Selected tags

Further tags

Σκληρότερη μορφή της έκφρασης «θα δεις του κώλου σου την τρύπα» = θα σε γαμήσω (κυριολ. ή μεταφ.) με τρόπο που δεν παραδέχεται η Εκκλησία μας.

Συναφείς εκφράσεις της μοδιστρικής του κώλου εδώ. Αυτά.

- Ρε μαλακιασμένο, σου’ δωσα καινούριο αμάξι να πας μια βόλτα και μου’ φερες πίσω τέντζερη;
- Να, ήτανε ένας μπροστά που σταμάτησε απότομα και...
- Για κατέβα, να δεις του κώλου σου τη φόδρα!
- Θα πληρώσω ό,τι είναι...
- Κατέβα τώρα, να φας λίγες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουτσοσκάμπιλο. Το ράπισμα, σκαμπίλι (χτύπημα) του πέους που δέχεται ο ερωτικός σύντροφος (γυναίκα). Μπορεί να γίνει και πουτσόβελος ή πουτσοβέλος.

Έχει χρησιμοποιηθεί κι από τον ράπερ Tus σε τραγούδια του, π.χ. «Το Έχασα».

- Τι έγινε χθες με τη γκόμενα που μας είπες;
- Ουουου! Τα πάντα κάναμε! Της έσκασα κάνα δυο πουτσόβελα. Μου πίπωσε τη μαλαπέρδα. Μού 'γλειψε τα λαμπούρια. Πολύ γαμάτη. Έχυσα τα φλόκια 2 φορές. Δεν κατάφερα τρίτη όμως. Της έκανα οθωμανικό και τσίμπησα μεζέ. Ξενέρωσα μετά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που κατά βάση χρησιμοποιείται για κάποιον που παρ' ότι ο mainstream πληθυσμός -σε οποιοδήποτε stream (ρεύμα)- τον θεωρεί επιτυχημένο, κατά τ' άλλα οι απόψεις / μέθοδοι / πράξεις του θεωρούνται από κόσμο και κοσμάκη ως λανθασμένες / υπερβολικές / γενικά καταστροφικές ως προς την αυθεντική ιδέα με την οποία ασχολείται ο εν λόγω κύριος.

(πατέρας-τέρας σαν να λέμε).

Φυσικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και εντελώς ειρωνικά, για κάποιον που είναι κατά γενική ομολογία εντελώς άμπαλος σ' αυτό που κάνει, όπως επίσης και σε πιο στενό κύκλο, πχ για χαβαλέ μεταξύ φίλων, χωρίς δηλαδή να αφορά κάποιο διάσημο πρόσωπο.

Παραπλήσια έκφραση: «με τον <τάδε> είμαστε μια οικογένεια, γιατί μας έχει γαμήσει τη μάνα!»

  1. - Ρε μαλάκα, άκουσες το νέο κομμάτι του Τιέστο; Τρομερή μουσικάρα ρε! Μιλάμε ο τύπος έχει πάει την ηλεκτρονική μουσική σε άλλο επίπεδο!
    - Ναι ρε, αφού πλέον τον λένε «πατέρα της ηλεκτρονικής μουσικής»...
    - Ναι ε;
    - Ε ναι, αφού της έχει γαμήσει τη μάνα!

  2. - Καλά ε, βλέπω κάθε μέρα αυτή την εκπομπή μαγειρικής με τον Ευτύχη Μπλέτσα. Ωραίος τυπάκος...
    - Μμμ, αφού πλέον τον λένε «πατέρα της μαγειρικής».
    - Ναι ε;
    - Ε ναι, αφού της έχει γαμήσει τη μάνα!

  3. - Χθες που λες, είδα μία παλιά δραματική ταινία, «το κορίτσι του μπαρ» με τον Φλωρινιώτη. Πολύ καλός ηθοποιός ήτανε ρε, μαλακία που δεν έκανε άλλες ταινίες...
    - Δεν έχεις κι άδικο, αφού κάποτε τον έλεγαν «πατέρα της υποκριτικής»...
    - Ναι ε;
    - Ε ναι, αφού της είχε γαμήσει τη μάνα!

  4. - Ω ρε μάγκα, πολύ ωραία στη δουλειά σήμερα... Δεν ξέρω ρε φίλε, μ' αρέσει να δουλέψω γι' αυτόν τον διευθυντή, κι ας παίρνει 3 χιλιάρικα για να κάθεται ενώ εγώ τρέχω. Είναι πολύ κουλ τύπος.
    - Ναι, κι εμείς στο γραφείο είμαστε μια οικογένεια με τον ρέτζιοναλ μάνατζερ...
    - Ναι ε;
    - Ε ναι, αφού μας έχει γαμήσει τη μάνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σκορδομπούτσογλου, σκορδοπούτσογλου

Μη υπαρκτό υποτιμητικό επώνυμο, επινοημένο για να δηλώσει έναν τυχαίο άνθρωπο, έναν ανθυποτίποτα, ο οποίος εκτός του ανυπάρκτού του είναι και βρωμερός μέσα κι έξω, βρωμά σκορδίλες ο πούτσος του, αχ τι ωραία, τύφλα να 'χει η αρχιδίλα ή η μουνίλα ή το τυρί...

Ένας ασήμαντος γελοίος βρωμερός φανταστικός ανθρωπάκος δηλαδή, το όνομα του οποίου βάζουμε για παράδειγμα όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε έναν μαλάκα (για να μην πούμε το πραγματικό όνομα του μαλάκα, επίσης).

Η κυρία Σκορδοπούτσογλου είναι η σύζυγος ή θυγατέρα του.

Όλοι αυτοί βέβαια έχουν πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και συνήθως μας κάνουν τη ζωή αφόρητη.

Ο γούγλης το δίνει και σαν ...υπαρκτό πρόσωπο στο φατσοβιβλίο και δη πάνω από 1 φορά, στη μία μάλιστα έχει στη φωτό τον Βέγγο.

  1. Η απορία που μου δημιουργήθηκε εξ αρχής ήταν τι γίνεται στην περίπτωση που εγώ δε γουστάρω ρε παιδιά να το βαπτίσω το παιδί. Πέρα βέβαια από το ότι θα καταλήξουμε οικογενειακώς στο πυρ το εξώτερον, το όνομα του γιού μου θα είναι εις τον αιώνα τον άπαντα για τους δυσκοίλιους γραφειοκράτες «Αβάπτιστος Σκορδοπούτσογλου».

  2. Κρεμιδομπίχτης Σκορδοπούτσογλου είναι το ονομά μου
    παρθένα μασχαλόβρωμα είναι τ' άρωμά μου.

  3. Τα πράματα έχουν ως εξής... εργάζομαι στο εκτελωνιστικό γραφείο του κ. Σκορδοπούτσογλου, ο οποίος μου χρωστάει κάποια χρήματα. Βέβαια ο κ. Σκορδοπούτσογλου δεν είναι το πραγματικό αφεντικό, ασχέτως που το γραφείο είναι στο όνομα του. Big Boss είναι ο κ. Πιστόλας, αλλά λόγω συνταξιοδότησης έχει γράψει την εταιρεία στο όνομα του κ. Σκορδοπούτσογλου, ο οποίος στην ουσία είναι υπάλληλος κι αυτός. Αν καταφύγω στην επιθεώρηση εργασίας, η καταγγελία θα πάει στο όνομα του Σκορδ., κάτι που δεν το θέλω, γιατί διατηρούμε πολύ καλές σχέσεις, αλλά κυρίως γιατί δεν είναι ο αρμόδιος για να με τακτοποιήσει οικονομικά. Υπάρχει τρόπος να μπλέξω τον κ. Πιστόλα στην όλη διαδικασία της καταγγελίας ή να αρχίσω να κλαίω τα λεφτά που μου χρωστάνε.
    Τα ονόματα είναι τυχαία.

-από το νέτι γενικά-

  1. από το νέτι ειδικά, λήμμα χαριτωμενιά του ατσεγκέ...:
    Ξαφνικά λοιπόν, εκεί που την έχω πέσει στην ξαπλώστρα και διαβάζω το βιβλίο μου και είμαι μιά χαρά χαρούλα, έρχεται ο παπαρολεβιές ο Σκορδοπούτσογλου και μου πετάει ένα ποτήρι παγωμένο νερό και γίνεται το βιβλίο μουνί καπέλο. Έτσι για χαριτωμενιά... Είπα να τον δείρω θα κλαίει, να τον γαμήσω θα θέλει κι άλλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται σαν απάντηση σε κάποια απειλή που δεχόμαστε και εξυπηρετεί δύο σκοπούς.

Αφ' ενός δηλώνει ότι την απειλή που δεχόμαστε την έχουμε τελείως του πεταματού και αυτόν που την εκστομίζει τελείως κλασμένο.

Αφεδύο χρησιμεύει σαν άμεση απάντηση-προσβολή σε αυτόν που μας απείλησε αρχικά.

Θεωρείται απάντηση ματ, καθώς το μόνο που απομένει είναι, αυτός που ξεστόμισε την αρχική απειλή, να την κάνει πράξη (πράγμα δύσκολο), ή να εμπλακεί σε διένεξη (δυσκολάκι πάλι) ή (ακόμα λιγότερο πιθανά) να πάρει όντως το δρόμο για τα Καλύβια, ελπίζοντας ότι ο δέκτης της απειλής θα περιμένει όντως εκεί μέχρι να πάρει φόρα και όντως να του τα κλάσει.

Συγγενές νοηματικά του έλα κούτσα κούτσα και κλάσε μας την πούτσα, με την θεμελιώδη διαφορά ότι η παρούσα φράση σημαίνει ότι είσαι τόσο σίγουρος ότι θα στα κλάσουν, που δε φοβάσαι ακόμα και αν έρθουν με φόρα (όσο κοντά και αν είναι τα Καλύβια).

  1. - Θα σε σαπίσω ρε λαμόγιο!
    - (βαριεστημένο ύφος) Καλά... Πάρε φόρα απ' τα Καλύβια κι έλα κλάσε μου τ' αρχίδια...

  2. τρίτο σχόλιο εδώ, το αξιοπερίεργο είναι ότι αυτό το ποστ δεν μύριζε μπαρούτι, παρ' όλα αυτά άρπαξε σε 3 σχόλια μόνο...

βλ. και γειώσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία λέγεται σε περιπτώσεις όπου ο συνομιλητής σου δε σου δίνει καμία σημασία -όχι απαραίτητα εκ πεποιθήσεως, αλλά επειδή απλά μπορεί να έχει αφαιρεθεί- με σκοπό να τον αφυπνίσεις άλλα και να τον ταράξεις, ευελπιστώντας ότι θα κερδίσεις την προσοχή του.

Πιο αναλυτικά, όταν κάποιες φορές προσπαθείς να αναπτύξεις ένα θέμα και έρχεσαι αντιμέτωπος με την αδιαφορία, συμβαίνει ή ο συνομιλητής σου να είναι στον κόσμο του και να μη σε παρακολουθεί γιατί σκέφτεται τα δικά του (π.χ. παρ.1), ή να σε διακόπτει λέγοντάς σε σένα ή σε όποιον κάτι άσχετο (π.χ. παρ.3), ή να είναι παγερά αδιάφορα αυτά που ακούει με αποτέλεσμα να ρίξει μια ωραιότατη γείωση (π.χ. παρ.2).

Για να κερδίσεις την προσοχή του, η πιο συνηθισμένη, αλλά όχι και η καλύτερη κίνηση, είναι να τον ρωτήσεις αν σε προσέχει, λαμβάνοντας κατά 99% μια θετική απάντηση, ασχέτως αν είναι ολοφάνερο ότι τίποτα δεν έχει ακούσει, με αποτέλεσμα να μην έχεις καταφέρει απολύτως τίποτα. Αν αυτό γίνει τόσες φορές ώστε τελικά να σε προσέξει, πιθανότατα θα έχεις εκνευριστεί και δε θα θες να συνεχίσεις, όσο και αν ο άλλος επιμένει. Αν τελικά ενδώσεις και συνεχίσεις, ή θα σε διακόψει, ή θα συνεχίσει να μη σε προσέχει.

Μια καλή κίνηση λοιπόν είναι να κάνεις την ερώτηση αυτή, έχοντας σαν αποτέλεσμα δύο πιθανότητες -ή να σε πιστέψει ή να μην- οι οποίες είναι αντιστρόφως ανάλογες με το πόσο καλά σε γνωρίζει.

Αν πιστέψει ότι πραγματικά άκουσες κάτι τέτοιο (δηλ. ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», που είναι και το ιδανικότερο) τότε τον έχεις ψαρώσει-και παίρνεις κατά κάποιο τρόπο το αίμα σου πίσω για το γράψιμο που έφαγες- ενώ, προσπαθώντας να λύσει την και καλά μεταξύ σας παρεξήγα, έχει στρέψει την προσοχή του πάνω σου, κάτι που σε βοηθάει να συνεχίσεις απρόσκοπτα τον λόγο σου (π.χ. παρ.1). Το να τον πείσεις όμως ότι η ερώτηση που έκανες είναι πέρα για πέρα αληθινή, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Θέλει χάρη, μπρίο, υποκριτικές έως και δικολαβικές ικανότητες.

Μια άλλη περίπτωση είναι να μην πιστέψει ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», γιατί απλά αποκλείεται να έχει πει κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα θα είναι να καταλάβει ότι το πας στο χαβαλέ. Αυτό μπορεί να είναι πολύ θετικό, διότι προσδίδει, τις περισσότερες φορές, κύρος και ανωτερότητα, μιας και την πράξη της διακοπής του λόγου σου εσύ την περνάς στο έτσι, ενώ κάποιος άλλος πιθανότατα θα μανούριαζε και απ' την άλλη έχει καταλάβει ότι στ' αρχίδια σου κιόλας, οπότε σε παρακολουθεί τιμής ένεκεν (είναι κάτι σαν την ιστορία με τον σκύλο, που αν τρέξεις θα σε κυνηγήσει, ενώ αν είσαι χαλαρός και αδιάφορος ο σκύλος θα σε γράψει στ' αρχίδια του).

Τέλος, υπάρχει η (χειρότερη) περίπτωση, να καταλάβει ότι την ερώτηση σαφώς και δεν την εννοείς κάνοντας σκέψεις τ. «αφού εσύ δεν προσδίδεις σοβαρότητα στην κουβέντα σου θα κάτσω να ασχοληθώ εγώ μαζί της;», με αποτέλεσμα τελικά να μη σου δώσει το ελάχιστο δήγμα προσοχής.

Εκεί όμως που δε σε σώζει τίποτα (αν και είναι εκτός θέματος) είναι αν, καθώς μιλάς και αναπτύσσεις ένα σκεπτικό, ο συνομιλητής σου σε διακόψει λέγοντας ορθά κοφτά και με θράσος «στ' αρχίδια μου». Πιστεύω πως η κουβέντα πρέπει να τελειώσει εκεί (άσχετο αλλά βλ. π.χ. παρ.4).

Με λίγα λόγια, αυτή η μεταξύ σοβαρού και αστείου ερώτηση είναι ένας καλός τρόπος με τον οποίο έχεις πολλές πιθανότητες να επαναφέρεις την κουβέντα, να ξαναπάρεις τον λόγο και να κερδίσεις την προσοχή των συνομιλητών σου. Νομίζω είναι η απέλπιδα προσπάθεια, γιατί αν και αυτό δεν πιάσει δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να επανέλθουν ευπρεπώς σ' αυτά που λες (λέω ευπρεπώς γιατί τελικά μπορεί να σε ακούσουν αν τους πλακώσεις στα μπινελίκια και στις φάπες).

  1. - ...με προσέχεις;
    - μμμ.
    - Και έρχεται που λες και με αρχίζει στα μπινελίκια! Και τα παίρνω κι εγώ και τι του λέω ρε μάγκα;
    - μμμ.
    - Στ' αρχίδια σου είπες;!
    - Τι;! όχι ρε! είσαι καλά; Εγώ εδώ...
    - Καλά, καλά, χαλάρωσε μην πάθεις κανά εγκεφαλικό.

  2. - ...είπα κι εγώ να πάω τελικά...
    - Είπα είπες φάε πίπες!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;

  3. - Εγώ πάντως, όσον αφορά το μεσανατολικό, πιστεύω...
    - Να ρε μαλάκα! Αυτή είναι η Νίνα που σου 'λεγα!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Δεν είναι φοβερό μουνί;
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Ναι ρε μαλάκα! στ' αρχίδια μου είπα!!

  4. - Έχω την εντύπωση πως όχι μόνον έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη δολοφονία αμάχων, αλλά έχει εξελιχθεί και σε ενεργό μαχητή στον...
    - Στ' αρχίδια μου!
    - .

βλ. και γειώσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χώρος όπου λαβαίνει χώρα αυτή η σεξουαλική πράξη. Βασικά πρόκειται για χώρους σε πάρκα όπου παρέχουν τέτοιες εξυπηρετήσεις συνήθως αλλοεθνείς μελαμψοί άντρες (βλ. ειδικά παρτέρια στο Πεδίον του Άρεως).

- Πού αράζεις συνήθως να σε βρω;
- Να μωρέ, Πεδίον του Άρεως.
- Πού ακριβώς; Ολόκληρο δάσος είναι.
- Στις Πίπες.
- Ααααα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καυλί ή γκαβλί στα Κοζανίτικα-Σούρδικα.

Νικόλας Άσιμος (Κοζανίτης) : «Το δικό μου το γκαφλί είναι από άλλο μαγαζί ...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που λέει ψωλιές, δηλαδή ανυπόστατες φήμες ή ψέμματα, είτε για να σπάσει πλάκα, είτε για να περιαυτολογήσει.

- Καλά αυτός ο Σπύρος είναι μεγάλος ψωλέμπορας.
- Ναι, άσ' τα να πάνε, σε λίγο θα μας πει ότι γάμησε και τριψήφιο αριθμό.

Βλ. και αρχιδέμπορας, φιδέμπορας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ακραίου θαυμασμού στην θέα θεόμουνου ούμπερ-αμαρτωλού μεναγκό. Ο λέγων αποτίει σπεκ σ' αυτόν που γαμεί το υπερόμορφο γκομενέτο, όπως και στη συνώνυμη έκφραση πες μου ποιος σε γαμεί να του φιλήσω τον πούτσο, αλλά είναι πρόθυμος να κάνει και κατιτίς παραπάνω. Η αντινομία έγκειται στο ότι για να εκτιμήσει την γυναικεία ομορφιά πρέπει να είναι άντρας, αλλά αν εκπληρώσει το τάμα του θα πουστρέψει (εκτός κι αν δεν του αρέσει). Οπότε η έκφραση έχει και τον χαρακτήρα ακραίας δοκιμής στην οποία είναι έτοιμος να υποβάλει τον εαυτό του ο εραστής για χάρη της αιθέριας δεσποσύνης της επιθυμίας του, πόσο μάλλον που πρόκειται για μια έσχατη δοκιμή αυτοκατάργησής του ως στρέιτ ερώντος.

Η έκφραση πρωτοαναφέρθηκε στο σάη από τον Μπισκοτωμένο Νούλη. Ο ορισμός διαμορφώθηκε ξανά έπειτα από τον κριτικό διάλογο στα σχόλια.

- Πω πω τι μωρό είσαι εσύ! Πες μου ποιος σε γαμεί να του πάρω πίπα!
- Άσ' τα σάπια Πέρι, η κοπέλα είναι πιο άσχημη κι απ' τη Μπήλιω Τσουκαλά...

Να την πάρεις την Pippa, να την πάρεις μην το παιδεύεις, όλοι λένε να την πάρεις, να την πάρεις, την Pippa να την πάρεις. (από Khan, 03/05/11)Ποιος γαμεί την Pippa? (από Vrastaman, 03/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified