Further tags

Είναι το πρώτο βήμα προς την διόρθωση του λάθους της φύσης να γεννήσει κάποιον με κάποια πράγματα περισσότερα εκεί ανάμεσα στα πόδια. Ελπίζω μόνο να μην υπάρχουν λήμματα και για τα πιο «βαρβάτα» βήματα. Είναι η λύση, στην οποία καταφεύγει η συμπαθής τάξη των πισωγλέντηδων, ώστε να μεγαλώσει την κόμη των μελών της και να μοιάζουν κατά τι περισσότερο στο θηλυκό γένος (θέλω να ξέρεις εσύ που κοκκίνιζες το λήμμα μέταλ, metal, ότι σε καμιά περίπτωση δεν σε συγκρίνω με τους παραπάνω).

Προέρχεται από το ποστίς ή επί το ευρωπαϊκότερο postiche, παραφρασμένο για να εξυπηρετήσει τους ταπεινούς σκοπούς όσων το χρησιμοποιούν και, θέλω να πιστεύω, όχι κοροϊδευτικά.

Το εξτένσιον των μαλλιών είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και, από ότι είδαμε σε γνωστούς τηλεοπτικούς αστέρες, αν χρησιμοποιείται με σύνεση μπορεί να φέρει εκπληκτικά αποτελέσματα! Οπότε πρέπει να γνωρίζουμε την διαφορά του απλού εξτένσιον από το πουστίς γιατί είναι πιθανόν να προκληθούν παρανοήσεις.

Στους φανατικούς πολέμιους του πουστίς συγκαταλέγονται: Ο Άγγελος Πυριόχος, η (Ρεπορτάζ:) Έφη Μαλτέζου, ένας τύπος που είχε πάει σε κάποιο Big Brother αλλά δεν θυμάμαι και ο Νίκος Καρβέλας, που τα προτιμάει φυσικά (Όχι αλήθεια! Στην εκπομπή του Μάκη είδα το καρύδι, οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία!).

- Ρε φίλε, ο Τάκης είναι αυτός με το τακούνι και την μαλούρα;
- Άσε, προχτές τον είδα κι εγώ... Μου φοράει ό, τι πιο κιτς κυκλοφορεί και μιλάει σαν τον πουρουπουπού. Αφού έκανε και πουστίς τα πράγματα δείχνουν προς Συγγρού μεριά...
- Καλά, πριν μια βδομάδα δεν σας είδα μαζί στην Ερμού;
- Τι λες ρε συ; Έχω εγώ λεφτά για ψώνια; Ούτε από κοντά δεν περνάω.
- Όχι, εννοώ...
- Κατάλαβα ρε, πού θα πάει αυτό με τα επιτόκια. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι φίλε μου.

Mein Hair, αυτά τα extenstions δεν φιλοτέχνησε χειρ τις, αλλά πους τις! (από Vrastaman, 21/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σαπό, σαπώ

Επιφώνημα επιδοκιμασίας: μπράβο, ρισπέκ, σού βγάζω το καπέλο.

- Σαπώ κι από εμένα! Ωραιότατο σημείωμα! (εδώ)

- ωραίος ο παίκτης, καλά ξηγήθηκες, ωραίος, σωραίος, καλή κίνηση, σαπό, σε παραδέχομαι, ωραία εξήγα, καλή εξήγα, καλά του την έφερες, ωραία του την έφερες... (εκεί)

Σαπώ!

Εκ του γαλατικού chapeau, καπέλο. Εκφέρεται και στα αγγλικάνικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πατσατζίδικο, όπου μπορεί να φάει κανείς πατσά, λέγεται κι έτσι ως ειρωνικό ψευδογαλλικό, κατά τα σουβλακερί, ουκρανιζερί κ.τ.ό.

  1. Ζήλεψε και παντρεύτηκε για δεύτερη φορά την ίδια γυναίκα ο μονόφρυδος γόητας συμφοιτητής. Ρε εδώ άλλοι παντρεύονται μία φορά και φτύνονται, εσύ πόσο μαζόχας είσαι; Και εκεί καλά περάσαμε πάντως, με γκεστ σταρ την σαβούρδα του estarian στο πεζοδρομιο (!) την οποία δυστυχώς έχασα καθώς έψαχνα για πατσαδερί. (Εδώ).
  2. Άκου πατσαδερί !!!! Μαλλον ηταν απο κανενα ξενυχτι...& θα πειναγε.... αλλα πατσα???? Δεν υπάρχει λέμε!!!!! (Από Φέισμπουκ).
  3. Τό χαλαρό αυτό πρόγραμμα έκλεισε στην πατσαδερί ''Τσαρούχας'' όπου και καταναλώθησαν γύρω στις 15 σούπες πάσης φύσεως (πατσάδες). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ψιλοδοκίμως για να χαρακτηρίσει ένα ινστιτούτο όπου προσφέρεται μασάζ. Είναι, όμως, και ένας από τους σημαντικούς όρους του μπουρδελικού ιδιώματος για να δηλώσει το "μασατζίδικο" (wink wink nudge nudge), δηλαδή το ευαγές ίδρυμα που υπό το πρόσχημα ή την αφορμή του μασάζ προσφέρει εντέλει υπηρεσίες φραπενείου, τσιμπουκάδικου ή και μπριζολάδικου. Πρόκειται για τα λεγόμενα "μασατζίδικα που γαμάς" (ή έστω "μασατζίδικα που φραπάς"), γνωστά και ως λαδάδικα ή λαδομάγαζα.

  1. Happy endings υπάρχουν μόνο στα μασατζίδικα. (Από το Twitter).
  2. ΑΡΧΙΜΠΡΑΒΟΣ- ΠΡΟΑΓΩΓΟΣ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ ΜΑΦΙΑΣ- ΣΚΛΗΡΟΣ ΝΤΙΛΕΡ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΜΕ “ΑΙΣΘΗΜΑ” ΣΕ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΜΑΣΑΤΖΙΔΙΚΟ ΚΑΙ ΤΑΤΟΥ ΤΟΥ ΤΣΕ ΓΚΕΒΑΡΑ Ο ΜΑΝΙΑΚΟΣ 35ΧΡΟΝΟΣ ΠΟΥ ΜΑΚΕΛΕΨΕ 15 ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ. (Μακελειό).
  3. Για ξεκώλιασμα δεν ξέρω... Το κωλοδάχτυλο από μουνάρες σε συνδυασμό με πίπα όμως είναι ωραίο. Μου αρέσει να μου γλύφει τα αρχίδια και τον πούτσο και να έχει ΕΝΑ δαχτυλάκι στον κώλο μου απαλά. Το κάνουν και κάποιες μασατζούδες σε μασατζίδικα που γαμάς και μου αρέσει πολύ. (Από το Greek Foot).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ ανδροπρεπής, ο άντρακλας. Ή τουλάστιχον αυτός που προβάλλει ένα συγκεκριμένο εμφανισιακό στυλ που εξαίρει χαρακτηριστικά ανδροπρέπειας.

Σχηματίζεται με την βοήθεια της γαλλοπρεπούς κατάληξης -ουά (κατά το γαλλικό -ois), η οποία ψιλοπαίζει στην ελληνική αργκό, βλ. λ.χ. το ξενερουά, ίσως και το σελεμουά. Πολύ πιο συνηθισμένη είναι η γαλλοπρεπής κατάληξη , που μας δίνει το συνώνυμο αντρικέ. Κττμγ εδώ η γαλλοπρεπής κατάληξη λειτουργεί κάπως υπονομευτικά. Εφόσον τα γαλλικά (όπως άλλωστε και το πιάνο) θεωρούνται γενικά ως ένα στοιχείο κουλτούρας και εκλέπτυνσης, η τοποθέτηση γαλλοπρεπούς κατάληξης μπορεί και να σημαίνει είτε ότι η αντρίλα είναι επιτηδευμένη και τεχνητή, είτε ότι διαμεσολαβείται από ένα θηλυκό ή λεπταλέο βλέμμα. Υφαρπάζεται, επομένως, ο μασίφ χαρακτήρας της αντρίλας. Από την άλλη βέβαια, η χρήση γαλλικών τύπων, ειδικά καταλήξεων, είναι παλιό φαινόμενο στην ελληνική αργκό.

Τρίβιο: Αποτελεί αγαπημένη λέξη στην ιδιόλεκτο του κομμωτή Τρύφωνα Σαμαρά, για να δηλώνει στυλ μαλλιών, ή γενικότερα εμφανισιακό στυλ με το οποίο καλείται να ταιριάξει ένα στυλ κόμμωσης.

  1. βρισκω τρομερα σεξυ αυτον που κανει το δημαρχο της σπιναλογκας....μου βγαζει αυτο το αντρουα αλλα το σικατο αντρουα...οχι τη βαρβατιλα....αυτη την ευγενεια ταυτοχρονα.τη γνωση που θες να θαυμαζεις...νομιζω πως αν ημουν γυναικα εκεινης της εποχης ακριβως με εναν τετοιον θα ημουν ερωτευμενη.... (Εδὠ).

  2. Τρύφωνας Σαμαράς: α) «Ο αδελφός μου είναι πολύ αντρουά, δεν έχει σχέση με μένα». (Εδώ).

β) «Μου πάει το αντρουά ,δεν μου αρέσει το τσαχπίνικο» .. (Εδώ).

γ) «Η φούστα στον Τζιμπρίλ Σισέ δεν έδειχνε άσχημα, γιατί ο Σισέ είναι αντρουά. Έχει να κάνει με το πώς το υποστηρίζει ο άλλος». (Εδώ).

  1. Φαίη Σκορδά: «Ο Καραφώτης ταιριάζει στην Μελέτη γιατί είναι πιο αντρουά!» (Εδώ).

  2. - Τσίπρας: Θα κάνω τα πάντα για να παραμείνει η Ελλάδα στο Ευρώ!
    - Τι αντρουά ρε παιδί μου ο Αλέξης! Μέχρι το φεγγάρι ακούστηκε το χέρι που χτύπησε στο τραπέζι! (Εδώ).

  3. (κάποια εκεί στην χα πρέπει να του πει [σ.ς.: του Ηλία Κασιδιάρη] ότι δεν είναι κ πολύ αντρουά ατάκες αυτές κ ότι πρέπει να σταματήσουν τις αντρίλες εκεί στ' αποδυτήρια γιατί θα του μείνει κάνα κουσούρι). (Τζήζαντας στο χρησοί αβγύ).

Όταν είσαι αντρουά, όπως ο Τζιμπρίλ Σισέ, μπορείς και να υποστηρίξεις μια φούστα άμα λάχει... (από Khan, 17/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «ιδού», στα γαλλικά (Voilà!).

Πρόκειται για γαλλική έκφραση που έχει ξαναγίνει της μοδός, πάντα για πλάκα όμως, όταν το παίζουμε αγιστοκγάτες.

(ο ένας υπάλληλος στον άλλον, με θέμα ένα πρότζεκτ)
- Βουαλά. Πάρ' το και κάνε καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Very très bien.

Ανύπαρκτος συνδυασμός του αγγλικού very με την γαλλική έκφραση très bien (πολύ καλά).

Υπερβολή και σαχλαμάρα του τύπου έξτρα πρίμα γκουντ, καταπληκτιquement, κλπ.

Σημαίνει «λίαν καλώς» ένα πράμα.

Άμα θες να δείξεις ότι τό' χεις το γαλλικό, πετάς από δίπλα κι ένα «μον αμί» (φίλε μου) ή «μον αμούρ» (αγάπη) και γίνεται «βέρυ τρε μπιέν μον αμί / μον αμούρ».

- Επιτέλους, τα κατάφερα με τους γονείς. Τώρα μπορούμε να ξενυχτίσουμε όσο θέλουμε!
- Βέρυ τρε μπιέν!!! Φύγαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πασπαρτού, αφού με αυτό πας παντού.

Αναφέρεται σε αντικείμενα, χαρτούρα, πρόσωπα-κλειδιά, λέξεις, καταστάσεις κλπ.

Αν σου δώσαν αυτό το χαρτί, τότε μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος. Είναι πασπαντού, σε καλύπτει ό,τι και να χρειαστείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαλλικό bonjour (καλημέρα, «μπονζούρ») με άθλια ελληνική προφορά, έτσι, για να πλάκα. Κατά σύμπτωση παραπέμπει στο παντζούρι που ανοίγουμε το πρωί μόλις σηκωθούμε.

Μπαντζούρ! τι μου κάνετε; Όλα καβλά;

Banjo-ur! (από Vrastaman, 10/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λόγος για τον Πρόεδρο της Γαλλίας Nicholas Sarkozy. Το παρατσούκλι- σήμα κατατεθέν του είναι Σαρκοζίξ. Από το «Αστερίξ», για λόγους ευνόητους: Όπως κι ο Γαλάτης, έτσι κι ο Σαρκοζίξ είναι ντούρασελ και κούρασελ. Και δεν ξέρουμε τι μαγικό ζωμό πίνει, ώστε να αντέχει να περιοδεύει όλον τον πλανήτη, «όπου κρίση και χαρά, η Νικόλω πρώτη!», και τις νύχτες, να συνεχίζει να είναι καρλωμένος (η ειδική καύλα προς την Carla Bruni, κατά Μητσικώστα), ώστε να ανταποκρίνεται και στις συζυγικές του υποχρεώσεις. Ναι, ο Σαρκοζίξ είναι ο μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι, ο νάνος, αλλά με κάτι αρχίδια ναααα.

Από την ανάρρησή του στην εξουσία έχει δημιουργηθεί στον διεθνή τύπο μια σειρά από λέξεις με συνθετικό το «Σαρκό», το υποκοριστικό του, οι οποίες μόλις κάνουν την δειλή εμφάνισή τους στον ελληνικό Τύπο. Παρόλο που δεν ανήκουν στην καθαυτό ελληνική σλανγκ, ζητώ την συμπάθειά σας να τις αναφέρω, γιατί: α) Είναι όλες αντιδάνεια από ελληνικές λέξεις (κατά το «έβρυ γουόρντ χεζ ε γρηκ όριτζιν»). β) Ο Σαρκοζίξ δηλώνει Έλληνας. (Είναι κι Έλληνας κι Εβραίος ο πούστης, απόγονος και των Ελ και των Νεφελίμ, γι' αυτό δεν τον πιάνει κανείς!). γ) Παρόμοια φαινόμενα παρατηρούνται και στην Ελλάδα, και παρόλο που η Νατάσσα Παζαίτη δεν είναι ούτε μια μουνότριχα της Κάρλα Μπρούνι.

Στην Γαλλία, έχει δημιουργηθεί ένα σαρκόμετρο (Sarkometre), που μετράει την φιλία προς τον Σαρκοζίξ. Από το θερμό προς το κρύο έχουμε:
1. Σαρκολάτρης (Sarkolatre): Κατά το «ειδωλολάτρης», ή κατά την «σαρκολατρία», που είναι από τα σοβαρά αμαρτήματα στην εκκλησιαστική γλώσσα. Ο σαρκολάτρης είναι ο hard-core οπαδός, που θέλει να βλέπει έναν Σαρκοζίξ να γαμεί την Κάρλα και να δέρνει τους μετανάστες των παρισινών προαστίων.

  1. Σαρκόφιλος (Sarkophile): Ο κανονικός οπαδός του Σαρκοζίξ, κατά κανόνα δεξιός και με διάθεση να δει μια Γαλλία τακτοποιημένη μάλλον στα αγγλοσαξονικά πρότυπα.

  2. Σαρκοφοβικός (Sarkophobe): Κατά το «ξενοφοβικός», «ομοφοβικός» κ.ο.κ. Έτσι ονομάζουν τους βδελύσσοντες τον Σαρκό, οι οπαδοί του Σαρκό. Ο όρος υπονοεί πως μία ανορθολογική φοβία προς τον Σαρκό υποκρύπτεται, όπως η αντίστοιχη προς τους ξένους ή τους ομοφυλόφιλους. Κατά τους Σαρκόφιλους, οι «Σαρκοφοβικοί» αποτελούν μια παρά φύση συμμαχία που μοιάζει με τους δικούς μας μαρξορθόδοξους. Δηλαδή είναι αφενός σοσιαλιστές και αφετέρου παραδοσιακές δυνάμεις σε κύκλους Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κτλ. Με λίγα λόγια όλοι όσοι θέλουν να μείνει η Γαλλία όπως ήταν προ Σαρκό.

  3. Αντισαρκωτικός (Antisarko). Κατά το «αντικαθεστωτικός». Έτσι αυτοχαρακτηρίζονται οι αντίπαλοι του Σαρκοζί. Ο όρος υπονοεί ότι δεν πρόκειται για «δυνάμεις αδρανείας», όπως στον όρο «Σαρκοφοβικοί», αλλά για υγιείς αντιεξουσιαστικές δυνάμεις που απλώς θέτουν σε έλεγχο την εξουσιομανία του Σαρκό και την διάθεσή του για άρδην μεταρρυθμίσεις.

  4. Σαρκοφάγος ή Σαρκοβόρος (Sarkophage, Sarkobore). Είναι οι ορκισμένοι αντίπαλοι του Σαρκό, κατά τα ομώνυμα ζώα, και κατά το «Νικηταράς ο Τουρκοφάγος» ή «Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος». O σαρκοφάγος είναι επίσης αυτός που θάβει τον Σαρκό, σύμφωνα με τους ομώνυμους τάφους της αρχαιότητας. Έχει βγει και περιοδικό με αυτό το όνομα με αποκλειστικό σκοπό την σάτιρα- θάψιμο στον Σαρκό.

Επίσης υπάρχει η έκφραση «Σαρκύλος» (Sarkule), κατά το «Γραικύλος», την οποία χρησιμοποιούν δυσαρεστημένοι οπαδοί του Σαρκό, όταν αυτός κάνει υποχωρήσεις στις μεταρρυθμίσεις και βάζει νερό στο κρασί του, λόγω διαδηλώσεων και της λαϊκής αντίδρασης. Και μια σειρά άλλων ελληνογενών λέξεων, όπως Σάρκωμα, Ενσάρκωση, Σαρκονομία, Σαρκολογία κ.τ.λ.

  1. (Εφημερίδα «Πρωινά Νέα»):
    Ο Καραμανλής έχει ευρεία γκάμα δυνατοτήτων! Τη μια προβάλλει σαν νέος Σαρκοζί αλλά αποδεικνύεται ένας κοινός Σαρκοζίξ.
    Την άλλη σαν Γκόρντον Μπράουν αλλά αποδεικνύεται ένας άλλος Ανδρουτσόπουλος (που τον θυμήθηκα;). Τελικά θα μείνει στην Ιστορία σαν Καραμανλής ο Β’, ο Παντελεήμων!...

  2. (ΜΕΝ 24)
    Ο Σαρκοζίξ ο εργατοκτόνος, γίνεται Ευρωπάρχης καθώς η Γαλλία αναλαμβάνει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης!

  3. (Σε φόρουμ):
    στη «Μοντ», ο Πλαντί δανείζεται μια σκηνή από τον Αστερίξ. Ο μάγος Πανοραμίξ μοιράζει κουταλιές δυναμωτικής σούπας από ένα καζάνι που γράφει επάνω: «Απόκτηση εξουσίας με κάθε τρόπο». Στην ουρά και ο Σαρκοζίξ με κοτσίδες Γαλάτη, στον οποίο ο Δρυίδης μάγος λέει: «Εσύ, Σαρκοζίξ, δεν επιτρέπεται να πάρεις. Έπεσες μέσα στο καζάνι μικρός!».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified