Further tags

Όπως λέγεται και στο συνώνυμο μουνόπανο, πρόκειται για λέξη πολύ μεγάλης υβριστικής ισχύος. Εδώ, με τον συνδυασμό του δόκιμου και επιστημονικού αιδοίου με το πανί, το αποτέλεσμα είναι επιθετικότερο και κατά τι κίνκι.

  1. Πανε να συμπληρωσεις κανενα ενσημο με κανονικη εργασια, αιδοιοπανο ε αιδοιοπανο! (εδώ)

  2. αχ τι ωραια! μου θυμιζει και τη δικια μου πρωτη φορα στο γηπεδο σε ενα παιχνιδι β εθνικης που εληξε με ενα ξερο 0-0 και το μονο που ακουγα ητανε πουτ@ν@ς γιε, αιδοιοπανο, μαλακα κλπ (εδώ)

  3. Στο ΟΑΚΑ σήμερα στο ματς ΑΕΚ-Ατρόμητος επιτέθηκαν χρυσαύγουλα στο Στρατούλη... Εξέδωσε ανακοίνωση και ο ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν ξεφύγει τα αιδιόπανα. (εδώ)

  4. Αυτό το αιδιόπανα του Τράγκα για τους τροικανούς πολύ μου άρεσε. (εδώ)

  5. Λοβέρδος: "Η ΧΑ είναι το πρώτο κίνημα(!!!) που γεννιέται αυθεντικά μετά την μεταπολίτευση" http://www.skai.gr/player/TV/?MMID=236859 … 18:30'' Σοσιαληστής!!!
    - ψαχνει θεση σε επικρατειας το αιδοιοπανο. (εδώ)

  6. Πλοκ ρε αιδοιόπανο που θα μου κάνει κ ρτ ο κανέκος! Για ένα κούτελο ζάμε γαμώ τη γκενωνία (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που έχει σεξουαλικές σχέσεις με πάρα πολλούς άντρες. Πρόκειται για κάτι σαν ψωλαποθήκη, μόνο που όχι μόνο αποθηκεύει τις ψωλές, αλλά είναι και φύλακάς τους, βγάζοντας και κάτι το κυριαρχικό επί των ψωλών. Ας πούμε, ένα είδος φαροφύλακα που οργανώνει τα καράβια που σέρνει το μουνί της.

Πρόκειται για μια από τις προσφιλείς λέξεις του Μάκη Τσίτα, του οποίου το έργο Μάρτυς μου ο Θεός (Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2014) έχει μεγάλη σλανγκική σημασία, καθώς, όπως παρατηρεί ο Φοίβος Δεληβοριάς, είναι ένα από τα πρώτα λογοτεχνήματα που έχουν γραφτεί σχεδόν σαν να είναι παραθέσεις ποσταρισμάτων μιας τρολοπερσόνας στο Φέισμπουκ, μόνο που ο αφηγητής είναι ένας εξωδιαδικτυακός τρολός, που δεν παύει όμως να τρολάρει και να αυτοτρολάρεται ασύστολα, δείχνοντας έτσι κρυμμένες αλήθειες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και ανοίγοντας πιθανόν τον δρόμο για ένα νέο είδος τρολογοτεχνίας (το επόμενο στάδιο μετά τη μπλογοτεχνία). Το έργο είναι ασφαλώς σλανγκοπεριβόλι, αν και οι πολλές σλανγκιές του υπάρχουν ήδη στο σάη μας.

  1. Σκέφτομαι πως αν η Ευμορφία και η Ρωρώ αποφασίσουν κάποια στιγμή να γίνουν πλούσιες, θα τα καταφέρουν μια χαρά. Η πρώτη θα μπορούσε να βρει καμιά δεκαριά μαλάκες παύλα θύματα σαν κι εμένα. Η δεύτερη εάν είχε φάρο σε ένα ακρωτήρι κι έβαζε ανακοίνωση στον Τύπο που να λέει ότι από την τάδε μέχρι την τάδε ημερομηνία μπορείτε να 'ρθείτε να με πηδήξετε, θα έβλεπες κάθε μέρα απ' έξω να συνωστίζονται βάρκες, βαρκούλες, καίκια, κρουαζιερόπλοια στη σειρά. Θα τους έδινε και στίγμα ναυτιλιακό. Αυτή είναι γεννημένη για ψωλοφύλακας. Θέλει να καταμετρήσει τις αντρικές αντοχές. Αναλυτικώς. (Μάκης Τσίτας, Μάρτυς μου ο Θεός, Αθήνα: εκδ. Κίχλη, 2013, σ. 198).
  2. Ο Χρυσοβαλάντης, για να υπάρξει, σιχαίνεται τους Πακιστανούς, τα «πορνώδη γερόντια», τις λεσβίες, τους Αλβανούς, τους Ρώσους, τα κυκλώματα, τους μασόνους, τους άθεους, τους συναδέλφους του, τις γυναίκες-«ψωλοφύλακες», τις τράπεζες, τα ριάλιτι, τους πουλημένους δημοσιογράφους. (Φοίβος Δεληβοριάς για Μάκη Τσίτα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επικό σχήμα λόγου που το λέμε υποτιμητικά ώστε να τονίσουμε την υπερβολική βλαχιά κάποιου/ας! Παραπέμπει σε ονομασία ορεινού τόπου η χωριού πολύ μακρυά από τον πολιτισμό!

Και ήρθε η κάθε βλαχούτσα απο τα άνω γαμήδια να μας το παίξει κυρία στην πρωτεύουσα!

Ρε μαλάκα μιλάς και εσύ για καλά αμάξια?Είχατε και στο χωριό σου στα άνω γαμήδια τέτοια πράματα?

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθημα / σλανγκοκατάληξη (στην γαμοσλανγκοτέτοια γραμματική κατατάσσεται ως Β΄ ΣΥΣΤΑΤΙΚΟ). Σχηματίζει ουσιαστικά ουδέτερου γένους και με πολύ λίγες εξαιρέσεις (κουμπαριό, καμπαναριό, πλυσταριό, καρβουναριό, αντε και ξαπλωταριό), σχηματίζει λέξεις που έχουν περισσότερο ή λιγότερο μειωτικό έως και υβριστικό νόημα.
Μ' αυτή τη φόρτιση έχει δώσει ήδη σπουδαία λήμματα στο σλανγκρ: Αρχιδαριό, ελληναριό, καμπαναριό, καπηδαριό, κεραμιδαριό, καρακιτσαριό, καραμπιτσαριό, καραπουταναριό, καραπουτσαριό, λουμπεναριό, μαλακαριό, παπαδαριό, πουταναριό,πουσταριό, φακλαναριό, φασισταριό, χαλικουταριό.
εδώ
Όπως σωστά γράφει ο βικαρ στην -ίλα, "[...] συμβαίνει κατακόρον με επιθήματα και άλλα συστατικά της αργκοτικής: τα ονόματα που σχηματίζονται είναι πολύ συχνά προσωρινά, χωρίς αξιώσεις παγίωσης στη γλώσσα, προορισμένα να υποστηρίξουν μόνο και μόνο τη διατύπωση της στιγμής":

  1. εγινε και η Υβοννη Μπσνιακ celebrit-αριό... ε ρε γλεντιαα #ekdromi (εδώ)
  2. Μιλάμε για θεικό μωρό. Τα κάνει όλα πουτ@#$%αριό χαχαχα http://fb.me/7dOL22WmH (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελλειπτική και εύγλωττη έκφραση που με την κατά περίπτωση χρήση συνδέσμων, προθέσεων ή αριθμών μπορεί να σημαίνει:

1) γαμάω κάποιον

(συχνά με διάθεση τιμωρίας, εκμετάλλευσης ή εξευτελισμού, αλλά όχι μόνο).
Προέρχεται από το 'περνώ μια στρώση χρώματος ή άλλου υλικού σε μια επιφάνεια' (π.χ. "είναι κάτι γκόμενες που λες αυτή τώρα από οικοδομή έχει περάσει κ της πέρασε ένα χέρι τα μούτρα ο σοβατζής με τη μπατανόβουρτσα;").

Συνώνυμα: Περνώ ένα χέρι πούτσο, πηδάω.

  • ♪♫ Σαν αγάς μες την αυλή
    Όπως θέλεις γλέντησε
    Και την κόρη του Βαλή
    Δέκα χέρια πέρασε ♪♫

Το Αρχοντόπουλο, Ποίηση: Γεώργιος Σουρής, Μουσική-Ερμηνεία: Θανάσης Γκαϊφύλλιας. Δίσκος: Ατέλειωτη Εκδρομή 1975

  • -Νίκος Νικολόπουλος: Η μη επίτευξη συμφωνίας θα σήμαινε αυτομάτως την διάλυση της χώρας μας
    -γρήγορα παίρνεις στροφές, σου πήρε 5,5 χρόνια αλλα το κατάλαβες γέροντα
    -γι αυτο στηθηκατε στα τεσσερα και σας περασε απο ενα χερι ολη η ευρωπη συντροφε?? (εδώ)

  • "την φόρτωσα, την πήγα σπίτι, την πέρασα ένα χέρι επιτόπου κι άλλο ένα το πρωί πριν φύγει" (κατούρα κ λίγο). (παράδειγμα του jesus)

2) επιμελούμαι, διορθώνω, ελέγχω

περνάω τελευταίο χέρι στο κείμενο για να το παραδώσω.

Συνώνυμα: τσεκεράου, τσεκάρω / καρατσεκάρω

3) μπορώ, έχω δυνατότητα

ευχαρίστως να το κάνω αν περνάει απ΄το χέρι μου

4) αναλαμβάνω μιαν ευθύνη ή αρμοδιότητα που πρώτα την είχε άλλος

Το μεγαλύτερο ανοιχτό οικονομικό ζήτημα της χώρας, το ασφαλιστικό, περνάει στα χέρια του ΠΑΥΛΟΥ ΧΑΪΚΑΛΗ! #tizoume (εδώ)

5) Αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, δικαιοδοσίας

  • ΒΟΜΒΑ!! Μεγάλο κανάλι περνάει σε άλλα χέρια!! (εδώ

  • Τώρα το μέλλον περνάει από τα χέρια του λαού. Δημοψήφισμα 5 Ιουλίου λοιπόν. (εδώ)

Στις πρώτες δύο οριζόμενες σημασίες, υποχρεωτικά ασυναίρετο το ρήμα.

Κάποια σχόλια αναφέρονται σε παλιότερη μορφή του ορισμού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα (ή κόρη) που κάνει (ή θεωρείται ότι κάνει) σεξ με πάρα πολλούς άντρες, οπότε εντέλει θεωρείται σεξιστικώς ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και δεν έχει κάποια άλλη σημαντική ανθρώπινη πχοιότητα. Προφάνουσλυ χρησιμεύει και ως γενική βρισιά. Στα αγγλικάνικα λέγεται cum bucket, sperm bucket ή spunk bucket και είναι πιο διαδεδομένο σαν έκφραση. Στα ελληνικά δίνει ελάχιστα χτυπήματα στον γούγλη, ίσως λοιπόν να μας έρχεται από τα αγγλικάνικα πιθανόν με την επίδραση της πορνογραφίας, όπου η αγγλική έκφραση είναι πολύ συχνή. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν είναι αναγκαίο, καθώς η λέξη κουβάς είναι εξαιρετικά σλανγκενεργή, όπως δείχνουν τα πολλά λήμματά μας που την περιέχουν.

  1. Η μάνα σου είναι ΚΑΡΙΟΛΑ, ΝΥΜΦΟΜΑΝΗΣ, ΠΕΟΛΙΓΟΥΡΑ, ΑΡΧΙΔΟΠΟΥΤΣΟΠΝΙΧΤΡΑ, ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΟΥΒΑΣ και ΒΡΩΜΙΑΡΑ. (Από βρις-οφ κάπου στο Διαδίκτυο).
  2. Εχω δει παππου πανω απο 70 ετων στανταρ με τσαντα απο τη λαικη να διαλεγει ενα πετίτ teeny ξέκωλο στη Φυλής πριν κανα 2μηνο, τα συμπερασματα το ΠΩΣ (οκ με βιαγκρα ας πουμε) πήδηξε αυτο το λουλουδι που αποφασισε να γινει ΄΄δημοσια τουαλετα΄΄ ή σπερματοκουβας. (Από μπουρδελοσάη).
  3. ΚΟΥΚΛΑ!!!!!!!!!! Η Μις Νότια Γαλλία έχει δύο ελαττώματα: Τεράστιο στήθος και πολύ κοντή. Σχόλια: -Μούναρος!/ -Γυναίκα χωρίς βύζους, εκκλησία δίχως Tζίζους/ -Σπερματοκουβας απο τους λιγους, μεγαλη καβλάντα/ -Γυναικα χωρις tits baywatch διχως Mits. (Διάλογοι στο Φέισμπουκ).
  4. Γκουίνεθ Μοντενέγκρο: Έχω κοιμηθεί με πάνω από 10.000 άντρες. Σχόλιο: Με λίγα λόγια σπερματοκουβάς. (Από Φέισμπουκ).

Η Γκουίνεθ. Σπαλιάρα φάε τη σκόνη μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευρείας χρήσης σλανγκική προσβόλα, της οποίας η ακριβής σημασία αμφισβητείται. Οι κυριότερες ερμηνείες με τις οποίες αυτή εμφανίζεται στο διαδίκτυο είναι οι εξής:
1) Ο άπλυτος, ο βρωμιάρης, ο άσχημος. Ενδεχομένως με ρατσιστική αναφορά από εδώ.
2) Ο άσχετος, ο άνιωθος, ο τυχαίος από εδώ
3) Ο κακομοίρης, ο κομπλεξικός από εδώ, κάντε ctrl+F

Αντίστοιχα παραδείγματα:

1)Πρέπει να παώ να αλλάξω ρούχα! Πώς θα πάω έξω έτσι σαν το ξεπλένι;
2)Θα κάνω καναδυό μήνες μαθήματα για να δώσω για το δίπλωμα, τώρα είμαι φουλ ξεπλένι!
3)Το ξεπλένι ο λοχίας, δεν του κάθεται η γυναίκα και γαμάει εμάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τούρκικο tas: λεκάνη, κύπελλο, δοχείο μας προέκυψε το τάσι και το υποκοριστικό του τασάκι που χρησιμοποιείται για το σταχτοδοχείο.

Σε καφέ και καφετέριες την αγγαρεία του να αλλάζεις κάθε μια και δυο (άντε κάθε τρεις και λίγο) τα γεμάτα από στάχτες κι αποτσίγαρα τασάκια με άδεια, ενίοτε πλυμένα κι όχι απλώς αδειασμένα, συνήθως εκτελούν γκαρσονάκια που ουδείς θεωρεί πως είναι κάτι σπέσιαλ στην εργατική πυραμίδα ως προς τις ικανότητες και τη συνεισφορά, αν μη τι άλλο ως προς την συγκεκριμένη αγγαρεία.

Παρά τις όποιες αντιρρήσεις συνδικαλιστικών φορέων και της κάστας των μπάτλερ, ατράνταχτη απόδειξη αποτελεί η απουσία αντίστοιχου μεταπτυχιακού.

Εξού και οι μειωτικές για κάποιον εκφράσεις «τον έχω για να αλλάζει τα τασάκια», «κάνει μόνο για να αλλάζει τασάκια» κι όλες οι παρεμφερείς.

Όλες; Μια αστική ελάφρυνση στην προφορά του –σ- (σίγμα) κι ένα μόνο –ι- (γιώτα) στην ουρά χωρίζουν το τούρκικο taşak: όρχις, αρχίδι από το τασάκι: σταχτοδοχείο.

Αν λοιπόν αντί του «αλλάζω», ακούσετε «αδειάζω» στην χρήση της έκφρασης, αναρωτηθείτε μήπως πρόκειται για λογοπαίγνιο κάποιου γνωρίζοντα.

Αν ναι και στην ομήγυρη υπάρχουν και έτερος, οι πιθανότητες αυξάνουν. Αν η σκούφια τους κρατά από Θεσσαλία και πάνω, ακόμη περισσότερο.

Αν η έκφραση εκστομίστηκε με προσωπική αντωνυμία στο α’ πληθυντικό και άρθρο, μιλάμε σχεδόν για βεβαιότητα.

Αν δε, αφορά εσάς παρόντα και συνοδεύεται από έστω διακριτικότατη θωπεία του καβάλου του λαλήσαντα, ναι ήρθε η ώρα, αφενός αν σας παίρνει, και αφετέρου αν σας χαλά, να προσβληθείτε σφόδρα και να πράξετε τα δέοντα.

1ο

Η επικράτηση του ΟΧΙ είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά αλλά αυτό είναι μεγάλο πλήγμα για τη χώρα, αφενός επειδή ο Αντώνης Σαμαράς ήταν η εγγύηση πως η Νέα Δημοκρατία θα πάει στο 3% και αφετέρου επειδή θα ήταν πολύ χρήσιμος στην εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης γιατί χρειάζεται κάποιος για να φέρνει τους καφέδες και να αλλάζει τα τασάκια.

2ο

Επίσης, αυτό το κράτος-μπαμπάς μπορεί επιτέλους να αναλάβει και τη ριζοσπαστική πρωτοβουλία να μας αδειάζει τα τασάκια ή να μας χτυπάει απαλά την πλάτη να ρευτούμε πριν κοιμηθούμε. Μόνο αστυνομικούς μη στείλει γι' αυτή τη δουλειά. Έχουν τη φήμη πως έχουν βαρύ χέρι.

(Όλα απ’ το δίχτυ*)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχήμα λόγου για τον τύπο που αυνανίζεται υπερβολικά (πάνω από 5 ημερησίως).

Καλά εσύ φίλε από μαλακία άλλο τίποτα ε; Τον έχεις κάνει λάσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας ή γυναίκα που έχει (ή θεωρείται ότι έχει) σεξουαλικές σχέσεις ως "παθητικός" ερώμενος-η με πάρα πολλούς εραστές, οπότε θεωρείται ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και ως τόπος εγκατάθεσης σπέρματος, χωρίς να έχει κάποια άλλη ενδιαφέρουσα ανθρώπινη ποιότητα. Χρησιμοποιείται και ως γενική σεξιστική βρισιά. Συνώνυμα: χυσοκανάτα, σπερματοκανάτα, χυσαποθήκη. Αγγλιστί: cum bucket, sperm bucket.

Καλά με τη Τζένη βρήκε να κάνει σχέση; Αυτή είναι ο χυσοκουβάς όλης της Φιλοσοφικής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified