Selected tags

Further tags

Βρισιά με την οποία εννοούμε ότι το γαμήσι που ρίχνουμε σε κάποιον είναι τόσο παρατεταμένο, ώστε είναι σαν να του/της βάζουμε τον πούτσο μας και να τον αφήνουμε να μουλιάζει.

Και όπως έπεφτε η νυχτιά σε χάιδευε τ' αγιάζι,
τον πούτσο μου στο κώλο σου, έβαζα να μουλιάζει.

(Στίχος των Μετάληρα απ' το «Τον κώλο σου γάμαγα»).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εραστής με προτίμηση στις ευτραφείς γυναίκες.

Ο ... είναι φαλαινοθηρικό. Αν δεν είναι 100 κιλά, η γκόμενα δεν του γυαλίζει.

Δες και γρύλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνειος όρος από το Εμπράγματο Δίκαιο. Χρησιμοποιείται σε εύκολες γυναίκες οι οποίες όμως έχουν απαιτήσεις προτού σου κάτσουν. Κυριολεκτικά το τυχόν καταβληθέν τίμημα για την επίτευξη συνουσίας ή σαρκικής συνάφειας με την εν λόγω εύκολη κυρία. Με την κάλυψη των απαιτήσεων αυτής, αποκτάται το παρόν δικαίωμα, η δουλεία εισόδου ή διέλευσης.

Ρε τον κακομοίρη, έχει φάει άπειρα λεφτά για να αποκτήσει δουλεία διόδου στην γκόμενα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή οι γυναίκες δεν έχουν (ακόμα) κανονικούς πούτσους, καβλιά κ.λπ. όργανα διακόρευσης όπως οι άντρες, παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας, της γενετικής μηχανικής κ.λπ., για να αναφερθούν σε αυτά σε βρώμικες εκφράσεις και μπινελίκια.

Επειδή κάποιες γυναίκες πρέπει να είναι ίσες με τους άντρες σώνει και καλά και αυτό θα πει ότι πρέπει να τους μοιάσουν και μάλιστα, για καλύτερα, να μοιάσουν στους πιο κάφρους απ' αυτούς, για να φαίνεται καθαρά πόσο ίσες είναι, μην ξεφύγει από κανέναν.

Επειδή κάποιοι άντρες, λόγω της καφρίλας τους, μιλάνε με ορολογίες για πολύ ξύλο και χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως «θα της ρίξω δυο καβλιά», «θα της ρίξω δυο πούτσους» λες και είναι η άλλη σκουπιδοτενεκές και θα πετάξει τα σκουπίδια του ο κτηνάρας. Που θα πει «θα της ρίξω δυο γαμήσια χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο γιατί κάβλωσα και την έχω για τον πούτσο μου». Έκφρασεις τέτοιες εκχυδαΐζουν την σεξουαλική επαφή, εξευτελίζουν την γυναικεία υπόσταση και δείχνουν πόσο μαλάκας είναι αυτός που τις λέει.

Γιαυτό:
Μερικές γυναίκες χρησιμοποιούν αντίστοιχη γλώσσα, τόσο καταπληκτική όσο οι κατά λέξη μεταφράσεις των ξένων γλωσσών που δεν βγάζουν νόημα.

Σο, μια χαρά, «θα του ρίξω δυο μουνιά» θα πει ακριβώς «θα του ρίξω δυο γαμήσια χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο γιατί κάβλωσα και τον έχω για το μουνί μου». Έκφραση που εκχυδαΐζει την σεξουαλική πράξη, εξευτελίζει την ανδρική υπόσταση και δείχνει πόσο μαλάκες είναι όσοι άντρες λένε τις αντίστοιχες και παρασέρνουν τα κορίτσια στο να μιλάνε και αυτά άσχημα, γιατί, μια φορά, αυτά τα λόγια δεν τους τα 'μαθε η μάνα τους.

Επίμονη ασίστ: Χαλικούτης (μάκια μάκια όπα όπα χαλικού)

-Και τελικά τί έγινε ρε όταν φύγατε; Το κάνατε; Λέγε!
-Έλα ρε Δέσποινα, τί να κάνουμε, γυρίσαμε χαράματα και σε δυο ώρες είχε δουλειά...
-Δυό ώρες; Δυο γαμημένες ώρες; Πας καλά ρε; Με τις καύλες που είχατε και οι δύο σε μισή ώρα θα του χες ρίξει δυο μουνιά και θα τον είχες ξαποστείλει. Γαμώ το φελέκι σου είσαι απερίγραπτη.
-Αφού με ξέρεις... Θέλω το παραμύθι μου δεν μπορώ έτσι τσακ μπαμ... Μαλακία έκανα, ε;

(από Khan, 04/08/14)

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, η οποία χρησιμοποιείται όταν κάποιος έχει αφήσει μούσι και δεν του πηγαίνει με τίποτα, αλλά από την άλλη δεν παίρνει από λόγια και δε θέλει να το κόψει με καμία Παναγία.

Σαν ύστατη λύση λοιπόν, επιστρατεύεται αυτό το επιχείρημα με ρίμα.

Εννοείται πως αφορά σε κολλητά και αγαπητά σε εμάς πρόσωπα.
Η χρήση σε αγνώστους ή παραξηγιάρηδες αντενδείκνυται, προς αποφυγήν κλωτσομπουνιδίων.

- Σπυρέτος: Γεια χαρά σας μάγκες...
- Μάγκες (εν χορώ): Ξύρισε το μούσι να μη σε λενε πούστη!

Του κραξίματος αυτού συχνά προηγείται το «Νάτος! Νάτος! O πούστης ο μουσάτος»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη Ελβετικός σουγιάς (για τους πολλούς, Leatherman για τους γνώστες!), η χρήση της οποίας είναι τόσο εκτενής και ποικιλότροπη, ώστε να της αξίζει μια θέση στο Πάνθεον της Ελληνικής Γλώσσης και φυσικά της Σλανγκοσύνης.

Στην πιο απλή της μορφή, η λέξη περιγράφει το (συνήθως επιτυχές) τέρμα μιας προσπάθειας, ενέργειας ή αντικειμένου. Είναι όμως η απίστευτη ελαστικότητα και προσαρμοστικότητα της λέξης, η οποία την καθιστά αντικείμενο τόσων πολλών χρήσεων. Ο μόνος τρόπος για να διαπιστώσει κανείς την αξία της, είναι μέσω παραδειγμάτων. Αβάντι λοιπόν:

Πολιτική – ΜΜΕ
Πεδίον δόξης λαμπρόν για την εν λόγω λέξη καθώς βρίσκεται στην κορυφή του δεκάλογου της Σχολής Πολιτικάντηδων και «Δημοσιογράφων». Ποιος δεν έχει ακούσει άπειρες φορές τη λέξη, σε διάφορες μορφές:

  • «Αφήστε με να ολοκληρώσω!» - προς τους άλλους 18 αλαλάζοντες τηλεπαραθυρούχους εν μέσω γενικού σύστριγκλου.
  • «Μα δεν με αφήνουν να ολοκληρώσω!» - προς τον Δημοσιογράφο/Διευθυντή Νηπιαγωγείου που «συντονίζει» την συζήτηση(;) εννοείται εν μέσω κακού χαμού.
  • «Ολοκληρώστε κύριε Χατζητραμπάκουλα!» - συντονιστής/Πρόεδρος Βουλής προς τον φλύαρο (υπάρχουν κι άλλοι;) βουλευτή/Υπουργό.
  • «Η κυβέρνηση θα ολοκληρώσει την 4ετία» ή «Η κυβέρνηση θα ολοκληρώσει το έργο της». Αν η πρώτη φράση έχει κάποια αλήθεια (έστω και με νύχια και με δόντια), η δεύτερη αποτελεί σχήμα οξύμωρο καθώς το «έργο» (της μάσας και της λαμογιάς) δεν ολοκληρώνεται ποτέ και από καμία κυβέρνηση (εδώ έχουμε το φαινόμενο «ολοκλήρωσης-σπιράλ» που τείνει στο άπειρο).

Σεξ
Ίσως από τις πιο γνήσιες χρήσεις της λέξης:

  • «Ολοκληρώνωωωω!» Ιαχή θριάμβου κατά την εκσπερμάτιση/οργασμό, πλην όμως εκφρασμένη αποκλειστικά από φλώρους, μικροαστούς ή θεούσες, άτομα δηλαδή που βρίσκουν πολύ χυδαίες τις εκφράσεις τύπου «πάρτα μωρή άρρωστη», «χύνω», «έτσι με την αρμύρα», κλπ. Η συγκεκριμένη χρήση είναι γελοία επειδή αποτελεί παράδοξο: στο ζενίθ της ηδονής και του πάθους να εκστομίζεις μια καθώς πρέπει λέξη. Εναλλακτικές: «τελειώνω» και «έρχομαι» (ένα-δύο σκαλιά πάνω στην κλίμακα απελευθέρωσης).
  • «Ολοκληρωμένη Σχέση». Κυριλέ έκφραση/ερώτηση για τον αν το άτομο επηδηχτήσαντο με το έτερο ήμισυ (εννοείται με γκόμενα ή αρραβωνιάρα και ουχί με σύζυγο γιατί αν φτάσεις εκεί κλάφτα Χαράλαμπε!). Λόγω της ορθότητας της, η φράση χρησιμοποιείται ευρέως από γονείς ή δημοσίως από άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (συνώνυμο: «Προγαμιαίες σχέσεις») καθώς και νεανίες τύπου εντεχνindie, emo, τροβαδούρους, ταγάρια, θήλεα νέας κοπής και λοιπές εφηβικές ομάδες για να δείξουν την ευαισθησία τους γενικώς και ειδικώς στο παρεάκι (μεταξύ τους βέβαια, οι αντροπαρέες χρησιμοποιούν εκφράσεις του τύπου «την ξεκώλιασες ρε μαλάκα;»). Με την έκφραση εννοείται το «τελευταίο» και πολυπόθητο δια πολλούς άρρενες στάδιο μιας σχέσης (η επιβράβευση για την υπομονή, τα δείπνα, τα άνθη και λοιπά ψιψιψόνια). Βεβαίως, οι άμοιροι δεν σκέφτονται την Νυφουλίνη, η και το γεγονός ότι για τις γυναίκες, ειδικά με την πάροδο του χρόνου, αυτό είναι το πρώτο στάδιο της σχέσης!
  • Συνώνυμο με το παραπάνω είναι η φράση «Ολοκληρώθηκα ως γυναίκα», με πιθανή ερμηνεία την πρώτη νύχτα του γάμου άρα και την πρώτη σεξουαλική επαφή η οποία θεωρητικώς ολοκλήρωνε την προσωπικότητα της γυναίκας. Όπως είναι απολύτως λογικόν, η φράση χρησιμοποιείται με άκρως ειρωνική διάθεση ειδικά σε περιπτώσεις γυναικοκουβέντας περί της απόδοσης των εραστών/συζύγων: Πως ήταν το τεκνό Μαίρη μου; Τι να σου πω… Ολοκληρώθηκα ως γυναίκα.
  • Μέρος της λέξης χρησιμοποιείται επίσης από γυναίκες πάνω στο πάθος με την φράση «Δώσ' το μου όλο» με προφανή σκοπό.

Καθημερινότητα

  • Στον χώρο εργασίας, η «ολοκλήρωση» είναι μαγική λέξη καθώς υποδηλώνει ότι μια εργασία/project έλαβε τέλος (επιτέλους!) και έφυγε από πάνω μου. Σε πιο επίσημες περιπτώσεις (απολογισμούς, μπροσούρες), η λέξη χρησιμοποιείται για να δώσει ειδικό βάρος με την προσθήκη της λέξης «επιτυχία», ήτοι: «Η εταιρία μας ολοκλήρωσε επιτυχώς, το τιτάνιο έργο του αρμέγματος 300 άγριων αγελάδων στην κοιλάδα Μπεκάα».
  • «Ολοκληρώθηκε η εικόνα [ή το παζλ]». Η φράση χρησιμοποιείται κυριολεκτικά και μεταφορικά και εννοείται ότι ελήφθη μια σημαντική πληροφορία ή αντικείμενο που έλειπε για τον τερματισμό μιας εργασίας και τώρα μπορούμε να προχωρήσουμε παρακάτω ή να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα σε περιπτώσεις μυστηρίου μαζί με το συνώνυμο «ξετυλίγεται το κουβάρι».
  • «Ολοκλήρωσες;» ή «Ολοκλήρωσα!». Χρήση πασπαρτού κυρίως με ειρωνική ή χιουμοριστική διάθεση, που παραπέμπει στην σεξουαλική έννοια της λέξης για να υποδηλώσει μεγάλη ευχαρίστηση/ηδονή στην ολοκλήρωση μιας ενέργειας. Χρησιμοποιείται για παράδειγμα, σε περιπτώσεις φαγοποσίας, έντονης πνευματικής ή φυσικής δραστηριότητας, χεσίματος, κλπ. Μια παραλλαγή προαναφερθείσας φράσης («Ολοκλήρωσα η γυναίκα»), μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε αυτή την περίπτωση.
  • Στον αθλητισμό συνήθως αναφέρεται στην πρόταση «Ολοκλήρωσε την προσπάθεια» ή «τις προσπάθειες», για να υποδηλώσει τον τερματισμό του αγώνα ενός αθλητή, είτε σε πολλαπλά αθλήματα στο ίδιο τουρνουά είτε σε ένα άθλημα που περιλαμβάνει πολλές απόπειρες (π.χ. άλμα εις ύψος).

Το καλύτερο παράδειγμα βεβαίως είναι αυτό της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, το οποίο πλείστοι εργαζόμενοι στην ΕΕ βιώνουν εδώ και καιρό...

Τέλος και δια το διεθνές του λήμματος, η Αγγλική λέξη “Consummate” (the marriage) σημαίνει ολοκληρώνω (γάμο με συνουσία) με την ίδια λέξη να ισχύει εννοιολογικά στην Γαλλική (consommer), Ιταλική (consumare), Ισπανική (cosnumado) και Πορτογαλική (consumar).

Ως ανωτέρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι απολαμβάνω τις επίγειες χαρές του μάταιου τούτου κόσμου όσο είναι ακόμη καιρός, δλδ όσο μας κάνει κούκου. Προέρχεται από την αίσθηση δρόσου που καταλείπεται στον μπούτζον μας μετά τη συνουσία.

- Μόρτες, μπορεί να άργησα, αλλά έχω δικαιολογία που τα σπάει: Τον έβρεξα!
- Τσσσς! Κατούρα και λίγο, ρε μόρτιμερ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψευδοσυστολή για το «γαμιάς». Παράγωγο του ρήματος μαμάω-ώ. Προσοχή στον τόνο: Άλλο μαμιάς, άλλο μαμίας.

- Ποιος είσαι ρε φίλε; Ο μαμιάς της γειτονιάς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αυτός ανήκει στο ιδίωμα των Μεγαρέων και περιγράφει τον παθητικό ομοφυλόφιλο.

Ετυμολογικά προέρχεται από τα δύο συνθετικά: πίσω (όλοι καταλαβαίνουμε τη χρήση της λέξης) και την κουμπούρα, η οποία είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα όπλα της Επανάστασης με χαρακτηριστικό το μακρόστενο σχήμα που παραπέμπει στο ανδρικό μόριο.

Άλλα συνώνυμα που ανήκουν επίσης στο Μεγαρίτικο ιδίωμα: κωλοφύρης, κωλοβρέχτης, κουνενές, πισωλούρης.

Σε oriental club τη στιγμή που ανεβαίνει «άντρας» στο τραπέζι για χορό:

- Ρε συ κοίτα πως κουνιέται τούτος δω.
- Δεν τον βλέπεις τον πισωκούμπουρο; Κουνάει την αχλαδιά κανονικά...

(από kondr, 15/06/09)

Βλ. επίσης οπισθογεμής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφαψίας είναι ο τύπος που στο internet κοιτάζει φωτογραφίες γυναικών (π.χ. σε facebook, hi5), κάνει comments σε τεστάκια, videos, φωτογραφίες μπας και την ρίξει!!!

Τώρα, στα μαγαζιά η δράση του είναι να μπαστακώνεται δίπλα σε κοπέλες (συνήθως δεν μιλάει όταν είναι άγνωστες), να τις ακολουθεί στον δρόμο και πολλές φορές κάνει τον ταρίφα...

  1. Ρε εφαψία, πάλι στο facebook είσαι και κοιτάς φωτογραφίες;;;

  2. Κοίτα τον εφαψία, πήγε και κάθησε δίπλα της!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified