Selected tags

Further tags

Όπως πολύ σωστά είχε πει και κάποιος αστειάτορας παλαιότερα, η Ελλάς είναι το μοναδικό αφρικανικό κράτος της Ευρώπης. Αν ζιπάραμε κάποιον εν έτει 1965 και τον ανζιπάραμε εν έτει 2009, θα μπορούσε κάλλιστα να πάει σε οποιοδήποτε καφενείο και να συμμετάσχει σε πολιτική συζήτηση. Οι λόγοι προφανείς, συν τον Ιζνογκούντ Μητσοτάκη. Δηλαδή έχουμε καταφέρει το ακατόρθωτο. Την κληρονομική Δημοκρατία, μοναδική ελληνική πατέντα.

Και φτάνουμε στον συμπαθέστατο κατά τα άλλα Γ.Α.Π.. Ο οποίος, έχοντας το κληρονομικό δικαίωμα, του έλαχε:

  • να πρέπει να ζήσει στην Ελλάδα. Δηλαδή, σε ξένη χώρα, κάτι σαν ξενιτιά, αφού πρέπει να συνεννοείται και να βγάζει λόγους στα ελληνικά, στα οποία ως γνωστόν δυσκολεύεται. Επίσης τι θα λέει στα reunion με τους συμφοιτητές του που, στο Ελλάντα, τα επεισόδια του «lost», παίζονται με δύο χρόνια καθυστέρηση;
  • να πρέπει να ηγηθεί ενός σοσιαλιστικού (what is this;) κόμματος. Στην αμερικάνικη βιβλιογραφία, δεν υφίσταται αυτός ο όρος. Υπάρχει ο όρος μικτή οικονομία ή σουηδικό μοντέλο. Φανταστείτε τι μελέτη έριξε το παιδί, για να αποκτήσει (χωρίς επιτυχία) το σοσιαλιστικό προφίλ, και λέγειν. Μόνο το μουστάκι του πέτυχε!!!
  • να ηγηθεί ενός αφρικανικού κράτους. Στα αμερικάνικα βιβλία, διδάσκεσαι την διοίκηση καλολαδωμένων συστημάτων και εκ παρασκηνίου πολιτική ανατροπή αντιαμερικανικών καθεστώτων. Δεν διδάσκεσαι πώς να κυβερνάς ένα μπάχαλο, από τη θέση της τσατσάς. Το οποίο για να είμαστε δίκαιοι, δεν διδάσκεται πουθενά.

    Αν αυτό δεν είναι καραμπινάτη περίπτωση του «αμαρτίαι γονέων, παιδεύουσι τέκνα», τι να πω; Σε μία νορμάλ κατάσταση ο G.A.P., θα ήθελε να είναι (και θα ήταν) καθηγητής Πανεπιστημίου στην Βοστόνη και να επισκέπτεται την Ελλάδα τα καλοκαίρια, για να δείχνει στα παιδιά του, τις ομορφιές της Αφρικής (και θυμηθείτε με σε 10 χρόνια).

Οπότε η αναφορά στον Γ.Α.Π. κρίνεται απαραίτητη όταν:

  • κάποιου δεν του πάει το ρολάκι (στην πολιτική σκηνή) που πρέπει να παίξει, δεν πείθει δηλαδή, παρά τις καλές προθέσεις.
  • κάποιος ζει σε λάθος χώρα, όχι για οικονομικούς μετανάστες, μιλάμε για τζάκια. Κάτι σαν τους λόρδους που ζούσαν στις αποικίες χάριν της βασίλισσας, ενώ θα προτιμούσαν να κατουρούν το γράσο της αυλής του παλατιού, και παθαίνουν σύγχυση, σχετικά με το που βρίσκονται.
  • σε όσους πρέπει να βάλουν (αμερικανιά) ή να τους βάλουν το αρχικό του πατέρα τους, σαν σφήνα μεταξύ ονόματος και επιθέτου, για να αυτοπροσδιοριστούν ή να τους προσδιορίζουν.

    Από την άλλη, αναφορά στον G.A.P. χρησιμοποιείται για:

  • στελέχη επιχειρήσεων, κουστουμαρισμένα γκόλντεν γκρικ μπόυζ, που καθημερινά χρησιμοποιούν πιο πολλούς αγγλικούς όρους από ελληνικούς, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται στον σχηματισμό μιας πρότασης αποτελούμενης αμιγώς από ελληνικές λέξεις.

  • αμερικανόπληκτους που από την πολλή αμερικανιά της τηλεόρασης, φλιπάρουν και καταντάνε λίγο γραφικοί,
  • όσους από τους Δυτικούς μιλάνε για πράσινη ανάπτυξη χωρίς να ζητάνε συγνώμη από τον υπόλοιπο πλανήτη που τον γάμησαν τα τελευταία 200 χρόνια για να έχουν SUV!

    πασσαδόρος για Γ.Α.Π. : allivegp

- Θα πάμε για καφέ;
- Ασε το για άλλη φορά. Έχω μίτινγκ, σε μια ώρα, να πάω τα παιδιά για horseriding, να πάρω τη γυναίκα μου μόλις τελειώσει το spinning, και το βράδυ, να πάω σε ένα charity.
- Ποιος είσαι ρε παιδάκι μου; Ο ΓΑΠ;

γαπ, γκαπ, αλλά θέλει προσοχή! (από BuBis, 10/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια καμακιάρικη έκφραση, όπως κι η έκφραση: θερμά συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά.

Είναι πιο ραφιναρισμένη σίγουρα απ' αυτή: Ωχ τα πόδια, άστα κει, κολεοί και είναι εντελώς διαφορετικού νοήματος απ' τη φράση: Μάγειρας ήταν ο μπαμπάς σου.

Η φράση, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου, αντίκα και ξεπερασμένη πια, απευθυνόταν από καμάκι παλαιάς κοπής, σε διερχόμενη γκόμενα, με στόχο να εκθειάσει τη θηλυκότητα της. Ήθελε έτσι, ο τριαινοφόρος, να πει πως, τη βρίσκει νοστιμούλα και μάλιστα γλυκιά σα ζάχαρη. Προσπαθούσε δηλαδή, μέσω της ατάκας αυτής, να περάσει το μήνυμα, πως ο πατέρας της θα πρέπει να 'ταν... ζαχαροπλάστης ώστε να μπορέσει να «φτιάξει ένα τέτοιο γλυκό». Δε σημαίνει βεβαίως, πώς αυτά που έλεγε, πως τα εννοούσε κιόλας. (Συνήθως, σα δόλωμα τα 'ριχνε).

Που στόχευε;

Ήθελε έτσι ο τυπάς να την πέσει στο παστάκι, στο μπουγατσάκι, στο πιπινάκι, στο μιλφέιγ, σε κάποια ζαχαρομούνα, ή σε κάποια, κάπως έτσι τέλος πάντων, με στόχο να ανεβάσει τα πεσμένα του ζάχαρα καίγοντας θερμίδες μαζί της.

Ας δούμε αναλυτικότερα όμως, τι θα μπορούσε και καλά, να υπάρχει στο background της φράσης.

1) Ένας πατέρας ζαχαροπλάστης, ξέρει κι εκτιμά το γλυκό, από τη γεύση του, από τη γλύκα που αυτό πλημμυρίζει το στόμα, από το σιρόπι του και... σίγουρα κάνει τα πάντα για να φτιάχνει γλυκά όνομα και πράγμα. Σκεπτόμενος έτσι φτάνει κάποια στιγμή, που ότι και καλά γίνεται (εξέρχεται) απ' αυτόν, χαρακτηρίζεται και καλά... από μοναδική γλύκα. Επομένως και το σορόπι, που εξέρχεται απ' το σουτζούκ λουκούμ του... Λέμε τώρα!

Αυτό λοιπόν το σορόπι, ως μοναδικό σερμπέτι, πέφτοντας στη μήτρα της γυναίκας του, ως πετιμεζάτο ...μπεϊκιν παόυντερ, συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία ενός γλυκού εντός του φούρνου της.

Η κόρη πάλι, κουβαλώντας αφενός τις κυτταρικές ζαχαροπλαστικές καταβολές του πατέρα της και αφεδύο μεγαλώνοντας δίπλα σε ένα ζαχαροπλάστη πατέρα, αναμένεται πως θα αποκτήσει μοναδική γλύκα και πως θα γίνει το... πλάσμα! Και αντίθετα με ένα γλυκό που γίνεται γρήγορα (για εμπορική χρήση), αυτή τελειοποιεί τη γλυκύτητα αργά αργά, άρα το αποτέλεσμα θα είναι κατά πολύ ποιοτικότερο.

Με αντίστροφη αναγωγή, καταλήγουμε πώς ένα τέτοιο πλάσμα, θα πρέπει να έχει... και καλά, πατέρα ζαχαροπλάστη.

2) Μια τέτοια φράση υποτίθεται πως λινκάρει με την αγάπη μεταξύ κοπέλας-πατέρα, κάτι που... και καλά, θα αναμενόταν πως θα μπορούσε να εκτιμηθεί από την κοπέλα ως διπλό κομπλιμέντο (για αυτή αλλά και για το φουκαριάρη τον χρυσοχέρη τον πατέρα της που έδωσε όλη του την τέχνη και τη μαεστρία του στη δημιουργία της).

Τι έβγαινε από τη φάση;

1) Για την κοπέλα: Άλλες κολακεύονταν, άλλες ενοχλούντο τάχυναν το βήμα κι έφευγαν, άλλες του την έλεγαν κιόλας (βλ. παράδειγμα 1), άλλες μπορεί να ανταπέδιδαν τον καλό λόγο, κι άλλες πάλι μπορεί και να το προχωρούσαν το θέμα.

2) Για τον καμακόβιο: Το γεγονός είναι πως ο δρόμος για το σεξ είναι στρωμένος από χυλόπιτες και παντελονόψαρα. Ο κάμακας όμως δεν απαιτούσε ευστοχία ένα προς ένα, γι’ αυτό και συνέχιζε απτόητος!

Σημείωση:

1) Πολλές φορές, η φράση, συνδυαζόταν με τη φράση: Κουρκουμπίνια σε τάιζε η μάνα σου; Εδώ ο ποιητής εστιάζει στο ρόλο της μάνας νοικοκυράς που συντηρεί τη γλύκα που ήρθε απ' τον πατέρα. Ο συνδυασμός των δύο αυτών φράσεων μαρτυρά έμμεσα την παλαιότητα της φράσης.

2) Η ατάκα συνηθιζόταν από βαρύμαγκες, κάτι που έκανε αίσθηση, λόγω της αντίθεσης που προκαλείτο (βαρύς- γλυκιά). Ωστόσο όμως, ο κάμακας θα μπορούσε να πιστεύει πως τα αντίθετα έλκονται. (βλ.παρ.1)

3) Η ατάκα θα μπορούσε να λέγεται και: ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου; (βλ. παράδειγμα 2).

4) Η ατάκα θα μπορούσε να λεχθεί και χωρίς να 'χει στοιχείο καμακώματος μέσα της. (π.χ.: θα μπορούσε να εμπεριέχει θαυμασμό). Ωστόσο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, πως πάντα υποβόσκει ένα λανθάνον στοιχείο καμακιού. (βλ. παράδειγμα 2).

Μύρια θένκια, στον Χάνκ , αλλά και στην ironick για το συγκεκριμένο θέμα.

1)
- Ε, ψιτ, μαντάμ, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου;

- Ναι, ρε, και ο πρώτος χαλβάς που έφτιαξε ήσουν εσύ.

Δες

2)
Μια νουαζέτα που κινείται σινάμενη και κουνάμενη, αποσπά την προσοχή κάποιου που θαυμάζοντας την, της φωνάζει:
- Πω πω παιδάκι μου, ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου;

Παράρτημα

Το ερωτικό όνειρο του Έλληνα ήταν μια Σουηδέζα και στα καμάκια η φράση-κλισέ που κυριαρχούσε ήταν ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου, ή το «παιδί μου ατελείωτο» με το λάμδα Σπηλιωπουλαίικο. Πέρασαν κάμποσα χρόνια για να πέσουμε σε πιο minimal πράγματα όπως το περίφημο «ΦΣΦΣΦΣΦΣ;» (σαν να χύνεται κάτι και το συγκρατείς). Όλα τελικά εξελίσσονται... Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • Η νιρβάνα, η απόλυτη ευδαιμονία, η έκσταση, το bliss (προφέρεται «μπλjις» στα καθ' ημάς).

Στο ψυχαναλυτικό παράδειγμα του β-Lacan, τον φαλλό ως αντικείμενο της επιθυμίας και σημαίνον αυτού του απολύτου, τον κατέχει ο πατέρας. Όμως στην ελληνική ιδιοτυπία, δεν τον κατέχει ο πατέρας, μα ο μπάρμπας. Τουτέστιν, από τον μπάρμπα περιμένουμε να μας δοθεί ως διά μαγείας η ευτυχία, η επιτυχία, η ευδαιμονία, ή απλώς το χαρτζηλίκι. Ο μπάρμπας είναι ο κάτοχος της αλήθειας και του ψεύδους ως «ο μπάρμπας μου ο ψεύτης» , ή ο Μπαρμπαλήθειας, also known as μπαρμπα-truthman. Ο μπάρμπας είναι αυτός που κατέχει τα μυστικά του γυναικείου οργασμού, αφού αυτός ανοίγει και κλείνει τη βάνα (βρύση), και γενικότερα σ' αυτόν αποβλέπουμε για οποιαδήποτε οργασμική εμπειρία μας στην Κορώνη, στην Αμερική (έχω μπάρμπα στην Αμερική) ή αλλού.

Αφού ετυμολογικώς ο μπάρμπας συνδέεται με την βαρβατίλα (παράβαλε τις ετυμολογικές παρατηρήσεις στο αντίστοιχο λήμμα), ο μπάρμπας είναι ο νούμερο 1, ο κατ' εξοχήν βαρβάτος, κι ο πατέρας ακολουθεί καταϊδρωμένος. Ετυμολογική ρίζα είναι το λατινικό barba = γένεια (βλ. μπαρμπιέρης), απ' όπου το ιταλικό barba, δηλαδή ο σεβάσμιος γενειοφόρος, αλλά και το βαρβάτος, με την γνωστή έννοια (βλ. τα ρουμάνικα, που επικαλείται το Πονηρόσκυλο εδώ). Οπότε ο μπάρμπας κερδίζει τον θαυμασμό και την εμπιστοσύνη χάρη και μόνο στην εγνωσμένη βαρβατίλα που αποπνέει, πρώτος αυτός, και μετά τα λοιπά αρσενικά, πατεράδες, παππούδες, παππούστηδες ξάδερφοι, μπατζανάκηδες και λοιποί. Συχνότατα είναι ο αδερφός της μητέρας. Στην ιδιοτυπία της παραδοσιακής ελληνικής κοινωνίας έχουμε ένα κράμα πατριαρχίας και μητριαρχίας, όπου υπάρχουν μεν οι παραδοσιακές πατριαρχικές δομές, πλην η γυναίκα είναι μητριάρχης στο νοικοκυριό (λέμε για παλιά χρόνια τώρα), κι εκεί η μεγάλη αυθεντία είναι ο μητραδελφός. Άλλωστε ποιος είναι ο πατέρας τους δεν το ήξεραν ούτε τα παιδιά του Ζεβεδαίου, αλλά όλοι ξέρουν ποιος είναι ο μπάρμπας τους. Αν προσθέσουμε και τον παραδοσιακό νεποτισμό του ελληνικού / ελληνορωμαϊκού / ρωμαίικου κόσμου, τότε έχουμε ένα εκρηκτικό μίγμα, όπου ο μπάρμπας είναι η αυθεντία στον οποίο προστρέχουμε σε κάθε δύσκολη στιγμή και δεόμαστε για τα πάντα. (Δεν είναι τυχαίο ότι μόνο τα Ελληνάκια αποκαλούν όλους τους μεγάλους σε ηλικία φίλους της οικογένειας «θείο, θείο», το οποίο κάνει μπαμ στην Διασπορά, λ.χ. στην ελληνοαμερικάνικη κοινωνία του My Big Fat Greek Wedding).

Επειδή, όμως, ο μπάρμπας δεν έχει μόνο εμάς για ανήψια, είναι αναμενόμενο όπου περνάει ο μπάρμπας, να γίνεται το έλα να δεις, το λαϊκό προσκύνημα, το πατείς με πατώ σε, το αδιαχώρητο άμα και ανυποχώρητο. Και βέβαια, είναι μοιραίο ο μπάρμπας να έχει δύο πρόσωπα, ως άλλος Ιανός. Το ένα είναι το ευμενές, του πράου μπάρμπα, που ικανοποιεί σπλαχνικά την δέησή σου. Το άλλο είναι του αδυσώπητου αποτρόπαιου μπαρμπόιλ, που απαντά στο αίτημά σου μ' ένα παγερό «Μπαρμπαριά και Τούνεζι»! Ή «μπαρμπούτσαλα κι αντίδια καπαμά»! Συμπερασματικά, το δώσε και μένα μπάρμπα είναι ως αίτημα, καημός, όνειρο κ.τ.ό. η ευδαιμονία, το μπερεκέτι, η νιρβάνα, ο οργασμός, γενικά ότι περιμένουμε απ' την ζωή να μας το επιδαψιλεύσει χωρίς ανταλλάγματα ο μπάρμπας μας απ' την Κορώνη ή ο μπάρμπας απ' την Αμερική. Αλλά μέχρι να γίνει αυτό πραγματικότητα, αν γίνει, είναι το τρομαχτικό κομφούζιο, και χάος που επικρατεί από την προσέλευση όλων των αιτούντων ανηψιών. Με λίγα λόγια το χάος στο οποίο βρίσκεται η Ελλάδα στις τελευταίες δύο χιλιετίες και βάλε.

  • Όλα τα παραπάνω ισχύουν αν το «μπάρμπα» στην έκφραση είναι κλητική προσφώνηση και με μικρό το αρχικό «μ». Υπάρχει και η περίπτωση, όπου το «Μπάρμπα» είναι με μεγάλο «Μ», (το λεγόμενο «μι εις τη νιοστή», πού 'λεγε κι ο Ανδρουλάκης), και τότε μιλάμε για την γνωστή και μη εξαιρετέα ηθοποιό Βάνα Μπάρμπα.

Οι δύο περιπτώσεις δεν διαφέρουν τόσο όσο μπορεί να νομίσει κανείς. Και στην δεύτερη περίπτωση έχουμε εναγώνιο αίτημα - δέηση, μόνο που τώρα αναφερόμαστε στο οργασμικό αντικείμενο των προσδοκιών μας, το οποίο είναι η μεγάλη νταρντανογυναίκα, ο μπάρμπας με Μ κεφαλαίο, που μπορεί να τα κατάφερει όλα με τοσπαθί της.
Επομένως, ουσιαστικά η ίδια και απαράλλακτη έκφραση λέγεται διττώς, αναφορικά α) προς τον πάροχο της αιτήματος, και β) το εκπληρωμένο αίτημα καθαυτό. Για να θυμηθούμε και τον β-Lacan, ο πατέρας (μπάρμπας στην Ελλάδα) έχει τον φαλλό, ενώ η μητέρα (Μπάρμπα εδώ, η απόλυτη μητρική φιγούρα - μανάρα) είναι ο φαλλός.

Μερικές περαιτέρω ομοιότητες μεταξύ μπάρμπα και Μπάρμπα: Και οι δύο μπορούν να καταφέρουν τα πάντα, τίποτα δεν είναι αδύνατο γι' αυτούς. Ο μεν πρώτος ως Ρήγας - μπαστούνι, άλλως μπαστουνόβλαχος, με το μπαστούνι - γκλίτσα του, η δε δεύτερη, ως (Μα)ντάμα - σπαθί (κατά GATZMAN, βλέπε εδώ) τα καταφέρνει όλα με το σπαθί της. (Φαλλικά σύμβολα και τα δύο, για να θυμηθούμε τον β-Lacan). Και ο μεν μπάρμπας είναι αυτός πουανοίγει και κλείνει την βάνα, όμως η Βάνα Μπάρμπα είναι αυτή που, κατά την εναλλακτική ανάγνωση της ίδιας έκφρασης, χύνει. Ο μπάρμπας είναι ο δρόμος προς τον οργασμό, η Μπάρμπα είναι ο ίδιος ο οργασμός.

Δώσε και μένα Μπάρμπα, τελικά σημαίνει την ευχή, το αίτημα για το ανεκπλήρωτο, αυτό που ο β-Lacan αποκαλεί «το πραγματικό» (le reel), και όπου ενώνονται το αρσενικό και το θηλυκό, ο έρωτας και ο θάνατος. Να σας θυμίσω ότι η Μπάρμπα είναι το μεγάλο θηλυκό - νταρντάνα με την υψηλή τεστοστερόνη, η βαρβάτη γκόμενα, η Barbarella, η κατεξοχήν Ελλεεινίδα! Αλλά κι αυτή που ο οργασμός μαζί της είναι θανατηφόρος, ολετήριος (πολλά έχουν ακουστεί γι' αυτό!). Οπότε πρέπει να το αναρωτηθούμε καλά: Θέλουμε πράγματι να μας δώσουν την Μπάρμπα;

Θα έλεγα ναι, αφού ακόμη κι ο οργασμικός θάνατος στην αγκαλιά μιας Μπάρμπα είναι ένα «μακάριον τέλος» με την αρχαιοελληνική έννοια, ότι ευτυχισμένος θνητός είναι αυτός που πεθαίνει όμορφα στην κορύφωση της ζωής του (του οργασμού του θα προσέθετα εγώ). Απλώς θέλει αρετήν και τόλμην!

Μετά τις πυρκαγιές στην Πελοπόννησο, υποσχέθηκε ο Καραμανλής τα τριχίλιαρα κι έγινε το δώσε και μένα μπάρμπα, ποιος θα τα πρωτοπάρει. Και μετά τον ξαναψήφισαν! Τώρα που κάηκε κι η Αθήνα, θα ξαναγίνει το δώσε και μένα μπάρμπα για τα δεκαχίλιαρα; Τελικά, ως πότε θα περιμένουμε από έναν μπάρμπα, τον x μπάρμπα, την σωτηρία για όλα τα δεινά μας;

Όπου περιέφερε ο Ευφραίμ τα κειμήλια, γινόταν το δώσε και μένα μπάρμπα. Και τώρα γίνεται το δώσε και μένα μπάρμπα όπου πάει, αλλά για να τον κράξουν!

Ο τύπος είναι αδίστακτος! Μέχρι πρότινος έλεγε δώσε και μένα μπάρμπα στον πράσινο μπάρμπα του απ' την Μεθώνη, σαν να 'ταν πρασινοφρουρός. Κι όταν άλλαξαν τα πράγματα τσαμπούνησε το δώσε και μένα μπάρμπα στον γαλάζιο μπάρμπα του απ' την Κορώνη. Ναι, ήμουν παρών που του μίλαγε απ' το bluetooth, ζητώντας μονιμοποίηση.

- Και τι θέλεις να σου δώσω παιδάκι μ';
- Δώσε και μένα Μπάρμπα, μπάρμπα!

Δώσε και μένα μπάρμπα Jack. (από Jonas, 25/02/09)(από gizaha, 06/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε Μακεδονία και Θράκη. Η Προέλευση της σλαβική-βουλγάρικη, bratim= στενός φίλος, ο μακαντάσης ή βλάμης.

Α ρε λέων... εσύ είσαι και Έντιμος και Μπράτιμος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πουτάνα δεν έχει σπίτι και μοιράζει αγάπη σ' όλους σαν τον θεό.

Ο θεός σε χρεώνει σε γάμους, βαφτίσια, κηδείες σαν πουτάνα πολυτελείας!

Η ταινία του Κιμ Κι Ντουκ (από Khan, 27/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την πολύ συχνή της χρήση η φράση «πουτάνας γιός» καθιερώθηκε τόσο πολύ στην γλώσσα μας που πλέον μπορεί εύκολα να θεωρηθεί ως μία, ενιαία και αδιαίρετη λέξη. Κάτι σαν την Αγία Τριάδα. Συχνότατη η χρήση της λέξης αυτής στα γήπεδα, στις δημόσιες υπηρεσίες και όπου βασιλεύει η κλασσική ελληνική καφρίλα.

Κλίση του ουσιαστικού

Ενικός Αριθμός

Ο πουτανασγιός
του πουτανασγιού
τον πουτανασγιό
πουτανασγιέ

Πληθυντικός Αριθμός

Οι πουτανασγιοί
των πουτανασγιών
τους πουτανασγιούς
πουτανασγιοί

  1. - Τι έδωσε ρε ο πουτανασγιός; ΠΕΝΑΛΤΥ;
    - Όχι ρε. Θέατρο
    - Α. Δεν είναι και τόσο πουτανασγιός τότε. ΑΛΛΑ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ, ΕΙΝΑΙ!!

  2. - Μία ώρα περιμένω για μια κωλοϋπογραφή ρε αρχίδια, πουτανασγιοί!
    - Σας παρακαλώ κύριε, ηρεμήστε
    - Σκάσε μωρή πουτανασκόρη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α) Το ουίσκι μάρκας Jack Daniel's με μια δόση οικειότητας, σχεδόν τρυφερότητας, ή

β) Ο ηθοποιός Jack Nicholson, αποκαλούμενος έτσι κυρίως από φανς του, συνήθως αναφορικά με την περίοδο γύρω από τις ταινίες One Flew Over the Cuckoo's Nest (1975) και The Shining (1980).

α) Για πιάσε το θείο Τζακ να κάνουμε κεφάλι...

β) - Τι θα κάνεις απόψε; - Για μέσα με βλέπω, τηλεόραση... έχει τον θείο Τζακ κάπου νομίζω...

Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για τη Νατάσσα Παζαΐτη-Καραμανλή

Όπως η Νατάσσα Αρσένη (ρόλος που υποδύθηκε στην ταινία ΥΠΟΛΟΧΑΓΟΣ ΝΑΤΑΣΣΑ, η Αλίκη Βουγιουκλάκη), δεν ήταν στρατιωτικός, αλλά έγινε τιμητικά για την προσφορά της στην πατρίδα, έτσι και η σύζυγος του πρωθυπουργού, η Νατάσσα Παζαΐτη-Καραμανλή χωρίς να 'ναι στρατιωτικός θεωρείται για κάποιους, πως εφόσον συμβάλλει στην «άψογη εκτέλεση του πολιτειακού έργου» του πρωθυπουργού, είναι σα να προσφέρει στην πατρίδα. Γιαυτό, για κάποιους, η Νατάσσα Καραμανλή, λειτουργεί, ως υπολοχαγός, με τη μεταφορική έννοια ή, μ' άλλα λόγια, χρησιμοποιεί το άγραφο δικαίωμα να ασκεί κάποια επιρροή και να απολαμβάνει κάποια εύνοια. Λέγεται δε πως, πίσω από έναν σημαντικό άνδρα κρύβεται μια σημαντική γυναίκα (το θέμα είναι αν η ρήση αυτή επαληθεύεται στη συγκεκριμένη περίπτωση).

Η Νατάσσα, χάρη στην καπατσοσύνη της, από νηπιαγωγός έγινε γιατρός, πήρε διδακτορικό, εργάζεται ως ειδικευόμενη χειρούργος, είναι ιδρύτρια και εκλεγμένη πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου «Ανέμη», κλπ. Φυσικά… φυσικά υπάρχουν κάποιοι κακοπροαίρετοι που τη λέξη καπατσοσύνη τη δέχονται μεν, αλλά την εννοούν ως εξής: αυτοί λένε πως όσο υπήρξε Νατάσσα Αρσένη, άλλο τόσο η δόκτωρ υπολοχαγός Νατάσσα απέκτησε αξιοκρατικά τους τίτλους της. Το ρητορικό ερώτημα που ανακύπτει, για αυτούς, είναι: υπήρξε η Νατάσα Αρσένη;

Για την ιστορία, ένα άλλο στοιχείο συσχέτισης της ξανθής δόκτορος Υπολοχαγού Νατάσσας με την επίσης ξανθή Νατάσσα Αρσένη, αποτελεί το γεγονός πως η δεύτερη έγινε υπολοχαγός του υγειονομικού σώματος, ενώ η πρώτη είναι γιατρός.

Απο forums

1.

Αναρωτιέμαι τι θα ντύσει τα δίδυμα η υπολοχαγός Νατάσσα για τις απόκριες.
Αν θέλει την συμβουλή μου να τα ντύσει Θέμο και Μάκη γιατί στο φωτομοντάζ που τα είδα στους ομώνυμους ρόλους, πολύ μου άρεσαν.
(βλ.φωτογραφία)
http://anti-sarko18.blogspot.com/2008_03_01_archive.html

2.

Τι ακούω σήμερα!!! Υποκλέπτουν λέει τα τηλεφωνήματα του πρωθυπουργού, της κυβέρνησης και άλλων σημαντικών παραγόντων.
Tι μας λες;;; Συμβαίνουν και τέτοια εν έτη 2006;;;
Όποιος το θεωρεί αυτό νέο είναι πάρα πολύ αφελής. Απο αρχαιοτάτων χρόνων, υπήρχε το επάγγελμα «κατάσκοπος». Τα μέσα ήταν διαφορετικά τότε αλλά ο σκοπός ίδιος. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Τι νομίζατε δηλαδή; Πως ο τελευταίος κατάσκοπος ήταν η υπολοχαγός Νατάσσα; (η Βουγιουκλάκη όχι η Παζαϊτη).

http://imerologiokatastromatos.blogspot.com/2006/02/blog-post.html

**ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ**

α)Παρατίθεται και το παρακάτω απόσπασμα από τη wikipedia, απόσπασμα, που εκφράζει παραπλήσιο προβληματισμό με αυτόν που αναπτύσσεται στην γ παράγραφο του ορισμού.

«Οι σπουδές της κυρίας Καραμανλή και οι συνθήκες κάτω από της οποίες απέκτησε το διδακτορικό δίπλωμα στην ιατρική έχουν απασχολήσει πολλές φορές τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καθώς έχει εκφραστεί η άποψη πως η απονομή του διπλώματος δεν έγινε με αξιοκρατικό τρόπο.»

β)Παρατίθεται και το παρακάτω απόσπασμα από το Έθνος που μιλά για τη συνεργασία Ζαχόπουλου - Νατάσας

Ο ίδιος ο Χρήστος Ζαχόπουλος στο βιογραφικό του, που φιλοξενείται στην ηλεκτρονική σελίδα του υπουργείου Πολιτισμού, αυτοπαρουσιάζεται ως σύμβουλος του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή από το 1997 μέχρι σήμερα.
Την ίδια περίπου χρονική περίοδο ήταν που είχε αναλάβει παράλληλα, εργολαβικά, να βοηθήσει πολλαπλώς τη σύζυγο από το 1998 του πρωθυπουργού, Νατάσσα Παζαϊτη - Καραμανλή. Τόσο στις με πολλά ερωτηματικά σπουδές της, όσο και στην οικοδόμηση ενός ελκυστικού προφίλ, που την ήθελε να ασχολείται με θέματα πολιτισμού, μικρών παιδιών και ιδιαίτερα αυτών με ειδικές ανάγκες, περιβάλλοντος κ.λπ.

http://www.ethnos.gr/article.asp;catid=11378&subid=2&tag=8777&pubid=224395

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάλι από παλιά διαφήμιση, αλλά δεν θυμάμαι πια το προϊόν. Λάδι ήντουνα, ή απορρυπαντικό πιάτων; Ή μήπως κάτι σε μινέρβα, φυτίνη ή βιτάμ; Πάντως η γιαγιά Ευτυχία (θα σας εξηγήσω άλλην ώρα τον συμβολισμό του ονόματος αυτού, είναι τόσο δύσκολο που δεν θα μπορέσω εδώ, θα πάρει πολύ), η γιαγιά Ευτυχία λοιπόν έδωσε για άλλη μια φορά τα φώτα της γνώσης της και της πολύχρονης εμπειρίας της σε όλη την οικογένεια. Αυτό είναι το ρεζουμέ και έτσι χρησιμοποιούμε την έκφραση όταν θέλουμε να επιβεβαιώσουμε τον οποιονδήποτε συνομιλητή μας για το σοφόν και το σαφές της ρήσης του. Το λέμε δε και λίγο τραγουδιστά και γυναικεία: «α!-κριβώως,γιαγιαευτυχίααα...»

- Ε, και μη μου πεις, άμα βάλεις και λίγο δενδρολίβανο στο ψάρι, του πάει πολύ αλλά και του διώχνει την ψαρίλα.
- Ακριβώς, γιαγιά Ευτυχία...
- Κόφ' το δούλεμα και πιάσε το τσικάλι να δούμε αν έμαθες τίποτα.

βλ. και διαφημιστικά μιμίδια / μιμήδια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση η οποία δεν χρησιμοποιείται πραγματικά πουθενά και ποτέ. Προέρχεται από το όνομα της συζύγου τέως πρωθυπουργού, του οποίου το όνομα αποφεύγεται να αναφερθεί για προληπτικούς και όχι μόνο λόγους. Παρόλα αυτά ιστορικοί, ερευνητές και αναλυτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η Μαρίκα Μητσοτάκη αποτελεί μέρος της απόλυτης αλήθειας καθώς κατέχει το μυστικό της αιώνιας ζωής το οποίο είναι καλά κρυμμένο στη συνταγή για τα ντολμαδάκια της.

Είπαμε... δεν χρησιμοποιείται πουθενά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified