10)(από Vrastaman, 26/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified