Further tags

Όταν οι κιτρινιάρηδες παίζανε με θλιβερά σταγονόμετρα, το Ελληνικό jardin des délices περιελάμβανε πρωτοπόρες μέθοδες όπως την φάλαγκα, το παλάγκο, το γκλομπ στον κώλο, το στρίψιμο αρχιδιώνε και βυζιώνε, το μαστίγωμα με βοϊδόπουτσα, το δέσιμο σε παγοκολόνα με ταυτόχρονη χορήγηση ρετσινόλαδου, το γαμήσι με αμμοχάλικο.

Στο Πάνθεο αυτό, δεσπόζουσα θέση κατείχε η τοποθέτηση αναξιοπαθούντων υποκειμένων, δεμένων χειροπόδαρα, σε τσουβάλια από λινάτσα παρέα με ευέξαπτους κεραμιδόγατους. Η φιλική συμμετοχή του οργάνου περιοριζόταν στον αρχικό κλότσο, για να αρχινίσει το παραμύθι.

Τώρα πια ας όψονται η μεταπολίτευση και το WWF το τσουβάλι με την γάτα εκφέρεται μόνον εν είδει κίνκι χαριτωμενιάς.

- Στο τσουβάλι με την γάτα. Αυτό το μαρτύριο τείνει να εξαφανιστεί. Αιτία: στο τέλος δεν ξέρανε τι να κάνουν με την εξαγριωμένη γάτα. Άκουσα να λένε ότι αυτό το μαρτύριο το χρησιμοποιούσε στην Ελλάδα ο Διοικητής της Μακρονήσου. Ίσως πρόκειται για διαδόσεις Κομουνιστών.
(«εγχειρίδιο του Καλού Κλέφτη», Ηλίας Πετρόπουλος, Εκδόσεις Νεφέλη, 1979, σελ. 81)

- Ζημιάρα, σκανταλιάρα,
Μοστράρεις νούμερα φευγάτα
Σεμνά περπάτα μέσα στην πιάτσα,
Μη σε κλείσω στο τσουβάλι με τη γάτα
(«Το τσουβάλι με τη γάτα», πρώτη εκτέλεση: Τάκης Μπίνης, στίχοι & μουσική: Βαγγέλης Γερμανός)

(από Vrastaman, 16/09/11)(από Vrastaman, 16/09/11)(από Vrastaman, 17/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τη μπασκετική ορολογία και σημαίνει ότι κάποιος καλύπτει με το σώμα του κάποιον άλλο που θέλει να κάνει κάτι που δεν πρέπει να φανεί.

Οι πιο περπατημένοι μπασκετικοί ορίζουν και τη θέση του σκρην, όπου χαμηλά σημαίνει στο πλάι (εκ του low post) και ψηλά σημαίνει ευθεία (εκ του high post).

  1. Κάνε μου ένα σκρην να μετρήσω πόσα λεφτά μου έδωσε.

  2. - Κοίτα πίσω μου με τρόπο.
    - Κάνε μου ένα σκρην ψηλά μη γίνουμε ρεζίλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της γυναίκας η οποία ντύνεται με σκοπό να προκαλέσει. Τα 3 Ξ προέρχονται από τις λέξεις «'ξώβυζο», «'ξώπλατο», «ξέκωλο». Συναντάται οπουδήποτε υπάρχουν καφετέριες, bar, γυμναστήρια.

Συζήτηση μεταξύ εμού και κολλητού:

-Μαν, τσέκαρε ένα μωρό που περνάει από δεξιά.
(παρατηρώντας την μελαχρινή κορασίδα, η οποία τα 'χει πετάξει όλα έξω, ακολουθεί η απάντηση...)
-Άσε μαν, η ενσάρκωση των 3 Ξ. Αυτή λούτσο ψάχνει και εμείς θα πάθουμε αυχενικό από το μπανιστήρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για βρώμικο αντικείμενο που βρίσκεται ή γεγονός που εξελίσσεται στο δρόμο.

Ο μη εξαντλητικός κατάλογος παραδειγμάτων χρήσης περιλαμβάνει λιπαρά σάντουιτς από καντίνες του δρόμου, χιπχοπικές σκληρότητες, αλητείες (παρ. 1) και καρτέρια (παρ. 2), σεχ ή / και phone σεχ κατά τη διάρκεια οδήγησης (δεν υπάρχει αυτό; τι λες, αλήθεια; και κανονικά και τηλεφωνικά λέμε...). Δηλαδή βρώμικα πράγματα επί του δρόμου. Δρόμικα. Καλό, ε;

Βασικές σπαζοκεφαλιές που προκαλεί ένα δρόμικο: πώς θα τη σκαπουλάρω χωρίς να με πάει αίμα / χωρίς να χύσω στην άσφαλτο αίμα / χωρίς να γαμήσω την εγγύηση του iphone όταν χύσω.

Πάσα: patsis (είχες δίκιο είναι υπαρκτό!)

Παρ. 1 - Hip hop: Μπαίνω και πάλι ξαφνικά, μπαίνω και πάλι λυρικά,
μπαίνω και πάλι φιλάρα για να φέρω σαματά,
ΜΕ σκόπιμο, μπόλικο, βρώμικο, δρόμικο, μόνιμο, νόμιμο, υλικό, λυρικό, κυνικό, ηθικό, αληθινό, αλήτικο, αλύπητο
για ν’ ανεβάσω το επίπεδο, να δείξω το αντίθετο...

Παρ. 2 - Hip hop: Ένα δρόμικο break… Κι απ’το στημένο το καρτέρι μας το δρόμικό
μου καλλωπίζεσαι για χρόνια σε καθρέφτη βρώμικο
με της σκιάς τα λόγια και των γονιών τις συμβουλές
ξυραφιάζεσαι κι αμέσως κρύβεις τις ουλές...

Παρ. 3 - Hop hop: Οδηγεί, ταυτόχρονα μιλάει στο κινητό:
- ... μπλα μπλα μπλα (την κλείνει φορτηγατζής - βρε άσταδγιάλα μαλάκα θα σκοτωθούμε)
- ...αν είναι να μιλάς πρόστυχα στο φορτηγατζή, δεν μιλάς καλύτερα πρόστυχα σε μένα...
- Πλάκα μου κάνεις τώρα! Θες να κάνουμε phone sex όσο παλεύω με το στροφιλίκι; - Μα έλα να κάνουμε ένα δρόμικο ντε! (ναι, είσαι χαζή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο «δανεισμός» τριχών από την μία πλευρά της κεφαλής προς την απέναντι, προς κάλυψη καράφλας.

Το πλαγιοδάνειο συνήθως είναι εμφανές αν παρατηρήσεις καλά, αλλά εκεί που ξεφτιλίζεται τελείως ο χρήστης τους είναι στην περίπτωση που φυσήξει αέρας.

- Μαλάκα πέθανα στα γέλια στο ταξί χθες!
- Γιατί ρε τι έγινε;
- Καθόμουν στο πίσω κάθισμα και στην εθνική ο ταξιτζής άνοιξε το παράθυρο και ανέμιζε το πλαγιοδάνειο!

Περίπτωση εξευτελισμού, όπως λέει ο ορισμός. (από Khan, 15/09/11)Νίκος Κωνσταντινίδης (από Khan, 05/01/15)

Βλ. επίσης: καραφλάζ, φλοκάτη, πατέντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοπικός χαρακτηρισμός στρατευμένου αναλόγως του υπολοίπου θητείας. Παλαιάς κοπής (αν και τα μαντάτα λένε ότι η θητεία θα αυξηθεί). Χρησιμοποιήτο από Θεσσαλονικείς.

Ο έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 400 ημερών μένει Καλαμαριά (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 4)
Ο έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 300 και μείον των 400 ημερών μένει Πυλαία (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 3)
Ο τυχερός έχων υπόλοιπο θητείας πλέον των 200 ημερών μένει Κέντρο (αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 2).

Παρακάτω δεν πήγαινε.

- Φιλαράκι, πού μένεις είπαμε;
- Πυλαία ακόμη, αλλά από τη Δευτέρα μετακομίζω κέντρο.
- Και ο Παπαϊωάννου; Γειτονάκι;
- Αρχικά ναι, αλλά με τις μαλακίες που κάνει τον βλέπω να μετακομίζει στην Όλγας*!

  • Περιοχή Λεωφόρου Β. Όλγας, αρχικό ψηφίο τηλεφωνικού αριθμού κλήσης 8!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αρρώστια του χαρμάνη, ήτοι η ολέθρια ψυχοσωματική κατάσταση, στην οποία περιέρχεται ο εξαρτημένος χρήστης εθιστικής ουσίας όταν έχουν τελειώσει τα αποθέματά του και δεν μπορεί να τ' ανανεώσει: το σύνδρομο στέρησης.

- Τι πήξιμο είναι αυτό ρε πστ μου, τα 'χω παίξει εντελώς. - Έχω κάτι σιρόπια στην καβάτζα. Πάμε να τα πιούμε να φύγει η χαρμάνα.

Spiderman is having you for dinner tonight - χαρμάνα al\' Anglais (από HODJAS, 16/09/11)Χαρμάνα αλα-Γκρέκ (από HODJAS, 16/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τη μεταφορική εικόνα ενός ανοιχτού σπιτιού και σημαίνει «είμαι συνεχώς αφηρημένος / φλου». Ένας άνθρωπος ο οποίος αερίζεται σε μόνιμη βάση είναι εξαιρετικά δύσκολος σε οποιαδήποτε συνεννόηση και, σε κάποιες ακραίες περιπτώσεις, παθολογικά ηλίθιος /-α.

Οι ακραίες περιπτώσεις αερίσματος μπορούν να εγείρουν επιπλέον μεταφορικές χρήσεις του αέρα, όπως «έχει απαγορευτικό», «μέχρι και τα βαπόρια είναι δεμένα», «οχτάρι γεμάτο (μποφώρ)» κλπ.

Προσπαθώ να συνεννοηθώ να βγω μαζί της όλη τη βδομάδα, αλλά η γκόμενα αερίζεται κανονικά. Δεν μπορούμε να κανονίσουμε με τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρητορική ερώτηση διαμαρτυρίας που στηλιτεύει μια αδικαιολόγητη διάκριση σε βάρος του ερωτώντος και απαιτεί μια λογική εξήγηση για τη διακριτική μεταχείριση που αυτός υφίσταται. Ο τρόπος που διατυπώνεται η ερώτηση φέρνει το συνομιλητή σε δύσκολη θέση, εφόσον η μόνη δυνατή απάντηση είναι όχι, κι εσύ από μουνί βγήκες, άρα είμαστε ίσοι ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, οπότε πρέπει περαιτέρω να βρεθεί μια πειστική δικαιολογία για τη συγκεκριμένη μεταχείριση, ή να αρθεί η δυσμενής διάκριση.

- (Πάφα πούφα πάφα πούφα…)
- Τι κάνετε εσείς εδώ; - Το ηλιοβασίλεμα βλέπουμε, τι θες να κάνουμε; - Και γιατί δε λέτε κουβέντα ρε ότι παίζει ο μπάφος; Εμείς από κώλο βγήκαμε δηλαδής; - Έλα, κάτσε στη σειρά σου και κόφ’ τις γκρίνιες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανοίγω (γεμάτο και σφραγισμένο) μπουκάλι με ποτό. Αυτό μπορεί να είναι απλώς ένα κόκκινο ουισκάκι ή, κυρίως, ένα πιο σπέσιαλ, είτε σαραντάρι είτε κρασί, κάτι που κρατούσα για περιπτώσεις σαν κι αυτή.

Μάλλον δεν λέγεται όταν ανοίγουμε μπουκάλι σε μαγαζί - το μπουκάλι πρέπει να ανασύρεται από το προσωπικό μας απόθεμα.

Παρεΐστικη χαριτωμενιά που θυμίζει παλαιότερες εποχές: ότι και καλά «σφάζω μια κότα» ή τον μόσχο τον σιτευτό για να το 'φχαριστηθούμε όλοι. Ή καμιά ρέγγα.

- Φίλε δεν αρχίζουμε με κάνα ξίδι σιγά-σιγά; Καμιά μπυρίτσα παίζει;
- Μπυρίτσα λες; Ή να σφάξουμε ένα γκλένφιντιχ δωδεκάρι που έφερε ο κουμπάρος;

Got a better definition? Add it!

Published