Further tags

Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»

Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.

Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:

---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.

Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),

---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και

---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).

Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.

---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.

---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.

---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.

---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.

1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.

2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…

3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!

4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)

5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται, ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο. ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.

6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.

(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)

7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!

(κλασικό, προσαρμοσμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χάρβαλο που προέρχεται κατά μια ακόμα ετυμολογία από το άρβαλον, (απ’ τη ρίζα -ρα- > ρήγνυμι (γ>β) > ραβάσσω > αρραβάσσω (α, ευφωνικό.) > αραβέω > άραβος > αρβαλώ) που σχετίζεται ως προς τη σημασία με το ρήμα αρβελίζω που σημαίνει κόβω σε μικρά κομμάτια.

1. Σημαίνει κάτι που είναι χάρβαλο, σαράβαλο, ξεχαρβαλιασμένο, και γι’ αυτό κάνει θόρυβο.

Όπως έφη ο acg, χάρχαλο είναι το ξεχαρβαλωμένο πράγμα, κάτι που έχει προ πολλού χάσει το αρχικό του σχήμα· βρίσκοντας σύμφωνο τον xalikoutis πως χάρβαλο κατράβαλο είναι παιδική λέξη για το χάρχαλο ή το σαράβαλο (εδώ).

Όταν αναφερόμαστε σε κτίρια, οικοδομήματα ή κατασκευές σημαίνει ερείπιο, ρημάδι.

2. Για πρόσωπα είναι ένας μειωτικός χαρακτηρισμός που σημαίνει χαζός, βλάκας, μαλάκας που έχει πάρει ψηλά τον αμανέ.

Aν αναφερόμαστε σε ηλικιωμένους δίνεται έμφαση στη μεγάλη ηλικία και υπονοείται πως είναι ανήμπορος σωματικά, ξεκουτιασμένος, ραμολί.

3. Στον πληθυντικό χάρχαλα σημαίνει αρχίδια, προφανέστατα αντί του χαρχάλια.

Οι εκφράσεις μου ‘κανες τ’ αρχίδια χάρχαλα ή μου τα ‘κανες χάρχαλα είναι ταυτόσημες με τις: μου ‘σπασες/ζάλισες τ’ αρχίδια, μου τα ‘πρηξες/ζάλισες.

4. Κυρίως στον πληθυντικό σημαίνει τα άχρηστα μικρά κομματάκια, θρύμματα, σκουπίδια που προέρχονται από την κατεργασία/επεξεργασία κάποιας πρώτης ύλης για να δημιουργηθεί κάποιο χρήσιμο αντικείμενο / προϊόν.

Εξού η φράση είναι για τα χάρχαλα σημαίνει πως κάποιος ή κάτι είναι άχρηστο/για τα μπάζα, για τα σκουπίδια, για τα τσακίδια, για τον πούτσο.

5. Όταν αναφερόμαστε σε μια κατάσταση είναι συνώνυμο του μπάχαλο.

Υπάρχουν και τα κάργα σχετικά:

6. ο χαρχάλας, χαρχαλάς,

7. η χαρχάλα,

8. η χαρχάλω,

9. Τα ρήματα χαρχαλεύω, χαρχαλίζω, χαρχαλώ σημαίνουν κάνω θόρυβο ψάχνοντας, ψαχουλεύοντας, ανακατεύοντας διάφορα πράγματα αλλά και χαϊδεύω, πασπατεύω, γαργαλεύω, σκαλίζω, αφρατεύω το χώμα, μαστορεύω.

Σχετικό και το Κερκυραϊκό χαρχαλιάζω που σημαίνει «δοκιμάζω».

Όταν ένα ζευγάρι χαρχαλεύεται σημαίνει πως ερωτοτροπεί, βρίσκεται στα προκαταρκτικά.

Προέρχονται από το χαλεύω (με αναδίπλωση του χαλ-, κι ανάπτυξη υγρού στην προπαραλήγουσα λόγω της παρουσίας υγρού στη λήγουσα) που σημαίνει ψάχνω (αναζητώ, ζητώ, γυρεύω, θέλω –από το «σκαλίζω» ή το «χαλώ»: διαλύω τα ενωμένα, αραιώνω τα πηχτά, ανοίγω τα κλεισμένα).

Μια άλλη ετυμολογία τα θεωρεί ηχομιμητικά.

  1. «…είχα κι εγώ ένα χάρχαλο αμάξι εικοσαετίας που δεν το κινούσα σχεδόν καθόλου παρά μόνο αν χρειαζόταν για το παιδί...»

  2. «…Πολλοί πιστεύουν ότι είμαι ηλίθιος και μηδαμινά ταξιδεμένος που δε γουστάρω τη Σαλόνικα. Τουλάχιστον για το δεύτερο είναι πολύ σωστοί. Μα δε μπορώ το άναρχο μπάχαλο, πρασινοτσιμεντένιο με βούλες από πολιτισμό μεταφρασμένο σε δυο-τρία πέτρινα χάρχαλα σε κεντρικά σημεία…»

  3. «-σιγά ρε θείο. Και εμείς αγαπήσαμε αλλά δεν κάναμε έτσι. Κάναμε χειρότερα.
    -ρε χάρχαλο , δεν την αγάπησα. Αλλά η γυναίκα είναι απίστευτη. Σε περίπτωση που είσαι ολίγον πιτσιρικάς και ολίγον πουτανοκαψούρης, άνετα και με συνοπτικές το κάνεις το έγκλημα...»

  4. «…Ένα παιδαρέλι, ένας δανδής, ένα χάρχαλο. Δεν ηξεύρω κιόλας, αν ημπορούσε, κατά τη σκαμπρόζικη ιδέα του Βάρναλη, να γαμεί. Έχει το μυαλό ενός μεγάλου παιδιού. Ό,τι και να ειπεί είναι παρόλες και λύματα. … Ο Σιδώνιος με την ποίησή του, θαρρεί ότι θα φωτίσει τον κόσμο. Και γι’ αυτό τα δίνει όλα για την ποίηση. Και τη ζωή και το θάνατο. … Ωστόσο από το ζωηρό Σιδώνιο λείπει το καίριο. Εκείνο που δεν έλειψε βέβαια από τον Αισχύλο. Του λείπει η χάρη της αληθινής γνώσης. Του λείπει η φυσική διαλεκτική με τη σκληρότητα του κόσμου και της ζωής, που είναι ανεκλάλητα αδυσώπητη. Εντελώς αναγκαία όμως για τη μεγάλη τέχνη…»

  5. «…Εγώ έτυχε να αγοράσω απ’ αυτόν τον χάρχαλο, το φίλτρο αέρα που έχει το VTEC αφού τσακωθήκαμε μέχρι να τον πείσω ότι το φίλτρο που κάνει για το δικό μου είναι αυτό του μοντέλου 1998 (δεν υπήρχε στον κατάλογο το μοντέλο το δικό μου....και ήταν και 2003 ο κατάλογος!!!) ήθελε να του πάω και όλας το mail που μου έστειλαν απ’ την Αμερική κάποια παιδιά που μου έλεγαν ότι είναι ίδιο το φίλτρο με του 1998. Ποτέ ξανά απ’ τον τύπο γιατί το υφάκι μου την δίνει στον εγκέφαλο...»

  6. «…Αυτό το χάρχαλο ο Δεξιοκουμουνιστής όπου υπάρχει μάσα μέσα είναι. … Μας έχουν ζαλίσει τα ούμπαλα με τη μουσική του. Και λοιπόν; Όταν θέλει να προβληθεί κάνει τον κουμουνιστή μετά το γυρίζει στη δεξιά για να τα κονομήσει…»

  7. «…Όσο για τη Λάτσιο δε με νοιάζει που ήταν άουτ το γκολ. Με νοιάζει που έξυνε τα χάρχαλα του. Και το γκολ μέτρησε…»

  8. «…Ρε συ μ..1 τι πράγμα είναι αυτό με σένα ρε τρεις μέρες τώρα; τι ζόρι τραβάς και τους έχεις κάνει τ’ αρχίδια χάρχαλα των ανθρώπων εδώ μέσα; Σεβάσου ρε κακομοίρη το χώρο που σε φιλοξενεί. κι εγώ αλλόθρησκος είμαι αλλά σέβομαι το χώρο εδώ μέσα…»

  9. «…Κατά την πορεία της μεταφοράς ο αγωγιάτης-αγγειοπλάστης έπρεπε να επαγρυπνεί μην τυχόν εκτραπεί ο γάιδαρος από τη μέση του δρόμου και προσκρούσουν τα τσίκαλα σε κανένα τράφο ή δέντρο και γίνουν χάρχαλα….»

  10. «Β…ς Μ…ς – Το προσωπικό μου πουλέν εδώ και χρόνια. Κάτι όμως μου λέει, ότι θα είναι λίγο για τα χάρχαλα. Μην με ρωτάτε να σας εξηγήσω, το είδα σε όνειρο…»

  11. « Είτε αποποινικοποιήσουμε είτε όχι (την ινδική κάνναβη) το ίδιο χάρχαλο θα γίνεται. Μην την ψάχνετε…»

  12. « Μα είναι δυνατόν κάποιοι γραφειοκράτες, καρεκλοκένταυροι, δεινοσαυρίσκοι του χειρίστου είδους να εκθέτουν έτσι μια ολόκληρη χώρα και κανείς να μην κάνει κάτι επιτέλους; Δεν υπάρχει πολιτική ηγεσία, σ’ αυτό το χάρχαλο που λέγετε ΥΠΑ, να τρίξει λίγο τα δόντια;..»

  13. «…Η άμυνα όπως καταλάβατε έκανε μεγάλο παιχνίδι όμως το κλειδί ήταν ότι στη μεγαλύτερη διάρκεια του αγώνα το κέντρο ήταν συγκροτημένο κι όχι χάρχαλο…»
    (όλα απ’ το δίχτυ)

  14. - Πώς και δεν ακούγονται τα πιτσουνάκια;
    - Θα χαρχαλεύονται ακόμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρακί [sic] αυτοκινήτου / εσώρουχο με τρύπα: αποκαλείται το εσώρουχο με τρύπα στο επίμαχο σημείο (βλ.μήδια).

Η σχετική τρύπα προσφέρει εύκολη πρόσβαση χωρίς να χρειαστεί να ξεβρακωθείς εντελώς σε αυτό το τόσο άβολο (αλλά και τόσο ερεθιστικό κατά περίπτωση) χώρο διεξαγωγής σεξουαλικών περιπτύξεων.

Απλά σηκώνεις το μινάκι και γίνεται η δουλειά όπως πρέπει.

Βεβαίως το ίδιο εσώρουχο μπορεί να φορεθεί παντού, στο σπίτι, στο γραφείο, στην εκδρομή και προσφέρει την αβάντα της άμεσης αρπαχτής.

Ας σημειωθεί ότι οι κυρίες καλύτερα να το δοκιμάζουν πρώτα, δεδομένου ότι η τρύπα του βρακιού δεν είναι απαραίτητο ότι θα συμπέσει με την τρύπα του αιδοίου. Αν διαθέτουμε μεγάλο κώλο ή είμαστε ψηλές, μπορεί η τρύπα να βρεθεί στο ηβικό οστό, οπότε τσάμπα τα λεφτά.

(στο κατάστημα εσωρούχων)
- Ρένα μου, ήρθα με κέφια για κάτι καλό, τί μου 'χεις;
- Έλα, ήρθες στον άνθρωπό σου, έχω φέρει κάτι καλά αυτοκινήτου να τον αφήσεις σέκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για ένα μηχάνημα που αρχίζει να λειτουργεί και πρέπει να περάσει ένα αρχικό διάστημα, ώστε τα διάφορα μέρη του τρόπον τινά να «συνηθίσουν» να λειτουργούν μαζί, να «συναρμολογηθούν».

Ας πούμε, το λέμε για ένα αυτοκίνητο, που γράφει τα πρώτα χιλιόμετρα. Τότε δεν ευχαριστιόμαστε τόσο την οδήγηση, όσο κάνουμε τον σταυρό μας να μην παρουσιάσει κανένα πρόβλημα.

Έτσι, η φράση σλανγκίζεται για τις πρώτες σεξουαλικές συνευρέσεις ενός ζευγαριού, όπου δεν ευχαριστιέσαι το σεξ καθ' εαυτό, όσο κοιτάς πώς θα «τα βρεις» με τον άλλο, πώς θα αποκτήσεις σεξουαλική οικειότητα, πώς θα κατανοήσεις τα σεξουαλικά χούγια, επιθυμίες και ανάγκες του άλλου, κι αυτός τις δικές σου. Η ευχαρίστηση έρχεται μετά από αυτήν την πρώτη περίοδο ρονταρίσματος.

Δεν γενικεύω ασφαλώς, άμα σου κάτσει το Λίλιαν δεν θα κάτσεις να ροντάρεις...

- Πώς πάτε με την Αφροξυλάνθη ρε Χάρη; Εννοώ στο φίκι-φίκι ιφ γιου νόου γουάτ άι μην...
- Ε, τώρα ακόμα ροντάρουμε, γράφουμε τα πρώτα χιλιόμετρα, αλλά ευελπιστώ ότι σιγά σιγά θα εξελιχθεί σε ένα πρώτης τάξεως θήλυ νέας κοπής και θα βγάλουμε τρελά γούστα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην Auto/moto σλανγκ είναι ό,τι και η κωλιά ή το κωλίδι, δηλαδή «η αποσταθεροποίηση του πίσω μέρους του αυτοκινήτου πάνω σε στροφή ή σε κυκλική πλατεία με αποτέλεσμα την προσωρινή πλαγιολίσθηση. Επιτυγχάνεται συνήθως με τη χρήση χειροφρένου ή με συνδυασμό απότομης τιμονιάς και παιξίματος με το γκάζι». Παρομοίως και για πλαγιολίσθηση με μηχανάκι.

  2. Στην ιδιόλεκτο του σλανγιωτάτου ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου, αποτελεί γουτσιστική προσφώνηση προς καυλόπαιδα, ήτις έχουσα απωλέσει και την ετέραν αυτής παρθενίαν, ήτοι έχουσα υποκύψει σε πρωκτογάμευσιν τε και πρωκτοσυνουσίαν (κατά τους εμπειρίκειους όρους) δύναται πλέον να αποκληθεί τρυφερώς υπό του σκυλογαμεύσαντος αυτήν ουχί μόνον Μουνίτσα, αλλά και Κωλίτσα και Κωλέττα.

1.α. Από Κηφισιά προς Πολιτεία στη διχάλα Πολιτεία ή Κοκκιναρά παλιά που ήταν πολύ πιο άνετη έμπαινα με ολίγον κωλίτσα (προέκυπτε με το ζόρι με τιμονιά). Μια φορά με κάτι τραγικά Goodyear Allweather στην παλιά Μερσεντές η όλη κατάσταση είχε ξεφύγει ελέγχου (εκκρεμοειδείς κινήσεις της ουράς από απανωτές υπερδιορθώσεις). Βλέπω και κάποιον πεζό με την άκρη του ματιού και λέω ας μην ρισκάρω και παραδέχομαι την ανεπάρκειά μου. Πατάω φρένο ολοκληρώνοντας εντυπωσιακό τετακέ. Βρέθηκα ωραιότατα παρκαρισμένος δίπλα στο πεζοδρόμιο της δικής μου κατεύθυνσης, απόλυτα παράλληλος και χωρίς να χτυπήσω στο πεζοδρόμιο απλά κοιτώντας ανάποδα! Από αυτά που κάνουν κάτι κασκαντέρ!

β. Εκτός κι αν με το μπαντιλίκια εννοούμε καμιά κωλίτσα ίσα να φύγει λίγο η ουρά, ή έχουμε τέτοιες χερούκλες που μπορούμε να ντριφτάρουμε με τη φόρα (κι αρκετα χιλιόμετρα) οπότε τα καταφέρνουμε (σχετικά) και χωρίς μπλοκέ.

γ. πλάκα πλάκα με κανα εξατμισόνι τόγκα ξετάπωτο κάνει μινι-κωλίτσα στο ανοικτό παράθυρο του θύματος κ κολλάς το γκάζι μέχρι να ακούσεις τη φωνή του να καλύπτει το σκάσιμο του κόφτη.

  1. «Ἄααχ! Ὤωωχ!... Μὰ τι ὡραῖα ποὺ τὰ λὲς καὶ ποὺ τὰ κάνεις ὅλα!... Θὰ δεῖς τι ὡραῖα ποὺ θὰ περάσουμε στὴν καμπίνα μου, μαζύ, γλυκειὰ Μουνίτσα μου, πού... ποὺ ἔγινες τώρα καὶ Κωλίτσα μου... καὶ Κωλέττα μου... Θὰ δῆις, θὰ δῆις χρυσό μου κοριτσάκι...» (Μέγας Ανατολικός, Τόμος 1, σ. 240).

(από Khan, 20/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κρεσενταριστό φραπέ που χτυπάς μόνος σου, ή που σου σερβίρει κάποια πρόθυμη φραπεδιάρα ψυχή. Κρητικός ιδιωματισμός που έχει παρεισφρήσει για τα καλά και στην μπουρδελοσλάνγκ.

Πέραν του φραπουτσίνο, τα αλάνια επίσης αποκαλούν καταχτύπι...

1.
Το καταχτύπι παίζει πολύ στην Κρήτη, μην πω ότι είναι κρητικό και ακουστώ τοπικιστικιστικιστής (xalikoutis)

2.
- xalikoutis: την κα αρνού κι εγώ πολύ νάρα τη φαντάζομαι, φανταστείτε τριαντάρα γαλλίδα κρύσταλλο σεξουαλικά σχετικά αχρησιμοποίητη σε σημείο επιπολής στατικού ηλεκτρισμού και ηφαιστιακών υποσχέσεων... για πολύ καταχτύπι αν μου επιτρέπετε...
- Hank: ...κι εγώ είχα τραβήξει πολλές μαλακίες για πάρτη της, όταν ήμουν μικρός...

3.
Η μαλακία είναι θείο δώρο, ευγενές sport, δημιουργική απασχόληση, πράξη βαθιάς αυτογνωσίας και αυτοεκτίμησης, ενέργεια με πολυσήμαντο πολιτικό συμβολισμό. Συνίσταται να λαμβάνει χώρα μπροστά σε ολόσωμο καθπέπτη ώστε να μεγιστοποιούνται τα ωφέλη που προκύπτουν από το καταχτύπι (strongly recommented).

4.
Δακτυλάκι και εκεί, χωρίς το παραμικρό όχι ή μη, και καταχτύπι για άλλα 5-7 λεπτά. Μια και δεν με έβλεπα να τελειώνω έτσι, της ζήτησα να γυρίσουμε σε 69, όπου και ολοκλήρωσα μετά από έντονο γλύψιμο.

5.
Slayer - Silent Scream - Τελειωτικό καταχτύπι...Αν προλάβεις τον ντράμερ...

6.
Δεν είμαι ικανοποιημένος όμως. Το σασμάν θυμίζει Yamaha (πολύ καταχτύπι και τα σχετικά), ούτε το δούλεμα του κινητήρα μου αρέσει ειδικά στις μεσαίες στροφές και σαν να μου μυρίζει και καΐλα...:alien

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εικόνα προέρχεται από άλογα που ανασηκώνουν σούζα τα δύο μπροστινά τους πόδια. Η μεταφορά μπορεί να σημαίνει στην σεξοσλάνγκ ένα αντικείμενο πόθου που προκαλεί καύλα και είναι άκρως σηκωστικό για τον πέοντα, ή την ίδια την έγκαυλο κατάσταση του μπαργαλάτσου, στην Auto-σλανγκ το καυλόχημα που τρέχει ταχύτατα με οδηγό καυλοτίμονο και/ή μεγάλη ιπποδύναμη, και στην αθλοσλάνγκ μια ομάδα που γαμάει και δέρνει με σερί νικών. Το διέδωσε πολύ ο Λάκης Λαζόπουλος στον ρόλο του επαρχιώτη εξάδελφου με το χαρακτηριστικό επιφώνημα ίχαα στο τέλος, και, από ό,τι φαίνεται στο γούγλη, συνηθίζεται στη Λάρισα.

Πάσα (Δ.Π.): Σφυρίζων.

  1. Καύλα:
    α. Σούζα το αλογάκι: Η πιο φανατική θαυμάστρια του Ρονάλντο είναι Βραζιλιάνα.

β. «Σούζα» το αλογάκι - Η όμορφη παρουσιάστρια Άννα Ζηρδέλη φωτογραφίζεται για το «Gossip» και δεν κρύβει την αγάπη της για την ομάδα της Λάρισας.

  1. Auto-moto:
    α. Σούζα τα αλογάκια οι Γερμανοί. Οι Γερμανοί καταναλωτές αγοράζουν αυτοκίνητα με ολοένα και πιο ισχυρή ιπποδύναμη, αψηφώντας τις ανήκουστες τιμές των καυσίμων και τις ανησυχίες για το περιβάλλον.

β. Σούζα το (Mustang) αλογάκι. Στο τυπικό drag race ανάμεσα στα Mustang και Camaro, το μοντέλο της Ford τερμάτισε στους δύο τροχούς, ενώ κατέληξε να τρέχει από την πλευρά του Chevrolet.... »

  1. Αθλητικά:
    α. (Με επίδραση από Λαζόπουλο): Angulo: Βυσσινί θύελλα σούζα τ’ αλογάκι. Ίχαα!

β. Και σούζα το αλογάκι! Τρεις στόχοι, ισάριθμες επιτυχίες για τη Λάρισα στη φετινή σεζόν! Η ομάδα του κάμπου, μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος στον 2ο όμιλο της Γ Εθνικής και της κούπας του κυπέλλου της κατηγορίας, σήκωσε και το Σούπερ Καπ!

(από dryhammer, 12/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στην Auto/moto σλανγκ, είναι η πλαγιολίσθηση του πίσω μέρους του οχήματος (κώλος) πάνω σε στροφή, η οποία επιτυγχάνεται με παίξιμο με το γκάζι και με ξαφνικές τιμονιές, συνήθως και με χρήση χειροφρένου (χειροφρενιά). Αγγλιστί fishtailing είναι η καθαυτό κωλιά (και καλά η κίνηση μοιάζει με το πλάγιο πηγαινέλα της ουράς του ψαριού), ενώ drifting είναι η συνολική πλαγιολίσθηση (δες εδώ αναλυτικώς για την ορολογία του drifting και εδώ για την πλαγιολίσθηση). Στη Λεξιλογία βλέπω ότι το fishtailing στα ελληνικά λέγεται και φιδάκι ή και ψαράκι. (Ανάλογα ισχύουν και για τις μηχανές).

  2. Κάπως πιο κυριολεκτικά, είναι ένα χτύπημα που δίνουμε με τον κώλο μας, λ.χ. για να κλείσουμε την πόρτα. Μια ειδική περίπτωση αποτελεί η κωλιά στο μπάσκετ, που πρόκειται για ένα αντικανονικό σκριν, όπου ο αμυνόμενος προσπαθεί να μπλοκάρει με τον κώλο τον επιτιθέμενο ή και να τον γαμήσει με τον κώλο. Είναι φάουλ, αλλά δεν δίνεται πάντα. Εδώ το δίνει και με τη σημασία του «χτυπήματος της παλάμης στους γλουτούς», πρόκειται δηλαδή για το γνωστό μας κωλοσκάμπιλο ή κωλοχτύπα, που συνηθίζουν οι καφροσέξουαλ επίδοξοι γαμαωδέρνουλες, όμως δεν το έχω ακούσει ή βρει στο γούγλη με αυτή τη σημασία.

1.α. Και του φεύγει μαλάκα πάνω στην κωλιά, και καρφώνεται στην κολόνα μπροστά στο καφέ. Να μας έχει φύγει όλους το κλαπέτο μιλάμε... (Βικάρειο παράδειγμα στα σχόλια στο κωλίδια).

β. Ο νεοέλλην και το αυτοκίνητο – Σπουδή. Οταν το αυτοκίνητο εισέβαλε στη ζωή του νεοέλληνα ( με κωλιές, παντιές, και τούμπες και σπιναρίσματα…).

γ. (Ινσέψιο εδώ):
Ο Κόλλιας κάνει «κωλιές». Όλα τα είχε τούτη η χώρα, δήμαρχο-καμικάζι όχι. Ο λόγος για τον πρώτο πολίτη της Τριφυλίας Κώστα Κόλλια, ο οποίος κάθε βράδυ, αφού βγάλει το κομψό και σικ δημαρχιακό του «κοστούμι», πετάξει και τη γραβάτα, βάζει κάτι πιο ανάλαφρο και τρέχει στους δρόμους του δήμου του για να δώσει την εκκίνηση σε κόντρες μηχανόβιων. Απορία στήλης: Αν συμβεί κανένα δυστύχημα (ατύχημα με νεκρό, Κώστα μου), θα πάρετε καμιά ευθύνη, ή από δήμαρχος-καμικάζι θα το παίζετε «Κινέζος»;

δ. Δείτε το σπάνιο βίντεο με τις κωλιές του διαστημικού οχήματος στη σελήνη. Έτσι εξηγούνται τα αποτυπώματα ρόδας που βλέπουμε με το τηλεσκόπιο.

2.α. Το ότι πετάει κωλιές ο Μπατίστ δεν αθωώνει τους υπόλοιπους παίκτες να κάνουν ό,τι θέλουν στα σκριν. (Από μπασκετικό φόρουμ).

β. Τον πλάκωσε στις κωλιές.

γ. -Αηδίαααα, αυτή δεν τρίβει τον κώλο της, του ρίχνει κανονικιές κωλιές στα μούτρα!! Θα συμφωνήσω με την Μπέτυ, παρακινδυνευμένος ο χορός. :lol: -Υπαρχουν και κοπροφιλοι,να σεβαστουμε την ιδιαιτεροτητα τους.

Διαστημικές κωλιές (από Khan, 03/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολυγαμημένος και ταλαιπωρημένος γυναικείος κόλπος, ο οποίος από τα πολλά πουτσίδια έχει ανοίξει και έχει χαλαρώσει σαν ξεφούσκωτη σαμπρέλα. Ο όρος χρησιμοποιείται και απαξιωτικά για τη γυναίκα που αλλάζει συχνά εραστές.

  1. Τι να γαμήσω ρε Γιώργο από τη γυναίκα μου πλέον; Σα σαμπρέλα είναι το μουνί της!

  2. Μ' αυτή τη σαμπρέλα πήγες και παντρεύτηκες; Νά μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που συνεπεία επιμελούς πειράγματος κατέστη ούμπερ τυμπανιαίο, γαμάω μανούλες, κιέτσ'. Συνήθως τουμπανιζέ αποκαλούνται τα κωλοφτιαγμένα auto/moto και τα υπερτούμπανα γκομενικά.

Εκ του τούμπανο και του γαλατικοπρεπούς γαμοσλανγκοτέτοιου .

1.
- Είναι πραγματικά πανέμορφη!! Να το χαίρεσαι με υγεία!
Χρόνια σου πολλά και ότι επιθυμείς!!
- niiiiiiiiiice ... τελικά το λευκό είναι το πιό ΤΟΥΜΠΑΝΙΖΕ χρώμα ... P.s. H πινακίδα μπροστά που μπαίνει ;;;;;;;

2.
- Κινητηρας τουμπανιζε απο ΕR6, πλαισιο χωροδικτυωμα και διαφορα αλλα εχουν επιτρατευτει για το εγχειρημα.
- Kαλο...95 κιλα δλδ πιο ελαφρυ απο παπακι με 95 αλογα,μαλλον καλα θα παει :-)

3.
Κρανίδι είμαι! Έχουμε ωραία μέρη εδώ για εξορμήσεις 4Χ4. Κανονίστε και θα σας βγάλω διαδρομή τουμπανιζέ!! Θα πάρετε λάσπη και για το σπίτι.

4.
- Aγορά Laptop τουμπανιζέ version - Ωστόσο, επειδή αναφέρεις τη λέξη τουμπανιζέ, θα σου πρότεινα να προσανατολιστείς σε ένα alienware laptop.

  1. - Δες τουμπανιζέ η Λάουρα, φέτες οι κοιλιακοί!

Τουμπανοϊνσέψιο (από Khan, 05/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified