Further tags

Συντομογραφία της φράσης Get A Life («ξεφορτώσου μας»). Κομπιουτερίστικη έκφραση αγανάκτησης και λακωνικότατο.

Δεν εμπνέομαι για παράδειγμα... Use it. Κολλήστε το όπου και όπως σας γουστάρει!

(από Khan, 11/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευχαριστώ τον perketis για το λήμμα.

Το λοιπόν...

for the festivals ~> για τα πανηγύρια.

Το φρασόνι χρησιμοποιείται για τη γελοιοποίηση μιας κατάστασης - ενός ατόμου. Ίσως στα εγγλέζικα να 'ναι πιο κυριλέ, πιο light!

- Φάε μια μουτσούνα - κουτσομούρα ρε... Μου ήθελε και selfie φώτο.
- Φορ δε φέστιβαλς λέμε.

- Πως σου φάνηκε η χτεσινή παράσταση
- Φορ δε φέστιβαλς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ώριμος ηλικιακά ομοφυλόφιλος ή αμφιφυλόφιλος άντρας που συνάπτει σεξουαλικές σχέσεις με νεαρότερους άντρες. Συνήθως έχει μια κάποια οικονομική άνεση. Οι σχέσεις του με τους συντρόφους του, τόσο οι εφήμερες όσο και οι διαρκείς, έχουν χαρακτηριστικά συναισθηματικής «κυριαρχίας» επί του νεαρού και «καθοδήγησής» του, αλλά και οικονομικής ή άλλης στήριξής του, με τον «μπαμπά» να λειτουργεί ως η ώριμη «πατρική» φιγούρα του «γιου».

Λέγεται και «πατέρας», πιο σεβαστικά. :-P

Μάλλον απευθείας μετάφραση του αγγλοαμερικανικού όρου «daddy». Η αίσθηση αιμομιξίας, αν και πιθανώς υπάρχει (νομίζω), δεν είναι το κυρίαρχο στοιχείο αυτής. Πρβλ. και μανούλα, μανούλι, μιλφ και, ίσως, τεκνό.

Από το διαδίκτυο:

  1. i) psaxnw mpampa ston peiraia na tou glufw ta podia, na pairnw ppa kai na me gamaei. paizei tpt;

ii) Psaxno patera na goustari fasi dad son kai ektos krebatiou. Na m feretai san pateras m. Me kaylwnei apisteyta

  1. DaddyHunter. Είμαι 28 χρονών και αναζητώ 2 «μπαμπάδες» (έναν Ενεργητικό και έναν Παθητικό) για ένα τρελό τρίο. Γιατί ένας δεν θα μπορέσει να με αντέξει χρειάζονται 2 για να περάσουμε και οι 3 καλά και ωραία. Παρακαλώ μόνο σοβαρά άτομα, αρρενωπά, str8acting που θέλουν να περάσουν μια νύχτα τρελού και παθιασμένου έρωτα με ένα καυτό γυμνασμένο αγόρι.

Got a better definition? Add it!

Published

Το τέως νυμφίδιο που διατηρεί την πιτσιλογένεια του 20+ χρόνια μετά. Εναλλακτικά, πολύ νεαρά μιλφ (κάτω των 25 ετών).

Άλλη μια ευφάνταστη ελληνική απόδοση του αγγλικάνικου MILF(mother I'd like to fuck). Βλ. επίσης: μιλφ, μιλφ σέηκ, μιλφάρα, μιλφέιγ, μιλφομάνα, μιλφού κ.ά.

Αγγλογαλλιστί: milfette.

1.
- η Χριστίνα Αλεξανιάν έχει εξελιχτεί σε απείρου κάλλους μιλφίδιο.

2.
- παντως στο στομα της τα χα δωσει καποτε....τα πηρε γελωντας κιολας....βασικα το μιλφιδιο ειναι για πολυ αγριο σεξ και ξυλο...... :2funny: :2funny:

3.
- Και εγώ θα ήθελα χωρίς ενδοιασμούς να κάνω τις βλακείες του.Να βγάζω γκόμενα μιλφίδιο και να βαράω τατού με το όνομά της.Μετά απο 1-2 μήνες που θα έβρισκα άλλη,ξανά τατου και πάει λέγοντας.Να εφτανα στα 50,γεμάτος τατού απο ονόματα γυναικών(ε) και να τα έπινα στο καφενείο διηγώντας ιστορίες μέχρι να πεθάνω απο αλκοολισμό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμός του αμερικλάνικου nerd δια της προσθήκης του γαμοσλανγκοτέτοιου -ουλας: πρόκειται για χλωρίδα της συνομοταξίας phytus spasiclus, άκα γκίκουλας, φρίκουλας και φύτουκλας.

Ο νέρντουλας διαπρέπει ως επιστήμων κι ως μπλιμπλίκουλας αλλά in real life στερείται κάθε στοιχειώδες ψήγμα κοινωνικότητας, ειδικά προς μη νέρντουλες. Πρόκειται για κινησιολογικά άγαρμπο και γιομάτο καυλόσπυρα καψίδι που πωρώνεται νυχθημερόν με ιδεοψυχαναγκαστικές καμενιές (πιχί κρυπτοζωολογία, μάνγκα, σάει-φάει, κλπ).

Οι κουλές ενδυματολογικές επιλογές του νέρντουλα (à la Sheldon στο «Big Bang Theory») τον καθιστά αντιήρωα στα μάτια κάθε αενάως ψαχνόμενου ποζερά και γουαναμπή χιπστερικού, εξ ουστ και το nerd chic λουκ (βλ. αγόρια και κορίτσια).

Παραγγελιά από το δουπού: Χαν.

1.
Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη είσαι τόσο νέρντουλας που θα μιλάς Ντοθράκι

2.
νερντουλας; οχι....ιντελεκτουελ...εχει διαφορα....geeky ισως με μεγαλη φαντασια να τον ελεγες αλλα οχι νερντουλας...ωραιο τυπακι ειναι γενικα...

3.
Καλιφορνέζος «νέρντουλας» κατασκεύασε ρομποτικό ομοίωμα του Wall E

4.
Οχι γιαγιά δεν τα φτιάχνω με φοιτητή ιατρικής:
1) Πουλανε μουρη στις παρεες μεχρι να πεσουν σε συναδελφο τους. Μετα κανουν την παπια και γκρινιαζουν για την αναμονη στην ειδικοτητα.
[...]
9) Οταν χουφτωνουν ΨΗΛΑΦΟΥΝ ΚΑΙ ΚΑΝΑ ΛΕΜΦΑΔΕΝΑ, με τροπο ομως μην τους παρει χαμπαρι η γκομενα.
10) Ειναι νερντουλες, και οσοι δεν ειναι απλα δεν γινονται καλοι γαμπροι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που προφητεύει τι θα φορεθεί και θα είναι της μόδας στην επόμενη σεζόν. Και αυτός που δείχνεται και μοστράρει τον εαυτό του υπερβολικά.

- Κοίτα τι κιτσαριό φοράει ο Λάκης!
- Μην τον υποτιμάς! Είναι μεγάλος μοστράδαμος, στοίχημα ότι σε έξι μήνες θα θεωρείται πολύ σικ;

Χίπστερ μοστράδαμος (από Khan, 30/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξέρω, ξεχασμένος γαλλισμός είναι, τι νομίσατε ρε, ότι βγαίνανε βόλτα οι κοπελιές στη Φραγκιά με το απαυτό ανά χείρας; Έλα Παναγία μου, χαρτοφύλακα βαστάγανε les chaperdones, άντε ανοίχτε κάνα ντιξιοναίρ να ξεστραβωθείτε.

Τεσπα, από το παράδειγμα υπ' αρθιμόν ένα ανθιζόμεθα ότι η λέξη ήταν αν μη τι άλλο κατανοητή, τουλάχιστον σε ελληνικό μεσοπολεμικό αστικό περιβάλλον (για παραέξω δεν το κόβω). Κι όσο για τις χειροποίητες σερβιέτες υγειονομικού ενδιαφέροντος, αν θυμάμαι καλά σκέτο(;) πανιά τις λέγανε ανά την επικράτεια.

  1. Από πού βγήκανε και ξεχυθήκαν αυτά τα πλήθη των γυναικών στο Παρίσι; [...] Γυναίκες φοιτήτριες, υπάλληλες, μιντινέτες, γκαρσόνες [...] Γυναίκες, που βαστάνε στην αμασκάλη ή στο χέρι μια σερβιέτα με βιβλία ή νότες, βιολιά μέσα στη θήκη τους, παλέτες ή πινέλα [...]

(Χωρίον ανερυθριάστως κατσικωθέν από το βιβλίο «Κώστας Βάρναλης. Γράμματα από το Παρίσι», εκδ. Αρχείο 2013 ).

  1. Ο ανόητος μεταφραστής των «Καπετάνιων» του Ντομινίκ Έντ περιγράφει το αρχείο του Άρη τυλιγμένο σε μια πετσέτα, επειδή η γαλλική λέξη serviette έχει διττή σημασία (: πετσέτα, πεσκίρι, και, χαρτοφύλακας ).

Η. Πετρόπουλου «Ο κουραδοκόφτης», εκδ. Νεφέλη.

  1. Σερβιέτα φοράνε στη Σερβία. Στη Ρωσία φοράνε σοβιέτα.

«Είτε παίδες Ελλήνων, είτε παίδες βαρβάρων»
Δ. Ν. Μαρκόπουλος, Αθήνα 1994.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια επιχείρηση είναι στο μαύρο ή, στα μαύρα, όταν τα οικονομικά της αποτελέσματα γυρίζουν στην κερδοφορία, αποτυπώνονται δηλαδής με μαύρο και ουχί κόκκινο μελάνι. Και για όποιον δεν κατάλαβε, το αντίθετο του στο κόκκινο.

Εκ του αγγλικάνικου in the black.

- ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΑ ΜΑΥΡΑ Ο ΟΣΕ (ΒΑΣΤΑ ΜΕΡΚΕΛ): για πρώτη φορά ο ΟΣΕ εμφανίζει θετικό πρόσημο στα λειτουργικά του αποτελέσματα», τα οποία έφτασαν τα 25,1 εκατ. ευρώ, αντί ζημιών -121 εκατ. ευρώ το 2010 και -282 εκατ. ευρώ το 2009
(εδώ)

(από σφυρίζων, 03/04/14)(από σφυρίζων, 03/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της κοκέτας θείας... Με περιποιημένη εμφάνιση και μπομπαρισμένο μαλλί, που είναι σε ετοιμότητα να ποζάρει στο φακό.

Δοσμένο εξαιρετικά από τον Τάκη Ζαχαράτο!

Δεν το κρεπάρατε τζάμπα το μαλλί σας πήρε η κάμερα
(Pretty Θειά) Ep.5 Yfsf_ant1

(από Khan, 07/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γαλλικό je t'aime (= σ' αγαπώ), βλ. και ζετεμάκι, είναι επίθετο που δηλώνει άνθρωπο ρομαντικό, ευεπίφορο στην καψούρα, ερωτύλο ή και ναρκισσευόμενο με την ερωτική του εικόνα. Ή απλά σούργελο από αυτά που πρωταγωνιστούσαν στην εκπομπή Ζετέμ της Ανίτας Πάνια. Έχω ακούσει και το επίθετο ζετεμιάρικος από τον Σταμάτη Κραουνάκη, για να σημάνει τραγούδια ναμαγαπάδικα.

1. Για να πεταχτεί ο jeune premier της κλιμακτήριου και πεταλούδα των παρασκηνίων, η αλογόμυγα των συμφερόντων και ο yes-man των ισχυρών, ο ζετεμιάρης δήμαρχος αυτής της πόλης που μέχρι και σημαία της άλλαξε, για να σφίξει με αυτό το ζαχαροδιαβητικό και δυσκοίλιο χαμόγελό του των Ολυμπιονικών τα ατσάλινα χέρια.

2. Ζετεμιάρης αισθηματίας blogger μεταδίδει...
μόλις ήρθα σπίτι από το Sodade. Φρίκη. Αυτή η κοπέλα που παίζει μουσική όταν δεν παίζει μουσική ο Αντώνης είναι εντελώς ντεκαυλέ. Δεν την καταλαβαίνω Χριστό. Παίζει όλα τα κουλά ρεμήξ των κουλών ροκ επιτυχίων (μέχρι και το ρεμήξ του exit music των radiohead έπαιξε απόψε, το οποίο exit music απλά δεν το αγγίζεις, είναι ιερό κομμάτι...) και τις παίζει του ανελέητου: 7 λεπτά διαρκεί το κουλό ρεμήξ; 7 λεπτά θα το παίξει, όλο. Μπόοοοοοοοοοοοριγκ! έλεος, λυπήσου μας, μία καθημερινή έχω να βγω και εγώ....

(από Khan, 13/04/14)Από την Καλυψώ Λάρα. (από Khan, 21/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published