Further tags

Ο ανδροπρεπής, ο αντρουά, με την γαλλοπρεπή κατάληξη . Συνήθως αναφέρεται ειδικά σε ανδροπρεπές στυλ κόμμωσης και χρησιμοποιείται και όταν μια γυναίκα προβαίνει σε παρόμοια στυλιστική επιλογή. Πρόκειται δηλαδή για κάτι ανάλογο του αγορέ.

Πάσα: Τζήζαντας.

  1. Αυτό που θα ξεχωρίσει φέτος το χειμώνα από μία απλή βόλτα μέχρι και τις πασαρέλες είναι [...] τα κοντά καρέ και πολύ κοντά κουρέματα αντρικέ εώς και ξυρισμένα.
    Γενικά φέτος θα λέγαμε οτι είναι μία πολύ TREΝDY χρονιά. (Εδώ).

  2. Μόνο εκείνο το αντρικέ κούρεμα με την ουρά του αλόγου πίσω, ποιός κουρέας μωρή στο έκανε; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι γαμαωδέρνουλας (όχι εγώ, η έκφραση το λέει), ο γαμιάς της γειτονιάς κ.τ.ό. Αλλά κυρίως χρησιμοποιείται με ευρύτατη έννοια για κάποιον ή κάτι που είναι πάρα πάρα πολύ καλός σε κάτι, σε ό,τι. Συνήθως λέγεται για αθλητικές ομάδες ή παίκτες, μουσικά συγκροτήματα- άλμπουμ ή τραγούδια, ταινίες, τέτοια πράματα.

  1. Ολο το album γαμάει. Το Dark City γαμάει μανούλες. Αυτή η μελωδία στο 4:40 ΠΟΣΟ ΓΑΜΑΕΙ ΠΙΑ!! Θα την τραγουδάω για πάντα. (Εδώ).

  2. ΤΑ ΚΑWASAKIA ΓΑΜΑΝΕ ΜΑΝΟΥΛΕΣ.... ΕΓΩ ΑΥΤΟ ΞΕΡΩ..... ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ....ΠΕΡΙ ΟΡΕΞΕΩΣ... (Εδώ).

  3. ΤΟ ΜΠΑΤΜΑΝ ΡΗΤΕΡΝ ΟΒ ΔΕ ΝΤΑΡΚ ΝΑΗΤ ΓΑΜΑΕΙ ΜΑΝΕΣ
    ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΔΕΙ ΣΤΟ ΣΙΝΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΡΦΗ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΑΡΧΙΣΕΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΣΟΥΠΕΡ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. (Εδώ).

(από joe909, 21/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαέρωσις αρχιδιώνε: η επιτακτική ανάγκη για ξελαμπικάζ που ωθεί πολλούς πεπρησμένους συμπολίτες μας σε μπορντέλα, φραπενέδες κ.ά. ευαγή ιδρύματα.

- στην παραλία, περιτρυγιρισμένος από στρίγκους και μπραζίλιαν, τα αρχίδια μου ζητούσαν επειγόντως εξαέρωση.
(εδώ)

- δεν κρατιεμαι για shemale, βουρ για εξαερωση.
(εκεί)

(από Vrastaman, 21/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή αλλιώς έχ' γαβριάξ'.

Η απέλπιδα προσπάθεια κοπέλας ή ώριμης γυναίκας, να έρθει σε σεξουαλική επαφή, διότι έχει πάρα πολύ καιρό να συνουσιασθεί.

- Καλά ε! Η Σταυρούλα από τότε που την έστειλε ο Βαγγέλης, έχει τρελαθεί! Ψάχνεται απελπισμένα! - Άσε μαλάκα... Έχει γαβριάξ' για πούτσο η γκόμενα!

Δες και γαυρίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οτιδήποτε σου δοθεί χωρίς αντίτιμο, κοινώς το τζαμπέισον.

Χρησιμοποιείται και όταν κάποιος αποφεύγει να δώσει το αντίτιμο που του αναλογεί. Το άτομο αυτό λέγεται λαπατζής ή λαπαδόρος.

  1. - Άσε χτες πήγαμε στο μπαράκι δίπλα και δούλευε ο Νίκος. Ήπιαμε το σβέρκο μας και δε μας πήρε ούτε Ευρώ!
    - Πάλι λάπα τη βγάλατε δηλαδή; Κουφάλες!

  2. - Το βράδυ εννοείται πως θα πάμε στου Γιάννη για ταινία ε;
    - Όχι ρε φίλε δε το μπορώ το τύπο είναι πρηξαρχίδας
    - Πάς καλά ρε έχει λάπα φαΐ και μπύρες
    - Ε άμα είναι έτσι πάμε.

  3. - Που ρε φίλε θα πιούμε καφέ λάπα; Δεν έχω μία.
    - Πάμε στο Μπουρλότο Καφέ θα δουλεύει ο Σάκης τέτοια ώρα θα του πούμε να μας ξηγηθεί λάπα καφεδάκι.

  4. - Χτες πάλι γίναμε ηφαίστεια έτσι;
    - Άστα να πάνε ήταν πολλές οι βόντκες
    - Πλήρωσες πολλά;
    - Μπα ούτε ευρό, δεν ένιωθα και έφυγα λάπα.

  5. - Έλα ήρθαν τα σουβλάκια τεσσεράμισι ευρό έκαστος είναι
    - Πλήρωσε εσύ ρε τα δικά μου για να μη χαλάσω πεντάευρο
    - Τι να μη χαλάσεις πεντάευρο ρε καρναβάλι τεσσεράμισι ευρώ είναι; Πάλι λάπα θες να φας;

  6. - Θα τα πληρώσετε όλα μαζί η ο καθένας χωριστά;
    - Έλα μωρέ κράτα τα όλα από δω και θα τα βρούμε εμείς μεταξύ μας.
    - Άντε παιδιά εγώ τι κάνω τα λέμε αύριο για καφεδάκι πλατεία
    - Που πας ρε λαπαδόρε. Πλήρωσες το μερίδιο σου;
    - Α ναι ρε το ξέχασα.
    - Τι ξέχασες ρε νούμερο πριν εικοσιδύο δευτερόλεπτα πληρώσαμε. Κόψε τη λάπα με μας γιατί θα φας σφαλιάρες καμιά μέρα.

  7. - Καλά που ήσουν προχτές ρε που σε πήρα τηλέφωνο και είχε τόση φασαρία;
    - Είχα πάει στους Red Hot Chilly Peppers ρε!
    - Άντε ρε βρήκες εισιτήριο;
    - Ούτε καν ρε λάπα μπήκα μέσα.

  8. - Θα πάμε θάλασσα τη Κυριακή;
    - Ναι ρε εννοείτε!!!
    - Να πω και στο Μπάμπη;
    - Προφανώς και όχι ο τύπος είναι μεγάλος λαπατζής τρεις φορές το πήρα και δε κόλλησε ούτε ένα ευρό για βενζίνες. Για λάπα είναι πρώτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράζει τη δυσαρέσκεια / εκνευρισμό / βαρεμάρα / τεμπελιά / απογοήτευση για κάτι.

Εκ του κόβω τις φλέβες μου.

Πω πω αύριο πρέπει να σηκωθώ 6 η ώρα. Βαράω κοπείο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλιαρντής προέλευσης, σημαίνει εκσπερματίζω, χύνω, ξεφορτώνομαι τα φλόκια, περισσότερο ως μια ζωώδη εκτόνωση και αποφόρτιση, που ενίοτε χρειάζεται ως εξαέρωση για να ξελαμπικάρει κανείς.

  1. - KATARXHN DEN PLIRONO..........GIATI EXOUME ENA KOINO MAS PLIRONOUN....................APLA HTHELA NA SE
    XEFLOKARO..........ALLA AFOU THES ETSI DEN PIRAZEI,APLA GOUSTARO THN PROTOBOULIA SOU....OPOTE THES OTIDIPOTE STILE SMS.....

- transafentra
GLYKIA MOY S'EYXARISTW POY ME DEXTHKES STO CLUB SOY. EPISHS S'EYXARISTW GIA TA KALA SOY LOGIA. NAI PITHANON NA
GNWRIZOMASTE. SE GLYKOFILW TRANSAFENTRA. (Διάλογος κάπου στα διαδίχτυα).

  1. μήπως θες τις φωτο με ζουμ....και ευρυγωνειο επαγγελματικό φακό;;;;;; μάλλον για να πάιζεις την πουλαρα σου θελεις τις φωτο....μας πηδηξες με τις φωτο και τις φωτο......τραβα να ξεφλοκαρεις σε κανβα ντέλλο να ηρεμήσεις...... (Κάπου σε μπουρδελοσάι).

  2. Μου πήρε το χεράκι μου και το’ βαλε εκεί, ύστερα με κάθησε πάνω του, λίγο μου την ακούμπησε στα μπούτια ο πουρός και με πασάλειψε με τα φλόκια του. Μπουλκουμέ. Εντάξει ο κατέ αυτό γουστάριζε, να ξεφλοκάρει ήθελε. Πήρε μετά μια παλιοπατσαβούρα, και τα καθάρισε. (Από το καλιαρντογράφημα στο pisoglendis-pisoglendis.blogspot.gr).

Got a better definition? Add it!

Published

Από το αγγλικάνικο hacktivism, αποτελεί λεξιπλασία εκ των χάκερ και ακτιβισμός. Όπως αναφέρει η Βικούλα, ο όρος δημιουργήθηκε το 1996 από ένα μέλος της κολεκτίβας χακερονίων Cult of the Dead Cow ονόματι Omega. Ο χακτιβισμός είναι η χρήση δικτύων υπολογιστών για να προωθηθούν ακτιβιστικώς πολιτικοί στόχοι, και έχει πλέον καταστεί χαρακτηριστικό μέρος της κυβερνοκουλτούρας. Περισσότερα για μορφές και εξέχοντα περιστατικά χακτιβισμού στο ως άνω άρθρο της Βικούλας και στα παραδείγματα.

Πάσα (Δ.Π.): Vrastaman.

  1. Ο «χακτιβισμός» έφτασε στο ζενίθ του την χρονιά που μας πέρασε! Το 2011 πραγματοποιήθηκαν οι περισσότερες ψηφιακές «παραβιάσεις» στην ιστορία του hacking.
    Οι «χακτιβιστές» χρησιμοποιούν ψηφιακά εργαλεία προκειμένου να παραβιάσουν συστήματα ασφαλείας, για να διαμαρτυρηθούν ή να πάρουν θέση για πολιτικά θέματα. (Εδώ).

  2. Η πιο γνωστή ομάδα χακτιβιστών αυτή τη στιγμή είναι οι «Anonymous» οι οποίοι μέσα σε λίγα χρόνια κατάφεραν να κάνουν επιθέσεις στα πιο ισχυρά και απροσπέλαστα κυβερνητικά sites αλλά και σε σελίδες παιδικής πορνογραφίας. Η ιστορία όμως των χακτιβιστών ξεκινάει πολλά χρόνια πριν. Η πρώτη επίθεση χακτιβιστών έγινε το 1989 από τους W.A.N.K. οι οποίοι κατάφεραν να εμφανίσουν στην αρχική σελίδα μεγάλων sites τα αρχικά τους. Οι W.A.N.K. διαμαρτύρονταν κατά των πυρηνικών. Οι χακτιβιστές δεν θέλουν να συνδέονται με τους χάκερς και διακρίνονται σε τρία είδη: Τους χακτιβιστές με «λευκό καπέλο», με «γκρι καπέλο» και με «μαύρο καπέλο», αναλόγως της δράσης τους. (Εδώ).

  3. Ο “χακτιβισμός” θα συνεχιστεί
    Σύμφωνα με τους ανώνυμους χάκερς που δρουν προς όφελος του WikiLeaks, οι επιθέσεις τους θα συνεχιστούν. [...]
    Η εταιρία πιστωτικών καρτών Visa έγινε το τελευταίο θύμα τέτοιας επίθεσης, μετά την Mastercard. Τα sites των δύο εταιριών βγήκαν έτσι εκτός λειτουργίας για πολλές ώρες τη νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη. Και οι δύο εταιρίες δέχθηκαν επιθέσεις Denial of Service (DDoS), με βομβαρδισμό των ιστοσελίδων τους με αιτήσεις, τις οποίες αδυνατούν να διαχειρισθούν, προκαλώντας κατάρρευση της ιστοσελίδας.
    Η ομάδα των χάκερς ανακοίνωσε ότι στράφηκε επίσης και κατά της ιστοσελίδας της Σουηδής εισαγγελέως στην υπόθεση Ασάνζ, ενώ μέλη της ομάδας δεσμεύθηκαν να επιτεθούν εναντίον κάθε εταιρίας ή φυσικού προσώπου «με πολιτική κατά της WikiLeaks». (Εδώ).

(από Khan, 24/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλιόσπορος, Σερραϊκή διάλεκτος.

Προφανώς λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε ψίχα.

Μια σακούλα μπατίρια πόσο κάνουν;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά λέμε ή ακούμε την έκφραση: «το στόμα μου έγινε τσαρούχι», εννοώντας ότι έγινε στυφό, ξερό, σχεδόν πληγιασμένο.

Αυτομάτως ωστόσο ο συνειρμός είναι πώς το στόμα μας έγινε κάτι σαν παπούτσι, σκληρό, σαν σόλα. Είναι όμως έτσι; Αυτό εννοούσαν οι παλαιοί όταν έλεγαν «το στόμα μου έγινε τσαρούχι»; Για άλλη μια φορά τα πράγματα δεν είναι όπως ακούγονται και φαίνονται. Ένα παλαιό είδος υποδήματος (οθωμανικά: papuç / παπούτσι ) ήταν το çarık,το γνωστό μας τσαρούχι, το οποίο μοιάζει να συνηχεί με την ομοίως οθωμανική λέξη cariha που σημαίνει πληγή. Επομένως όταν οι παλαιοί έλεγαν: «το στόμα μου έγινε τσαρούχι / cariha», δεν εννοούσαν πώς έγινε παπούτσι, αλλά πώς ξεράθηκε, έγινε στυφό και πλήγιασε.

Το στόμα μου έγινε τσαρούχι, ξεράθηκε και ελλείψει σάλιου πλήγιασε...

...κι ας είναι και çarık. (από Vrastaman, 28/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified