Στρατογκαβλική ορολογία για το «τέλος», «τελειώσαμε». Σηματοδοτεί την αποφασιστικότητά μας για οριστική παύση των ενεργειών ή συζητήσεων, χωρίς πολλές κουβέντες ή αντιρρήσεις.
- Σου είπα χωρίζουμε! Λήξις!
- Αυτός μου άρεσε και αυτόν θα πάρω. Λήξις!
Στρατογκαβλική ορολογία για το «τέλος», «τελειώσαμε». Σηματοδοτεί την αποφασιστικότητά μας για οριστική παύση των ενεργειών ή συζητήσεων, χωρίς πολλές κουβέντες ή αντιρρήσεις.
- Σου είπα χωρίζουμε! Λήξις!
- Αυτός μου άρεσε και αυτόν θα πάρω. Λήξις!
Got a better definition? Add it!
Γαμάω χαριστικά, γαμάω για την ψυχή της μανούλας μου, κάνω σεξουαλική εξυπηρέτηση, κάνω ψυχικό γαμήσι.
Υπέρ πατρίδος γαμάμε κατά κανόνα τα προσφιλή μας μπάζα, για τα οποία τόσα και τόσα συνώνυμα θα βρείτε στην λατρεμένη μας ιστιοσελίδα.
Η λογική του ψυχικού γαμησιού είναι ίδια με εκείνη της θητείας: κανείς δε θέλει να πάει, αλλά τελικά (σχεδόν) όλοι πάνε σαν τα αρνιά, και λεν κι ένα τραγούδι (για την ακρίβεια πολλά τραγούδια). Κι η δικαιολογία στο τσεπάκι: «ε, να ρε φίλε, τι να κάνω, για την πατρίδα πήγα, που έχουμε τον Τούρκο πάνω απ' το κεφάλι μας και απειλεί» και άλλες παρόμοιες στρατοκαυλικές κουράδες. Διότι αποτελεί κοινό μυστικό πως ο μέσος Έλληνας είναι στρατόκαυλος, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο, άλλος κατά βάθος κι άλλος κατά πλάτος. Δε πα να βρίζει κάθε μέρα πατόκορφα το κωλοκράτος, τους κωλόμπατσους, τους κωλόδρομους, την εφορία, τα διόδια, τους πολιτικούς, το γαμοσύστημα, την Κωλλάδα την ίδια (όπως λέει ο Χατζηστεφάνου); Και τι να λεει; Μια φορά στρατό θα πάει, δεν παίζει. Γιατί χωρίς στρατό δε γίνεσαι άντρας, καρατσεκαρισμένο. Και την κοινωνική κατακραυγή και την ταμπέλα του γιωτόπουλου που την πας; (Στην Κύπρο - όπου βέβαια τα θέματα διαφέρουν κάπως - υπάρχει το έθιμο να πετούν αυγά στο σπίτι όποιου πούλησε τρελίτσα για να μην πάει στρατό). Καλοί κι οι μετροσέξουλες, αλλά στον ευλογημένο τόπο μας η μπρουταλιτέ εκτιμάται ακόμη ιδιαιτέρως (γι' αυτό κι όλες οι γκόμενες γαμιούνται με αλβανά).
Όπως λοιπόν ο κλασικός Έλληνας είναι στρατοκαύλης, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο είναι και σαβουρογαμιάς. Με τον ίδιο τρόπο που δέχεται να χαρίσει 12 μηνάκια απ' τη ζωή του (κι ίσως και την ίδια του τη ζωή) στη Μαμά Πατρίδα, έτσι κάνει εκπτώσεις και στην καθαρά προσωπική του ζωή, αποδεχόμενος το γεγονός πως το ωραίο το μουνί είναι άπιαστο πουλί, και χώνοντάς τον σ' όποια τρύπα λάχει: «μια φορά μας γέννησε η μάνα μας, δεύτερη δε μας ξαναγεννάει».
Είναι γεγονός πως όλοι σχεδόν, έχουμε κάποτες ρίξει κάποια τεμάχια σε φώκιες, υπέρ πατρίδος. Είναι φυσικό και αναφαίρετο δικαίωμά μας, και μπορούμε να δικαιολογηθούμε εκστομίζοντας την εν λόγω φράση. Όταν όμως η σαβουρογαμίαση γίνεται συστηματάκι, τότε τα περί πατρίδος, ψυχικών και εξυπηρετήσεων, είναι πολύ απλά προφάσεις εν αμαρτίαις.
Και πρέπει εμείς να 'χουμε πρόβλημα με αυτό; No way. «Το άσχημο είναι ωραίο» λεει κάπου ο Ουμπέρτο Έκο στην Ιστορία της Ασχήμιας, ενώ «η ομορφιά είναι μια κόλαση». Πολλοί ανάμεσά μας φτιάχνονται πιο πολύ με τις άσχημες, ισχυριζόμενοι πως αυτές κάνουν το καλύτερο γαμήσι (κι ίσως δεν έχουν άδικο). Το θέμα έγκειται στην υποκρισία τους. Σ' αρέσουν οι φέτες Δωδώνης παλικάρι; Με γεια σου με χαρά σου, μόνο μη μας το παίζεις ότι δε σ' άρεσε κιόλας και το 'κανες χαριστικά. Μη μας το παίζεις και θύμα, για όνομα.
- Πως τη βλέπεις τη Ρένα; Της τον ακούμπαγες άμα λάχει; Εμένα πάντως μου κωλοτρίβεται τελευταία και δε ξέρω τι να κάνω.
- Εμένα με ξέρεις φίλε, δεν αφήνω ευκαιρίες χαμένες, μια φορά μας έκανε η μανούλα μας. Για σένα δεν ξέρω, που μας το παίζεις ντίβα, εκλεκτικός κι έτσι.
- Έχει ωραίο κορμάκι, δε λεω, αλλά αυτή η μύτη της βρε παιδάκι μου, ότι πρέπει για να καρφώνει μπιφτέκια και να σκοτώνει κατσαρίδες στις γωνίες. Ίσως της ρίξω ένα υπέρ πατρίδος στο φινάλε..
- Να σου πω πασά μου, εσύ τη μύτη θα γαμάς ή τον πάτο; Ξεκόλλα με τη μαλακία που σε δέρνει, ρίχτο λίγο έξω. Αλλά έτσι είναι, ο μαλάκας ο Θεός πάει και δίνει την εμφάνιση και τα φράγκα σ' όποιον δεν τα εκτιμά, στα φλώρια και τους μη μου άπτου. Κι εμάς που είμαστε μάχιμοι και δε κωλώνουμε πουθενά, μας έχει στην απόξω.
Got a better definition? Add it!
Το αστυνομικό. Ως άσπρο θυμίζει γαλατάδικο, και μπλε καρούμπαλο είναι η σειρήνα. Γενικά, μας αρέσουν οι παρομοιώσεις των μπάτσων, βλ. και στρουμφάκια, στρουμφίτα, στρουμφοχωριό. Για την διαφορά που έχει το καρούμπαλο από το κερατάδικο βλ. τους εμπεριστατωμένους ορισμούς Ιωάννου του Μέλανος.
Ασίστ: Αυτοκτονημένος.
- Κάτσε, μεγάλε, μην τελικιάσεις ακόμα, γιατί έχουμε πίσω μας έναν γαλατά.
- Με μπλε καρούμπαλο;
Got a better definition? Add it!
Published
Είναι η γκόμενα που, κατά την διάρκεια της σχέσης της με τον άντρα των ονείρων της, τον βλέπει μια μέρα να φεύγει μακριά της στο εικονικό μέτωπο που λέγεται φανταριλίκι. Η φανταρογκόμενα βασικά πήζει όσο κι ο φαντάρος (λέμε τώρα...), όχι επειδή είναι μόνη, να μην τα παραλέμε, αλλά επειδή κάθε μα κάθε που ο φαντάρος παίρνει άδεια, πρέπει να υφίσταται έστω και για λιγουλινάκι τον πόνο του και να κάνει τουμπεκί ακούγοντας όλες αυτές τις συνήθως, αλλά ευτυχώς όχι πάντα, θεοβάρετες ιστορίες (κάτι χειρότερο από το ποδόσφαιρο) γιατί τον αγαπάει -ή επειδή έτσι πρέπει να δείχνει.
Έχουν γίνει πολλά φριχτά κατά τις μεγάλες αυτές στιγμές. Έχουν αποφασίσει φανταρογκόμενες να τον χωρίσουν επειδή είναι ευκαιρία (!). Άλλες έχουν παραπλανηθεί από την απουσία και έχουν πιστέψει ότι πράγματι τον θέλανε πάντα και ότι οι εκάστοτε αμφιβολίες τους ήταν παραμύθια -και τελικά ο οριστικός χωρισμός λαμβάνει χώρα άμα τη απολύσει του φαντάρου ή λίγο πιο μετά.
Άλλες όμως στενάζουν πραγματικά που δεν τον έχουν κοντά τους και δεν χάνουν επισκεπτήριο για επισκεπτήριο, περιμένουν στα αεροδρόμια και στα λιμάνια, είναι κρεμασμένες από το τηλέφωνο, θα του δώσουν και μπόλικα τηλεφωνικά γαμήσια να τον στείλουν στα ουράνια...
Όλ' αυτά χωρίς να μπούμε στις λεπτομέρειες της αντίθετης πλευράς (την ανακούφιση του φαντάρου που επιτέλους δεν θα την ξαναδεί για ένα διάστημα, ή αντίθετα τον πόνο του που δεν θα την ξαναδεί σύντομα, την ανακάλυψή του ότι υπάρχουν και οι πουτάνες, την ανακάλυψή του ότι υπάρχουν και οι τουρίστριες, την ανακάλυψή του ότι υπάρχουν και οι άντρες, κλπκλπκλπ)
Η διαφορά μεταξύ φανταρογκόμενας και φαντάρου δεν είναι απλώς το ότι αυτός τραβάει άλλο ζόρι από αυτήν, είναι και το ότι αυτός μια φορά θα πάει, ενώ αυτή μπορεί να το ζήσει πολλές φορές το σενάριο αυτό. Είναι βέβαια σημαντικό για το σιβί σου να έχεις διατελέσει φανταρογκόμενα, είναι εμπειρία που συγγενεύει από μακριά με αυτή του φαντάρου, είναι ρε παιδί μου σα να τον έχεις τον άλλον στη φυλακή ή στο νοσοκομείο, ή για να το πω πιο ζεστά: σα να τον έχεις παιδί σου -και η σχέση παίρνει άλλο χρώμα, και κει οφείλεις να δεις τι νιώθεις γι' αυτόν τον καψερό.
Αρκεί να σου αρέσει αυτό που θα ανακαλύψειςςςςς...
- Πόσες φορές έχεις κάνει φανταρογκόμενα;
- Τρεις...
- Όχι ρε πούστη! Εγώ μία και τά 'χα φτύσει!
Got a better definition? Add it!
Χειρότερο από το μαύρισμα του οικοδόμου και το ταριφόχερο. Είναι το απαίσιο μαύρισμα που αποκτά κανείς υπηρετώντας καλοκαίρι στον ελληνικό στρατό φορώντας όπως προβλέπεται μακρύ παντελόνι παραλλαγής, T-shirt παραλλαγής και χιτώνιο με γιακά και σηκωμένα μανίκια. Το αποτέλεσμα είναι να μαυρίζουν μόνο το κεφάλι, ο μισός λαιμός και τα χέρια μέχρι τον αγκώνα. Παλιότερα δε που προβλεπόταν φανέλα με τιράντες κάτω από το χιτώνιο έμενε ακάλυπτο ένα τριγωνικό μέρος κάτω από τον λαιμό το οποίο μαύριζε σχηματίζοντας το λεγόμενο μουνάκι.
(Από εδώ)
«ένα καλό (μη βισματικό) φανταρικό αρκεί για να γίνουν εφιάλτης τα ταξίδια από και προς τη μονάδα(λόγω στολής) αλλά και τα καλοκαιρινά μπάνια (το γνωστό μαύρισμα του φαντάρου: τριγωνάκι εβένινο στο στέρνο και δερμάτινο μανίκι σκιά στα χέρια).»
(Από εδώ)
«Έχω κ ένα υπέροχο μπρούτζινο μαύρισμα.
Εχμμ, όχι ακριβώς παντού.
Από τα γόνατα έως τους αστραγάλους κ από το σβέρκο έως τα αυτιά.
ΤΟ σημείο της σάρκας δηλ. που άφηναν ακάλυπτο τα παπούτσια, το σόρτς κ η μακρυμάνικη μακό.
Χειρότερο κ από το μαύρισμα του φαντάρου, δηλ. εάν με δεις χωρίς ρούχα.
Όλη μέρα σε ένα σκάφος, έχει κάποιες παρενέργειες είναι η αλήθεια.»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στον στρατό: είναι η «κομψή» θήκη για το μαξιλάρι που κατά τα προβλεπόμενα φτιάχνουν οι φαντάροι με μια μπιχλιασμένη κουβέρτα. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα αυτή η διαδικασία πέρα από την αμφιβόλου αισθητικής μόστρα του θαλάμου, αλλά αν δεν το φτιάξεις όπως το θέλουν πέφτει και καμπάνα άμα λάχει.
(από εδώ)
«Τα κρεβάτια είναι πάνω κάτω. Είναι στρωμένα με μια καφέ κουβέρτα και δύο μπλε σεντόνια τα οποιά παρέχει η υπηρεσία (τώρα τα σεντόνια που χρησιμοποιούνται είναι πράσινα). Ο φάκελος που γίνεται με μια άλλη κουβέρτα είναι ο χώρος που μπαίνει το μαξιλάρι όπως φαίνεται στη φωτογραφία.»
Got a better definition? Add it!
Published
Η φράση αυτή συνοψίζει με τον πιο εύστοχο τρόπο μια από τις πιο θεμελιώδεις αλήθειες της ελληνικής πραγματικότητας, αφού ο στρατός είναι ουσιαστικά ο προθάλαμος στον παραλογισμό του ελληνικού δημοσίου, στη λογική του βύσματος, της κομπίνας και του βολέματος. Πέρα από αυτά αποτελεί βέβαια και μια καλή εξάσκηση στο εθνικό μας άθλημα.
Δύο βασικοί άξονες λειτουργίας του ελληνικού στρατού είναι ο προβλεπόμενος τρόπος που πρέπει να γίνεται το καθετί και η άκαμπτη γραφειοκρατία. Αυτά οδηγούν σε καταναγκαστικούς παραλογισμούς και γελοίες διαδικασίες χωρίς κανένα νόημα. Μερικά προσωπικά πρόσφατα παραδείγματα:
• Στρώνεις και τεντώνεις το πανάθλιο κρεβάτι σου κάθε πρωί για την επιθεώρηση και φτιάχνεις περίτεχνο φάκελο παραβλέποντας το γεγονός ότι στα τρύπια σεντόνια και στις πενταβρώμικες κουβέρτες (αν τις χτυπήσεις σηκώνεται πυρηνικό μανιτάρι) γεμιστές με κομματάκια ναφθαλίνης δεν κοιμάσαι έτσι κι αλλιώς. Στην πραγματικότητα βάζεις σεντόνι ή υπνόσακο και κοιμάσαι από πάνω, αλλά αυτά δεν προβλέπονται, οπότε επίσημα είσαι παράνομος.
• Ο σάκος ιματισμού ή αλλιώς λουκάνικο πρέπει να είναι αντικείμενο εξαιρετικά υψηλής τεχνολογίας, αφού απαγορεύεται να τον πάρεις έξω από το στρατόπεδο. Αντιθέτως μπορείς να πάρεις όοολα τα πράγματα από μέσα και να τα πας σπίτι σου, αλλά σε άλλες τσάντες ή βαλίτσες. Το λουκάνικο μένει στο στρατόπεδο.
• Η καθαριότητα είναι από τα πρώτα μελήματα του στρατού, γι' αυτό και κάθε μέρα ορίζονται πολλοί φαντάροι για να καθαρίσουν τουαλέτες, θαλάμους, εξωτερικούς χώρους κτλ. Βέβαια απορρυπαντικά δεν υπάρχουν, τα γάντια είναι δυσεύρετα και η χλωρίνη δίνεται με το σταγονόμετρο. Όσο για αυτούς που έχουν αγγαρεία στο πλοίο της Αγάπης, γάμησέ τα κι άφησέ τα! Γενικά στον στρατό μαθαίνει κανείς να βάφει αυγά με πορδές.
• Οι σκοπιές γίνονται με άδεια όπλα. Για να βάλεις τον γεμιστήρα στο όπλο πρέπει να ειδοποιήσεις τους ανωτέρους, να πάρεις θετική εντολή, να ξηλώσεις τον ραμμένο γεμιστήρα και να οπλίσεις, και όλα αυτά μόνο και μόνο για να ρίξεις στον αέρα, όπως προβλέπεται. Μέχρι τότε μπορείς να πολεμήσεις με βρισιές.
• Όλα τα θαλαμοντόγκ της επόμενης μέρας μαζεύονται και πηγαίνουν στο φρουραρχείο, όπου κάποιος ανώτερος τους αναλύει υποτίθεται τις υποχρεώσεις τους. Βέβαια μετά την δεύτερη φορά που θα τα ακούσεις δεν χρειάζεται να τα ξανακούσεις, γι' αυτό στο τέλος βαριέται και ο ίδιος να έρθει να τα πει, οπότε μετά από την απαραίτητα μεγάλη αναμονή επιστρέφεις εθνικά υπερήφανος που επιτέλεσες το καθήκον σου, ήσουν προβλεπέ και δεν έφαγες καμπάνα.
Αυτά από την μέχρι τώρα εμπειρία μου, γιατί άμα πιάσουμε τις ιστορίες άλλων θα γράψουμε βιβλίο! Η εκπαίδευση του στρατού συνίσταται πλέον στο να περιμένεις ατελείωτες ώρες και να σπαταλάς το μέγιστο δυναμικό για να κάνεις πράγματα που έχουν την ελάχιστη αποτελεσματικότητα. Το χάσιμο χρόνου και η έλλειψη νοήματος στον στρατό κάνει τη ζωή και του μεγαλύτερου κοπρόσκυλου να φαίνεται επιτυχημένη σταδιοδρομία... Αλλά δεν μασάω... 347 και σήμερα!! Ή μήπως 15.000 και μία;
««Εκεί που τελειώνει η λογική αρχίζει ο στρατός». Είναι μια φράση με την οποία θα συμφωνήσει η συντριπτική πλειοψηφία όσων έχουν υπηρετήσει, ή ακόμα και μερικών στελεχών που συνειδητοποίησαν τι εστί στρατός κατόπιν εορτής και τώρα μετράν τη θητεία τους με ολυμπιάδες...»
ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ Η ΛΟΓΙΚΗ ΑΡΧΙΖΕΙ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ»
Οι καραβανάδες φοβούνται πάρα πολύ μην τυχόν γραφτεί κάτι στον φάκελό τους. Ετσι εαν έχεις χτυπήσει, ζήτα πλήρεις ιατρικές εξετάσεις. Εαν πονάς έστω και λίγο, μην το κρύβεις.»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πέρα από την κυριολεκτική και την μεταφορική έννοια της λέξης, το προβλέπεται λειτουργεί ενίοτε περιπαιχτικά για να δηλώσει την καλύτερη ή χειρότερη αντιμετώπιση που δήθεν δικαιούται κάποιος σε σχέση με κάποιον άλλο. Λέγεται και στην ανεπτυγμένη του μορφή: προβλέπεται για την ΕΣΣΟ μου/σου, παραπέμποντας ευθέως στα καψόνια της παλαιότερης σειράς επί της νεότερης.
- Πάλι εγώ θα πάω για μπύρες;
- Προβλέπεται για την ΕΣΣΟ σου φίλε!
- Πουσταράδες...
- Πρώτο τραπέζι πίστα ρε αθεόφοβε;
- Προβλέπεται, φίλε! Κοτζαμάν εφοπλιστής είμαι, σκατά στα μούτρα μας...
Got a better definition? Add it!
1. Ο παλιός φαντάρος, ο παλαίουρας, οκαραπαλαίουρας, κλπ. Ο φαντάρος δηλαδή που ανήκει σε τέτοια σειρά στράτευσης, που κοντεύει να πάρει την άγουσα.
Αισθάνεται πως όταν παρουσιάστηκε, είχε και καλά, ειδικότητα χειριστού καταπέλτη και πολιορκητικού κριού. Περπατά και διαλύεται μέχρι να ρθει η τιμημένη εκείνη ώρα που θα κόψει λάσπη απ' το στρατό για να γίνει πολίτης. Τα αγγούρια της εργασίας δεν τα βλέπει ακόμη. Κάθε πρωί φωνάζει τον αριθμό των τρελών ημερών που μετρά, προκειμένου να απολυθεί. Τον φωνάζει με στόχο να ψαρώσει τους νέους και να συμμεριστεί με άλλους παλιούς τη χαρά που απορρέει από το γεγονός πως το βόδι το φάγανε και μόνο η ουρά του μένει, εν αντιθέσει με τους νέους πού έφαγαν την ουρά και το βόδι απομένει.
Βέβαια, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά, γιατί αφενός στις τελευταίες μέρες μπορεί να γίνουν μαλακίες που πιθανόν να οδηγήσουν σε επέκταση της θητείας και αφεδύο είναι τα αγγούρια του εργάσιμου βίου που λέγαμε πριν. (βλ. παρ. 1)
2. Θα μπορούσαμε ανάλογα να μιλήσουμε και για κάποιον παλιό εντός ενός συνόλου ατόμων, του οποίου συνόλου τα άτομα, έχουν κάποιο κοινό στοιχείο, μεταξύ τους (π.χ. άτομα που ασχολούνται με την ίδια δραστηριότητα). Αναμένεται δε, το άτομο αυτό, να 'χει την... εμπειρία. (βλ. παρ. 2).
Το παλιοσείρι ο Μήτσος είναι βοηθός νοσοκόμου στο ιατρείο της «μουνάδας» που λέει κι ο υπόδικας. Δες εδώ
Σε ξέχασα παλιοσείρι. Νομίζω πως είμαστε ισοπαλία στις εγχειρήσεις. Να τις βγάλουμε να τις μετρήσουμε καμιά μέρα. Δες εδώ
Got a better definition? Add it!
Σύνθετη λέξη, προερχόμενη εκ των λέξεων «νέος» και «Λέοπαρντ».
Ο όρος αποτελεί απαξιωτικό ή χιουμοριστικό χαρακτηρισμό ενός νέοπα που υπηρετεί σε μονάδες τεθωρακισμένων, που χρησιμοποιούν άρματα μάχης Λέοπαρντ (Leopard).
Ο όρος εκφέρεται συνήθως από κάποιον παλιό φαντάρο, από κάποιον μονιμά που έχει ακόμα να δει...πολλές... μα πολλές ολυμπιάδες μέχρι να απολυθεί, ή από κάποιον που είχε κάνει τη θητεία του σε τέτοιες μονάδες.
(Χιουμοριστική χρήση)
Καλή θητεία νέοπαρντ!!! Να περνάνε γρήγορα οι μέρες και να γυρίσεις άρτιος στην κοπελιά και στους δικούς σου!
Δες
(Απαξιωτική χρήση)
3 μέρες πριν φύγω με αγγαρέψανε να πάρω κάτι νέοπαρντ να κουβαλήσουμε λέει καλώδια και εκεί τσακώθηκα και τους τα έχωσα με την εξουσία της παλαιότητας και της μισής σαρδέλας μου.
Δες
Got a better definition? Add it!