Further tags

Ήρωας ενός παλιού μαθητικού στιχουργήματος της Δεκαετίας (μία είναι η Δεκαετία: αυτή της βάτας, της χαίτης, του κιτς, της ρόδας-τσάντας-και-κοπάνας, του atari, των ψηλοκάβαλων μέχρι τα βυζιά τζιν: του '80).

Ο λόγος στη λαϊκή μούσα.

«Άραβας στην Αραβία κυνηγούσε μια κυρία
η κυρία πορδοκλάνει κι ο Άραβας την καλοπιάνει:
έλα δω ευλογημένη, τώρα που 'ναι καυλωμένη
να σου βάλω τη μισή να τραντάξει το νησί
να στηνε βάλω όλη να πλαντάξει όλη η πόλη, να σου βάλω και τ' αρχίδια να πλαντάξουν τα γιοφύρια»

Eighties for ever!!

To λήμμα κλαίγανε (από Vrastaman, 22/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η όμορφη αλλά πολύ μελαψή γυναίκα εκ του αθάνατου σήριαλ με Γκλέτσο και Παπαχαραλάμπους του μέγιστου δημιουργού Μανούσου Μανουσάκη. Αν προκαλέσει κερατοβόλο έρωτα μπορεί να μετονομαστεί και σε Κερατώ.

Πρβλ. σκουριά

Πηγή: Κνάσος.

Είμαι ερωτευμένος με μια Ερατώ, σκέτη ηθοποιό του Ψώλλυγουντ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει πως, αν κάνεις μονίμως τα χατίρια σε μια γυναίκα, θα σου κάνει τη ζωή δύσκολη. Πρέπει να την παιδέψεις και λίγο (κατ' άλλους: να της ρίχνεις και καμιά ψιλή) για να σ' έχει εκείνη στα όπα-όπα (να σε λέει, όπως λέμε «θείο»).

Ετυμολογικά, προέρχεται από τους ψαράδες που, κατά παράδοση, είθισται να «σβουρίζουν» τα χταπόδια για να μαλακώσουν: τα κοπανάνε με δύναμη σ' έναν βράχο αρκετές φορές (από 40 ως 100, αναλόγως τον ψαρά, και οι αριθμοί πάντα διακρίνονται από ακρίβεια όσο και συμβολισμό). Όπως το λαχταριστό μαλάκιο, λοιπόν, έτσι και η γυναίκα (το μουνί, στην προκειμένη φράση, συνεκδοχικά) μαλακώνει και γίνεται πιο τρυφερή και χαδιάρα όσο την παιδεύεις, όσο την «χτυπάς» (μεταφορικά, ελπίζω). Η πρακτική αποτελεσματική, καθώς αν το χταπόδι είναι φρέσκο, γίνεται αρκετά σκληρό, ιδίως στη σχάρα. Δεν είναι, ωστόσο, απαραίτητο να γελοιοποιείται κανείς στην παραλία: το ίδιο και καλύτερα αφραταίνει το χταπόδι αν το αφήσετε μια-δυο μέρες στην κατάψυξη. Δεν το συνιστώ για τη γυναίκα, φυσικά.

- Πάλι την έφτυσες, ρε, τη Ράνια; Θα σε παρατήσει, κακομοίρη μου, και θα τρέχεις...
- Ρε, το μουνί και το χταπόδι, όσο το χτυπάς απλώνει, λέμε.
- Ναι, και το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν το ξέρει ιδρώνει, αλλά λέω μη σου τα φορέσει καμιά μέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Φαινόμενο τσιρλίντερ» έχουμε όταν μία παρέα γυναικών, που μαγνητίζει τα αντρικά βλέμματα, απομυθοποιηθεί αφού παρατηρηθεί η κάθε μία ξεχωριστά και καταλάβουμε ότι τελικά δεν είναι ωραίες, απλά η ποσότητα μας κάνει να νομίζουμε το αντίθετο.

Δημιουργός της έκφρασης είναι ο Μπάρνει από το «How I Met Your Mother» (Cheerleader Effect).

- Σσσσσσ... Μαλάκα δεν μουνοθύελλα που έρχεται.
- Μπα ρε... Δες τις μία - μία. Κλασικό «Φαινόμενο Τσιρλίντερ».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λήμμα ετούτο παρομοιάζει τον πρωκτό του γκέη, κοινώς φιρφιρίκουλα, με τον τρόπο αναγόμμωσης των παλαιοτέρων τυφεκίων: Εις τα τυφέκια ετούτα ετοποθετούσαν το φυσίγγιο εις εσοχήν εις το οπίσθιο μέρος της κάνης. Ωσεκτουτού, το όπλο καλούντο «οπισθογεμές». Το αυτό με τον γκαίη, ο οποίος «γεμίζει» εξ οπισθίων! Σε αντίθεση βέβαια με το όπλο, τα... βόλια παραμένουν εντός της «κάννης»!!!

Κλέων, περπατών επί της λεωφόρου Συγγρού: «Θα ήθελα ένα αγγούρι ίνα δροσιστώ!»
Μεγακλής: «Θελεις να δροσιστείς ή να... ζοριστείς;»
Κλέων: «Παρντόν! Δεν αντελήφθην!»
Μεγακλής: «Εννοώ, μήπως είσαι οπισθογεμής;»
Κλέων: «Πώωωωςςς;; Η μεγαλυτέρα των προσβολών! Σε καλώ σε μονομαχία με ξίφη!»
Μεγακλής: «Αχχ ωραία, να κατεβάζω το παντελόνι δια να με... »καρφώσεις« με το »ξίφος« σουου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο gay περιωπής, ο οποίος ανέβηκε ιεραρχικά με τον καιρό στις τάξεις τους, διότι:

  1. η σκούφια του κρατάει από καλό τζάκι, από γνωστή οικογένεια κλπ,

  2. εδώ και χρόνια στο κουρμπέτι δούλευε υπερωρίες, με αποτέλεσμα να φτιάξει καλό όνομα,

  3. είναι καραξεφωνημένη, κανείς δε θυμάται πριν πόσα χρόνια ακριβώς βγήκε από την ντουλάπα και σα να μην έφτανε αυτό, έχει «βοηθήσει» κι άλλους να βγουν απ' αυτήν.

Ακολουθεί απολαυστικό μήδι.

- (Μ)πέηζιλ: Γεια σας αγόρια!
- Αγόρια: Ίσα μωρή προϊσταμένη!

(από Jonas, 27/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ΑΤΜ που έχει ενσωματωμένο, μεταξύ αφαλού και γονάτου, κάθε ανθρωπίνα.

– Ρε Λίτσα τι αφραγκιά είναι αυτή! Μας βλέπω φέτος και τις δύο να μαυρίζουμε στο μπαλκόνι.
– Εγώ Πόπη μου προτιμώ να ανοίξω το τριχωτό πορτοφόλι παρά να κάτσω να λιώσω στα τσιμέντα.

απ΄το μουνί της τό \'βγαλε το κέρμα; (από jesus, 07/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο κωλόμπας. Ο επαγγελματίας σκύφτης. Αυτός που πιάνει το σαπούνι σε όλα τα ντούς.

  2. Ο πολιτικός που αλλάζει πολλά κόμματα.

  3. Ο μαλάκας στο χώρο της δουλειάς. Ο ημίχαζος που τον πατάνε (κυριλέ έκφραση) όλοι, από το αφεντικό ως τον καινούργιο.

Σαπουνομαζώχτρα ο κύριος. Φίρμα την ημέρα, το βράδυ καμαριέρα.

Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά... (από Marco De Sade, 29/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούστης, η αδελφή, ο πισωγιομίδης κλπ, στην Κρήτη. Το αν η λέξη εξακολουθεί να λέγεται και σήμερα δεν το γνωρίζω (στον «Ζορμπά» του Καζαντζάκη τη βρήκα), γι' αυτό αν κάποιος κρητικός σχολίαζε θα ήμουν υπόχρεος.

- Ώρε κουζουλέ, ίντα είναι αυτά που φοράς, θα σε πάρουν για νεραϊδιάρη βρε κουζουλέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που σκύβει καθ' έξιν, με τις αναμενόμενες συνέπειες, δηλαδή να του τον φορέσουν, ή πιο ελαφρά, να του τον σφυρίξουν. Περισσότερο είναι αυτός που κάθεται να τον γαμήσουν, ο υποτακτικός, το θύμα. Οπότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για μη παθητικούς ομοφυλόφιλους, που γαμιούνται όμως από την ζωή και το περιβάλλον τους, ενώ τα θέλει κι αυτών ο κώλος τους με την παθητικότητα που έχουν.

Σαπουνομαζώχτρα είναι ο κωλόμπας. Ο επαγγελματίας σκύφτης. Αυτός που πιάνει το σαπούνι σε όλα τα ντούς.

(Παραθέτω τον ορισμό του Marco de Sade λόγω σλανγκιπενίας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified