Further tags

Το φέρετρο, η κάσα.

Ήρθε η σειρά του να μπει στο κουτί.

Χρόνια πολλά... (από Marco De Sade, 14/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με χρήση λογοπαίγνιου, ταυτίζουμε και καλά τη λέξη ιος με τη λέξη υιός.

Στην παρούσα φάση, υπονοείται και καλά ως πολύτεκνος κάποιος, του οποίου ο Η/Υ, (ως επέκταση του εαυτού του) έχει γεμίσει...ιούς.

Η εκφορά του όρου μπορεί να γίνει είτε από τον ίδιο τον παθόντα, είτε από κάποιον γνωστό του πρός αυτόν ή πρός άλλους (π.χ: στα πλαίσια κουτσομπολιού).

Η δε εκφορά του όρου μπορεί να λεχθεί είτε με χιουμοριστική, είτε με ειρωνική διάθεση για την αμέλεια του παθόντα, για επαρκή προστασία του υπολογιστή του από ιούς (μέσω καλού και πάντα ενημερωμένου αντιϊκού προγράμματος).

- Άσε ρε! Γέμισε με ιούς ο υπολογιστής μου.
- Ώπα ρε! Πολύτεκνος, ε; Ποιος σε πιάνει τώρα ρε με το επίδομα πολυτέκνου που θα πάρεις;
- Κοροϊδεύεις;

(από GATZMAN, 19/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά το ματσούκι είναι το μακρύ και χοντρό ραβδί. Η προέλευση της λέξης είναι ιταλική [ιταλ. mazzoca]. Μεταφορικά, η λέξη σημαίνει ξυλοδαρμός. Συνώνυμη λέξη είναι το μπερντάχι. Ως ρήμα χρησιμοποιείται το γνωστό ματσουκώνω. Βλ. επίσης κρεατομάτσουκο.

  1. Άρθρο του Ριζοσπάστη: Το ματσούκι κι ο μικρός Ματσούκα
    Είχα καιρό να πάω σινεμά. Κι είδα τη χιλιάνικη ταινία «Ματσούκα». Οσοι προλάβετε, σύντροφοι, να τη δείτε γιατί βέβαια δε φιλοξενείται και στα σινεμά-πολυκαταστήματα. Θα θυμηθείτε. Το πραξικόπημα στη Χιλή το '73 μέσα από μια υπέροχη παιδική φιλία δυο ταξικά αντίπαλων εφήβων που ξεπερνούν τη φρίκη της θηλιάς που σφίγγει τη ζωή και τη σχέση τους. Θα πονέσετε με την αφύσικη βιαιότητα γεγονότων και αισθημάτων, αλλά θα αποκρυπτογραφήσετε και το σημερινό νεοταξίτικο «πολιτισμό» της κατανάλωσης και του τρόμου που σκιάζει τα όνειρα των νέων και αλλοτριώνει τους λίγο μεγαλύτερους για να μας τους φέρει κατάμουτρα, εδώ και τώρα, σήμερα. Είναι η ...άρχουσα τάξη.

  2. Σχόλιο αναγνώστη του Ριζοσπάστη: «Θα τους πάρω με το ματσούκι
    Η μαρτυρία ανήκει σε 70χρονο συνταξιούχο, που τηλεφώνησε αγανακτισμένος στην εφημερίδα μας: «Ο γιατρός του ΙΚΑ έδωσε παραπεμπτικό στη γυναίκα μου να κάνει ακτινογραφία για οστεοπόρωση. Και επειδή το ΙΚΑ δεν έχει τέτοιο μηχάνημα, πήγε σε ένα συμβεβλημένο ιδιωτικό εργαστήριο χτες, όπου της κλείσανε ραντεβού για τον Οκτώβρη! Τι να κάνω, θα πάω σε άλλο εργαστήριο και θα τα πληρώσω. Αλλά μην τολμήσουν και περάσουν από δω για να ζητήσουν την ψήφο μου, θα τους πάρω με το ματσούκι». Η μαρτυρία αποτελεί χαρακτηριστικότατο παράδειγμα των πολύμορφων συνεπειών της πολιτικής εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης της Υγείας, που προώθησαν και προωθούν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Οσο για το «ματσούκι», μάλλον είναι η πλέον ενδεδειγμένη απάντηση στους πολιτευτές που στηρίζουν και προωθούν την αντιλαϊκή πολιτική του δικομματισμού και την άλλη ώρα βγαίνουν για να ζητήσουν την ψήφο του λαού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψεύτικο, το μούφα, το μουσαντέ, υποτιμητικά.

– Ε, το βλέπεις εκείνο το Λίλιαν εκεί στη γωνία; Θα πάω να της την πέσω!
– Τι να της κάνεις εσύ αυτηνής ρε γκόμενε ιμιτασιόν; Αυτή είναι καρακουκλάρα, μ' εσένα τι να κάνει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση πιο μέηνστρημ από το σώβρακο του Ήτα-Βήτα, που σημαίνει το ίδιο πράγμα, αν και εξειδικεύεται σε τσάντες και όχι οτιδήποτε άλλο (σώβρακο, πορμπαγκάζ, κώλος, δεγκζερωγώτι).
Παραπέμπω στο λινκ για εξαντλητική περιγραφή του φαινομένου, με την προσθήκη ότι πρόκειται για το τσαντάκι του ήρωα του σχετικού παιδικού, που με επίκληση στα θεία πρηζότανε και περιείχε τα πάντα μέσα, και σε καλές τιμές.

- Ρε πούστη, αν είχα μια κόκκινη πιπεριά και ένα κομμάτι σελοτέιπ θα την άνοιγα την γαμόπόρτα, κι ας είναι ασφαλείας, και θα γλιτώναμε τον κλειδαρά βραδιάτικο...
- Ίσα ρε μαγκάιβερ!
- Ναι ρε, σου λέω, τό'χω!
- Ε, να! Πάρε, να διούμε αν τό'χεις!
- Καλά ρε, πού τα κουβαλάς αυτά, το τσαντάκι του σπορ μπίλυ έχεις;
- Άσε τις μαλακίες και άνοιγε. Εγώ μια φορά κλειδαρά δεν πλερώνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το και καλά παραδοσιακό προϊόν, που μόνο στόχο έχει να βοηθήσει τον πωλητή του να μας θωπεύσει στον πρωκτό.

Εκ του τουρκικού παρά (=χρήματα) και του δίδω. Προφέρεται με μικρή παύση ανάμεσα στο πρώτο και δεύτερο συνθετικό.

- Να παραγγείλουμε και «πατάτες της γιαγιάς»;
- 6,50 ευρώ η μερίδα; Παρα-δωσιακές με φαίνονται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τάνγκα της χοντρής.

Θέλετε και παράδειγμα;

(από Marco De Sade, 12/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καλής ποιότητας ηρωίνη. Από το (πρέ)-ζα και το γαλλικό bon που σημαίνει καλό.

- Μου 'φερε ο Κώστας χτες ένα ζαμπόν άλλο πράγμα.

(από Galadriel, 23/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γυναικείο πράμα μαζί με όλη την γύρω περιοχή. Πιθανόν λόγω τριχοφυΐας. Το ηβαίο.

(βλ. και «γατάκι», αλλά καλύτερα βλέπε το μύδι).

Ρε μαλάκα είχε ένα γατί η γκόμενα, και αχτένιστο μιλάμε.

Μπορεί να σχετίζεται με: τριχοφοβία. Να μην συγχέεται με: γάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός, για να πούμε ότι κάτι είναι άλλα αντ΄άλλων, παλιά τεχνολογία, ή για τα μπάζα.

-Η Αϊντχόφεν τι θα κάτσει το βράδυ;
-Πάλι στοίχημα Ολλανδία παίζεις. Αφού ξέρεις ότι πιο ουαγκαντούγκικο πρωτάθλημα δεν υπάρχει!

Χάρτης της Μπουρκίνα Φάσο - η Ουαγκαντουγκού πρώτο τραπέζι πίστα (από poniroskylo, 13/03/09)

Βλ. και αντάβαλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified