Further tags

Έχω το πάνω χέρι (γονιός στο παιδί, προϊστάμενος στον υφιστάμενο, αξιωματικός στον φαντάρο κ.λπ.). Σου ζητάω (ή σου δίνω εντολή, ή σε διατάζω, αναλόγως ποιοι από τους προαναφερθέντες είμαστε) να κάνεις κάτι. Εσύ δυσφορείς έως και διαμαρτύρεσαι. Με πιάνει το πείσμα. Εξηγώ τους κανόνες: Θα το κάνεις. Είπα. Κι επειδή με τσάντισες επιπλέον, όοοχι μόνο θα το κάνεις αυτό που λέω, αλλά θα το γουστάρεις κιόλας. Θα κάνεις και χαρές. Θα αρχίσεις και τα τραγούδια και τους χορούς. Υποχρεωτικά.

Έχει ήδη διατυπωθεί ωραιότατος συσχετισμός με αγγλιά από εξαιρετικό μαθητή μου (εύγε τέκνο), εντός άλλου ορισμού: «Θυμίζει το εκμηδενιστικό αμερικάνικο: «Do it and like it» (=θα κάνεις την αγγαρεία και θα πεις κι ένα τραγούδι δηλ. υποχρεούσαι να το ευχαριστηθείς κιόλας!), δηλαδή στερεί απάνθρωπα από τον φανταράκο, ακόμα και τη δυνατότητα να στενάξει...».

Άλλες μορφές: Θα το κάνεις και θα χορέψεις.
*Θα το κάνεις και θα πηδήξεις (ή *θα πηδήκεις
στα πελλοπονjησιακά - όπως άκουσα από μια Ζαχαρέα μαμά).

Μπαμπαδίστικη, μην πω μαμαδίστικη έκφραση - παίζει πολύ στον γυναικείο λόγο. Οι άντρες το 'χουν με τα περισσότερο σκληρά, βλ. τελευταίο παράδειγμα με τις κατσίκες.

Γυναικεία αποφασιστικότητα - Μανώλης Χιώτης, άσμα ηρωικό και πένθιμο:
Δεν είμεγώ απτις γυναίκες που θαρρείς, δε λογαριάζω αν είσαι μάγκας και βαρύς, κι αν εκορόϊδεψες πολλές σταληθινά, σε μένα όμως η μαγκιά σου δεν περνά. Θα τα βρεις μαζί μου σκούρα, κι ας με παίρνεις γιαγγελούδι, θα μου βάλεις την κουλούρα, και θα πεις κι ένα τραγούδι. (σ.ς. ετς)

Γυναικείο δράμα - εδώ:
Η ζωή δεν είναι εύκολη για τις γυναίκες [...] όσο κι αν γκρινιάζει το έτερον ήμυσι για τα λεφτά που χαλάμε για το beauté μας [...] κούκλες έχει συνηθίσει αγάπη μου να βλέπει παντού γύρω, κούκλες θέλει να βλέπει και στο σπίτι του! Τώρα δε το καλοκαίρι τα πράγματα για μας κορίτσια είναι ακόμα χειρότερα. [...] Μια ριζική αποτρίχωση για να φοράς με αυτοπεποίθηση το μπικίνι δεν θα την κάνεις; Θα την κάνεις και θα πεις κι ένα τραγούδι, εκτός φυσικά αν θες να μοιάζεις με τον Γκάλη. [σ.ς. το σχετικό δράμα αναλύεται μεταξύ άλλων και εδώ].

Γιούνισεξ τσαμπουκαλίκι εγχώριο:
– Μασάει η κατσίκα ταραμά;
– Μασάει... Και φτύνει και τα κουκούτσια...
Που σημαίνει: «Μαλάκα, περνιέσαι για ξύπνιος, αλλά αυτό που λέω εγώ θα γίνει και θα πεις κι ένα τραγούδι».

Θε μου, πώς θα τραγουδήσω τώρα... (από Galadriel, 27/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο Ελληνικό Δημόσιο είχε δημιουργηθεί και εφαρμοζόταν με θρησκευτική ευλάβεια, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, μια ιδιάζουσα κινητή αργία, αυτή για χάρη του Αγίου Ενδιάμεσα. Ο συγκεκριμένος Άγιος ετιμάτο με άδεια από την εργασία σε εργάσιμη μέρα που παρεμβάλλονταν μεταξύ δυο αργιών. Π.χ., αν η Πρωτομαγιά έπεφτε Πέμπτη, η επαύριο Παρασκευή παρεμβαλλόταν μεταξύ δυο αργιών και ο δημόσιος υπάλληλος αποκτούσε το δικαίωμα να λείψει από τη δουλειά του, τιμώντας τον Άγιο Ενδιάμεσα. Μάλιστα, ο Άγιος μπορούσε να τιμηθεί και περισσότερες από μια φορές ετησίως, και άλλοτε άλλες φορές κάθε χρόνο, ανάλογα με τη συγκυρία των λοιπών εορτών και αργιών.

Συνώνυμο: άδεια απ' τη σημαία.

- Τι ήταν να πάω του Αγίου Ενδιάμεσα στην Εφορία; Τρεις ώρες στην ουρά έφαγα επειδή είχε έρθει μόνο ο ένας στους τέσσερις υπαλλήλους. Μιλάμε για πολύ ευσέβεια στον συγκεκριμένο Άγιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ας θεωρήσουμε το μυαλό κάποιου ως κινητήρα (π.χ, αυτοκινήτου) που μπορεί να πάρει γρήγορα μεγάλων αριθμών στροφών.

Στροφάρω αναφέρεται σε όποιον:

1. Διακρίνεται για την ταχύτατη αντίληψη του. Το μυαλό του μπορεί (ως επεξεργαστής Η /Υ) να επιτυγχάνει ταχύτατη επεξεργασία των δεδομένων που διεγείρουν τις αισθήσεις του, με απώτερο στόχο να ευρεθεί η κατάλληλη λύση για:

  • την αντιμετώπιση μιας σύνθετης κατάστασης,
  • την ανακάλυψη ενός δυσεπίλυτου γρίφου.

    Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 1.

Βλ. και λήμματα: γκλάβα, ξύπνιος, ξεφτέρι, γάτος, γάτα, γατόνι, μάνα της καραβίδας, πιάνω πουλιά στον αέρα, αϊτός είσαι, τσακάλι.

2. Αξιοποιεί πλήρως τις διανοητικές του ικανότητες. Αυτό σημαίνει πως:

  1. Ο Διευθυντής ενός τμήματος, μιλάει με έναν υφιστάμενο του, που εμπιστεύεται τη γνώμη του.
    - Θα μπορέσει να ανταποκριθεί λες, ο Δημήτρης στη δουλειά που σκέπτομαι να τον εμπλέξω;
    - Αυτός ρε εσύ είναι το απόλυτο βλακόμετρο. Έχει εγκεφαλογράφημα ευθεία το άτομο. Δε στροφάρει με τίποτα, μα με τίποτα και σκέφτεσαι να τον εμπλέξεις σε τόσο σύνθετη δουλειά;

  2. -Μου λες σε παρακαλώ πως πρέπει να συμπληρώσω αυτό το επείγον ρημαδοέντυπο; Είμαι εντελώς άσχετος.
    - Άσε είμαι άρρωστος κι από πάνω μου συνέβηκαν τόσα και τόσα σήμερα, οπότε είμαι για επισκευή και πέταμα. Αυτό που ζητάς είναι κομματάκι πολύπλοκο και εγώ τώρα δεν μπορώ να στροφάρω με τίποτα. Οπότε όσο και να θέλω δεν το βλέπω να μπορώ να σε βοηθήσω άμεσα.

  3. Πως το συναρμολογούμε αυτό ρε Μήτσο; Δε σκαμπάζω γρι.
    - Κοίτα...είμαι μπαγιάτικο μύδι, απ' την κούραση και έτσι δεν μπορώ να στροφάρω με τίποτα. Πρέπει πρώτα να αναζωογονηθώ και μετά να καφεδιαστώ, ώστε να μπορέσω να μπουτάρω.

  4. - Ρε μαλάκα τι κολλήματα τρώς και δεν μπορείς να στροφάρεις;
    - Για τι μιλάς;
    - Τόσο για το θέμα που πρέπει να χειριστείς, όσο και όταν επικοινωνείς με τον προϊστάμενο σου. Έχεις τις δυνατότητες. Γι αυτό εμπιστεύσου τον εαυτό σου και μη φοβάσαι τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία φράση που ξέφυγε από τα ενδότερα του ένδοξου ελληνικού στρατού, για να ακολουθήσει αυτόνομη καριέρα. Στον Ε.Σ., μόλις συναντηθείς με κάποιον ανώτερο ιεραρχικά, υποτίθεται ότι πρέπει να χτυπήσεις με δύναμη προσοχή και να χαιρετήσεις στρατιωτικά, (βλ. παράδειγμα 1, το λήμμα στην κυριολεξία του).

Στην «πολιτική» ζωή της, η φράση σημαίνει τα παρακάτω:

  1. Αποδίδω σεβασμό σε κάποιον που το αξίζει (βλ. παράδειγμα 2), ή

  2. Συμπεριφέρομαι δουλοπρεπώς, κοινώς γλύφω κάποιον ιεραρχικά ανώτερο ή γενικά σε ισχυρότερη θέση από εμένα, προσδοκώντας την εύνοιά του, (βλ. παράδειγμα 3).

Βλ. σχετικά λήμματα τσανακογλείφτης, φιλάω κατουρημένες ποδιές, φιλάω την παντόφλα.

Συχνότερη η χρήση με την 2η έννοια. Θλιβερό το φαινόμενο κάποιοι να βαράνε προσοχές στο έτερό τους ήμισυ.

Είναι ιατρικώς περίεργο ότι αυτοί που βαράνε συνέχεια προσοχές, καταλήγουν να πάσχουν από καραμπινάτη οσφυοκαμψία.

  1. Καθόμασταν και βαρούσαμε προσοχές στους άχρηστους, τους γλείφτες, που κλάνανε μέντες μπροστά σε κάποιο βύσμα ή στους αλλοδαπούς τριμηνίτες μην τυχόν και πέσουν σε δυσμένεια ή βρουν τα αυτοκίνητά τους σπασμένα αντίστοιχα, οι κότες.
    (σχόλιο του πάτσις απόεδώ).

  2. ΜΑΝΣΦΙΛΝΤ - ΓΟΥΙΚΟΜΠ: Βαράω προσοχές στην έδρα της Μάνσφιλντ, πριν την ήττα με την Ακρινγκτον στα 4 προηγούμενα δεν είχε δεχτεί καν γκολ . Από την άλλη στα καλύτερα της η Γουικομπ με 4 νίκες 1 ισοπαλία και καλή αμυντική συμπεριφορά . Αποδέχομαι οποιοδήποτε αποτέλεσμα. (από ιστολόγιο για το στοίχημα).

  3. Άρχισε να στρώνει ο Βενιζέλος... Σε λίγο όταν βλέπει Γ.Α.Πικούς. θα βαράει προσοχές... (από παραπολιτικό ιστολόγιο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαφωνία: Ο ένας περιγράφει το ίδιο πράγμα σαν να είναι δύο αντίθετα, ο ένας το λέει μακρύ και ο άλλος κοντό. Ο καθένας λέει τα δικά του και οι δυο μαζί λένε ό,τι να 'ναι και τεσπά δεν υπάρχει συνεννόηση.

Συνήθως, εκτός από την διατύπωση διαφορετικών απόψεων, ο καθένας από τους διαφωνούντες προσπαθεί να πείσει κάποιον τρίτο για την ορθότητα των λεγομένων του. Σε πιο προχώ περιπτώ, σου ζαλίζουν, είτε γιατί δεν σε ενδιαφέρει το θέμα και δε γουστάρεις ηχορύπανση και βαβούρα (παράδειγμα 1), είτε (ακόμα χειρότερα) γιατί σου θέτουν ένα επιπλέον πρόβλημα από όσα σε έχει φορτώσει η ζωή για να λύσεις: να σκεφτείς και να αποφασίσεις ποιος έχει δίκιο (παράδειγμα 2).

Και δηλαδή γιατί όχι «το χοντρό και το λιγνό του», «το άσπρο και το μαύρο του», «το φωτεινό και το σκοτεινό του» (λέμε τώρα...) που είναι κι αυτά αντίθετα; Εικάζεται ότι πρόκειται για αναφορά στα παιδικά παιγνίδια, όπου σε περιπτώσεις που πρέπει να γίνει επιλογή, το μακρύ και το κοντό μας βοηθούν να αποφασίσουμε ποιος «κερδίζει»:

Πρόκειται για την γνωστή πρακτική (εναλλακτική του αμπεμπαμπλόμ) για να επιλεγεί αυτός που «τα φυλάει» στο κρυφτό, που κυνηγάει στο κυνηγητό, που τρώει τις μπάτσες στο μπιζ, που κάνει την τυφλόμυγα, που είναι μάνα στην μακριά γαϊδούρα κ.λπ.: παίρνουμε δυο ξυλάκια διαφορετικού μήκους, ένα κοντό κι ένα μακρύ / τα δίνουμε σε έναν να τα κρατάει και να τα δείξει στους άλλους από την αντίθετη πλευρά έτσι ώστε οι άκρες να φαίνονται ίσες / διαλέγουν και τραβάει ο ένας το μακρύ κι ο άλλος το κοντό. Αυτός που τράβηξε το κοντό χάνει συνήθως, η ζωή είναι σκληρή, όπως γνωρίζουν τα κορίτσια και όσοι έχουν το κοντό, αλλά κάποιος μπορεί να αντιπαραθέσει ότι σημασία έχει το πάχος και όχι το μήκος, σο δεν κλαίμε εκ των προτέρων α-α.

Παράδειγμα 1: Το μακρύ τους και το κοντό τους (στο κινητό): Πρωί-πρωί, με την τσίμπλα στο μάτι στον ηλεκτρικό είναι τουλάχιστον ενοχλητικό και αγενές να ακούς το διπλανό σου να μιλάει όσο το δυνατόν πιο... βροντερά γίνεται στο κινητό του, δίνοντας οδηγίες σε συναδέλφους του για το πώς πρέπει να κάνουν τη δουλειά. Το κινητό είναι όντως αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς πολλών ανθρώπων, αλλά δεν είναι ανάγκη να τους ακούνε όλοι οι άλλοι γύρω τους. Έλεος...

Παράδειγμα 2: Βαρέθηκα να ακούω το μακρύ και το κοντό του καθενός...! Ότι ακούμε πολλά κουφά ξεκινώντας από την περίοδο της εγκυμοσύνης για να επεκταθούν αργότερα στο θηλασμό, στο μεγάλωμα των παιδιών μας κοκ. είναι γνωστό (από το βγάζει μαλλιά το παιδί και γι'αυτό έχουμε καούρες μέχρι ότι κινδυνεύει από μύρια ψυχολογικά προβλήματα ένα παιδί έτσι και περάσει τους 6 μήνες θηλασμού...! ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ουσία, το φλέγον θέμα, η απάντηση που μας καίει.

Η ταμπακιέρα είναι όρος της πολιτικής slang. Νονός της έκφρασης ο Γεώργιος Παπανδρέου (ο γέρος), γνωστός για τα τσιτάτα και την ευστροφία του, και λιγότερο για την πολιτική του (θυμηθείτε και τον «ανένδοτο»). Είναι γνωστό το πόσο καλαμπουριτζής και ετοιμόλογος ήταν, με αποτέλεσμα να έχουν μείνει πολλά ιστορικά ανέκδοτα με πρωταγωνιστή τον ίδιο.

Η έκφραση λέγεται και με τις εξής μορφές:
-Ούτε λέξη (ή κουβέντα) για την ταμπακιέρα.
-Για την ταμπακιέρα τίποτα.
Η σημασία των εκφράσεων έχει να κάνει με την αποφυγή κάποιου να θίξει την ουσία. Δηλαδή ως πολιτικάντης, κάποιος υπεκφεύγει, αλλάζει θέμα, παραπλανά, ώστε να αποφύγει να πάρει θέση επί της ουσίας (δηλαδή για την ταμπακιέρα).

[…] Παπανδρέου, «είστε αλαζόνες», απαντούσε ο κ. Καραμανλής και ούτε μια κουβέντα για την «ταμπακιέρα», δηλαδή για τις σχέσεις της Εκκλησίας με το κράτος, […]
............
[…] «αβάσιμη» και πρόσθεσε ότι αρκέστηκε σε ένα απλό ευχολόγιο χωρίς να μιλήσει για την «ταμπακιέρα» για το πώς η χώρα θα αντιμετωπίσει αυτή τη […]
.............
[…] Και αντί να ομιλήσει για την ταμπακιέρα της προεκλογικής «αντιπαραθέσεως», «τα έχωσε», κατά το κοινώς λεγόμενο, στον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος (υποτίθεται ότι) διέπραξε τεράστιο «πολιτικό ολίσθημα» και ως εκ τούτου […]
............
[…] Για την ταμπακιέρα κουβέντα. Γιατί κάποιος κυβερνητικός παράγοντας δεν μπαίνει […]

(από electron, 20/10/09)(από electron, 20/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανηφόρα, βίτσα, πούτσα και στενά παπούτσα. Ανυπέρβλητα δύσκολη και στριμόκωλη κατάσταση! Τόσο φρικτή που να σε πιάνει «μαύρη απελπισία» και μόνο στη σκέψη της.

Κατά το λαογράφο Ηλία Πετρόπουλο η φράση συναντάται ως: γαμήσι δίχως σάλιο, στενό παπούτσι κι ανήφορο.

Είναι σαν να λέμε:

  • Μετανάστης στην Αθήνα.
  • Εναερίτης με 15 μποφόρ.
  • Ρευματικός στην Κέρκυρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο μαλάκας μάς φορτώνει το πρόβλημά του, ή όταν είμαι εγώ τόσο ψυχαναγκαστικός (και καλά ευαίσθητος) ώστε να φορτωθώ το ξένο πρόβλημα από μόνος μου, λες και δε μου φτάναν τα δικά μου.

Τα κωλογαμήσια, ως γνωστόν, είναι δύσκολη ιστορία (όσο και ευχάριστη για όσους τό 'χουν), είτε είσαι άντρας είτε γυναίκα. Άρα ισοδυναμεί, μεταφορικά, με πρόβλημα. Τα κωλοντέρτια είναι το άμεσο επακόλουθο... σωματικά και μεταφορικά πάλι.

Παρόμοια έκφραση: «ήμασταν μέσ' τα σκατά, μας ήρθαν κι απ' το Πέραμα».

  1. - Πώς πάει η δουλειά;
    - Έχω μπελάδες με τον μικρό... πάλι άρρωστος είναι...
    - Τι λες μωρέ, πάλι; Μπας κι είναι κανα αρρωστιάρικο;
    - Μπα... μαλάκας είναι, χειμώνα καλοκαίρι με το κοντομάνικο, ε αυτή τη φορά τράβηξε μια πνευμονία και είμαι δύο βδομάδες χωρίς βοηθό, τά 'χω παίξει κανονικά... Ξένα κωλογαμήσια, δικά μας κωλοντέρτια, κατάλαβες;...

  2. - Έχω σκάσει από τη στενοχώρια μου που χώρισαν ο Τάκης και η Νερίνα... Ήταν τόσο ταιριαστοί... Πολύ στεναχωρέθηκα...
    - Άσε μας ρε Αντιγόνη, χαλλλάρωσε, στο μουνί σου το ιδιότροπο ο Τάκης κι η Νερίνα... Γκατάλαβα, ξένα κωλογαμήσια δικά μας κωλοντέρτια δηλαδή; Δεν κοιτάς τα δικά σου καλύτερα, λέω γω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως και να το δει κανείς τα πράγματα που μπορεί να κάνει στο κρεβάτι του (και εννοώ το σεξ) είναι λίγο πολύ περιορισμένα. Θα κάνεις αυτό, θα κάνεις αυτό, θα κάνεις το άλλο και το παράλλο και ίσως και το τελευταίο. Παραδόξως το ίδιο συμβαίνει και οπουδήποτε αλλού προσπαθήσετε να ολοκληρώσετε την σχέση σας, όπως με παρακάλεσε μια φίλη μου να γράψω. Αν αυτός ο ορισμός είχε γραφτεί λίγο νωρίτερα, η παραπάνω, ψιλοεξαντλητική εδώ που τα λέμε ρε μικροαστοί, γραφιάδες και υπάλληλοι με τρομερά ενδιαφέρουσες δουλειές, λίστα θα περιείχε και το συγκεκριμένο λήμμα.

Το πλοπ είναι η προσπάθεια της γυναίκας (ή του άντρα, ή του άντρα. Ποιος σας εμποδίζει να είναι άντρας;) να γλείψει με τέτοιο τρόπο τη βάλανο ώστε να κλειδωθεί συγκεκριμένη ποσότητα αέρα στο στόμα και με την έξοδο της βαλάνου από το στόμα να ακουστεί ο συγκεκριμένος ήχος. Για να το καταλάβετε καλύτερα φαναστείτε πως το δάχτυλό σας -- ή, καλύτερα, μη φανταστείτε τίποτα και απλά βάλτε το δάχτυλό σας στα πλάγια του εσωτερικού του στόματός σας και βγάλτε το με σφιχτά αγκαλιασμένα τα χείλη στη βάση του δαχτύλου σας. Φαντάζομαι θα ακολουθήσουν πολλά media που να απεικονίζουν την συγκεκριμένη τεχνική αλλά το καθήκον έπρεπε να γίνει και η παρουσίαση της συγκεκριμένης ενέργειας έγινε όσο το δυνατόν πιο παραστατική χρησιμοποιώντας λέξεις.

Δεν χρειάζεται να αναφερθεί ότι το πλοπ αποτελεί και γαμώ τις διεγέρσεις εφάμιλλης ίσως αξίας με το δάγκωμα και το γλείψιμο του αυτιού αλλά χρειάζεται να αναφερθεί ότι το λήμμα είναι ηχομιμητικό οπότε μπορεί και να ακουστεί με διάφορους τρόπους. Απλά έτυχε ο γράφων να ακούσει την ρηματική μορφή του «με πλόπαρε κιόλας μαλάκα, άσε τα είδα όλα, μαστόρισσα στο τσιμπούκι σου λέω, δεν κρατιέται με τίποτα η αχόρταγη» οπότε το καταγράφει ως έχει. Και επειδή η τελευταία πρόταση σας ιντρίγκαρε οι άλλοι είναι ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Ναπολέων και ο Μάρλον Μπράντο. Άντε, ίσως και ο Αλέφαντος.

- Καλά ε, θεά της πίπας η Βασούλα!
- Σώπα ρε!
- Τι να σου πρωτοπώ, για το πως τον έφτυνε, για το πως τον έσφιγγε, με πλόπαρε κιόλας μαλάκα, άσε τα είδα όλα, μαστόρισσα στο τσιμπούκι σου λέω, δεν κρατιέται με τίποτα η αχόρταγη. Τι να σου λέω.
- Καταρχήν κάτι πρωτότυπο γιατί αυτά τα έχω ξανακούσει.
- Πού ρε;
- Λίγο πιο πάνω.
- Ε;

Περιμένατε κάτι διαφορετικό; (από Jim Blondos, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα φανταράκι υπηρετεί παραμεθόριο στον Έβρο... Και πήηηηηζει... Οι δείκτες του ρολογιού σέρνονται... Παίζει με τις τάπες των βαρελιών περιμένοντας να περάσει ο χρόνος και ωριμάσει η μετάθεση για κάπου πιο κοντά στο σπίτι του, την πολυπόθητη μέρα της απονΕΒΡΟσης... Ο καιρός συνεχίζει να περνάει... Η απονέβρωση έρχεται! Ο φανταράκος τα μαζεύει και όπου φύγει-φύγει, Τομπούλογλου!!

Στο μεταξύ, η ντροπαλή εποπίνα εξομολογείται τον κρυφό της έρωτα στον αυστηρό λοχία που έχει όμως καρδιά μικρού παιδιού... Εκείνος την αγκαλιάζει στα στιβαρά του μπράτσα και της χαρίζει υποσχέσεις αιώνιας αγάπης...

(HAPPY END)

Δες και το έργο: «Ακριβή μου απολήμνωση» (2009 [38 κσ!]).

  1. (από εδώ)
    «A A A A φα. Ευχαριστώ Τζόνι μου για το καλωσόρισμα. Στις 20 Αυγ. Έχω την απονΕΒΡΟση μου.Θα τα λέμε απο κοντά πλέον.»

  2. (από εδώ)
    «Geia sou Jim 65 + 1 aponEVROsh...

Pws ta pas; Eisai kala...
sorry pou den egrapsa toso kairo alla htan ligaki duskola...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified