Further tags

(Πλατειακή έκφραση των Εξαρχείων)

Ασκώ σωματική βία σε κάποιον και υπερτερώ σαφώς έναντί του, τον τουμπανιάζω στο ξύλο, τον κάνω δάπεδο, χώμα, του κάνω τη μούρη κρέας.

- Πόσοι ματατζήδες είναι ρε παιδιά; Καμιά 20αριά; Ε, θα φωνάξω τα παιδιά απ' την πλατεία και θα τους κάνουμε μπαούλο...

βλ. κάτι διαφορετικό σε σημασία, αλλά ανάλογο σαν έκφραση: κάνω τα μούτρα κρέας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει το φυτό φλόμο.

Το τρίβουμε σε νερόλακκους με θαλασσινό νερό (δίπλα στα βράχια της θάλασσας), με αποτέλεσμα να ζαλίσουμε τις γαριδούλες και να τις πιάσουμε για δόλωμα.

Επίσης, το γαλακτώδες υγρό που προκύπτει από το τρίψιμο του φλόμου, το τοποθετούν μερικοί σε πλαστικά μπουκάλια και το εκτοξεύουν πιέζοντας το μπουκαλάκι μέσα σε θαλάμια χταποδιών, με αποτέλεσμα να τα φλομώσουν και να βγουν από τα θαλάμια τους.

Εν ολίγοις φλομώνω = ζαλίζω, σκουτουριάζω.

  1. Μας φλόμωσες με τις μαλακίες σου.

  2. Όξω ρε από την καλύβα, μας φλόμωσες με τις κλανιές σου!

  3. Μας φλόμωσες με τα ψέματά σου.

(από ο αυτοκτονημενος, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για προσφιλές άθλημα, οι αθλητές του οποίου επιδίδονται στην ταυτόχρονη κατανάλωση μπάφων και ξιδιών, με δυσάρεστα συνήθως αποτελέσματα.

Κυριολεκτικά: μπάφοι με ξίδια.

- Πω πω δικέ μου, έχω κλάσει πάνω μου. Με έχει πιάσει κρύος ιδρώτας..!
- Εμ, αφού είσαι φλώρος. Τι το 'θελες το μπι εμ εξ;
- Μπεργκ. Πάω να αμολήσω μια ρουκέτα...

(από skabyjr, 21/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από την υδατοσφαίριση. Όταν κάποιος αμυντικός κάνει κάποιο αντικανονικό ή σκληρό φάουλ, μία από τις πιθανές ποινές είναι και η αποβολή του από το γήπεδο για συγκεκριμένο χρόνο. Ο χρόνος αυτός ορίζεται όσο η διάρκεια μιας επίθεσης για την αντίπαλη ομάδα. Η επιτιθέμενη ομάδα παίζει με έναν παίκτη παραπάνω μέχρι να εξαντληθεί ο χρόνος επίθεσης (ο οποίος μηδενίζεται με την αποβολή). Με το πέρας της επίθεσης (αλλαγή στην κατοχή μπάλας, γκολ, άουτ), ακόμα και αν δεν έχει συμπληρωθεί ο απαραίτητος χρόνος, ο τιμωρημένος παίκτης επανέρχεται στον αγωνιστικό χώρο.

Η πιο πάνω κατάσταση αναφέρεται σαν επίθεση με παίχτη παραπάνω. Ακόμα και στα στατιστικά, αναφέρεται π.χ. «στον παίχτη παραπάνω» είχαμε τραγικό ποσοστό, εννοώντας ότι στις επιθέσεις με αριθμητικό πλεονέκτημα δεν καταφέραμε να έχουμε καλό ποσοστό επίτευξης γκολ.

Αυτή είναι η ορολογία (λίγο βαρετή). Ο όρος σλανγκίζεται όμως και πέραν της κάπως «στραβής» χρήσης, όπως η πιο πάνω (εμφανές στα παραδείγματα), και στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) «(παίχτης) παραπάνω» αποκαλείται και ο παίκτης ο οποίος μένει χωρίς αντίπαλο. Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος πάντα. Αν ακριβολογούσαμε, θα έπρεπε να αναφερόμασταν στον «ελεύθερο» παίκτη, όπως γίνεται και στα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά στην υδατοσφαίριση, ο ελεύθερος λέγεται και «ο παραπάνω».

β) σε όλες τις περιπτώσεις που το ουσιαστικό απαλείφεται ή, ως ευκόλως εννοούμενο, παραλείπεται. Δλδ. σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, δεν χρησιμοποιείται η έκφραση «παίχτης παραπάνω», αλλά μόνο το «παραπάνω», κλινόμενο σαν το ουσιαστικό που παραλείφθηκε.

  1. ... και τα 6 γκολ επιτεύχθησαν στον παίχτη παραπάνω με ένα πολύ καλό ποσοστό 6/7 ...

  2. Trikala Gate 7 .:: ΠΟΛΟ - Ολυμπιακός - Πανιώνιος 7-6
    Ο Δημήτρης Μάζης ισοφάρισε για τον Πανιώνιο στον παίκτη παραπάνω, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός της κατάστασης «Βέγγος», δηλαδή τρέχω απίστευτα, κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

Προκύπτει από τα γνωστά σκετσάκια του αξέχαστου Άγγλου κωμικού (Benny Hill 1924 - 1992), σε πολλά από τα οποία ενώ ο ίδιος έτρεχε, το φιλμ παιζόταν σε μεγαλύτερη ταχύτητα, με το γνωστό μουσικό κομματάκι να τον συνοδεύει (Yakety Sax).

- Τι λέει; Πώς πάνε οι ετοιμασίες για τον γάμο;
- Άσε φίλε, έχω γίνει Μπένυ Χιλλ. Δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω...

(από Jonas, 20/10/10)(από Jonas, 25/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν σε μια δύσκολη κατάσταση συμβαίνει κάτι αναπάντεχο και την κάνει ακόμα δυσκολότερη.

- Αγάπη μου, τα λεφτά στην τράπεζα μας τελειώνουν... Πώς θα βγάλουμε το μήνα; Α! ξέχασα να σου πω... Μας ήρθε κι η ΔΕΗ...
- Δεν είχαμε σκατά, μας ήρθε ένα βαρέλ'...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει να κάνει με το στοιχείο της υπερβολής σε μια πράξη ή τα λόγια του κάθε ενός από εμάς. Σε όποιο θέμα υπάρχει το στοιχείο της υπερβολής, δημιουργεί προβλήματα, είτε στον ίδιο που υπερβάλλει είτε στους γύρω του.

- Ρε φίλε, είδες ο μπαμπάκας της πόσο υπερβολικά καλός είναι...
- Ναι, αλλά δεν κάνει έτσι... Του έχει κάτσει στο σβέρκο μιλάμε τώρα... Τον βασανίζει τον άνθρωπο. Άσε που κι αυτό το παιδάκι έχει γίνει άκρως κακομαθημένο και ανάγωγο πλάσμα (ή κλάσμα)...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να σκορπάς σκόπιμα. Ο όρος είναι γνωστός για τα χαρτάκια στο γήπεδο, που πετάνε οι φίλαθλοι συνήθως με την είσοδο των ομάδων στον αγωνιστικό χώρο. Παρόλ' αυτά χρησιμοποιείται και για οτιδήποτε αντιπροσωπεύει τη λέξη «σκορπάω».

Σε σπάνιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται αντί του όρου λίμπα, περιγράφοντας περισσότερο την κατάσταση μετά την ενέργεια.

  1. Περάσανε και τα πιτσιρίκα νωρίτερα και μοιράσανε χαρτάκια για το γιάχμα.

  2. Έσκασε χθες ο Γιώργος στα μπουζούκια και έκανε γιάχμα τρία χιλιάρικα.

  3. Κάνανε ντου στο μαγαζί και τα κάναν όλα γιάχμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ερωτική συνεύρεση ανδρών με γυναίκες μεγάλης ηλικίας, βλ. πουρό.

- Πού είναι ο Μιχάλης;
- Είναι με την Βίκη, σπίτι της.
- Κατάλαβα, πάλι πουρολαγνεία έχει το πρόγραμμα.

Πουρολαγνεία (από GATZMAN, 19/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις κατά τις οποίες τα λόγια είναι περιττά, ωστόσο η ανάγκη για σχολιασμό είναι επιτακτική.

Ίσως το αρτιότερο συνώνυμο της φράσης ό,τι νά 'ναι.

- Πού ήσουν χθες; Σε γύρευα όλη μέρα!
- Άσε, κοιμόμουν όλη μέρα...
- Της Παρασκευούλας το γάλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified