Further tags

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, η οργανική χημεία αποτελεί τον κλάδο της χημείας που μελετά τις ενώσεις του άνθρακα. Εδώ φρενάρει η βιβλιογραφία και αρχίζει το slanging.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, λέγοντας οργανική χημεία αναφερόμαστε στο ερωτικό συνταίριασμα των εραστών στο κρεββάτι, ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο ερωτικών αθλοπαιδιών.

Λέγεται έτσι, λόγω του ότι εκεί τον πρώτο λόγο, τον πρωταγωνιστικό ντε, τον έχουν τα πρωταγωνιστικά όργανα της κλασσικής ερωτικής σύζευξης. Τα γεννητικά όργανα των εραστών ντε!

Γιαυτό και η βασικότερη χημική αντίδραση αυτής της οργανικής χημείας είναι:

πέος + αιδοίον-----------> παιδίον

Η παρτούζα πάλι, αποτελεί κλάδο της οργανικής χημείας και μάλιστα σύνθετο, αφού εμπλέκει περίπλοκα γεφυρώματα.

Δες και ενόργανη γυμναστική.

O Γιάννης και η Φλόρα, έχουν σχέση εδώ και δέκα μέρες. Ο Βασίλης, κολλητός του Γιάννη, συζητάει μαζί του, για τη σχέση του ζεύγους.

- Γιάννη, σε βλέπω πως με την Φλόρα, έχετε γίνει πια το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής. Πως τα πάτε στον κρεββατικό τομέα όμως;
- Καλή ερώτηση! Υπάρχει πρόβλημα φίλε... στην οργανική χημεία!
Δε θέλει ακόμα... λέει. Θέλει να γνωριστούμε... πρώτα. Μπορεί η κλασσική οργανική χημεία να μελετά τον άνθρακα, εδώ πέρα όμως... άνθρακες ο θησαυρός, φίλε. Για να ψηθεί η σχέση μας όμως και να δουλέψει η οργανική χημεία πρέπει πρώτα, να πάρει φωτιά ο άνθρακας. Πρέπει να κάψουμε θερμίδες.
- Έλα ρε μαλάκα. Εσύ ήσουν καλός στη χημεία. Θα τα καταφέρεις.
- Λόλ!

(από GATZMAN, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε όλους μας έχουν πει ότι δεν είναι ευγενικό να αποκαλούμε κάποιον «χοντρό», ακόμα και αν είναι τόφαλος. Αντί γι' αυτό, η politically correct λέξη είναι «εύσωμος». Έρχεται όμως ο ανώνυμος σλανγκιστής και συνδυάζει αυτές τις δύο λέξεις, διαβρώνοντας έτσι εκ των έσω τις κοινωνικές συμβάσεις.
Εύχοντρος λοιπόν ίσον εύσωμος + χοντρός.

  1. - Σου άρεσε το έργο;
    - Καλό ήταν, αλλά είχα στην μπροστινή σειρά έναν κρυπτόφαλο και έβλεπα τα μισά!
    - Α, εκείνον τον εύχοντρο λες; Πίκρα!!

  2. - Μπύρα θες;
    - Άσε καλύτερα, γιατί τον τελευταίο καιρό έχω γίνει λίγο εύχοντρος...

Μετά από παραγγελία του jesus του Γαλάτη! ;) (από Cunning Linguist, 29/03/09)Η συνέχεια του προηγούμενου, με το παράπονο να συνεχίζεται... (από Cunning Linguist, 29/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ντουφέκι κι ο μπαργαλάτσος, μοιάζουν λόγω:

  • Σχήματος,
  • Βλητικής δυνατότητας,
  • Σημειολογίας περί κυνηγητικής φύσης του χρήστη τους.

Οπότε μιλώντας για ντουφεκιά, μιλάμε για τη διαφυγή ριπών σπέρματος από την κάννη, πεοβόλου όπλου, στο πεδίο της ερωτικής μάχης.

Αντίθετα με την κλασική έννοια της ντουφεκιάς, ντουφεκιάς που μπορεί να επιφέρει το θάνατο, η συγκεκριμένη ντουφεκιά μπορεί να επιφέρει τη δημιουργία, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία μιας νέας ζωής.

- Με μια ντουφεκιά, την άφησε έγκυο.
- Τόσο ευθύβολος ήταν, ε;

- Σε ποιο αιδοίο βολής θα ρίξεις ντουφεκιές απόψε;
- Στη Σούζυ, που όταν βλέπει ούζι, σκούζει.

Το...ντουφέκι (από GATZMAN, 27/04/09)Στο 00:09 "και εσύ ντουφέκι φλογερόν πουλί μου" (από GATZMAN, 08/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως αναφέρεται εδώ, οι πρωτεΐνες αποτελούν το απαραίτητο δομικό υλικό που «χτίζει» ιστούς (μύες, νύχια μαλλιά), που αναπληρώνει τις φθορές τους, καθώς και πολλά άλλα.

Όπως φαίνεται από εδώ, το κρέας είναι μια από τις πηγές παροχής πρωτεΐνης στον ανθρώπινο οργανισμό.

Αποδεκτοί τύποι πηγών άντλησης ζωικής πρωτεΐνης, αναφέρονται εδώ (ψαχνό γαλοπούλας, κοτόπουλου, μοσχαριού ή χοιρινού).

Όλα καλά και άγια τα παραπάνω. Μόνο που ω... της ανατροπής, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.

Αναφερόμαστε μεν σε ζωικούς οργανισμούς, αλλά όχι σε τέτοιους που θα μπορούσαμε να συμπεριλαμβάναμε στη διατροφή μας, για τις συγκεκριμένες κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες της ζωής μας.

Εδώ μιλάμε για ζωικούς οργανισμούς, που βρίσκονται στην τροφή μας από λόγους απροσεξίας (δικής μας, ή όποιου ετοίμασε το γεύμα) και από λόγους εθελοντικής παρουσίας τους στο γεύμα μας. Οι ζωικοί αυτοί οργανισμοί, μπορεί να είναι σε ζώσα μορφή. Μπορεί και όχι.

Για να μην το κουράζουμε: ναι ναι ναι. Μιλάμε για διάφορα έντομα και για άλλους οργανισμούς (καμικάζι, κλπ), που μπορεί να βρεθούν στην τροφή μας.

Γιατί εκφέρουμε τον όρο;

Για να διακωμωδήσουμε τη δημιουργηθείσα κατάσταση, αμβλύνοντας έτσι, την αίσθηση της σιχαμάρας, προσθέτοντας μια δόση χιούμορ μεταξύ των συνδαιτυμόνων, που είναι παρόντες στη φάση. Επίσης, εκφέροντας τον όρο, συμβάλλουμε στην ελαχιστοποίηση της αντίληψης της σιχαμάρας προς άλλους που, μη έχοντας οπτική αντίληψη του συμβάντος, δεν έχουν πιάσει τι έχει συμβεί.

Μεγάλη βδομάδα. Κάποιος τρώει μαζί με κάποιον σε υπαίθριο εστιατόριο. Κάποιο καμικάζι έχει αυτοκτονήσει στη σαλάτα του. Αηδιάζει. Τότε, ο άλλος του λέει:
- Ελα ρε... Πώς κάνεις έτσι; Δε λες που θα φας και πρωτεΐνη, στο τζάμπα; Α... ξέχασα... είναι μεγάλη βδομάδα και δεν κάνει να φας κρέας, ε;... χα χα χα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωδική ονομασία για το αγριογούρουνο, χρησιμοποιείται είτε από παράνομους κυνηγούς σε τόνο αστείου, είτε, με γενικότερη σημασία, για όλα τα κόκκινα κρέατα σε περιόδους νηστείας.

- Καλά τώρα, λες και στο Άγιο Όρος δεν υπάρχουν κάποιοι που βαφτίζουν το αγριογούρουνο πουρναρόψαρο...
- Νταξ μωρέ, χορταράκια και ρίζες δεν τρώει κι αυτό;... Φρούτο είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μάσκα ομορφιάς, είναι ένα καλλυντικό κατάλληλο για την περιποίηση του δέρματος, ειδικό για το πρόσωπο, για τον λαιμό, για τα μαλλιά, κλπ.

Διάφορες μάσκες φαίνονται εδώ, εδώ, εδώ. Εδώ όμως λέμε να πρωτοτυπήσουμε λίγο, ξεφεύγοντας απ΄τα συνηθισμένα μονοπάτια.

Βλέπουμε εδώ πώς κοπέλα κάποιων Μαϊων παρουσιάζεται στον πλαστικό της χειρουργό για ένα ρουτινιάρικο μπότοξ ρωτώντας τον:

- Γιατρέ, είναι αλήθεια πως το αντρικό σπέρμα κάνει καλό στο δέρμα;
- Τι να σας πω! Γενικά μιλώντας, η άποψη αυτή έχει μια βάση! Ως εμπεριέχον βιταμίνες, ένζυμα και αλκαλικές ενώσεις, ενδεχομένως …αλλά γιατί ρωτάτε;
- Να, έχω τέσσερα αδέρφια …ψωλοκοπάνες! Τουλάχιστον, να μ’ το φυλάνε για να κάνω μάσκες ομορφιάς!

Τα τέσσερα αδέρφια λοιπόν, στο όνομα της αδερφικής αγάπης, καλούνται, να δώσουν το ανεκμετάλλευτο φραπέ τους, στην αδελφή τους, προκειμένου αυτή να γίνει όμορφη και να δει χαρά στα σκέλια της.

Η προτεινόμενη μάσκα ομορφιάς, λοιπόν, αφορά την επάλειψη του προσώπου κάποιας με σπερμικό υγρό, ώστε το πρόσωπό της να πάρει όλα τα αναζωογονητικά στοιχεία του σπέρματος. Το σπέρμα μπορεί να δώσει ζωή, την ομορφιά δεν θα δώσει;Λέμε τώρα!

Αναφέρει σχετικά ο φίλος slangproof (σχετικά με τη διαχείριση του σπερμικού υγρού κατά το φλοκοπόταμο), στο λήμμα φλοκοπόταμος πως: ....θα τον βγάλει από το στόμα της (τον μπαργαλάτσο ντε), και θα δεχτεί μία εξαιρετική μάσκα ομορφιάς στα μαλλιά, στο μέτωπο, στα μάγουλα, στο πηγούνι και στα μάτια....

- Μου 'λεγε η Σούζυ, στα γενέθλιά της, πως στενοχωριόταν που έβλεπε το πρόσωπό της να σπάει με τον χρόνο. Δεν είπα τίποτε. Όταν βρεθήκαμε στο κρεβάτι, της αμόλησα, ένα ωκεανό λάβας στη μάπα. Μιλάμε για τα... χυσομαπίδια. Είχα μια βδομάδα, να χύσω οπότε έβγαλα τον... φλοκοπόταμο. Της λέω, αυτό είναι το δώρο των γενεθλίων σου. Μια μοναδική μάσκα ομορφιάς. Δεν με πίστευε και με φώναζε σπάγγο. Παρόλα αυτά, την έφτιαξε τη μάσκα. Την επόμενη μέρα είχε ένα πρόσωπο... τι να λέμε.
- Μπράβο ρε πλαστικέ χειρούργε.
- Ασ' τα... μαλακία έκανα. Της άρεσε η μάπα της, βρήκε την αυτοπεποίθηση της, με έφτυσε και τα 'φτιαξε με ένα τζόβενο κι εγώ έμεινα με τον πλαστικό χειρούργο στο χέρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σερβίρω φραπέ σε άλλον, ή στην παθητική φωνή, «φραπεδιάζομαι», μου σερβίρουν φραπέ. Υπάρχει και το αυτοπαθές «αυτοφραπεδιάζομαι», που είναι κυριολεκτικά σκέτη μαλακία. Επειδή το φραπέ είναι σχετικώς ξεφτίλα, υπάρχει και το «άει φραπεδιάσου», που είναι χειρότερο από το «άει γαμήσου», όσο το φραπέ είναι χειρότερο απ' το γαμήσι. Και πολύ σεξιστικά- προσβλητικά για μια γυναίκα (ή γκέι): «Ούτε για φραπέ δεν κάνει!».

- Όλη μέρα αυτοφραπεδιάζεσαι ρε φίλε, θα σε ρίξει ψυχολογικά. Γιατί δεν πας να σου κάνει φραπέ και καμιά γκόμενα; Για σένα νοιάσου και φραπεδιάσου!

(από Vrastaman, 09/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τίτλος ελληνικής ταινίας, με Κωνσταντάρα και Αρώνη. Μιλάμε για σεξουαλική δραστηριότητα οποιασδήποτε μορφής και ανεξαρτήτως ηλικίας, με ή χωρίς παρτενέρ, εντός ή και εκτός φραπενείου. Κυρίως για φάσεις κοινογαμίας (κυνογαμίας), πάρτυ με ούζα, πάρτι με Uzi, παρτούζας ντε!

Πηγή: Γκατσάνδρας.

  1. - Πώς ήταν η τσόντα που σου δάνεισα χτες;
    - Τα συνηθισμένα: Τρία-τέσσερα one on one για αρχή, ένα λεσβιακό, ένα δικάβαλο, και στο τέλος έγινε το μικροί μεγάλοι εν δράσει!

  2. - Μπαμπά, μπαμπά, γιατί εσύ είσαι μαύρος, η μαμά άσπρη κι εγώ κινέζος;
    - Στο μικροί μεγάλοι εν δράσει που κάναμε νά 'σαι χαρούμενος που δεν γαυγίζεις κιόλας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποκερικής προέλευσης λέξη, η σημασία της οποίας διευρύνθηκε συν τω χρόνω εντυπωσιακά. Ένας εξειδικευμένος τεχνικός όρος χαρτοπαιγνίου διάγει στας ημέρας μας έναν δεύτερο βίο, περιγράφοντας πάντοτε σύνθετα και συνδυαστικά φαινόμενα. Αναλυτικότερα:

  1. Κερδοφόρος συνδυασμός φύλλων στο πόκερ. Η απλή κέντα (straight) αποτελείται από 5 φύλλα σε αριθμητική σειρά, π.χ. Α, 2, 3, 4, 5, όχι όμως του ιδίου χρώματος. Η κέντα-φλος ή αλλιώς κέντα-χρώμα (straight flush) αποτελείται από 5 φύλλα σε αριθμητική σειρά και του ιδίου χρώματος, π.χ. 5, 6, 7, 8, 9 κούπα.

  2. Συνδυασμένη ενέργεια δύο ή παραπάνω ατόμων που στέφθηκε από επιτυχία αποφέροντας αξιόλογα οφέλη, συνήθως οικονομικής φύσεως. Η επιτυχία της ενέργειας-κέντας δεν είναι απαραίτητα τετελεσμένο γεγονός, αρκεί να εικάζεται με μεγάλες πιθανότητες. Με την ίδια περίπου σημασία χρησιμοποιείται κι ο όρος μόντα, που όμως είναι πιο γενικός.

- Kέντα κάνουν δυο φίλοι που βάζουν από κοινού λεφτά και αγοράζουν μια επιχείρηση, π.χ. παίρνουν το franchise για το everest, ή παίρνουν τον «αέρα» από κάποιο μπαράκι.
- Κέντα κάνουν (πάλι) δυο φίλοι που αποφασίζουν να συγκατοικήσουν ώστε να μοιράζονται τα έξοδα. - Κέντα κάνουν (ξανά μανά) δυο φίλοι φοιτητές που συνεννοούνται να αντιγράφει ο ένας απ' τον άλλο στις εξετάσεις.

  1. Άλλη μια λέξη για το γαμήσι, τη συνουσία. Και λέω συνουσία, διότι θέλω να δώσω έμφαση στο συν-αινετικό της υπόθεσης. Δυο άνθρωποι τα μιλάνε, τα συμφωνάνε κι αφού γίνουν αυτά πέφτει ο πήδουλας. Ένας βιασμός ποτέ δεν είναι κέντα, είναι ποινικώς κολάσιμη μονομερής ενέργεια. Εν προκειμένω, χρησιμοποιείται εναλλακτικά και το κέντημα, καθώς και το ρήμα κεντάω = γαμώ.

  2. Μεγάλη αστυνομική επιτυχία, συνήθως σύλληψη κάποιου «μεγάλου κεφαλιού» του οργανωμένου εγκλήματος, π.χ. Παλαιοκώστας. Ενέργεια που προετοιμαζόταν μεθοδικά και σχεδιαζόταν από καιρό, ενώ ήχθη εις πέρας με τη συνεργασία διαφορετικών υπηρεσιών (Ασφάλεια, Τροχαία, Άμεση Δράση).

  3. Στο χώρο των πρεζάκηδων, η κέντα είναι η σύλληψη ή κάποια άλλη ζημιά απ' τους μπάτσους, που όμως γίνεται κατά τύχη, επειδή απλά είχε καύλες ο μαλάκας ο Δίας. Δηλαδή οι μπάτσοι είχαν στηθεί για κάποιον άλλο, πιο μεγάλο (βλ. περίπτωση 4), έπεσαν ωστόσο στη φάκα τους μικρότερα ψάρια, που έκατσε να βρίσκονται φορτωμένοι με ντραγκς στο λάθος μέρος, τη λάθος ώρα. Μιλάμε για τρελή ατυχία, γι' αυτό και σε τέτοιες φάσεις πρέπει πάντα να είσαι στην τσίλια. Ποτέ δε ξέρεις που έχει στηθεί η κέντα και σε περιμένει. Αν την ψυλλιαστείς, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να πας πάσο, ήτοι να συμπεριφερθείς σα να μη τρέχει κάστανο...

  1. - Έμαθες ότι πουλιέται εκείνη η καφετέρια κοντά στον ηλεκτρικό στο Μαρούσι, που αράζαμε παλιά;
    - Α ναι ρε συ, κατάλαβα, μιλάς για την τρύπα που πηγαίναμε μετά το φροντιστήριο. Κάτσε να δεις πως τη λέγανε τώρα..
    - Τι σημασία έχει αγόρι μου πως τη λέγανε... Θα της βγάλουμε εμείς άλλο όνομα!
    - Για κάν' το μου πιο λιανά αυτό, τι εννοάς;
    - Ε να, έχεις εσύ κάτι φραγκάκια στην άκρη, θα χτυπήσω κι εγώ ένα δάνειο, στήνουμε χαλαρά την κέντα και το παίρνουμε το μαγαζί!
    - Το σκεφτόσουν πολλή ώρα αυτό;
    - Έλα ρε, σκέψου μόνο τα μουνιά που έχουμε να κεντήσουμε ως αφεντικά κι έτσι..

  2. Με τις πυτζάμες στο σπίτι τους, έπιασε τους δύο της Siemens, Σκαρπέλη και Γεωργίου σε Κηφισιά και Δάφνη, απόψε ο Γιάννης Ραχωβίτσας. Είχε ένταλμα από τον 4ο ανακριτή και το εκτέλεσε ακαριαία. Εαν δεν τους έπιανε θα τον έθαβαν ότι έκανε τα στραβά μάτια. Νωρίτερα δεν είχε ανοίξει μύτη με τα μέτρα στο Σύνταγμα στη πορεία των μουσουλμάνων. Κέντα για τον «Ραχώ». Να λέμε και κανα μπράβο. Το χρειάζονται. (Από εδώ)

  3. - Πώς κι έτσι στεγνός τώρα τελευταία; Εσύ μας κέρναγες πάντα τις καλύτερες κοακόλες όταν ερχόμασταν σπίτι σου, τι τρέχει τώρα;
    - Ξέρω γω, την άκρη μου ρώτα..
    - Ωχ, ο Σήφης ο κατσαρίδας; Τι έγινε, τον τσακώσανε; Λέγε ρε, αφού ξέρεις..
    - Οκ, αφού θες να τα μαθαίνεις όλα, έπεσε ο μαλάκας σε μια κέντα απάνω στο Σχιστό, στα γύφτικα. Για άλλον πήγαιναν και δέσανε το δικό μου, κωλοατυχία μου μέσα..

αυτή κι αν είναι κέντα. (από johnblack, 17/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκοτώνω κάποιον και κατόπιν εξαφανίζω το πτώμα του, χωρίς να αφήσω καθόλου ίχνη. Ένα είδος Τέλειου Εγκλήματος. Διότι - κατά κανόνα - χωρίς πτώμα, δεν υπάρχει και αξιόποινη πράξη.

Χρησιμοποιείται πολύ στο χώρο του οργανωμένου εγκλήματος: «συνδικάτα» και «εταιρείες» που δραστηριοποιούνται στους τομείς των ναρκωτικών, της μαστροπείας (νταβατζιλίκι εν στενή εννοία), των εκβιασμών και της προστασίας νυχτερινών μαγαζιών (νταβατζιλίκι εν ευρεία εννοία), του λαθρεμπορίου όπλων ή τσιγάρων. Τους ξέρουμε ως «μαφιόζους», «νονούς», «μπράβους», «βαρώνους» (της κόκας, της νύχτας, ό,τι μπορεί ο καθένας).

Η σλανγκικότης του πράγματος έγκειται βασικά στο ότι το εν λόγω ρήμα, υπό κανονικές συνθήκες, δεν συντάσσεται με έμψυχο αντικείμενο, εκτός κι αν σημαίνει την απλή απόκρυψη, π.χ. εξαφάνισα τον αντάρτη στο υπόγειο για να μη τον βρουν τα σκυλιά. Το δε «εξαφανίζομαι», ως μέσο και όχι παθητικό ρήμα, δεν συνοδεύεται από ποιητικό αίτιο, δεν λέμε δλδ « ο χ εξαφανισμένος (=αγνοούμενος) εξαφανίστηκε από τον τάδε».

Ο όρος εξαφανίζω χρησιμοποιείται από τους επαγγελματίες παρανόμους ως δηλωτικός της απουσίας οποιασδήποτε συναισθηματικής φόρτισης σχετικά με την πράξη της δολοφονίας. Ο μαφιόζος - σ' ένα ιδεατό επίπεδο τουλάχιστον - δε σκοτώνει παρακινούμενος από προσωπικό πάθος, αλλά πάντα κατόπιν ψυχρού υπολογισμού, σαν να φέρνει εις πέρας μια οποιαδήποτε επιχειρηματική πράξη. It's just business. Γι' αυτό, εκφράσεις του στιλ «μακελιάζω», «κόβω φέτες» και παρόμοιες σπλατεριές, γενικά αποφεύγονται. Η εξαφάνιση, όπως επίσης το ξεμπαρκάρισμα, έχουν μια ουδέτερη χροιά. Είναι κι ένα είδος μπλακ χιούμορ, παρόμοιο με το «θα σε αυτοκτονήσω»

Ο άνθρωπος περιπίπτει σε απλό αντικείμενο, η αξία της ανθρώπινης ζωής εκμηδενίζεται. Κατά παρόμοιο τρόπο, ο Αδόλφος Άϊχμαν, ο ναζί χασάπης των Εβραίων, δήλωνε στη δίκη του πως «η θανάτωση δεν είναι παρά άλλη μια ιατρική πράξη». Στο 1984 του Όργουελ, το αντίστοιχο της «εξαφάνισης» είναι η εξάτμιση, μετά την οποία απαλείφεται κάθε ίχνος της μνήμης του προγραφθέντος, σαν αυτός να μην υπήρξε ποτέ. Τέλος, η ίδια απαξίωση για την ανθρώπινη αξία, εμπεριέχεται στη χρήση του όρου «εκτέλεση» από τις ακροαριστερές οργανώσεις ένοπλης βίας, π.χ. 17Ν.

Η επιτυχία της εξαφάνισης και η καταστροφή κάθε αποδεικτικού / επιβαρυντικού στοιχείου, δεν οφείλεται τόσο στις ατομικές ικανότητες και ευφυία του κάθε μαφιόζου, όσο στην αφθονία των υλικών μέσων που βρίσκονται στη διάθεση των οργανωμένων ομάδων και τα οποία μπορούν να κινητοποιήσουν. Έχουν π.χ. τη δυνατότητα να μεταφέρουν το πτώμα σε κάποια γειτονική ξένη χώρα και να το θάψουν σε κάποιο απάτητο δάσος. Ή μπορούν να ξανοιχτούν με πλεούμενο και να φουντάρουν το πτώμα μεσοπέλαγα, μαζί με δυο λιθάρια δεμένα στο λαιμό του. Ή να το μεταφέρουν σε καμιά απόμερη αποθήκη και να το ρευστοποιήσουν σε μπανιέρα με άκουα φόρτε. Και άλλα που δε φανταζόμαστε.

  1. - Πολύ μου τα 'χει ζαλίσει τώρα τελευταία ο άραβας. Έχει να πληρώσει τέσσερις μήνες. Σκέφτομαι να τον εξαφανίσουμε.
    - Μαζί σου. Πολύ σήκωσε κεφάλι ο μαλάκας.

  2. - Αυτός ο κωλόμπατσος μπλέκεται συνέχεια μες τα πόδια μας. Θα τον εξαφανίσω τον βρωμόπουστα, τον παλιοκαριόλη! - Συμφωνώ, αλλά θέλει ψυχραιμία το θέμα, όχι φωνές.

(εμπνευσμένα από τις απομαγνητοφωνήσεις Βλαστός κ' Σία)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified