Further tags

Ἀκρωνύμιο τῶν λέξεων Γαμᾶμε ,τι Βροῦμε κτὸς Πούστηδων.

Στὴ δεκαετία τοῦ ᾿60 στὸ Κολλέγιο Ἀθηνῶν ὑπῆρξε σύλλογος (ἄτυπος φυσικά) μαθητῶν μὲ τὸν τίτλο αὐτόν. Ὁ ΓΟΒΕΠ ὑπῆρξε ἀντίπαλος τοῦ ἄλλου «συλλόγου» τοῦ ἰδίου σχολείου, μὲ τίτλο ΓΟΒ (ἡ ἑρμηνεία περιττεύει). Ὁ ΓΟΒΕΠ ἦταν ἐξ ὅσων γνωρίζω πολυπληθέστερος τοῦ ΓΟΒ.

Πρβλ. καὶ σαβουρογάμης

- Μαλάκες, μετὰ τὸ φαγητὸ θὰ συνεδριάσῃ ὁ ΓΟΒΕΠ. Ἔχουμε νέο μέλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχετικό με τη προσφιλή προσφώνηση του αείμνηστου ηθοποιού μας Διονύση Παπαγιανόπουλου σε γνωστό σήριαλ.

- Ουρανίααααααα!

Εννοεί κοροϊδευτικά τον αφηρημένο ή τον ξεχασιάρη ή αυτόν που πετάει συνεχόμενες μαλακίες.

Χρησιμοποιείται από άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (συνήθως 50 και άνω).

- Βρε Ουρανία, αφού σου είπα να πάρεις το μπλε στυλό και όχι το μαύρο...

(από GATZMAN, 28/09/09)από τον κρόνο, τρίτο δακτύλιο, όλο αριστερά... (από BuBis, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Cult φράση, με ρίζα στο μακρινό 1968 και την ταινία Κορίτσια στον Ήλιο. Η χρήση της είναι ευρεία, κυρίως λόγω του κωμικού της στοιχείου που πηγάζει απευθείας από την σκηνή στην οποία ειπώθηκε. Σε αυτήν, ο αγαθός βοσκός κυνηγάει την τουρίστρια Άνναμπελ, θέλοντας να της προσφέρει αμύγδαλα. Η τουρίστρια, μην γνωρίζοντας ελληνικά, τρέχει τρομαγμένη από την εμφάνιση και τους «χωριάτικους» τρόπους του φοβούμενη τα χειρότερα.

Η φράση χρησιμοποιείται σε μεγάλο αριθμό περιστάσεων, ωστόσο αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πέρα από το κωμικό στοιχείο (χωρίς η ταινία να είναι κωμωδία), η χρήση κατά κύριο λόγο αποπνέει την κοινωνική αγνότητα εκείνης της εποχής της Ελλάδας, που αποτυπώνεται τόσο πετυχημένα στο φιλμ.

Η συνήθης χρήση γίνεται σε περιπτώσεις όπου κάποιος βιάζεται (λόγω ή έργω) και κάποιος άλλος προσπαθεί να τον κάνει να κατεβάσει στροφές. Επίσης χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου διέρχεται μια όμορφη γυναίκα οπότε η φράση έχει την έννοια του «κάτσε να σε τρατάρω». Τέλος, το «μύγδαλα», μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συμπληρωματικό κάθε φορά που κάποιος λέει «στάσου».

Η επιτυχία της ταινίας και το γεγονός ότι αποτελεί μέρος της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, έχουν εξασφαλίσει τις συχνές προβολές της στην τηλεόραση, διατηρώντας όπως είναι λογικό τη διαχρονικότητα της ίδιας αλλά και της φράσης. Αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς οι συντελεστές της ταινίας αποτελούν ένα Who’s-Who του ελληνικού κινηματογράφου:

Σενάριο: Ιάκωβος Καμπανέλλης
Σκηνοθεσία: Βασίλης Γεωργιάδης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νίκος Κουτελιδάκης
Μοντάζ: Αριστείδης Καρύδης-Fuchs
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος Ηθοποιοί: Γιάννης Βόγλης, Ann Lonnberg, Κώστας Μπάκας, Βαγγέλης Καζάν, Μιράντα Μυράτ.

3 βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1968 και υποψήφια για χρυσή σφαίρα ξένης ταινίας 1969

  1. - Ρε συ ο Μάκης δεν είναι αυτός που τρέχει;!
    - Ναι...
    - Μάκη, Μάκη, Μάααααακη! Στάσου, Μύγδαλα!

  2. - Πρέπει να προλάβω την Τράπεζα!
    - Περίμενε να τελειώσω εδώ γιατί θέλω και γω.
    - Φεύγω σου λέω!
    - Στάσου! - Μύγδαλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το au revoir (ο ρεβουάρ) όπως το είπε στην ταινία «ο μπακαλόγατος» ο μεγάλος Κώστας Χατζηχρήστος (παράδειγμα 1), και χρησιμοποιείται και σήμερα με χιουμοριστική διάθεση (παράδειγμα 2).

Παράδειγμα 1:
Ο Ζίκος μιλάει στο τηλέφωνο με την «γιατρέσσα»
(...) Είναι αυτό λες που έχει μια τρούπα στη μέση; (...) δεν ξέρω να σας πω τι μάρκα είναι κυρία γιατρέσσα γιατί τα γράμματα είναι τ' ανάσκελα (...) μάλλον δεν θα είναι ελληνικής κατασκευής, θα είναι αλλοδαπής προελεύσεως γιατί βλέπω πολλά μασκαραλίκια απόξω, έχει κάτι γατιά κάτι λιοντάρια, πάντως εσείς θα τα φάτε; (...) μάλιστα θα τ' ανάψετε, ε αν ανάψουν ανάψανε (...) μάλιστα θα τα στείλω εις πρώτην ευκαιρίαν γιατί λείπει ο μικρός, μόλις έρθει ο μικρός θα τα στείλω (...) σας μερσώ μανδάμ, ορέν ντουβάρ.

Παράδειγμα 2:
-Άντε τα λέμε πάω εγώ.
-Καλά ορέν ντουβάρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά διαφήμιση της εταιρείας ηλεκτρικών ειδών Πίτσος. Σλανγκίζεται σεξουαλικώς για κάποιον που μας εμπνέει εμπιστοσύνη κατά το «ΙΝΤΕΡΑΡΑΠΙΚΑΝ, μεγάλη και σίγουρη!» και το αυτόν ξέρετε, αυτόν εμπιστεύεστε!. Το λέμε για μεγαλόπουτσο fuck buddy που δεν επιθυμούμε το κατιτίς παραπάνω (γάμο, οικογένεια), αλλά ξέρουμε ότι είναι σταθερή αξία, θα μας περιμένει, όποτε ξεμείνουμε (για γυναίκες μιλάω), θα ικανοποιήσει κτλ... Αποφασιστική εν προκειμένω είναι η ομοιότητα του «Πίτσος» με το «πούτσος». Πρόκειται για συνήθη σλανγκισμό, βλ. λ.χ. και το λήμμα πιτσαράς, ο.

Πηγή: GATZMAN, σχόλιο Hank στο αυτόν ξέρετε, αυτόν εμπιστεύεστε!

- Καλά, πώς και η Λάουρα μια κοπέλα με τόση εκχειλίζουσα σεξουαλικότητα μένει τόσα χρόνια με τον Μένιο; Σχεδόν μονογαμική θα την έλεγες...
- Πίτσος! Εμπιστοσύνη! Κι η Λάουρα, ως γνωστόν, πάνω απ' όλα είναι νοικοκυρά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Νιάου», ή καλύτερα «νιάαααααααααααααααααου» είναι το χτύπημα ψιλής (πολύ πρίμας) νότας σε ηλεκτρική κιθάρα, με αμέσως επόμενο το «σήκωμα» της χορδής.

Λέγεται έτσι επειδή παραπέμπει στον ήχο που παράγει μια γάτα, ιδιαίτερα όταν βρίσκεται σε σεξουαλική κορύφωση.

Το πρωτοανακάλυψε ο Jimi Hendrix όταν σε μια συναυλία του, μια λυσσασμένη γάτα ξεπήδησε μέσα από τους fans και ανέβηκε στο μικρόφωνο. Ο Hendrix προσπάθησε να την κατεβάσει από το μικρόφωνο, τραβώντας την με δύναμη από την ουρά. Η γάτα τότε έβγαλε έναν απόκοσμο ήχο και το κοινό από κάτω τρελάθηκε. Αυτό ήταν. Η μουσική παλέτα είχε εμπλουτιστεί με κάτι απίστευτα πολύτιμο. Βλέποντας την αντίδραση του κοινού, ο Hendrix αποφάσισε να προσθέσει στο παίξιμό του αυτό το τσίριγμα, που σηκώνει την τρίχα και στον πιο απαιτητικό θεατή. Ακολούθησαν πολλοί μιμητές, κανείς με τόσο μεγάλη επιτυχία.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στις δεκαετίες του '60 και του '70 ο ψαγμένος κουλτουριάρης αριστερός. Ύστερα από τα σοβιετικά putz στην Βουδαπέστη και την Πράγα, οι διανοούμενοι ντρέπονταν πια να πουν ότι γούσταραν την ΕΣΣΔ, κι επειδή ο Μάο Τσε Τουνγκ τα 'σπασε με τους Σοβιετικούς, προσέφερε «μίαν κάποιαν λύσιν», κατά Καβάφη, στους διανοούμενους της γενιάς του Μάη του '68, όπως και το «Κίνημα των Αδεσμεύτων» (Νεχρού, Τίτο, Νασέρ). Το φαινόμενο περιγράφεται στην ταινία του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ: «Η Κινέζα». Οι επικριτές τους ονομάζουν αυτήν την γενιά «γενιά του Μαρξ και της κόκα κόλα», αλλά ο μαοϊστής δεν παύει να είναι ο ψαγμένος updated αριστερός (εκείνης της εποχής) με την τραγιάσκα και την γιαλούμπα.

  2. Ύστερα από το αρκτικόλεξο Μ.Α.Ο, που παράγεται από το ROFLMAO= Rolling on Floor Laughing My Ass Off, εν ολίγοις «ξεκωλώνομαι στο γέλιο», ο ''μαοϊστής« είναι ο ψαγμένος αστειάτορας, αυτός που λέει αστεία που προκαλούν έκρηξη γέλωτα! Και πάλι ο »μαοϊστής« είναι ο ψαγμένος διανοούμενος αστειάτορας της ιντελιγκέντσιας, όχι ο προλετάριος πλακατζής της ΚΝΕ. Είναι ο αιρετικός εναλλακτικός αστειάτορας που ξεφεύγει από την χιουμοριστική ορθοδοξία του Κ. Κόμματος.

  3. Φευ, ελλοχεύει μια παρεξήγηση καθώς καθ' αυτό, το Μ.Α.Ο. σημαίνει απλώς »My Ass Off«, δηλαδή ξεκωλώνομαι. Μήπως »μαοϊστής« είναι και ο ξεκωλιάρης; Βέβαια, παρόμοιες παρεξηγήσεις ελλοχεύουν και στα »Γανυμήδης«, »σπέκια για το μύδι«, »Αρχιμύδεια«, κ.τ.ό. (βλ. εδώ), και θεωρώ ότι αυτό δεν πρέπει να μας εμποδίσει να τα χρησιμοποιούμε.

Σλανγκασίστ: Mes, Dirty Talking, Vrastaman.

Ας πούμε σήμερα μαοϊστής (με την καλή έννοια) είναι ο GATZMAN για το λήμμα γεννήθηκε την ώρα που οι πλανήτες του βαρούσαν μαλακία κι ο Vrastaman για τα άλλη μια φορά ανύπαρκτα μήδια του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλάμα, πολύ κλάμα, όπως έκλαιγε η Μάρθα Βούρτση στις ταινίες.

- Συνάδελφε, τηλεφώνησε η τάδε, είπε ότι θα περάσει αύριο, θέλει να ζητήσει αναστολή του πλειστηριασμού της Τετάρτης.
- Ωχ, πάλι Μάρθα Βούρτση θα έχουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέχρι τις αρχές των '90, τα περισσότερα νοικοκυριά είχαν την ίδια γκρι τηλεφωνική συσκευή με τον μύλο – καβουρδιστήρι. Τις αναλογικές αυτές συσκευές προμηθευόταν ο Σ. Κόκκαλης μπυρ-μπαρά από την Ανατολική Γερμανία, τις αποσυναρμολογούσε και επανασυναρμολογούσε στην Ψωροκώσταινα (για να έχουν Ελληνική προστιθέμενη αξία) και τις μοσχοπουλούσε στον ΟΤΕ.

Όσοι μεταξύ μας πρόλαβαν ασπρόμαυρη τηλεόραση θα θυμούνται πως, κάθε φορά που η τηλεφωνική γραμμή ήταν κακή ή πέφταμε σε συνακροάσεις, λέγαμε το μαγικό: «για πάρε το μηδέν!» και, ως εκ θαύματος, η γραμμή γινόταν καμπάνα -ή έτσι επιλέγουμε να θυμόμαστε.

Στα μέσα των '90, ο ίδιος Σωκράτης και οι συν αυτώ ολοκλήρωσαν το εθνικό τους έργο με την πλήρη ψηφιοποίηση του δικτύου του ΟΤΕ, με παράπλευρο θύμα την περί ου ο λόγος έκφραση, η οποία οδηγήθηκε σε μαρασμό.

Η έκφραση ωστόσο παρέμεινε βαθιά ριζωμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο και επανεμφανίστηκε θριαμβευτικά ως σλανγκ. Πλέον λέμε «για πάρε το μηδέν» όταν:

- βρισκόμαστε σε σύνδεση με Κάιρο με κάποιον, - ζητάμε από κάποιον που δεν τα λέει λιανά να τα σπάσει και να τα ξαναρίξει, - υπάρχει τεχνικό πρόβλημα σύνδεσης με πάσης μαραφέτι (διαδίκτυο, WiFi, GSM, κλπ).

  1. Αρνητικό επακόλουθο της δυτικής εκδοχής του έθνους-κράτους στη Νεωτερικότητα (πανθομολογούμενο σε διεθνή βιβλιογραφία) είναι το χάσμα (ρήξη, αντίθεση, αντιπαλότητα) ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στους μηχανισμούς του κράτους. Αν και τους διαχειριστές των μηχανισμών τους λέμε «κοινωνικούς λειτουργούς», το φαινόμενο αυτονόμησης των στόχων και επιδιώξεων του κράτους από τις ανάγκες και προτεραιότητες του κοινωνικού σώματος είναι κανόνας στη σημερινή διεθνή πραγματικότητα. Οι εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα....
    - Για πάρε το μηδέν ρε Γιάννη....

  2. - Το φελέκι μου μέσα, ο πλοηγός μου πιάνει δορυφόρο!
    - Τι νασπώ, πάρε το μηδέν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή η μία σημασία της λέξης συγκαταλέγεται στις ρατσιστικότερες του παγκοσμίου λεξιλογίου, δεν νομίζω να βρει εύκολα κανείς το θάρρος να την καταθέσει σε λεξικό έβερ -αν και, αντικειμενικά θά 'πρεπε, αλλά δεν θα το κάνω εγώ. Παρακάμπτω λοιπόν αυτήν την έτσι κι αλλιώς πλάγια κατάθεσή της, για να πω ότι:

Σαπούνι είναι μια επί δεκαετίες δοκιμασμένη μέθοδος ψυχικής κάθαρσης και λύτρωσης από τα ανομήματα, στην οποία καταφεύγει καθημερινά κάθε οικοκυρά ή / και παραπουλεύτρα ή ξεσκατώστρα που σέβεται τον εαυτό της. Με άλλα λόγια μιλάμε για την σαπουνόπερα, αποπαίδι της ευτελούς λογοτεχνίας και του εύπεπτου θεάματος, τα οποία ανέκαθεν ηδονίζανε το μεγαλύτερο μέρος του γυναικείου, και όχι μόνο! πληθυσμού. Η λέξη προέρχεται από το αγγλικό soap opera που σημαίνει το ίδιο πράγμα και λέγεται έτσι γιατί, τι άλλο παρά τα απορρυπαντικά χαρακτηρίζει πληρέστερα την φασίνα, κατά τη διάρκεια της οποίας οι γυναίκες έχουν την τηλεόραση (παλιότερα το ραδιόφωνο) αναμμένη ώστε να κάνουν τη δουλειά τους πιο ευχάριστη, κλαίγοντας με αδιέξοδες συναισθηματικές καταστάσεις;

Η σαπουνόπερα διατηρεί άσβεστη τη φλόγα της αυτοκαταστροφικής διάθεσης του ανθρωπίνου γένους σύμφωνα με την οποία καμία προφητεία δεν είναι δυνατό να είναι θετική ή χαρούμενη, καμία πρακτική ή εσωτερική λύση δεν πρόκειται να βρεθεί ποτέ ενάντια στον θάνατο, αλλά να που, με αυτό το κακό στο κεφάλι μας, παράγουμε όχι μόνο σαπούνια κάθε τύπου αλλά, ευτυχώς, υψηλή τέχνη και παρηγορήτρα επιστήμη. αατα για σήμερα.

- Πάμε να τσιμπήσουμε κάπου μετά τη δουλειά;
- Α, δε μπορώ, αρχίζει το σαπούνι στις πέντε και ίσα που προλαβαίνω!

μια μάλλον ορθότερη εκδοχή για την προέλευση του όρου αναφέρεται από το πονηρόσκυλο, βλ. σχόλια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified